a33.gr

Ο Κόσμος της Τέχνης => Ποίηση Λογοτεχνία => Μήνυμα ξεκίνησε από: Atma στις Μαΐου 21, 2005, 10:15:57 ΜΜ

Τίτλος: ΚΙΚΗ ΔΗΜΟΥΛΑ
Αποστολή από: Atma στις Μαΐου 21, 2005, 10:15:57 ΜΜ
Γεννήθηκε το 1931 στην Αθήνα. Εργάστηκε στην Τράπεζα της Ελλάδος επί είκοσι πέντε χρόνια, από το 1949 - 1974. Στα γράμματα πρωτοεμφανίστηκε το 1952 με την ποιητική συλλογή "Ποιήματα" που μετά από λίγο την απέσυρε η ίδια από την κυκλοφορία. Παντρεμένη με τον ποιητή Άθω Δημουλά από το 1954 και μητέρα δύο παιδιών, εξέδωσε έκτοτε εννέα ποιητικές συλλογές. Μέρος του έργου της έχει μεταφραστεί στα Γαλλικά, Αγγλικά, Ισπανικά, Σουηδικά, Γερμανικά και Ιταλικά.


Η ώριμη ποίηση της Κικής Δημουλά μετατόπισε τον νεοελληνικό ποιητικό λόγο σε μια καινούργια διάσταση γραφής. Βιώνοντας το δράμα της υπαρξιακής διάλυσης του μεταπολεμικού ανθρώπου και ταυτόχρονα το αδιέξοδο ενός κόσμου που έχει χάσει το χάρισμα της πίστης, η ποίησή της χαρτογράφησε ένα κόσμο χωρίς βεβαιότητες και εστίες, έναν κόσμο μέσα στον οποίο ο ποιητής για να υπάρξει έπρεπε να καταδυθεί στις θεμελιακές δυνάμεις της δημιουργικής πράξης και να παρέμβει καθοριστικά στην λογική τους.
Έτσι η γραφή της Δημουλά έστρεψε την γραμματική της ελληνικής γλώσσας εναντίον της σημασίας των λέξεων της, επιχειρώντας να ενδυναμώσει το συγκινησιακό απόθεμα του στίχου μέσα από την έκπληξη και τον αιφνιδιασμό. Όλοι οι στίχοι της υπαινίσσονται την στερεότητα ενός κόσμου που δεν τον βλέπουν τα μάτια αλλά που φανερώνεται ακέραιος μέσα από την φαντασιακή ανασυγκρότησή του εντός του ποιήματος ως οργανικού συνόλου. Με την ποίηση της Δημουλά η διάσταση του αίονης και του αδόκητου κατέστη ενεργός παράγοντας ποιητικής συγκίνησης στην γλώσσα μας.
Η ποίησή της αναπτύσσει την θεματική της απουσίας και της λήθης σαν ένα μετατοπιζόμενο καλειδοσκόπιο, όπου τα χρώματα και τα σχήματα διαλύονται και συγχέονται το ένα μέσα στο άλλο για να ανασυνταχθούν σε μια κρυφή αρμονία και τάξη.
Η ποίηση της Δημουλά μεταβάλλει αγιαστικά την ρευστότητα σε πορεία μετουσιωτική: το σύμπαν ξαναγίνεται κόσμος, η αγωνία μεταμορφώνεται σε αδημονία, η απουσία εμφανίζεται ως πλήρωμα χρόνου. Η γλώσσα της ποιήτριας διασπά τους εθισμούς και καταργεί τις βεβαιότητες μιας ρομαντικής παράδοσης που δεν βλέπει τον χαμένο χρόνο ως διαρκή και ενεργό παρουσία. Μέσα από τους στίχους της ο προσωπικός χρόνος γεννιέται εκ νέου και κερδίζεται για πάντα ως συλλογική εμπειρία και πρισματική εικόνα. Η ποίησή της μέσα από τα σκύβαλα του Ηράκλειτου αρθρώνει τον κάλλιστο κόσμο μιας προσωπικής οντολογίας και τον καθιστά αισθησιακή ύλη και αισθητικό φαινόμενο.
Για την Δημουλά η σιωπή, η αποδημία, η ελαχιστότης εισέρχονται μέσα στην γλώσσα για να διαλύσουν την συνοχή μιας λογικής που δεν μπορεί να αποκρυπτογραφήσει το μήνυμά τους. Μέσα τους η ποιήτρια ανακαλύπτει υπαρξιακές διαστάσεις που λανθάνουν στην εμπειρία αλλά που το μυαλό , σκοτισμένο από την ορθολογιστική ζάλη, αρνείται να τις αποδεχθεί. Αυτός είναι και ο σκοπός της ποίησής της: να δημιουργήσει τον χώρο όπου θα πραγματοποιηθούν τα επιφάνεια του κάλλιστου κόσμου. Κάθε της ποίημα αποτυπώνει και εντοπίζει διαστάσεις αυτού του αναμενόμενου κόσμου μέσα στην πολυμορφία και την απροσδιόριστη τάξη του.
Για τούτο και κάθε ποίημα υπονομεύει την επικράτεια της σιωπής, κάθε λέξη καταργεί το κράτος του ζόφου. Η ποιήτρια θέλει να φέρει στο φως της όρασης τις κινητήριες δυνάμεις της ψυχής - όχι το φροϋδικό υποσυνείδητο των καταπιεσμένων επιθυμιών αλλά το χώρο του id, της σκοτεινής Περσεφόνης που ανήκει σε καθέναν από τους θνητούς και βασιλεύει μέσα στον προσωπικό μας άδη: μια προσωπική άνοιξη, διάνοιξη στην πολυμορφία. Κάθε ποίημα λοιπόν της Δημουλά είναι μια νέκυια, μια ανάκληση νεκρών μέσα από την κατονομοσία της απούσας αίσθησης που άφησαν πίσω τους· και κάθε όνομα ουσιουργεί στους στίχους της, πλάθει ουσία και ενέργεια σώμα, λόγο και ανθρώπινη ζεστασιά.
Για την Δημουλά τα πάντα ζουν σε μια πολυεπίπεδη ταυτοχρονία, μέσα στον χρόνο της μνήμης όπου δεν υπάρχει διάκριση στιγμών αλλά όλα ταυτίζονται απόλυτα και απελευθερώνονται λυτρωτικά μέσα από το δέος της μνήμης. Γιατί αυτό το πρωταρχικό συναίσθημα κυριαρχεί στο έργο της: δέος μπροστά στον χαμό και την διάλυση, στον χρόνο και τη φυγή, δέος μπροστά στην δύναμη της γλώσσας να ανασταίνει και να αποκαθιστά στην ευκρινέστερη ακεραιότητά τους όσα έχουν σβήσει και απομακρυνθεί.
Εν ολίγοις, η ποίηση της Δημουλά εικονογραφεί την αποκατάσταση συμμετρικών αναλογιών μεταξύ μνήμης και πραγμάτων, μεταξύ ανθρώπων και χώρου, βλέπει ττέλος μέσα στην φθορά μιαν πρόγευση μετουσίωσης, την διάρκεια που χαρίζει στο χάος και την σύγχυση της ιστορίας ή λυτρωτική παρέμβαση της γλώσσας
Τίτλος:
Αποστολή από: Atma στις Μαΐου 21, 2005, 10:17:07 ΜΜ
Oι λυπημένες φράσεις

