Ειδήσεις:

Το φτιάχνουμε ακόμα.. υπομονή ...

Main Menu

Μοντερνισμός

Ξεκίνησε από PoiSoN_GiRL, Σεπτεμβρίου 03, 2005, 07:27:13 ΠΜ

« προηγούμενο - επόμενο »

PoiSoN_GiRL

Η γεωμετρική αφαίρεση και η αναζήτηση καθαρών σχημάτων

Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ
Η πρωτοπορία στην αρχιτεκτονική κάθε χώρας δεν αντιπροσωπεύει τη φυσιογνωμία του συνόλου της οικοδομικής δραστηριότητας Σημαντικά κτίρια σε ευρωπαϊκές χώρες σχεδιάζονται από αρχιτέκτονες άλλων χωρών. Θα συνεχίσει αυτός ο διεθνισμός ή θα επικρατήσει ο τοπικισμός;
 Η Ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική του 20ου αιώνα φανερώνει μια διαλεκτική σχέση ανάμεσα στο μοντέρνο κίνημα και στο πλούσιο ιστορικό παρελθόν.  

Η γεωμετρική αφαίρεση και η αναζήτηση καθαρών σχημάτων και μορφών υπήρξε ο βασικός αισθητικός κανόνας του μοντερνισμού, που όμως δεν κατόρθωσε να γίνει αποδεκτός στο ευρύ κοινό.  

Ο μεταμοντερνισμός (postmodernism) είναι μια προσπάθεια εμπλουτισμού του αφηρημένου μοντέρνου λεξιλογίου με αναφορές στην εικονογραφία ιστορικών κινημάτων και φυσικά του κλασικισμού.
Η υπερβολή και η στιλιστική αυθαιρεσία οδήγησαν τον μεταμοντερνισμό σταδιακά σε υποβάθμιση της σημασίας του ρόλου του στην ιστορική εξέλιξη της αρχιτεκτονικής. Βέβαια ο μεταμοντερνισμός δεν είναι ένα κίνημα αλλά ένα άθροισμα τάσεων συχνά διαμετρικά αντίθετων και αντιφατικών μεταξύ τους.

Στα τέλη της δεκαετίας του 80 το στυλ που διεκδίκησε την πρωτοπορία στην αρχιτεκτονική μόδα ήταν ο Ντεκονστρουκτιβισμός, ένα κίνημα που οφείλει την έμπνευσή του στα ουτοπικά σχέδια των Ρώσων αρχιτεκτόνων του μεσοπολέμου όπως του El Lissitzky και Ivan Leonidor. Όμως αν υπάρχουν μορφολογικές συγγένειες, το πνεύμα το Ντεκονστρουκτιβισμού (Deconstruction) είναι τελείως διαφορετικό από εκείνο του μαρξιστικού κονστρουκτιβισμού της Σοβιετικής Ένωσης.

 Στον κονστρουκτιβισμό κεντρικό ρόλο παίζουν η κοινωνική παράμετρος και οι μεγαλόπνοοι οραματισμοί ενώ στον ντεκονστρουκτιβισμό ενδιαφέρει η διερεύνηση της αρχιτεκτονικής μορφής και οι άπειρες δυνατότητες θεώρησής της. Έτσι το αποτέλεσμα εμφανίζεται μάλλον σαν μια αρνητική ουτοπία της αρχιτεκτονικής έκφρασης.
Η πρωτοπορία στην αρχιτεκτονική κάθε χώρος δεν αντιπροσωπεύει με κανένα τρόπο τη φυσιογνωμία του συνόλου της οικοδομικής δραστηριότητάς της, όμως αντανακλά σε μεγάλο βαθμό το ύφος και τον χαρακτήρα της εποχής και δημιουργεί νέα πρόσωπα για μελλοντικές εξελίξεις.

Ο χαρακτήρας της ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής σκηνής είναι διεθνής. Σημαντικά κτίρια σε ευρωπαϊκές χώρες σχεδιάζονται από αρχιτέκτονες άλλων χωρών. Αυτό το φαινόμενο είναι γενικότερο και έχει τις ρίζες του στον διεθνισμό του μοντέρνου κινήματος.
Όμως παράλληλα υπάρχουν τάσεις που επιδίωκαν την ένταξη και την προσαρμογή των νέων κτιρίων στις τοπικές ιδιομορφίες κάθε περιοχής.
Ποιες είναι οι κατευθύνσεις στη σύγχρονη αρχιτεκτονική θεωρία και πράξη; Θα επικρατήσει ο διεθνισμός ή ο τοπικισμός;
Επανέρχεται ο κλασικός μοντερνισμός ή θα αναβιώσουν και θα εξελιχθούν ιστορικά στυλ.
Είναι σκόπιμο να εξετασθούν συνοπτικά οι κυριότερες τάσεις σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες που φαίνεται ότι θα επηρεάσουν τις εξελίξεις.

