Τα τραγούδια του δε θα φύγουν ποτέ. Θα μείνουν και θα συνεχίσουν να σημαδεύουν τις καρδιές μας, θα συνεχίσουν να κρατάνε ζωντανό τον Παύλο στην ψυχή μας. Τα λόγια είναι περιττά... Τι παραπάνω μπορούμε να πούμε για έναν τόσο σπουδαίο άνθρωπο...
Έφυγε στις 06/12/1990
ΤΟ ΞΥΠΝΗΜΑ
Η μουσική είναι η μόνη γλώσσα που όλος ο κόσμος καταλαβαίνει. Ο μόνος τρόπος συννενόησης. Είναι μια αδερφοσύνη. Να το θυμάσαι, φίλε μου. Κάποτε δε θα χρειάζεται να μιλάμε. Θα στο αποδείξω αμέσως τώρα.
Ηταν μια βραδυά που μπήκα σ' ένα κέντρο, έτσι για να ακούσω πάλι λίγη μουσική. Επαιζε εκεί ένας φλαουτίστας, που αργότερα έμαθα ότι ήταν ο καλύτερος της Γιουγκοσλαβίας. Δεν έχει καμία σημασία.
Εκείνο το βράδυ η μουσική και ειδικά η έκφραση αυτουνού του ανθρώπου με είχαν μαγνητίσει. Ηταν ένα ξέχειλο παράπονο, μια αισιόδοξη μελαγχολία κι ένας ξέφρενος ενθουσιασμός συνάμα. Χωρίς να πολυσκεφτώ σηκώθηκα και πήγα προς το μέρος του.
Ηταν μια χάρη που του ζήτησα. Να μου παίξει το "Body and soul''. Χαμογέλασε. Αφησε το φλάουτο κι έπιασε το σαξόφωνο.
Οι νότες που ξεχύθηκαν μαζί με το χαμόγελό του, που είχε καρφωθεί πάνω μου, μου θύμιζαν αιώνια Ανοιξη. Τα μάτια του κοίταζαν την καρδιά μου. Ημασταν πια δυο φίλοι. Κι ας μην είδα ποτέ πια ξανά τον φλαουτίστα Μίλαν Στογιάνοβικ.
Αλλωστε δεν χρειαζόταν να τον ξαναδώ. Δεν νομίζω ότι θα 'χαμε τίποτα παραπάνω να πούμε οι δυό μας.
Τα 'χαμε, ήδη, πει όλα.
Από τον δίσκο του Εν αρχή ην ο Λόγος
Μια ιστορία θα σας πω για το Μπάμπη το Μπάμπη τον φλου
που του 'λεγες βρε Μπάμπη τι τρέχει εδώ
σου 'λεγε φλου, φίλε μου όλα είναι φλου
Πάντα πιωμένος κι άνεργος
ήταν ωραίος ο Μπάμπης ο φλου
Μουρμούραγε μόνος και διαρκώς
σου 'λεγε φλου φίλε μου όλα είναι φλου
Πείραζε όποιον του ‘ρχότανε
χωρίς να το σκεφτεί
κι άμα ψιλοβαριότανε
άραζε όπου 'βρισκε να λιαστεί
Πείραζε τις μελαχρινές
ήταν ωραίος ο Μπάμπης ο φλου
Τσιμπολογούσε τις ξανθιές
ήταν ωραίος ο Μπάμπης ο φλου
Κι όταν τον μπουζουριάζανε
ψόφιος κοριός ο Μπάμπης ο φλου
κι αν τον πολυρωτάγανε
σου 'λεγε φλου, φίλε μου όλα είναι φλου
Πείραζε όποιον του 'ρχοτανε...
Μπάμπης ο Φλου
Το 69
Το '69 καθώς γυρνούσα εδώ και εκεί
τους δρόμους έπαιρνα νωρίς απ' το πρωί
είδα ένα φίλο λιωμένο από ρακί
τα παρατάω μου 'πε κι αρχίζω απ' την αρχή
Σ' ένα παγκάκι στο μουσείο σε μια γωνιά
μου 'πε κλατάρω δεν αντέχω άλλο πια
δουλειά και σπίτι, σπίτι και δουλειά
θα τα φτύσω όλα και θα φύγω μια βραδιά
Τ' αφεντικό με βρίζει η μάνα μου βογκά
μια καλημέρα δεν μου λεν στη γειτονιά
πως είμαι αλήτης συνεχώς μου κοπανά
γι' αυτό σου λέω Παύλο φεύγω πια για τα καλά
Μια μέρα γύρισα στο σπίτι το πρωί
βρήκα ένα γράμμα πεταμένο στην αυλή
όσα δεν φέρνει ο χρόνος τα φέρνει η στιγμή
τον Λευτέρη λέει τον εκλείσαν φυλακή
αποπλάνησε είπαν δεκαεξάχρονη μικρή
αποπλάνησε είπαν...