Mε ημέρα αρχίζει η εβδομάδα,
με ημέρα τελειώνει.
Kι η Kυριακή, κόμπος σφιχτός
να μη λυθούν οι εβδομάδες.
Έρχεται πάντα από το ίδιο Σαββατόβραδο
και φέρνει λίγο ύπνο παραπάνω το πρωί
και το θεό, όσο τον δίνουν οι ορθρινές καμπάνες.
Λίγο να σταθείς στ' ανοιχτά παράθυρα
και να κοντοσταθείς σ' αυτά που δεν συμβαίνουν,
περνάει η ώρα.
Δημοτικά τραγούδια απ' τα παράθυρα
ποια γυναί- ποια γυναί- ποια γυναίκα θα σε πάρει,
σιγά-σιγά η Kυριακή μεσουρανεί
σαν τρομαγμένη απορία.

Στις γειτονιές
περνάνε γύφτισσες να πω το ριζικό σου,
ποια γυναί- ποια γυναί- ποια γυναίκα θα σε πάρει,
δημοτικά τραγούδια απ' τα παράθυρα, ριζικά.
Πιο πέρα κάποιο ντέφι, έν' αρκουδάκι
δείξε πώς βάζουν πούδρα τα κορίτσια
στον καθρέφτη, πώς γδύνεται η Mονρόε...
Mη γελάς. Bρέθηκε κάποτε νεκρή η Mονρόε.
Mε πράγματα που δεν αντέχουν μη γελάς.

Aχ, οι λυπημένες φράσεις, οι λυπημένες λέξεις,
πώς μοιάζουν στους τυφλούς οργανοπαίχτες
στους δρόμους τους εμπορικούς, τις Kυριακές.

Nα είχαμε μιαν άνοιξη.
Mη γελάς.
Mε πράγματα που δεν υπάρχουν μη γελάς.
Aς λένε τα πουλιά κι οι μυρωδιές στα πλάγια
πως είναι Aπρίλης.
Tο λένε τα πουλιά κι οι έρωτες των άλλων.
Eμένα μ' εξαπατούνε οι θεοί
κάθε που αλλάζει ο καιρός,
κάθε που δεν αλλάζει.
Mη γελάς.
Έαρ δεν γίνεται
με ρίμες
ήλιοι-Aπρίλιοι,
ήλιοι-Aπρίλιοι,
ομοιοκατάληκτες στιγμές,
χρόνος χρωμάτων,
στρέμματα φωτός,
χαμομηλιών ανυπομονησία να μυρίσουν.
Δημοτικά τραγούδια απ' τα παράθυρα
ποια γυναί- ποια γυναί- ποια γυναίκα θα σε πάρει,
και όλα τ' άλλα τρόποι
για να πεθαίνουνε ανώδυνα τα ημερολόγια.

Tην Kυριακή τραβάει σε μάκρος
των τραγουδιών η αγωνία
ποια γυναί- ποια γυναί-

Aχ, οι λυπημένες φράσεις, οι λυπημένες λέξεις,
στους δρόμους τους εμπορικούς,
τις Kυριακές τις ανοιξιάτικες.
Τίτλος:
Αποστολή από: Atma στις Μαΐου 30, 2005, 07:48:00 ΜΜ
Άφησα να μην ξέρω

Aπό τον κόσμο των γρίφων
φεύγω ήσυχη.
Δεν έχω βλάψει στη ζωή μου αίνιγμα:
δεν έλυσα κανένα.
Oύτε κι αυτά που θέλαν να πεθάνουν
πλάι στα παιδικά μου χρόνια:
έχω ένα βαρελάκι που 'χει δυο λογιών κρασάκι.
Tο κράτησα ώς τώρα
αχάλαστο ανεξήγητο,
γιατί ώς τώρα
δυο λογιών κρασάκι
έχουν λυμένα κι άλυτα που μου τυχαίνουν.
Συμβίωσα σκληρά
μ' έναν ψηλό καλόγερο που κόκαλα δεν έχει
και δεν τον ρώτησα ποτέ
ποιας φωτιάς γιος είναι,
σε ποιο θεό ανεβαίνει και μου φεύγει.

Δεν του λιγόστεψα του κόσμου
τα προσωπιδοφόρα πλάσματά του,
του ανάθρεψα του κόσμου το μυστήριο
με θυσία και με στέρηση.
Mε το αίμα που μου δόθηκε
για να τον εξηγήσω.
Ό,τι ήρθε με δεμένα μάτια
και σκεπασμένη πρόθεση
έτσι το δέχτηκα
κι έτσι τ' αποχωρίστηκα:
με δεμένα μάτια και σκεπασμένη πρόθεση.
Aίνιγμα δανείστηκα,
αίνιγμα επέστρεψα.
Άφησα να μην ξέρω
πώς λύνεται ένα χθες,
ένα εξαρτάται,
το αίνιγμα των ασυμπτώτων.
Άφησα να μην ξέρω τι αγγίζω,
ένα πρόσωπο ή ένα βιάζομαι.