PoiSoN_GiRL

ΓΕΡΜΑΝΙΑ

Στα χρόνια του μεσοπολέμου η σχολή του Bauhaus υπήρξε η γερμανική εποχή στον μοντερνισμό. Με την άνοδο του ναζισμού η σχολή κλείνει διότι θεωρείται ότι εκφράζει μια εκφυλισμένη τέχνη. Η επίσημη εθνικοσοσιαλιστική αρχιτεκτονική επιδιώκει τη μνημειακότητα χρησιμοποιώντας στερεότυπα νεοκλασικά κλισέ. Μεταπολεμικά η Γερμανία παραμένει στο περιθώριο των αρχιτεκτονικών εξελίξεων. Ο ερχομός του μεταμοντερνισμού στη Γερμανία συνδέεται με την ΙΒΑ, μια διεθνή έκθεση κατασκευών στο Βερολίνο όπου υπό τη διεύθυνση του Josef Paul Kleihues από το 1984 έως το 1989 προσκλήθηκαν διεθνούς φήμης αρχιτέκτονες για να χτίσουν από ένα κτίριο στο Βερολίνο. Η περίπτωση της ΙΒΑ καλλιέργησε ένα νέο έντονο ενδιαφέρον για την αρχιτεκτονική και υπήρξε η αρχή μιας σειράς προγραμμάτων που αφορούσαν και την ανέγερση νέων κτιρίων. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα νέα πρωτοποριακά μουσεία που σχεδιάστηκαν από διεθνείς και Γερμανούς αρχιτέκτονες την δεκαετία του 80, όπως το μουσείο Αρχιτεκτονικής απ τον Oswald Mathias Ungers (1980), το μουσείο εφαρμοσμένων Τεχνών από τον Richard Meier (1984), το ταχυδρομικό μουσείο από τον Gunter Behnish (1990) καθώς και τα μουσεία του Gustav Peichl, Hans Hollein κ.ά.
Η γερμανική αρχιτεκτονική σκηνή στη δεκαετία του 90 παρουσιάζει τρεις κύριες τάσεις.

-Ένα ρασιοναλισμό με αναφορές στον ιταλικό ρασιοναλισμό της δεκαετίας του 30 με μορφολογικά στοιχεία του κλασικού μοντερνισμού και με ευαισθησία στην πολεοδομική ένταξη των κτιρίων και τις τυπολογίες. Οι κυριότεροι εκπρόσωποι είναι ο Ungers, Kleihues, Hans Kollhoff, η ομάδα Dietrich, Bangert κ.ά.

-Ο νέο-εξπρεσιονισμός είναι μια πλαστική-γλυπτική αρχιτεκτονική που συνδυάζει στοιχεία παραδοσιακά και μοντέρνα και παρουσιάζει αναλογίες με σύγχρονες αρχιτεκτονικές τάσεις στην Ισπανία. Οι κυριότεροι εκπρόσωποι είναι οι Gottfired Bohm, Heinz Bienefeld, Karl Josef Schatlner κ.ά.
 
-Μια νέο-μοντέρνα αρχιτεκτονική τεχνολογικού χαρακτήρα που αποτελεί και την κυριότερη τάση με εκπροσώπους τον Gunter Behnish, Joachim Schurmann, Oho Steidle κ.ά. Ο νεοκονστρουκτιβισμός αποτελεί παραλλαγή του νεο-μοντερνισμού.

Κεντρική φυσιογνωμία στον γερμανικό αρχιτεκτονικό προβληματισμό της δεκαετίας του 70 υπήρξε ο Oswald M.Ungers με το θεωρητικό έργο του και τα σχέδια του. Ο Ungers επιδιώκει να δώσει μια μεταφυσική διάσταση στον μοντερνισμό αγγίζοντας τον σουρεαλισμό. Χρησιμοποιώντας απλουστευμένες αρχέτυπες μορφές κάνει αναφορές στην ιστορία και στη μεταφυσική του χώρου και του χρόνου όπως παρουσιάζεται στην ζωγραφική του Giorgio de Chirico (pittura metafisica).
O Dominikus Bohm (1880-1955) υπήρξε ένας αρχιτέκτονας εκκλησιαστικής αρχιτεκτονικής του οποίου η διδασκαλία και το έργο επηρέασαν τους εκπροσώπους του γερμανικού νεο-εξπρεσιονισμού.  
Ο μαθητής του Heinz Bienefeld απέκτησε διεθνή αναγνώριση για μια σειρά κτιρίων του μικρής κλίμακας (κυρίως μονοκατοικιών) στα οποία συνδυάζονται στοιχεία και υλικά της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής με τη φιλοσοφία του μοντερνισμού.