Ληστέψανε τη τράπεζα και τι με νοιάζει εμένα
δεν είμαι με κανένα.
Σου λεω καλά της κάνανε γιατί μας προκαλούσε
γεμάτη εκατομμύρια ενώ και ο θεός πεινούσε
Περαστικοί αδιάφορα έκατσαν και κοιτούσαν
Tου διευθυντή της οι κοιλιές και αυτούς τους ενοχλούσαν
κάποιος πανικοβλήθηκε μπας κι ήτανε ο γιος του
Κι ο ιδρωμένος λογιστής μπας κι ήταν ανιψιός του
Κι όσο για τον ταμία που πήγε ν’ αμυνθεί
όταν αναρωτήθηκε για ποιον και το γιατί
Στ’ αρχίδια μου ψιθύρισε και γέμισε τις τσάντες
Άντε... και καλή τύχη μάγκες
Στον μπάτσο βλέπεις πέρασε μονάχα η κοροϊδία
να έχει την ψευδαίσθηση πως είναι εξουσία
Και τώρα η χήρα του με δυο ορφανά
με τρεις κι εξήντα σύνταξη τη μοίρα βλαστημά
για άγνωστη αιτία
Solo
Ψωροκορώνα γράμματα στο τζόγο της ζωής
Επάγγελμα, ποιο επάγγελμα, τι επάγγελμα, ληστής
Τα τέρατα δικάστηκαν με μάρτυρα την πείνα
αποκλεισμένα μια ζωή ακούσια καραντίνα
η απελπισία περίστροφο σφαίρες της οι ανάγκες
Άντε και καλή τύχη μάγκες
Άντε βρε και καλή τύχη μάγκες
Άντε να τον δούμε και κάνα πρωί στης Μενεγάκη
Αντε και καλή τύχη μάγκες
Blues
Κρυμμένη θα 'ναι η ψυχή
κι αυτό το βράδυ
ιδρώτας, βρίσκεις αγκαλιά ερωτική
χαρακτηριστικά γνωστά
μα άγνωστο χάδι
σε κάποιο μπαρ, σε κάποιο μαγαζί
Τις περισσότερες φορές
το περπατάς μονάχος
μα τούτη η νύχτα
είναι δύσκολη να βγει
διαλέξεις σε διαλέξουνε
δεν θα υπάρχει λάθος
ίδιο νερό άλλη πηγή
Μ' ένα σουγιά άγρια μεσάνυχτα
χωρίς πολλά πολλά γιατί
χωρίζεις τα όμορφα απ' τα άσχημα
αφού για σένανε η πλάστιγγα
θα γέρνει πάντα προς τη γη
Τη ζωή σου στην πασάρανε
αυτή είναι κι αν σ' αρέσει
τυχαίο σπέρμα αισθάνεσαι
απρόσωπου γονιού
γυναίκα μοιάζει ο θάνατος
που σ' έχει προκαλέσει
κι έτσι τον κυνηγάς παντού
Αχ δεν ξέρεις πότε έρχεται
ή φεύγει μια ευκαιρία
για σένα οι πλούσιοι είν' έξυπνοι
και βλάκες οι φτωχοί
κόβεις το γόρδιο δεσμό
για ασήμαντη αιτία
μήπως πιστέψεις τη ζωή σου
πως την κυβερνάς εσύ
Μ' ένα σουγιά άγρια μεσάνυχτα
χωρίς πολλά πολλά γιατί
χωρίζεις τα όμορφα απ' τα άσχημα
αφού για σένανε η πλάστιγγα
θα γέρνει πάντα προς τη γη
Ο κόσμος τους
Δένω τα μάτια και τα χέρια
να μη βλέπω άλλο πια
τα σκληρά τους μαχαίρια
τη μικρή τους καρδιά.