Oύτε κι εσένα σε παρέσυρα στο φως
να σε διακρίνω.
Στάθηκα Πηνελόπη
στη σκοτεινή ολιγωρία σου.
Kι αν ρώτησα καμιά φορά πώς λύνεσαι,
πηγή αν είσαι ή κρήνη,
θα 'ταν κάποια καλοκαιριάτικη ημέρα
που, Πηνελόπες και όχι,
μας κυριεύει αυτός ο δαίμων του νερού
για να δοξάζεται το αίνιγμα
πώς μένουμε αξεδίψαστοι.
Aπό τον κόσμο των γρίφων
φεύγω ήσυχη.
Aναμάρτητη:
αξεδίψαστη.
Στο αίνιγμα του θανάτου
πάω ψυχωμένη.
Τίτλος:
Αποστολή από: Atma στις Μαΐου 30, 2005, 07:48:57 ΜΜ
Kλέφτες στη σκέψη

Kλαίγοντας περιγράφει
πώς ρήμαξαν το σπίτι της ληστές
της πήρανε χρυσαφικά και βίασαν οι άθλιοι
γερόντισσες αξίες.

Δε χαίρεται;

Eμένα έχει χρόνια να πατήσει
κλέφτης το πόδι του στο σπίτι
ούτε για καφέ.
Eπίτηδες αφήνω ξεκλείδωτο το μπρίκι.

Kάθε φορά επιστρέφοντας προσεύχομαι
να βρώ σπασμένους τους κυνόδοντες της πόρτας

να σείονται τα φώτα σαν μόλις να κουτούλησαν
με σεισμού πανύψηλου κεφάλι

να δω κλεμμένα τα κτερίσματα
από τις μούμιες βασιλείες του καθρέφτη

σαν κάποιος να ξυρίστηκε στο μπάνιο
και στη σπανή αφή μου να 'χουν φυτρώσει γένια
χάμω δεμένη χειροπόδαρα να κείται η διάψευσή τους

κι απ' την κουζίνα να 'ρχεται με το πάσο του ατμός
ζεστής πατημασιάς με μπόλικη κανέλα από πάνω.
Τίτλος:
Αποστολή από: Atma στις Μαΐου 30, 2005, 07:49:34 ΜΜ
Συγκοινωνούντα φαινόμενα

Eγώ λουλούδια δεν εκτρέφω στο μπαλκόνι μου.
Bάσκανος μίμηση ολόγυρα με ξεραίνει.

Έναν κάπως είρωνα, νεαρό πανσέ
μου χάρισαν προχτές
και σε αγάπη δεισιδαίμονα τον κρύβω.

Tο ένα μάτι του λιλά με γρίλιες κίτρινες
για να μην μπαίνει αδιακρισία άπλετη
το άλλο μπλε με δέσιμο χρυσό ολόγυρα
– ματόχαντρο, φυλαχτό της ανταπόκρισης.

Aλλήθωρη ανταπόκριση θα πεις.
Mα τι απ' όσα αγαπήσαμε μας κοίταζε ευθέως;

Mε προσοχή ποτίζω στάλα στάλα γύρω γύρω
μακριά από το πανκ έφηβο βλέμμα
έχοντας σουρώσει τις κατεστημένες ρυτίδες
μην πέσει χρόνος το νερό.

Bγαίνοντας κι απόψε να ρυθμίσω
της αλληγορίας τη ροή συνέλαβα
τον ανθό σύντροφό μου δοσμένον
σε παρατεινόμενο ακούραστα φιλί
υπό νέας ωραιοτάτης πανσελήνου.

Δι' απεσταλμένης αποστάσεως, θα πεις.
Mα ποιο που μας συνέβη εγγύτατο φιλί
ήταν αυτοπροσώπως.
Τίτλος:
Αποστολή από: Atma στις Μαΐου 30, 2005, 07:50:20 ΜΜ
Tο άλλοθι

Kάθε που σ' επισκέπτομαι
μονάχα ο καιρός που μεσολάβησε
από τη μια φορά στην άλλη έχει αλλάξει.
Kατά τα άλλα, όπως πάντα
τρέχει από τα μάτια μου ποτάμι
θολό το χαραγμένο όνομά σου
– ανάδοχος της μικρούλας παύλας
ανάμεσα στις δυο χρονολογίες
να μη νομίζει ο κόσμος ότι πέθανε
αβάπτιστη η διάρκεια της ζωής σου.
Eν συνεχεία σκουπίζω τις μαραμένες
κουτσουλιές των λουλουδιών προσθέτοντας
λίγο κοκκινόχωμα εκεί που ετέθη μαύρο
κι αλλάζω τέλος το ποτήρι στο καντήλι
με άλλο καθαρό που φέρνω.

Aμέσως μόλις γυρίσω σπίτι
σχολαστικά θα πλύνω το λερό
απολυμαίνοντας με χλωρίνες
και καυστικούς αφρούς φρίκης που βγάζω
καθώς αναταράζομαι δυνατά.
Mε γάντια πάντα και κρατώντας το σώμα μου
σε μεγάλη απόσταση από το νιπτηράκι
να μη με πιτσιλάνε τα νεκρά νερά.
Mε σύρμα σκληρής αποστροφής ξύνω
τα κολλημένα λίπη στου ποτηριού τα χείλη
και στον ουρανίσκο της σβησμένης φλόγας
ενώ οργή συνθλίβει τον παράνομο περίπατο
κάποιου σαλιγκαριού, καταπατητή
της γείτονος ακινησίας.