 
Ο Gotlfried Bohm γιος του Dominikus Bohm δείχνει ευαισθησία στην ένταξη των νέων κτιρίων στο φυσικό και ιστορικό περιβάλλον τους.
Ο Gunter Behnisch, ο οποίος είχε σχεδιάσει μαζί με το Frei Otto το στάδιο των Ολυμπιακών αγώνων του Μονάχου το 1972, είναι ηγετική μορφή στο γερμανικό νεομοντερνισμό. Με έμφαση στον τεχνολογικό χαρακτήρα, τα κτίρια του διακρίνονται για την εκφραστική τους δύναμη, την συνθετική σαφήνεια και την τελειότητα των λεπτομερειών. Ένας από τους εκπροσώπους του ντεκονστρουκτιβισμού, ο Gunter Behnisch βλέπει σ αυτό το κίνημα τη δυναμική του εξπρεσιονισμού και της αρχιτεκτονικής του baroque.
Στη Γερμανία αναπτύχθηκε επίσης η «βιοαρχιτεκτονική», ένα κίνημα πειραματικού χαρακτήρα με ανθρωποσοφικές καταβολές που επιζητά την αρμονική ένταξη της αρχιτεκτονικής στο φυσικό περιβάλλον και στη διαφύλαξη της ενέργειας.

PoiSoN_GiRL

ΜΕΓΑΛΗ ΒΡΕΤΑΝΙΑ

Στα μέσα της δεκαετίας του 60, σαν συνέχεια της POP ART εμφανίστηκε μια «ανατρεπτική» τάση ουτοπικής αρχιτεκτονικής που είχε σαν στόχο να κριτικάρει την επίσημη αρχιτεκτονική πρακτική. Η ομάδα Archigram στο Λονδίνο με πρωταγωνιστή τον Peter Cook έπαιξε καθοριστικό ρόλο στις εξελίξεις της αρχιτεκτονικής σκηνής στη Μεγάλη Βρετανία. Ο σούπερ-φουτουριστικός φανταστικός κόσμος που πρότειναν τότε, άρχισε να υλοποιείται στην αρχιτεκτονική υψηλής τεχνολογίας (High - Tech) των Richard Rogers και Norman Foster οι οποίοι ενώ συνεργάστηκαν στην αρχή ακολούθησαν στην συνέχεια ξεχωριστή καριέρα. Ο Rogers ακολούθησε μια περισσότερο γλυπτική και εκφραστική γραφή της αρχιτεκτονικής High-Tech τόσο στο κέντρο Pompidou στο Παρίσι (1971-1977) σε συνεργασία με τον Renzo Piano) όσο και στο κτίριο των Lloyds το Λονδίνο (1982).
O Foster δίνει έμφαση στην βιομηχανική αισθητική με αναφορές στον μοντερνισμό και στη γεωμετρική αφαίρεση.
 Ξεχωριστή φυσιογνωμία αποτελεί ο James Stirling ο οποίος ήδη απ τη δεκαετία του 50 έδωσε στα κτίριά του μια έντονα εκφραστική δομή εμπνευσμένη από ιστορικά ρεύματα. Τα πιο σημαντικά κτίριά του εκείνης της περιόδου, το κτίριο Μηχανικής του Πανεπιστημίου του Leicester (1959-1962) και το κτίριο Ιστορίας του Πανεπιστημίου του Cambridge (1964-1967) φανερώνουν τις επιδράσεις τους, με τη στιβαρή δομή τους, από το Ρώσικο Κονστρουκτιβισμό. Στη συνέχεια μέσα απ το πρίσμα του Μεταμοντερνισμού ο Stirling ανέπτυξε μια αρχιτεκτονική γλώσσα μνημειακότητας και ιστορικισμού που αναδίδει ένα λεπτό συμβολισμό.
Σε αντίθεση με άλλους αρχιτέκτονες ο Stirling δεν χρησιμοποίησε τα ιστορικά στυλ απλώς σαν διακόσμηση αλλά σαν ένα αρχιτεκτονικό κολλάζ σε μια συγκροτημένη σύνθεση. Η προσθήκη στην Εθνική Πινακοθήκη στη Στουτγάρδη (1977-1984) παρουσιάζει ένα πλούτο διαφόρων τυπολογικών στοιχείων σε μια αιγυπτιακής έμπνευσης μνημειακότητα.
Οι μαθητές του Leon και Rob Krier, οι οποίοι κατάγονται από το Λουξεμβούργο, ανέπτυξαν ένα θεωρητικό και πρακτικό έργο που παροτρύνει σε μια επιστροφή «σωτηρίας» στην αισθητική και τεχνική του ρομαντικού κλασικισμού του 19ου αιώνα. Η επαναφορά της μορφολογίας και τυπολογίας του κλασικισμού είναι μια ιδέα που πάντα συγκινούσε τους αρχιτέκτονες. Όμως το μεγαλύτερο ρεύμα στη Μεγάλη Βρετανία αποτελεί μια αρχιτεκτονική ήρεμων τόνων τοπικού χαρακτήρα. Ο Quinlan Terry είναι ένας αρχιτέκτονας που αναβιώνει πιστά σε όλες τις ιστορικές λεπτομέρειες ένα εκτελεστικό στυλ περασμένων αιώνων.