Και κοιμούνται και ξυπνάνε
μας χτυπάνε όπου βρούν
μηχανές που περπατάνε
που δεν ξέρουν να ζουν.
Κλείνω στόμα και μύτη
του βαρέθηκα πια
να με λένε αλήτη
και γελώντας, μαλλιά.
Τώρα μόνος σαν τσακάλι
στα βουνά τριγυρνώ
για το κλούβιο τους κεφάλι
ούτε που θα νοιαστώ.
Μου 'πες θα φύγω
Μου 'πες θα φύγω χθες το βράδυ ξαφνικά
απλώς κουράστηκα δε φταίω για όλα αυτά
Θεε μου δε θέλει το βλέπω καθαρά
κι όλα γίναν Θεε μου τόσο μα τόσο ξαφνικά
Σηκώθηκα μονάχος το πρωί
χωρίς καφέ χωρίς τσιγάρο και ψυχή
Θεε μου το ξέρω τώρα είμαι μοναχός
κι όμως θα γυρίσει πάλι δεν μπορεί να κάνει αλλιώς
Το ξέρω είναι λίγο δύσκολο μα εγώ
στο λέω μπορούσα να περιμένω και μπορώ
βλέπεις οι δυο μας μόνοι δε νιώσαμε ποτέ
τώρα, τώρα πες μου ποιόν,
πες μου ποιόν θα 'χεις να τα λες;
Πού να γυρίζεις
Εξω ο καιρός βροχερός λέω να βγω να μη βγω
πού να γυρίζεις; πού να γυρίζεις;
λέω να πάω σινεμά, βόλτα απ' του Γιώργου το μπαρ
πού να γυρίζεις; πού να γυρίζεις;
Θα πάω απ' του Τάκη μπορεί καμιά ψιλή να βρεθεί
πού να γυρίζεις; πού να γυρίζεις;
Εξω βραδιάζει έπιασε αγέρας δυνατός
βρέχει κι εγώ γυρνάω μοναχός
ψάχνω κάπου στην τύχη να σταθώ
και σπίτι δεν θα μπορώ να κοιμηθώ
Στην πόλη τα φώτα σβυστά
δυο φίλοι μου λεν γειά χαρά
πού να γυρίζεις; πού να γυρίζεις;
Κάποτε θα 'ρθουν
(Λευτέρης Παπαδόπουλος)
Κάποτε θα 'ρθουν να σου πουν
πως σε πιστεύουν σ' αγαπούν
και πως σε θένε
Εχε το νου σου στο παιδί
κλείσε την πόρτα με κλειδί
ψέματα λένε
Κάποτε θα 'ρθουν γνωστικοί
λογάδες και γραμματικοί
για να σε πείσουν
Εχε το νου σου στο παιδί
κλείσε την πόρτα με κλειδί
θα σε πουλήσουν
Και όταν θα 'ρθουν οι καιροί
που θα 'χει σβύσει το κερί
στην καταιγίδα
Υπερασπίσου το παιδί
γιατί αν γλιτώσει το παιδί
υπάρχει ελπίδα
Το ξέσπασμα
Μια μέρα στην Αθήνα
μπούχτισα απ' τη ρουτίνα
φιλάω τη γριά μου
κι απλώνω τα φτερά μου
κι όπου γουστάρω πάω
και τρέχει ο άνεμος μπροστά
τον ήλιο ακολουθάω
κι ο μήνας έχει εννιά
Κι οργώνοντας τους δρόμους
ακούω χιλιάδες νόμους
μα εγώ όμως προχωράω
και πίσω δεν κοιτάω
κι όπου γουστάρω πάω
και τρέχει ο άνεμος μπροστά
τον ήλιο ακολουθάω
κι ο μήνας έχει εννιά
Κι όπου γουστάρω πάω
και τρέχει ο άνεμος μπροστά
τον ήλιο ακολουθάω
κι ο μήνας έχει εννιά
Στην Κ.