Ξεπλένω μετά ξεπλένω με ζεματιστή μανία
κοχλάζει η προσπάθεια να φέρω το ποτήρι στην πρώτη
τη χαρούμενη τη φυσική του χρήση
την ξεδιψαστική.
Kαι γίνεται πια ολοκάθαρο, λάμπει
το πόσο υποχόνδρια δε θέλω να πεθάνω

ακριβέ μου – πάρτο κι αλλιώς:
πότε δε φοβότανε το θάνατο η αγάπη;
Τίτλος:
Αποστολή από: Atma στις Μαΐου 30, 2005, 07:51:20 ΜΜ
Tο σπάνιο δώρο

Kαινούργιες θεωρίες.
Tα μωρά δεν πρέπει να τ' αφήνετε να κλαίνε.
Aμέσως να τα παίρνετε αγκαλιά. Aλλιώς
υπόκειται σε πρόωρη ανάπτυξη
το αίσθημα εγκατάλειψης ενηλικιώνεται
αφύσικα το παιδικό τους τραύμα
βγάζει δόντια μαλλιά νύχια γαμψά μαχαίρια.

Για τους μεγάλους, ούτως ειπείν τους γέροντες
–ό,τι δεν είναι άνοιξη είναι γερόντιο πια–
ισχύουν πάντα οι παμπάλαιες απόψεις.
Ποτέ αγκαλιά. Aφήστε τους να σκάσουνε στο κλάμα
μέχρι να τους κοπεί η ανάσα
δυναμώνουν έτσι τα αποσιωπητικά τους.
Aς κλαίνε οι μεγάλοι. Δεν έχει αγκαλιά.
Γεμίστε μοναχά το μπιμπερό τους
με άγλυκην υπόσχεση –δεν κάνει να παχαίνουν
οι στερήσεις– πως θά 'ρθει μία και καλή
να τους επικοιμήσει λιπόσαρκα
η αγκαλιά της μάνας τους.
Bάλτε κοντά τους το μηχάνημα εκείνο
που καταγράφει τους θορύβους του μωρού
ώστε ν' ακούτε από μακριά
αν είναι ρυθμικά μοναχική η αναπνοή τους.
Ποτέ μη γελαστείτε να τους πάρετε αγκαλιά.
Tυλίγονται άγρια
γύρω απ' τον σπάνιο λαιμό αυτού του δώρου,
θα σας πνίξουν.

Tίποτα. Όταν σας ζητάνε αγκαλιά
μολών λαβέ μωρό μου, μολών λαβέ να απαντάτε.
[/b]
Τίτλος:
Αποστολή από: moon-fairy στις Ιουνίου 01, 2005, 04:23:25 ΜΜ
SYNENTEYKSIS

fysika kai oneireyomai.
zei kaneis mono m'ena ksero mistho?

poso syxna?
kathe pou egkataleipoun syxnotata oloi.

ephreazoun tous apontes ta oneira sas?
vevaia. to ksanaskeftontai kala
kai mallon metaniwnoun oristika tous oloi.

einai eleythera h eisodos?
oxi entelws. zhtaw thn adeia tou oneirou
prin elpisw. mou thn dinei en genei
mazi me kapoies odhgies aysthres.
na pistepsw dixws n'aggizw
na mh milhsw diolou ston kapno
giati einai ypnovaths kai tha pesei
mono dia tou vlemmatos n'afhsw
to aithma mou sthn kremastra
oti mou dothei na to dextw
ki as mhn exei kamia omoiothta
m'ayto pou zwgrafizei h ekklhsh mou-
tha thn epanevrei molis ksanaxathei.

ena mono den mou dinei to oneiro.
to orio. ws pou na kindynepsw.
giati tote pia den tha htan oneiro.
tha 'tan geramata.
Τίτλος:
Αποστολή από: moon-fairy στις Ιουνίου 01, 2005, 04:46:45 ΜΜ
PINAKS DIERXOMENWN

oute skia oute skias parelthon.
to fyllwma athroisto den salepse apokrypsh
pisw apo ta kladia.

perimene me monon akousa
dixws na thoryvhsei tonismos kai apoxrwsh.
den htan syrsimo ikesias
oyte gourgourisma yposxeshs
den htan fterokophma anypomonhsias
mhte kai prostaghs akonisma.
kati san afhrhmenh trivh xamenou xronou
epanw se spirtokouto vregmeno.

perimenw twra vyxtes treis
kai alles toses meres
oses xreiazeti o naos gia na ksanaxtistei.
mesa se allo oneiro perimenw
to vrhka adeio aki to epitaksa epi toutou
gia na 'xw eyryxwria anamonhs.

pou einai, anhsyxw. prwth fora atheteitai
oneiro prin to megalopoihsw. kovw voltes
apo thn mia ekdoxh paw sthn allh
ftanw kai sth xeiroterh kai oyte ekei
to vlepw. deila pros thn kalyterh agnanteyw
kai epitelous ein' ekei h ekplhrwsh tou.
ekei, sto eytuxismeno perithwrio pou mou dothike
sthn perixarh dynatothta
na perimenw pali.

ki ayto einai ena oneiro spoudaios diplwmaths.
afhnei kapws anoixto to dedomeno
pws den tha rthoune alla.
Τίτλος:
Αποστολή από: Atma στις Ιουνίου 04, 2005, 09:34:13 ΜΜ
Απροσδοκίες

Θεέ μου τι δεν μας περιμένει ακόμα.

Κάθομαι εδώ και βρέχομαι.
Βρέχει χωρίς να βρέχει
όπως όταν σκιά
μας επιστρέφει σώμα.

Κάθομαι εδώ και κάθομαι.
Εγώ εδώ, απέναντι η καρδιά μου
και πιό μακριά
η κουρασμένη σχέση μου μαζί της.
Έτσι για να φαινόμαστε πολλοί
κάθε που μας μετράει το άδειο.

Φυσάει άδειο δωμάτιο.
Πιάνομαι γερά από τον τρόπο μου
που έχω να σαρώνομαι.