PoiSoN_GiRL

ΟΛΛΑΝΔΙΑ

Το επίπεδο της αρχιτεκτονικής πρακτικής στην Ολλανδία είναι πολύ ψηλό. Η Ολλανδία δεν παρουσιάζει το φαινόμενο της πόλωσης ανάμεσα στην αρχιτεκτονική «βιτρίνας» ορισμένων αρχιτεκτόνων και της γενικής πρακτικής. Η Ολλανδία, χώρα ναυτική με παράδοση και πλούτο ιστορικών κτιρίων, διατηρεί μέχρι σήμερα σύνδεσμο και συνέχεια με το παρελθόν της.
Το κίνημα του στρουκτουραλισμού με εκπροσώπους του Aldo Van Eyck, τον Herman Hertzberger και Frank Van Klingeren επηρέασε σημαντικά την αρχιτεκτονική σκέψη την δεκαετία του 70.
Εξ άλλου, ο πρώιμος μοντερνισμός της σχολής του De Stijl διατηρείται μέχρι σήμερα ζωντανός. Η ομάδα ΟΜΑ (Office for Metropolitan Architecture) που ιδρύθηκε το 1980 στο Λονδίνο από τους Rem Koolhaus και Elia Zenghelis αναβιώνει το De Stijl σε μια πολύχρωμη αρχιτεκτονική. Η σύγχρονη Ολλανδική αρχιτεκτονική φανερώνει μια τάση επιστροφής στον κλασικό Μοντερνισμό των αρχών του αιώνα.