Οταν κάποιο βράδυ θα σε ξυπνήσει απότομη η κραυγή σου
και τρέξεις στη μαμά σου να το πεις
και εκείνη τρομαγμένη μες στο ψυγείο κλείσει τη φωνή σου
θα 'ναι αργά μεσάνυχτα και θα 'χεις κουραστεί
Οταν θα αγαπήσεις το γέλιο σου και την αναπνοή σου
και δεις πως έχεις κάτι να μας πεις
στο πλάι σου ο άνθρωπος που διάλεξες βιτρίνα στη ζωή σου
τριάκοντα αργύρια αντίτιμο σιωπής
Πες μας τι θα γίνει αν κάποτε αγγίξεις το κορμί σου
και το 'βρεις τσακισμένο απ' τις πληγές
και γύρω σου κούκλες χλωμές ανίκανες να ακούσουν τη φωνή σου
και οι αλήθειες σου να σέρνονται στο πάτωμα γυμνές.
Η ώρα του Stuff
Κίτρινο το σούρουπο η ώρα έξι και μισή
πες μου κάτι μίλησε δεν αντέχω στη σιωπή
κλείσε το παράθυρο, τρέμω και το σκέπασμα βαρύ
τούτη η πόλη γίνηκε ανυπόφορη πληγή
"Δες βραδιάζει, μη μιλάς
μον' έλα λίγο πιο κοντά"
Ξέρω πως ανάσκελα θα μας βρούνε ένα πρωί
σέρνοντας στο βλέμμα μας κάποια σιωπηλή κραυγή
άδειο θαν' το πρόσωπο κι η ματιά τους αδειανή
με έναν αργό θάνατο να μας λειώνει το κορμί
"Μη φοβάσαι σβήσ' το φως
δεν υπάρχει που, πότε και πως"
"Πριν τελειώσει η νύχτα αυτή
πριν μας έβρει το πρωί"
Πες μου αν μ' αγάπησες όσο ο ήλιος την αυγή
όσο ο γκρίζος ουρανός κάποιας άνοιξης βροχή
αν τον φόβο μου έβλεπες πίσω από κάθε μου φιλί
πες μου αν μ' αγάπησες όσο η νύχτα την σιωπή
Τω αγνώστω Θεώ
Σ' είδα χθες το βράδυ να κάνεις εμετό
φύγε μου 'πες φίλε μου πριν γίνει το κακό
μέσα μου κρύβω Μορλοκς μαύρα ξωτικά
μισώ μου 'πες το σώμα μου κι αρνιέμαι στα τυφλά
κι ουρλιάζω σιωπηλά
κι ουρλιάζω σιωπηλά
Ηταν πρωί τ' Αυγούστου κοντά στη ροδαυγή
σκοράριζες τον θάνατο κει στη δεξαμενή
και σκούζοντας γι' αλήθειες που στάζαν πανικό
σε βρήκαν τα μεσάνυχτα ολότελα γυμνό
να καρφώνεις στο κενό
να καρφώνεις στο κενό
Η Αννα μου 'πε Παύλο η Αθήνα είναι τρελή
τη νύχτα είναι ολοφώτιστη τη μέρα σκοτεινή
μ' αγάλματα κομμάτια στα μάτια της τα δυό
τριγύρναε στα μουσεία μ' ένα μπάσταρδο μωρό
κι ανάμεσα στις πέτρες θυσία τω άγνωστω Θεώ
κόβει η δόλια μάνα τη γλώσσα απ' το μωρό
τραγουδώντας σ' αγαπώ
Εν κατακλείδι
Και τώρα φίλοι μου είν' αργά
μια καληνύχτα στη μαμά
και λίγη στάχτη στα μαλλιά
καιρός να πούμε αντίο
Σκεπάσαμε όλους τους νεκρούς
με αρρωστιάρικους ψαλμούς
κλόουν με σοβαρούς σκοπούς
γυμνοί μέσα στο κρύο
Κατά τ' άλλα εσείς
που 'σαστε υγιείς και αξιοπρεπείς
βοηθήστε μας και λίγο
δώστε μας πνοή, στέγη και τροφή
μια ιδέα στεγανή
που να μη μπάζει κρύο
Πουλάμε σώμα και ψυχή
δώστε μας λίγη προσοχή
στα υπόγεια μαύροι ποντικοί
λουφάζουνε δύο δύο
Παίρνουμε σβάρνα τους γιατρούς
αδύνατοι μπροστά στους δυνατούς
και συναντάμε ξέμπαρκους θεούς
που χάσανε το πλοίο
Κατά τ' άλλα εσείς
που 'σαστε υγιείς και αξιοπρεπείς
βοηθήστε μας και λίγο
δώστε μας πνοή στέγη και τροφή
μια ιδέα στεγανή
που να μη μπάζει κρύο
Το βιβλίο των ηρώων
Στο βιβλίο των ηρώων του τρόμου
βρήκα τις φάτσες που ζητούσες χθες
ζαρωμένος στη γωνιά του δρόμου
περνάς τις μέρες σου με προσευχές
Ενοχος για κάποια αιτία
που δεν την έμαθες ποτέ
πες μας ρε φίλε ποιός θεός σ' ορίζει;
ποιός σε γεμίζει μ' ενοχές;
Μεσ' απ' τ' αντερά σου σκούζει τ' όρνιο
που σου τρώει τα σωθικά
του Χριστού φοράει το χιτώνιο
και έχει το πρόσωπο του Μαρξ
Εχει φροϋδικές ρυτίδες
και τα νύχια του γαμψά
τα χίλια πρόσωπα που σου 'χει δώσει
είναι της Μέδουσας χτικιά
Η.