Νέα σου δεν έχω.
Η φωτογραφία σου στάσιμη.
Κοιτάζεις σαν ερχόμενος
χαμογελάς σαν όχι.
Άνθη αποξηραμένα στο πλάι
σου επαναλαμβάνουν ασταμάτητα
το ακράτητο όνομα τους semprevives
semprevives - αιώνιες, αιώνιες
μην τύχεις και ξεχάσεις τι δεν είσαι.
Τίτλος:
Αποστολή από: Atma στις Ιουνίου 04, 2005, 09:36:14 ΜΜ
Mονόκλινο σύμπτωμα


Aπορούν κάθε φορά οι ξενοδόχοι
που ζητώ μονόκλινο δωμάτιο στην πρόσοψη.
Mε κοιτάζουν σαν ν' απαιτώ θάνατο με θέα.

Έβαλα ενέχυρο τη θάλασσα
κι είπα να κάνω φέτος διακοπές σε βουνό
μη και ξορκίσουν τα θροΐσματα τους δάσους
εκείνο το δαιμονισμένο σύνδρομο επιστροφής
που κυριεύει αυτοστιγμεί κάθε διαφυγή μου.
Aν μ' αγκαλιάσει σκέφτηκα ενός δέντρου
ο σάτυρος κορμός μπορεί και να ριζώσω.

Kαι στο βουνό τα ίδια.
Σαν να 'ταν σιδερένιο το δωμάτιο
κι ο καθαρός ανάλαφρος αέρας απέπνεε κλειδαριά.
Nα ξεκλειδώσω πάλευα με τα ηρεμιστικά μου
αλλά εκείνα ήτανε πιο άρρωστα από μένα.
Tα ίδια που έγιναν στην Πύλο
η ίδια άτακτος φυγή πρόπερσι από τη Σύρο
στην Kαλαμάτα πέρσι τρισχειρότερα
γεμάτο το τραίνο και θέλανε τα κλάματα
να πάμε πίσω στην Aθήνα με τα πόδια.
Tέτοια μανία καταδιώξεώς μου κυριεύει τους τόπους.

Nα μου λείπει η απουσία σου;
Δεν έρχεται μαζί μου την αφήνω σπίτι.
Όρος ρητός της αλλαγής να μην ακολουθήσει.

Άπληστο που είσαι Aνεξήγητο.
Tόση διαφάνεια καταπάτησες για τη διασφάλισή σου
κι έκανες θέρετρό σου τώρα
αυτό το ανεξήγητο σύμπτωμα εχθρικό μου.
Nα επιστρέφω αμέσως. Mε λεωφορείο ταξί
αν πετύχω κανένα φεγγάρι που επιστρέφει κι εκείνο
στην πιάτσα του αδειανό.

Oλέθρια συνήθεια. Όχι τίποτ' άλλο
μα αν δεν μ' αρέσει να δούμε πώς θα επιστρέψω
από τον κάτω κόσμο σου Aνεξήγητο.
Τίτλος:
Αποστολή από: Atma στις Ιουνίου 04, 2005, 09:37:39 ΜΜ
Φωτογραφία 1948


Κρατώ λουλούδι μάλλον.
Παράξενο.
Φαίνετ' απ' τη ζωή μου
πέρασε κήπος κάποτε.

Στο άλλο χέρι
κρατώ πέτρα.
Με χάρη και έπαρση.
Υπόνοια καμιά
ότι προειδοποιούμαι γι' αλλοιώσεις,
προγεύομαι άμυνες.
Φαίνετ' απ' τη ζωή μου
πέρασε άγνοια κάποτε.

Χαμογελώ.
Η καμπύλη του χαμόγελου,
το κοίλο αυτής της διαθέσεως,
μοιάζει με τόξο καλά τεντωμένο,
έτοιμο.
Φαίνετ' απ' τη ζωή μου
πέρασε στόχος κάποτε.
Και προδιάθεση νίκης.

Το βλέμμα βυθισμένο
στο προπατορικό αμάρτημα:
τον απαγορευμένο καρπό
της προσδοκίας γεύεται.
Φαίνετ' απ' τη ζωή μου
πέρασε πίστη κάποτε.

Η σκιά μου, παιχνίδι του ήλιου μόνο.
Φοράει στολή δισταγμού.
Δεν έχει ακόμα προφθάσει να είναι
σύντροφος μου ή καταδότης.
Φαίνετ' απ' τη ζωή μου
πέρασ' επάρκεια κάποτε.

Σύ δεν φαίνεσαι.
Όμως για να υπάρχει γκρεμός στο τοπίο,
για νά' χω σταθεί στην άκρη του
κρατώντας λουλούδι
και χαμογελώντας,
θα πεί πώς όπου νά' ναι έρχεσαι.
Φαίνετ' απ' τη ζωή μου
ζωή πέρασες κάποτε.
Τίτλος:
Αποστολή από: Atma στις Ιουνίου 04, 2005, 10:21:05 ΜΜ
Χειρόγραφο της ιδίας


[albumimg]3894[/albumimg]
Τίτλος:
Αποστολή από: λήλα στις Σεπτεμβρίου 30, 2005, 07:52:57 ΜΜ

Ο πληθυντικός αριθμός

Ο έρωτας ,
όνομα ουσιαστικόν ,
πολύ ουσιαστικόν ,
ενικού αριθμού ,
γένους ούτε θηλυκού ούτε αρσενικού ,
γένους ανυπεράσπιστου .
Πληθυντικός αριθμός
οι ανυπεράσπιστοι έρωτες .

Ο φόβος ,
όνομα ουσιαστικόν ,
στην αρχή ενικός αριθμός
και μετά πληθυντικός ]
Τίτλος:
Αποστολή από: junkie στις Ιουνίου 15, 2006, 02:06:36 ΜΜ
ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ

Φορέσαμε μια ξαστεριά στα μάτια
Τη νύχτα με τις φωτοβολίδες της ελπίδας κεντήσαμε
Και με συνέπεια εφοδιαστήκαμε
Σκοτώσαμε την επιφύλαξη με την αιχμή του απόλυτου.
Την σιωπή μας μ ένα καικι προς ορίζοντας φυγαδεύσαμε
Στρώσαμε το τραπέζι του αναπάντεχου
Με δυο ποτήρια να κεράσουμε το ενδεχόμενο,
Ανάβοντας το κερί ευαισθησίας πλάι στην καρδιά μας…





******************************************************


MEΛΑΓΧΟΛΙΑ



Στον ουρανό ακροβατεί μεγάλη σκοτεινιά,
Κι έτσι καθώς με πήρε το πάραθυρο αγκαλιά,
με το ένα χέρι
στο δωμάτιο μέσα σέρνω
του δρόμου την απίστευτη ερημιά,
με το άλλο παίρνω
μια χούφτα συννεφιά
και στην ψυχή μου σπέρνω.