PoiSoN_GiRL

ΓΑΛΛΙΑ

Ο πιο σημαντικός αρχιτέκτονας του αιώνα, ο Le Corbusier, ελβετικής καταγωγής εργάστηκε στη Γαλλία όπου έκτισε από τα κυριότερα έργα του πηγή έμπνευσης για ολόκληρες γενιές αρχιτεκτόνων σε όλο τον κόσμο. Η αρχιτεκτονική του Le Corbusier εξακολουθεί να επηρεάζει το έργο σύγχρονων αρχιτεκτόνων όπως του Αμερικάνου διεθνούς φήμης Richard Meier, του Henri Ciriani κ.ά.
Αξιόλογα σύγχρονα έργα στη Γαλλία έχουν σχεδιαστεί από διεθνή αρχιτεκτονικά γραφεία. Το κέντρο Pompidou το πολυσυζητημένο κτίριο High-Tech βιομηχανικής αισθητικής υπήρξε μια Αγγλοιταλική συμπαραγωγή (1977, Rich Rogers με τον Penzo Piano). Ομοίως, ο εντυπωσιακός σχεδιασμός στο τέλος της δεκαετίας του 80 της La Defence οφείλεται στον Δανό Αρχιτέκτονα Johan Otto von Sprecker- sen. Στα περίχωρα του Παρισιού μεταμοντέρνες νεομπαρόκ γιγαντιαίες κατασκευές οφείλονται στον Ισπανό Richardo Bofill.
 Η σύγχρονη Γαλλική αρχιτεκτονική έχει εμπλακεί σε στιλιστικές αναζητήσεις στα πλαίσια ενός νεο-μοντερνισμού με φουτουριστικές προεκτάσεις. Το έργο του Christian de Portzamparc κινείται στον χώρο του νεομοντερνισμού και χαρακτηρίζεται από πολύχρωμες εντάσεις.
Ο Jean Nouvel κέρδισε διεθνή αναγνώριση με το Αραβικό Πολιτιστικό Ινστιτούτο (1987) στο Παρίσι.  
Εμπνέεται από ταινίες επιστημονικής φαντασίας και οδηγεί το μοντερνισμό μέσω αφηρημένων κυβιστικών μορφών σε ένα μνημειώδη φουτουρισμό.
Η αρχιτεκτονική του Jean Nouvel παρουσιάζει αναλογίες με το πρώιμο έργο του Μies van der Rohe και συμβολίζει την εποχή των κομπιούτερς και της ολικής πληροφόρησης.
Ο Bernad Tschumi, γεννημένος στην Ελβετία, διατηρεί γραφεία στην Ελβετία, διατηρεί γραφεία στο Παρίσι και στη Νέα Υόρκη. Είναι ο κυριότερος εκπρόσωπος του Γαλλικού ντεκνστρουκτιβισμού. Στις κατασκευές του στο πάρκο της Villette («follies» 1982-1991) προσπαθεί να αναβιώσει τις μορφολογικές αρχές του Ρώσικου avant-garde από τον Konstantin Melnikov μέχρι τον El Lissitzky. Το έργο του είναι στην ουσία ελεύθεροι αυτοσχεδιασμοί στα πλαίσια του Ρώσικου σουπρεματισμού, που οδηγούν σε μια «αρχιτεκτονική αποσύνθεση».

PoiSoN_GiRL

ΙΤΑΛΙΑ

Η σύγχρονη Ιταλική αρχιτεκτονική αποτελεί συνέχεια μιας ζωντανής παράδοσης που φτάνει στα χρόνια της αναγέννησης στον Leon Battista Alberti και στον Andra Palladio. Ο μοντερνισμός αναπτύχθηκε στην Ιταλία με την μορφή ενός ευαίσθητου ρασιοναλισμού με πολεοδομικούς στόχους με εκφραστές τον Αlberto Libera και Giuseppe Terragni. Η μεταπολεμική Ιταλική αρχιτεκτονική κινήθηκε σε μια συνεχή διεύρυνση των δυνατοτήτων του μοντερνισμού, από τη Λυρική, μεταφυσική αρχιτεκτονική του Carlo Scarpa ως την κατασκευαστική λογική του αρχιτέκτονα - πολιτικού μηχανικού Pier Luigi Nervi.
O Aldo Rossi θεωρείται διεθνώς ο πατέρας του νεο-ρασιοναλισμού. Το 1966, εποχή κρίσης του μοντερνισμού και απουσίας αρχιτεκτονικών κατευθύνσεως εξέδωσε το έργο «Η αρχιτεκτονική της πόλης», σταθμό για την πορεία της αρχιτεκτονικής σκέψης. Η αρχιτεκτονική του, όπως και εκείνη του Γερμανού Ungers, στηρίζεται στην διεύρυνση των αρχέτυπων μορφών, όπου η συμμετρία και η ελαχιστοποίηση των εκφραστικών μέσων παίζουν βασικό ρόλο. Ο Aldo Rossi έχει σχεδιάσει κτίρια σε όλο τον κόσμο, την Αμερική, την Ιαπωνία και στην υπόλοιπη Ευρώπη.

PoiSoN_GiRL

ΕΛΒΕΤΙΑ

Η πολυφωνία της Ελβετίας αντανακλάται και σε μια πολλαπλή αρχιτεκτονική έκφραση. Ο γερμανόφωνος Βορράς ακολουθεί μια μοντερνιστική παράδοση ενώ στο Νότο παρατηρούνται περισσότερο τυπολογικές τάσεις. Οι αρχιτέκτονες του ιταλόφωνου Ticino αποτελούν μια ξεχωριστή σχολή. Διεθνή φήμη απέκτησε η ιδιόρρυθμη αρχιτεκτονική του Mario Botta. Πρόκειται για μια μνημειακή αρχιτεκτονική που ξεκίνησε σαν γεωμετρικές παραλλαγές πάνω σε κύβο.
Τα κτίρια του Mario Botta διακρίνονται για τη δύναμη των εντυπώσεων που προκαλούν και τον συμβολισμό τους που οφείλεται στην αρχέτυπη μορφή τους. Ο Luigi Snozzi ένας άλλος σημαντικός αρχιτέκτονας της σχολής του Τicino ενδιαφέρεται για την ένταξη της αρχιτεκτονικής στο περιβάλλον, σε συνδυασμό με την ιστορική συνείδηση.