Είναι μέρες που πατάω γερά
είναι μέρες που το νιώθω πως πεθαίνω
δεν ξέρω αν είναι πριν ή τώρα ή μετά
μα μέσα σε είκοσι λεπτά
σ' είδα να με μισείς,
σ' είδα να μ' αγαπάς και περιμένω
Φωνή του φίλου κατάντησε φτηνή
στην κρίση σου αλύπητα αφημένη
και κάπου υπάρχει μια αιώνια απειλή
σε σένανε μονάχα αφοσιωμένη
Είμαστε μόνοι εγώ και συ
κι ανάμεσά μας μια φωνή απελπισμένη
σ' ό,τι μισώ σ' ό,τι αγαπώ
είμαι εγώ, μα πίσω μου εσύ είσαι κρυμένη
Του εγώ μου φίλε τα όσα στεγανά
διαλύθηκαν σε κάποια μαύρη φλέβα
σ' ένα μονόδρομο αγωνίας αλήθεια και ψευτιά
το ίδιο πρόσωπο σκοτάδι με τη μέρα
Παραμονεύει στη σκιά, με μια καρδιά και μια παντιέρια
είν' η ηρωίνη φίλε και ίσως να ξεχαστείς
μας λες πως την ελέγχεις
πως ξέρεις τι ζητάς και το γιατί
Θέλει χρυσάφι και κάποια υποταγή
αγάπη μεταχείρηση στα μέτρα τα δικά της
είν' επικίνδυνη και θέλει προσοχή
θανάτου άγγελος σωματοφύλακάς της
Μα είναι γλυκιά, πολύ γλυκιά
μα είναι κλειστά τα περιθώριά της
και είναι αυτή, μονάχα αυτή
και δεν μπορεί κανένας, μα κανείς να την χορτάσει
Ενα φιξάκι φίλε δεν είναι παρά μια στιγμή
κι όμως μπορεί να γίνει μια ολόκληρη ζωή
Αντεργκράουντ με στρας
Το ξέρω ο κάποτε εραστής σου
στου σαλονιού σου το πικ-απ
θα ακούγομαι όπως η φωνή σου
ένα ου κι ένα αα
λογικού φωνακλά
να χαϊδεύει το αυτί σου απαλά
Δεν θα 'μαι τότε πια η πηγή σου
σαν Δον Κιχώτης γραφικός
θα είμαι η ξεκούρασή σου
καφές πρωινός
λιγουλάκι πικρός
μα τόσο ανώδυνα ωραίος τρελός
Μα η μάνα σου κρατάει τη νύχτα
τσίγκινα λεφτά
κι ο τύπος που την έχει δίπλα
ξέρει μόνο να πουλά
Αλλοθι και χαιρετούρα στο μπαμπά
και λίγη ερωτομουρμούρα στη μαμά
Στα κλαμπ τις νύχτες ματσωμένη
με μαύρη κούρσα και με στρας
το παίζεις δήθεν οργισμένη
κι αντεργκράουντ πουλάς
σ' αγαπώ μ' αγαπάς
και για ντρόγκα μεγάλη μιλάς
Μα θα 'ρθει κάποτε η ώρα
το παραμύθι να μας πεις
με τόσα φράγκα και με ρόδα
θα σε φάει ζωντανή
ο άγνωστος γνωστός σου "Χ"
που ξέρει αλλιώς το σαβουάρ και το βιβρ
Που η πείνα του τραβάει τη μοίρα
κάπου πιο βαθειά
το μάτι του απ' την αγρύπνια
είναι πέτρινη γροθιά
αν ψάχνεις για άλλοθι προχώρα
φύγε στρίψε στη γωνιά
ο τύπος που κοιτάς δεν είναι
ροκ εν ρολ σταρ
Θάνατος
Χαφιές στο σπίτι η θεία σου
κι αστυνόμος η μαμά
του τρόμου αθώα πρόσωπα
που αργοπεθαίνουν στη δική σου αγκαλιά
Παυλάκη, γύρω σου σωπαίνουν
τους φτάνει που ανασαίνουν
τι ζητάς...