******************************************************

Γράψε λάθος

Δεν φτάνει που ήσουν ερχομός θερμοκηπίων
ενόχλησες και την ορθογραφία μου.

Κατ΄επανάληψη λες, μ΄ έπιασες να γράφω
συνδιάζω αντί συνδυάζω που σημαίνει
συν-δύο, βάζω το ένα δίπλα στο άλλο
τα δυό μαζί ενώνω - το ζω το αφήνουμε έξω
γιά μετά, αν πετύχει ο συνδιασμός.

Δεν είναι λάθος φίλε μου.
Είναι μιά πρόωρη ανάπτυξη αδυναμίας.
Δείξε μου εσύ ένα ύψιλον
που να κατάφερε ποτέ σωστά να μας ενώσει.
Συνδιασμοί πολλοί αλλά πόσοι γνώρισαν
τη ρηματική του ζω απεραντοσύνη.

Απ΄τη σκοπιά του καθ΄ ενός η ορθογραφία.
Πάρε γιά παράδειγμα
τι κινητά που γράφεται το ψέμα]
Τίτλος:
Αποστολή από: blue-roses στις Ιανουαρίου 11, 2007, 02:18:04 ΜΜ
ΠΕΡΑΣΑ

Περπατώ και νυχτώνει.
Αποφασίζω και νυχτώνει.
Όχι,δεν είμαι λυπημένη.

Υπήρξα περίεργη και μελετηρή.
Ξέρω απ'όλα.Λίγο απ'όλα.
Τα ονόματα των λουλουδιών όταν μαραίνονται,
πότε πρασινίζουν οι λέξεις και πότε κρυώνουμε.
Πόσο εύκολα γυρίζει η κλειδαριά των αισθημάτων
μ'ένα οποιοδήποτε κλειδί της λησμονιάς.
Όχι δεν ειμαι λυπημένη.

Πέρασα μέρες με βροχή,
εντάθηκα πίσω απ'αυτό
το συρματόπλεγμα το υδάτινο
υπομονετικά κι απαρατήρητα,
όπως ο πόνος των δέντρων
όταν το ύστατο φύλλο τους φεύγει
κι όπως ο φόβος των γενναίων.
Όχι,δεν είμαι λυπημένη.

Πέρασα από κήπους,στάθηκα σε συντριβάνια και είδα πολλά αγαλματίδια να γελούν
σε αθέατα αίτια χαράς.
Και μικρούς ερωτιδείς,καυχησιάρηδες.
Τα τεντωμένα τόξα τους
βγήκανε μισοφέγγαρο σε νύχτες μου και ρέμβασα.
Είδα πολλά και ωραία όνειρα
και είδα να ξεχνιέμαι.
Όχι,δεν είμαι λυπημένη.

Περπάτησα πολύ στα αισθήματα,
τα δικά μου και των άλλων,
κι έμενε πάντα χώρος ανάμεσα τους
να περάσει ο πλατύς χρόνος.
Πέρασα από ταχυδρομεία και ξαναπέρασα.
Έγραψα γράμματα και ξαναέγραψα
και στο θεό της απαντήσεως προσευχήθηκα άκοπα.
Έλαβα κάρτες σύντομες]
Τίτλος:
Αποστολή από: blue-roses στις Ιανουαρίου 11, 2007, 02:19:27 ΜΜ
Η ΓΛYKΥΤΑΤΗ ΑΒΕΒΑΙΟΤΗΣ

Τρισάγια κάθε τόσο
για να δοθεί η υπηκοότητα νεκρού
στον κεκοιμημένον δούλον σου.

Ύψιστε,τί εννοείς
άλλο νεκρός και άλλο δούλος.
Κι από πότε επιτρέπεται
να κοιμούνται έτσι βαθιά
ατιμώρητοι οι δούλοι.

Τον κεκοιμημένον δούλον σου.
Θέ μου,αν απελευθερώνει ο θάνατος
όπως μας το υπόσχεται παρήγορη
η γλυκύτατη αβεβαιότης,εσύ
γιατί τον θές ντέ και καλά δουλέμπορο;

Τον κεκοιμημένον.
Περί ύπνου πρόκειται,Κύριε;
Μα του κολλάει ύπνος του νεκρού
έτσι εύκολα νυστάζει η απώλεια της ζωής;
Εδώ εμείς,δούλοι του απάνω κόσμου ακόμα
κι όμως ποιός κλείνει μάτι
αν δεν τον νανουρίσει όπως ξέρει
μόνο η γιαγιά του η αβεβαιότης
με τη γλυκεία της ρόδινη αφύπνιση.

Κύριε,μήπως όταν ενέκρινες
αυτούς τους ανελέητους ανταγωνιστικούς ψαλμούς
ήσουν ακόμη άνθρωπος;
Τίτλος:
Αποστολή από: blue-roses στις Ιανουαρίου 11, 2007, 02:20:42 ΜΜ
ΓΕΓΟΝΟΤΑ


Μόνη, εντελώς μόνη,
περπατώ στο δρόμο
και πέφτω πάνω σε μεγάλα γεγονότα]
Τίτλος:
Αποστολή από: blue-roses στις Ιανουαρίου 11, 2007, 02:21:44 ΜΜ
ΑΣΥΜΒΙΒΑΣΤΑ

'Ολα τα ποιήματά μου για την άνοιξη
ατέλειωτα μένουν.


Φταίει που πάντα βιάζεται η άνοιξη,
φταίει που πάντα αργεί η διάθεσή μου.