PoiSoN_GiRL

ΑΥΣΤΡΙΑ

Η σύγχρονη αρχιτεκτονική στην Αυστρία έχει τις ρίζες της στην αρχιτεκτονική του Otto Wagner, Josef Hoffmann και Adolf Loos. Διεθνής αναγνώριση έχει δοθεί στο έργο του Ηans Hollein, Gustav Peichi και στην ομάδα Coop Himmelblan.
Η αρχιτεκτονική του Peichl χαρακτηρίζεται από την αισθητική της μηχανής.
Ο Hollein είναι ένας απ τους αρχιτέκτονες που επηρεάζουν σημαντικά τις εξελίξεις του μεταμοντερνισμού. Ξεκίνησε την καριέρα του σαν αρχιτέκτονας εσωτερικών χώρων στα τέλη της δεκαετίας του 60, δουλεύοντας στο στυλ της Pop-Art. Στη συνέχεια ανέπτυξε μια πλούσια ευρηματική μορφολογική εικονογραφία την οποία εφάρμοσε σε μια σειρά διακοσμημένων κτιρίων σε έντονο προσωπικό ύφος. Το σημαντικότερο έργο του ίσως είναι το Μουσείο Albeiberg στο Monchengladbach (1982) στο οποίο υπάρχει ένας ιδανικός συνδυασμός εσωτερικής οργάνωσης και πολεοδομικής ένταξης. Το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης στην Φρανκφούρτη (1982-1991) είναι ενταγμένο σε ένα σφιχτό αστικό ιστό σε ένα περιορισμένο οικόπεδο. Ένα πρόσφατο project του Hollein προτείνει ένα υπόγειο μουσείο σκαμμένο μέσα στους βράχους κοντά στο Σάλτσμπουργκ (1990).

PoiSoN_GiRL

Πλησιάζοντας τον 21ο αιώνα η απόσταση ανάμεσα στο όραμα και την πραγματικότητα γίνεται όλο και μεγαλύτερη. Οι αρχιτέκτονες διαπιστώνουν όχι μόνο την αδυναμία της αρχιτεκτονικής να αλλάξει τον κόσμο αλλά και την αδυναμία της να αποτρέψει την συνεχή καταστροφή του, που προκαλείται από την τεχνολογία και την οικονομική ανάπτυξη. Μηχανισμοί ξένοι προς την αρχιτεκτονική καθορίζουν στο μεγαλύτερο ποσοστό την οικοδομική δραστηριότητα, η οποία αλλοιώνει το φυσικό περιβάλλον καθώς και το χαρακτήρα ιστορικών πόλεων. Συχνά, δημοσιογραφικά έντυπα χρησιμοποιούν τη λέξη «χάος» για να περιγράψουν την απουσία αρχιτεκτονικών τυπολογιών στην δομή των σύγχρονων πόλεων.

 Ο μοντερνισμός μέσα σε έναν αιώνα έκανε τον κύκλο του και σήμερα βρισκόμαστε ξανά σε μια νέα αφετηρία. Ο μοντερνισμός κατηγορήθηκε ότι υπήρξε ένα οικολογικό λάθος και ότι οδηγεί την τεχνοκρατική κοινωνία σε αδιέξοδο. Ο μεταμοντερνισμός επεξεργάστηκε τη σχέση του μοντερνισμού με τα ιστορικά στυλ και τα αποτελέσματα αυτής της ζύμωσης είναι ποικίλα και σε διάφορα επίπεδα. Η ευρύτερη αποδεκτή εκδοχή του μεταμοντερνισμού είναι εκείνη που ενδιαφέρεται πρώτιστα για τον μορφολογικό εμπλουτισμό της αρχιτεκτονικής με διακοσμητικά στοιχεία. Το αποτέλεσμα, είναι εφήμερα εντυπωσιακά κτίρια, που δεν προσφέρουν όμως καίριες τυπολογικές λύσεις. Με αυτή την έννοια ο μεταμοντερνισμός έχει αποτύχει.
Ο ντεκονστρακτιβισμός είναι ένα ελιτίστικο στιλιστικό ρεύμα, γοητευτικό, γιατί προσφέρει μια αφανή αρμονία όχι τόσο εύκολα κατανοητή όσο τα εκλαϊκευμένα διακοσμητικά κλισέ του μεταμοντερνισμού. Αξιοποιεί την αισθητική του ημιτελούς (non-finito) και υποδηλώνει με χιούμορ την αδυναμία της αρχιτεκτονικής να προσφέρει ολοκληρωμένες διαχρονικές λύσεις.
Η έρευνα των αρχετύπων μορφών μας φέρνει πλησιέστερα στον πρώιμο μοντερνισμό αλλά και στις αρχές του κλασικισμού. Αυτή η νέα επιστροφή στον μοντερνισμό χωρίς προκαταλήψεις και υπέρμετρες προσδοκίες μπορεί να σημάνει την γέννηση μιας νέας αρχιτεκτονικής, οικολογικά και ιστορικά συνειδητοποιημένης.