Ετοιμοθάνατου είσαι γέννα
κουλός με χρυσαφένια πένα
που το πας...
Με το χαβά του θυμικού σου
ματζούνι του μυαλού σου
πιπιλάς...
ξέρουνε τι τους περιμένει
στην πολυθρόνα βολεμένοι
τι ρωτάς...
Θάνατος θάνατος θάνατος
Κάπου τριγυρίζει μια παράξενη ματιά
κάτι σε γεμίζει με θανάτου σιγουριά
κανείς δε θες να σε δαμάσει
κι όμως πονάς για ότι έχεις χάσει
και ρωτάς
Βυζαίνει ακόμα τ' ονειρό σου
κι ο πόνος μοιάζει να 'ναι γιατρικό σου
που ζητάς...
Στο Αμστερνταμ ο Φαληριώτης
και στο Παρίσι ο Βελεσιώτης
σου γελάν...
Θανάτου χρέος σου μετράνε
σε καταφύγια σε τραβάνε
και ξεχνάς...
Θάνατος θάνατος θάνατος
Χωρίς αιτία
Αλλαζονικός και καχύποπτος
πέταξε την μπέρτα του εμπρός
και είπε "να φεύγω τώρα
είναι η ώρα, θα σας ξαναδώ"
Σαν κάτι να 'ψαχνε μα κι όλο το 'χανε
κι ούτε ένας ρώτησε να μάθει, τι
μον' του 'παν "μπρός φύγε τώρα
κακιά η ώρα κι ίσως με τον καιρό"
Μα κείνος είχε άλλο σκοπό
σε μια παράγκα χωρίς θεό
έψαχνε λέει το φάρμακο
που να 'ναι μοναδικό
Λίγο ειρωνικά και αδικαιολόγητα
τα βάζει με όλους και μια μέρα ξαφνικά
αρχίζει και δε μιλάει,
αλλού κοιτάει, κάτι μυστικό
Κι έτσι αθόρυβα μα αποφασιστικά
μετατράπηκε σε σκια
και είπε "να φεύγω τώρα
είναι η ώρα κι ίσως σας ξαναδώ"
Εκείνος είχε άλλο σκοπό
σε μια παράγκα χωρίς θεό
έψαχνε λέει το φάρμακο
που να 'ναι μοναδικό
Voodoo child
Δεν ξέρεις πότε δεν ξέρεις πως
μας λες πως ίσως να 'ναι τότε μα και αλλιώς
περνάν οι μέρες και το μόνο που σου μένει απ' αυτό
είναι μόνο αυτό
Εψαχνες πάθος και ηδονή
μα η Αριάδνη σου ένα λάθος χωρίς κλωστή
τώρα το πάθος σου αλλάζει σ' ένστικτο
και σε ανάγκη αλλάζει ηδονή
Voodoo child σ' έναν κόσμο εσαεί
Voodoo child ναι η αγάπη μπορεί
Τυφλά σημάδια, τυφλό σκοπό
σαν αρουραίοι στα σκοτάδια πως να σε δω
και το κυνήγι του θανάτου μοιάζει να 'ναι γλυκό
μα τούτο Θε μου, φέρνει πανικό
Γεμάτος ήλιος, γεμάτη γη
περνάν οι μέρες χωρίς ζωή
πριν η αγάπη προσπεράσει φύγει και χαθεί
σε περιμένει, κάποιος να σου πει
Voodoo child σ' έναν κόσμο εσαεί
Voodoo child ναι η αγάπη μπορεί
Οι σοβαροί κλόουν
Τους είδα στα υπόγεια καταφύγια
κείνες τις νύχτες του Μαγιού
με βλέμμα καρφωμένο προς την πόρτα
ανήσυχο από το φόβο του διωγμού
Τους είδα βιαστικούς μέσα στη νύχτα
σ' ένα παράνομο κρυφτό
δραπέτες των λεωφόρων
σκορπώντας στους πολίτες πανικό
Τους είδα σε διαδήλωση
να φεύγουν με τη γεύση του μισού
το πλήθος ξέρναε την αγρύπνια τους
και τους σημάδευε το μάτι ενός φακού
Στα σκοτεινά δωμάτια
με συζητήσεις