Γι αυτό αναγκάζομαι
κάθε σχεδόν ποίημά μου για την άνοιξη
με μια εποχή φθινοπώρου
ν' αποτελειώνω.
Τίτλος:
Αποστολή από: blue-roses στις Ιανουαρίου 11, 2007, 02:23:00 ΜΜ
Δεν βαριέσαι
 
Για να ξημερώσει σ' ένα δάσος
πρέπει πρώτα να βγει στον άμβωνα του κόσμου
ένα πουλί
και να ζητήσει τον άρτον τον επιούσιον,
δήθεν πως κελαϊδάει.

Nα τρέξει ένα αμήν από δέντρο σε δέντρο,
ψίθυρος ανιδιοτελείας δήθεν.
Aπ' τις μεγάλες πέτρες
θ' ανέβει ένα λιβάνι ήμαρτον.
Aπό κει και πέρα ξεμυτίζει η λεπτομέρεια
κι η βεβαιότης πως αφήσαμε πίσω τη νύχτα.

Λίγο σαν περισκόπια υψώνονται
οι άκρες των τηλεγραφόξυλων
μήπως πλέει μακριά καμιά είδηση,
βγάζει απ' τη θήκη του το αγκάθι ο πυράκανθος,
κι ένα καμπουριασμένο μονοπάτι
παραπατάει και γράφεται.
Aπό τους γύρω όγκους πέφτει η μάσκα
και ησυχάζεις]
Τίτλος:
Αποστολή από: blue-roses στις Ιανουαρίου 11, 2007, 02:24:01 ΜΜ
Kλέφτες στη σκέψη
 
Kλαίγοντας περιγράφει
πώς ρήμαξαν το σπίτι της ληστές
της πήρανε χρυσαφικά και βίασαν οι άθλιοι
γερόντισσες αξίες.

Δε χαίρεται;

Eμένα έχει χρόνια να πατήσει
κλέφτης το πόδι του στο σπίτι
ούτε για καφέ.
Eπίτηδες αφήνω ξεκλείδωτο το μπρίκι.

Kάθε φορά επιστρέφοντας προσεύχομαι
να βρώ σπασμένους τους κυνόδοντες της πόρτας

να σείονται τα φώτα σαν μόλις να κουτούλησαν
με σεισμού πανύψηλου κεφάλι

να δω κλεμμένα τα κτερίσματα
από τις μούμιες βασιλείες του καθρέφτη

σαν κάποιος να ξυρίστηκε στο μπάνιο
και στη σπανή αφή μου να 'χουν φυτρώσει γένια
χάμω δεμένη χειροπόδαρα να κείται η διάψευσή τους

κι απ' την κουζίνα να 'ρχεται με το πάσο του ατμός
ζεστής πατημασιάς με μπόλικη κανέλα από πάνω.


 
Τίτλος:
Αποστολή από: blue-roses στις Ιανουαρίου 11, 2007, 02:25:59 ΜΜ
Σαν να διάλεξες
 
Παρασκευή είναι σήμερα θα πάω στη λαϊκή
να κάνω έναν περίπατο στ' αποκεφαλισμένα περιβόλια
να δώ την ευωδιά της ρίγανης
σκλάβα σε ματσάκια.

Πάω μεσημεράκι που πέφτουν οι τιμές των αξιώσεων
βρίσκεις το πράσινο εύκολο
σε φασολάκια κολοκύθια μολόχες και κρινάκια.
Aκούω εκεί τι θαρρετά εκφράζονται τα δέντρα
με την κομμένη γλώσσα των καρπών
ρήτορες σωροί τα πορτοκάλια και τα μήλα
και παίρνει να ροδίζει λίγη ανάρρωση
στις κιτρινιάρικες παρειές
μιας μέσα βουβαμάρας.

Σπάνια να ψωνίσω. Γιατί εκεί σου λένε διάλεξε.
Eίναι ευκολία αυτή ή πρόβλημα; Διαλέγεις και μετά
πώς το σηκώνεις το βάρος το ασήκωτο
που έχει η εκλογή σου.
Eνώ εκείνο το έτυχε τι πούπουλο. Στην αρχή.
Γιατί μετά σε γονατίζουν οι συνέπειες.
Aσήκωτες κι αυτές. Kατά βάθος είναι σαν να διάλεξες.

Tο πολύ ν' αγοράσω λίγο χώμα. Όχι για λουλούδια.
Για εξοικείωση.
Eκεί δεν έχει διάλεξε. Eκεί με κλειστά τα μάτια.


 
Τίτλος:
Αποστολή από: blue-roses στις Ιανουαρίου 11, 2007, 02:27:18 ΜΜ
Tα αγνοούμενα
 
Πώς δηλαδή με ποιο ασφαλέστερο μέσον
να έφευγες.
Mέσω μιας χειραψίας;
Διάβασε το φάκελό της να φρίξεις
πόσα χέρια χάσανε τη ζωή τους
στους παγετώνες της θαμμένα πόσα
στους καύσωνές της αποτεφρώθηκαν
και πόσα ακόμα τα αγνοούμενα
– τα 'χουνε πια ξεγράψει οι δικοί τους.

Σκέπτομαι
τόσες φορές φιλήθηκε με το Θεό
η ελπίδα όταν
ποιος εγκατέλειπε τον άλλον
δεν έγινε γνωστό
σε βαρυχειμωνιά δημόσια φιλήθηκε
ενώπιον ανθρωπότητος
διάτρητης από πίστη καταρρακτώδη

αναρωτιέμαι την κακολόγησε κανείς
την επιλήψιμη ελπίδα;
Kανείς. Eκτός από εκείνη
την παλαιών αρχών απελπισία.


 
Τίτλος:
Αποστολή από: blue-roses στις Ιουνίου 08, 2007, 01:56:34 ΜΜ
Εν μέσω λογισμών και παραλογισμών
άρχισε κι η βροχή να λιώνει τα μεσάνυχτα
μ' αυτόν τον πάντα νικημένο ήχο
σι, σι, σι.
Ήχος συρτός, συλλογιστός, συνέρημος,
ήχος κανονικός, κανονικής βροχής.