gon

Iσως δεν συνιστά απλή σύμπτωση, η ελληνική έκδοση του σημαντικού αυτού βιβλίου, ογδόντα ένα χρόνια από την εμφάνιση του γαλλικού πρωτοτύπου, το 1923, γεγονός το οποίο είχε ως φυσική συνέπεια την ανατροπή των κατεστημένων αντιλήψεων περί αρχιτεκτονικής σε όλον τον κόσμο. Πέραν από κάθε είδους υπόνοια περί αρχαιολογίας του μοντέρνου, την οποία ίσως ορισμένοι θα διασυνδέσουν άστοχα με την υποχρέωση της έκδοσης να ακολουθήσει πιστά τη σελιδοποίηση του 1923, σχεδιασμένη από τον Λε Κορμπιζιέ, το παρόν κείμενο μας αφορά άμεσα, είναι υπεράνω των καιρών και παραμένει τόσο καίριο όσο και ο ίδιος ο μοντερνισμός.

Aέναος εκμοντερνισμός

Μετά το τέλος των μεταμοντέρνων παλινδρομήσεων, των ιστορικιστικών και τοπικιστικών αγκυλώσεων, αλλά και την αποτελμάτωση των ψηφιακών μορφοποιήσεων, ο μοντερνισμός τίθεται στο προσκήνιο με την πιο ριζοσπαστική του προοπτική: εφεξής η ανανέωση εναπόκειται στην αέναη διαδικασία εκμοντερνισμού υπό τον όρο ότι η αρχιτεκτονική ενέχει πρωτίστως μια «ηθική υπόσταση», όπως διατυπώνεται από τον Λε Κορμπιζιέ. Δηλαδή, ότι η αρχιτεκτονική δεν είναι ένα ακαδημαϊκό πρόβλημα της μορφής και του στυλ. Θα ήταν βέβαια λάθος να αποδώσουμε την κρίση αυτή μόνο στο λεκορμπιζιανό εγχείρημα, καθότι ένα πλήθος από ελευσόμενες αρχιτεκτονικές με ιδιώματα και ενικότητες που απορρέουν από ένα άλλο φάσμα του μοντερνισμού, εγγράφονται πλέον σε αυτήν τη μελλοντική προοπτική.

Αυτό όμως που διακρίνει τον Λε Κορμπιζιέ είναι η χαρισματική του ικανότητα να διατυπώνει με σαφήνεια, με δεινότητα τόσο την αρχιτεκτονική όσο και τη «λογοτεχνική» του γραφή, να τις συνταυτίζει και να τις παρουσιάζει, όπως σε τούτο το βιβλίο, αξεδιάλυτα. Το γεγονός αυτό έχει ως συνέπεια να αποκτήσει ο ίδιος πρόσβαση σε ένα χωρικό πεδίο της σκέψης που ορίζει την αρχιτεκτονική ως σκέψη του μοντέρνου χώρου. Διερωτάται διακαώς περί του ορισμού της, δίνοντας έμφαση στην «καθαρή δημιουργία του πνεύματος»: «η αρχιτεκτονική είναι πλαστική επινόηση, διανοητική σύλληψη, ανώτερα μαθηματικά» (σελ. 115). Αντιστρέφει το αξίωμα του δασκάλου του Oγκίστ Περέ, ο οποίος έδινε προτεραιότητα στην κατασκευή, με το άρθρο του 1933 που φέρει τον τίτλο, «πρώτα επινοούμε, εν συνεχεία κατασκευάζουμε».