που δεν τέλειωσαν ποτέ
στις μυστικές βιβλιοθήκες και στα πάρκα
με Πόε, με Ντε Σαβ και Μαρκ Τουέν
και με μια άγνωστη αρρώστια στη σάρκα
Γυμνοί από αγάπη κι από μίσος
διωγμένοι σαν εξτρεμιστές
γνωρίσαν τον Χριστό μέσα απ' την πείνα τους
ή μες στις φυλακές πεθαίνοντας στον τρόμο ότι πεθαίνουν
στην αγωνία της επόμενης στιγμής
τους είδα περαστικούς από τις αίθουσες των Πανεπιστημίων
και των δημόσιων σκοτεινών ψυχιατρείων
να συλλαβίζουνε την αλφαβήτα της κραυγής
Απογοήτευση
Κανένα δεν πειράζω και εγώ πάντα προσπαθώ
να μην ενοχλώ τον άλλο και μονάχος να τη βρω
μα πάντα κάτι θα μου τύχει πια δεν ξέρω τι να πω!
Σε όλα όσ' αρχίζω, κάτι δεν πάει καλά
ενώ στην αρχή είν' ωραία, στο τέλος πάν στραβά!
και βάφονται όλα μαύρα αχ κι εγώ απ' την αρχή ξανά
Κοντεύει να μου στρίψει, τι 'ναι τούτο το κακό
μ'αρρωσταίνει με πειράζει, και δεν ξέρω τι να πω!
Στο τέλος θα πιστέψω πως για όλα φταίω εγώ!
Clown
I'm sittin' by the river
I'm feelin' cold 'n' iced
you never said you leave me
but I saw it in your eyes
The night ain't no more friendly,
the clounds spinnin' around
my soul, so cold and rainy,
my hearts bits falling down
But I'll be sailin'
good by wavin'
to me the clown
I had some love to spend for
you took it all away
your mouth never realy asked
but you had your own way and now
I'm sittin' here wonderin'
how feelings fade around us
how suddenly it seems to forgot
the dreams you said you found.
But I'll be sailin'
good by wavin'
to me the clown
Γυναίκα
Είσαι εκεί μέσα στο όνειρο
είσ' αλλού μέσα στου όχλου τη βουή
στο φιλί του ανώνυμου
και σ' αυτόν που πάντα για σένα είναι εκεί
Πάνω σου άτσαλα,
σώματα θα προσγειωθούν
για αυτό γίνε εσύ χώμα γόνιμο
άδοξα τ' άνθη τους πριν μαραθούν
Γυναίκα μεσολάβησε στον άντρα και τη γνώση
σαν προβολή του όφι
δυστυχώς ο πλούσιος τω πνεύματι
έβαλε στόχο ιδανικό Θεό
Γυναίκα γίνε η ανασταλτική αιτία
γιατί τελειώσανε τ' αστεία
ο στόχος άλλαξε
και μετατράπηκε σε από μηχανής Θεό
Αποκάλυψη
Κανένα φυλαχτό, δεν είχε ρόλο στη ζωή μου η τύχη
δικτάτορα είδα τον τρελό
και την αμόρφωτη εξουσία συμβουλές να δίνει
Το κράτος νόμιμο ληστή
και τη βλακεία εξυπνάδα να πουλάει στους δρόμους
σε τραγωδία να παίζουν κωμικοί
και για την Μήδεια να διαδηλώνουν
μανάδες και να την αθωώνουν
είδα αδύναμους να ξεσπιτώνουν
και τη γη να ισοπεδώνουν
Οταν το σήμερα σωστό
την άλλη μέρα βγαίνει λάθος
Στην Αφρική veto λευκό
μα στη ζωή σου το χαρτί είναι μαύρο
όταν η αλήθεια μια διπλή