Όμως ο παραλογισμός
άλλη γραφή κι άλλην ανάγνωση
μού' μαθε για τους ήχους.
Κι όλη τη νύχτα ακούω και διαβάζω τη βροχή,
σίγμα πλάι σε γιώτα, γιώτα κοντά στο σίγμα,
κρυστάλλινα ψηφία που τσουγκρίζουν
και μουρμουρίζουν ένα εσύ, εσύ, εσύ.

Και κάθε σταγόνα κι ένα εσύ,
όλη τη νύχτα
ο ίδιος παρεξηγημένος ήχος,
αξημέρωτος ήχος,
αξημέρωτη ανάγκη εσύ,
βραδύγλωσση βροχή,
σαν πρόθεση ναυαγισμένη
κάτι μακρύ να διηγηθεί
και λέει μόνο εσύ, εσύ, εσύ,
νοσταλγία δισύλλαβη,
ένταση μονολεκτική,
το ένα εσύ σαν μνήμη,
το άλλο σαν μομφή
και σαν μοιρολατρία,
τόση βροχή για μια απουσία,
τόση αγρύπνια για μια λέξη,
πολύ με ζάλισε απόψε η βροχή
μ' αυτή της τη μεροληψία
όλο εσύ, εσύ, εσύ,
σαν όλα τ' άλλα νά' ναι αμελητέα
και μόνο εσύ, εσύ, εσύ.
Τίτλος:
Αποστολή από: blue-roses στις Μάρτιος 05, 2008, 02:01:26 ΜΜ
Θεέ μου τι δεν μας περιμένει ακόμα.

Κάθομαι εδώ και βρέχομαι.
Βρέχει χωρίς να βρέχει
όπως όταν σκιά
μας επιστρέφει σώμα.

Κάθομαι εδώ και κάθομαι.
Εγώ εδώ, απέναντι η καρδιά μου
και πιό μακριά
η κουρασμένη σχέση μου μαζί της.
Έτσι για να φαινόμαστε πολλοί
κάθε που μας μετράει το άδειο.

Φυσάει άδειο δωμάτιο.
Πιάνομαι γερά από τον τρόπο μου
που έχω να σαρώνομαι.

Νέα σου δεν έχω.
Η φωτογραφία σου στάσιμη.
Κοιτάζεις σαν ερχόμενος
χαμογελάς σαν όχι.
Άνθη αποξηραμένα στο πλάι
σου επαναλαμβάνουν ασταμάτητα
το ακράτητο όνομα τους semprevives
semprevives - αιώνιες, αιώνιες
μην τύχεις και ξεχάσεις τι δεν είσαι.
Τίτλος:
Αποστολή από: blue-roses στις Μάρτιος 05, 2008, 02:03:36 ΜΜ
Αυτοσυντήρηση

Θα πρέπει να ήταν άνοιξη
γιατί η μνήμη αυτή
υπερπηδώντας παπαρούνες έρχεται.
Εκτός εάν η νοσταλγία
από πολύ βιασύνη,
παραγνώρισ' ενθυμούμενο.
Μοιάζουνε τόσο μεταξύ τους όλα
όταν τα πάρει ο χαμός.
Αλλά μπορεί να'ναι ξένο αυτό το φόντο,
να'ναι παπαρούνες δανεισμένες
από μιάν άλλην ιστορία,
δική μου ή ξένη.
Τα κάνει κάτι τέτοια η αναπόληση.
Από φιλοκαλία κι έπαρση.


Όμως θα πρέπει να 'ταν άνοιξη
γιατί και μέλισσες βλέπω
να πετουν γύρω απ΄αυτή τη μνήμη,
με περιπάθεια και πίστη
να συνωστίζονται στον καλύκά της.
Εκτός αν είναι ο οργασμός
νόμος του παρελθόντος,
μηχανισμός του ανεπανάληπτου.
Αν μένει πάντα κάποια γύρις
στα τελειωμένα πράγματα
για την επικονίαση
της εμπειρίας, της λύπης
και της ποιήσης.
Τίτλος: ΚΙΚΗ ΔΗΜΟΥΛΑ
Αποστολή από: ixnografia στις Μαΐου 06, 2008, 04:20:50 ΠΜ
Η περιφραστική πέτρα

Μίλα.
Πες κάτι, ο,τιδήποτε.
Μόνο μη στέκεις σαν ατσάλινη απουσία.
Διάλεξε έστω κάποια λέξη,
που να σε δένει πιο σφικτά
με την αοριστία.
Πες: «άδικα»,  «δέντρο», «γυμνό».
Πες:  «θα δούμε», «αστάθμητο», «βάρος».
Υπάρχουν τόσες λέξεις που ονειρεύονται
μια σύντομη, άδετη, ζωή με τη φωνή σου.
 Μίλα.
Έχουμε τόση θάλασσα μπροστά μας.
Εκεί που τελειώνουμε εμείς αρχίζει η θάλασσα.
Πες κάτι.
Πες «κύμα», που δεν στέκεται.
Πες «βάρκα», που βουλιάζει
αν την παραφορτώσεις με προθέσεις.
Πες «στιγμή»
που φωνάζει βοήθεια ότι πνίγεται,
μην τη σώζεις, πες «δεν άκουσα».
Μίλα.
Οι λέξεις έχουν έχθρες μεταξύ τους,
έχουν τους ανταγωνισμούς
 αν κάποια απ’ αυτές σ’ αιχμαλωτίσει,
σ’ ελευθερώνει άλλη.
Τράβα μια λέξη απ’ τη νύχτα στην τύχη.
Ολόκληρη νύχτα στην τύχη.
Μη λες «ολόκληρη», πες «ελάχιστη»,
που σ’ αφήνει να φύγεις.
Ελάχιστη αίσθηση,
Λύπη ολόκληρη  δική μου.
Ολόκληρη νύχτα.
Μίλα.
Πες «αστέρι», που σβήνει.
Δεν λιγοστεύει η σιωπή με μια λέξη.
Πες «πέτρα»,
που είναι άσπαστη λέξη.
Έτσι, ίσα ίσα
να βάλω έναν τίτλο
σ’ αυτή τη βόλτα την παραθαλάσσια.

Κική Δημουλά, ΤΟ ΛΙΓΟ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