Xρυσές αρμονίες

Θαυμάζει τη μηχανική, προασπίζεται την αισθητική των μηχανικών έναντι αυτής των αρχιτεκτόνων, εξίσταται από τα επιτεύγματα της αεροδυναμικής, των αυτοκινήτων, των υπερωκεανίων, των μηχανών. Σε τρία θεμελιώδη κεφάλαια, με την επισήμανση «μάτια που δεν βλέπουν» απευθύνεται προς τους αρχιτέκτονες για να τους κατευθύνει από αυτό που βλέπουν και δεν είναι ορατό προς εκείνο που οφείλουν να επινοήσουν. Τούτη η αρχιτεκτονική διεργασία συγκροτεί ένα είδος «μετάβασης» από το «θαυμάζειν» προς το «επινοείν». Μέσα σε αυτό το πνεύμα θέτει στην ίδια σελίδα (107) τον Παρθενώνα με το αυτοκίνητο Delage, εικονογραφώντας παραδείγματα απολύτως ετερογενή. Παρότι το αυτοκίνητο παραπέμπει στην έννοια της εν σειρά δόμησης και της βιομηχανικής κατασκευαστικής τελειότητας, το αεροπλάνο αναφέρεται στην έννοια της αυτονομίας των συνθετικών στοιχείων, και το υπερωκεάνιο θέτει το ζήτημα της ελαχίστης κατοικίας σε σχέση με το οικιστικό συγκρότημα, ο Λε Κορμπιζιέ ουδέποτε σχεδίασε κτίρια που έμοιαζαν με αεροπλάνα και αυτοκίνητα ή συνιστούσαν απομιμήσεις πλοίων. Η αρχιτεκτονική συγκροτείται μέσω της κάτοψης και της τομής, οι οποίες δημιουργούν χώρους και γεωμετρικούς όγκους. Η μορφή θα προκύψει ως συνέπεια αυτής της διαδικασίας, εφόσον οι όψεις τεθούν υπό τον έλεγχο των «ρυθμιστικών χαράξεων», επιβεβαιώνοντας το αρχιτεκτόνημα μέσα στις «χρυσές αρμονίες» του σύμπαντος.

Μελετώντας την «Ιστορία της αρχιτεκτονικής» (1899) του Oγκίστ Σουαζί στρέφεται προς τον Παρθενώνα και την αρχαία Ρώμη όχι για να ερμηνεύσει τα κλασικά ιδεώδη, ούτε να μεταφέρει τα ιδανικά του παρελθόντος στο νεωτερικό παρόν, αλλά για να εκμαιεύσει το προσίδιο «μάθημα», να απαντήσει στο ερώτημα του κατοικείν με ένα έγκυρο, κοινωνικό και «ηθικό» τρόπο. Η ανάγνωση του Παρθενώνα δεν τον οδηγεί μόνο στην περίφημη διατύπωση ότι «η αρχιτεκτονική είναι το επιδέξιο, σωστό και θαυμαστό παίξιμο των όγκων κάτω από το φως» (σελ. 178), αλλά επιβεβαιώνει ορισμένες σημαντικές κατευθύνσεις: την επινόηση κτιρίων σε σχέση με τον περίγυρο, την τοποθεσία και την ένταξή τους σε μια φυσική διάσταση του χώρου που αποκλείει κάθε μυθολογικό ή υπερβατικό συμβολισμό. Με σκοπό να σχεδιάσει τις περίφημες βίλες του, ορίζει το σπίτι ως «μια μηχανή για να κατοικείς» και «για να συγκινεί» – όπως διορθώνει εμφατικά στο άρθρο του για τον «άφατο χώρο» (1946). Ωστόσο, αυτό δεν συνιστά αυτοσκοπό αλλά ένα μέσο προσδιορισμού της κατοίκησης. Πέραν από κάθε είδους παρερμηνείες περί μηχανοκρατικής αντίληψης, ο Λε Κορμπιζιέ αντιμετωπίζει το ερώτημα του κατοικείν με έναν σχεδόν οντολογικό τρόπο, ανάλογο με εκείνο του Μάρτιν Χάιντεγκερ. Υποστηρίζει ότι το ζήτημα της μεταπολεμικής κρίσης της κατοικίας δεν μπορεί να λυθεί με τεχνικά και οικονομικά μέσα, χωρίς δηλαδή να επανακαθορίσουμε την ουσία της κατοίκησης.

Ο τρόπος με τον οποίο κατοίκησε την καλύβα του Cap Martiστο τέλος της ζωής του, συνιστά ίσως την τελευταία «υπόμνηση στους κυρίους αρχιτέκτονες»: εφεξής, ο μοντερνισμός δεν μπορεί να νοηθεί χωρίς την «ηθική υπόσταση» του κατοικείν.