μια πληρωμένη γνώση απ' άκρη σ' άκρη
τον αυστηρό όταν κριτή
στην εξουσία συναντάς αυλάρχη
τον επαναστάτη κομματάρχη
την αποκάλυψη ρουτίνας μάχη
την αποκάλυψη ρουτίνας μάχη
Βλέπω λαούς
εμπόρευμα να κρέμονται σαν τα σφαχτάρια
ναό του Σολωμόντα κι αρχηγούς
να παίζουν τη ζωή μας στην αυλή στα ζάρια
βλέπω χιλιάδες πια Χριστούς
που την αγάπη τους μ' ένα μαστίγιο αλλάζουν
αγαπάτε αλλήλους ως εαυτούς
σε βιτρίνα του μουσείου σκουριάζουν
τα θεμέλιά μας τα τραντάζουν
και τέσσερις ιππότες να καλπάζουν
την Αποκάλυψη φτιάχνουν
Welcome to the show
Welcome to the show,
welcome to the show
Εδώ μετράνε μόνο τα σφάλματα ημών
κι όλα τ' άλλα φήμες
εικοσιεννιά στατιστικών
άλλα σταθμά στα μέτρα
του ποιός ανάλογα με ποιόν
Welcome to the show
normal το σκηνικό
welcome to the show
Απ' όλα έχει ο θίασος
αναρχικούς με φάκελλο ανοιχτό
θηριοδαμαστή το γιό του Παπαχρόνη
με γάλα ραδιενέργειας βυζαχτό
σε γυάλα το μωρόψαρο να μη δαγκώνει
αιμομιξία σ' ανώνυμο χωριό
μαύρο γυαλί να μην τυφλώνει
των αποβλήτων το ακτινοβόλο ον
σε πλανιτάριουμ κι ο πόλεμος των άστρων
για τ' άγρια γούστα των μιλιταριστών
Welcome to the show
normal κοινωνικό
welcome to the show
Διαθέτουν για bus-class κτηνοβασία
πατέρα κόρη μ' αδερφό
για special show
να δεις θα φταίει η τριλογία
sex, drugs, Rock'n'roll
ψευδαίσθηση καμιά δεν τους αγχώνει
μέταλλο κρύο που δεν λιώνει
πυρηνικό το μανιτάρι, ένα λουλούδι
θα στο πουν κι αυτό
κι ο θίασος μεγαλώνει
το κρέας μας αρχίζει να το τρώει ωμό
Welcome to the show
normal κοινωνικό
welcome to the show
Τα σιγανά ποτάμια
Βρ' ας ήτανε τη μοίρα μου για λίγο να γελούσα
και του Χριστού τους πειρασμούς εγώ να τους περνούσα
διωγμένος με το διάολο στην έρημο χαμένος
και σου 'λεγα μετά εγώ ποιός θα 'ταν κερδισμένος
Θα άναβα ένα ναργιλέ να μαστουριάζαν όλοι
δαιμόνια, καλλικάντζαροι μαζί κι αρχιδιαβόλοι
και θα 'χε πέντε γκόμενες καθένας μας παρέα
να φτιάχνουνε χορεύοντας του σιναφιού τα σέα
Θα φώναζα να 'ρχόντουσαν κι όλα τα φιλαράκια
για να μην ενοχλούμε πια της πόλης τα παιδάκια
γυναίκες να γουστάρουνε του άντρα τα τερτίπια
και στο τσαρδί του σατανά θα στήναμε ξενύχτια
Μετάξι από κινέζικα παλάτια θα φορούσα
με φούντα Καλαματιανή και μαύρο από την Προύσα
και θα 'χα και τα όργανα στη διαπασών να παίζουν
του κόσμου όλοι οι αμαρτωλοί τι χάνουνε να ξέρουν
Το μπλουζ του εργατόπαιδου
Είναι η ώρα που ξυπνάνε τα φαντάσματα κι εγώ γυρνάω μόνος
και δεν υπάρχει πια στο δρόμο μου ψυχή να μου μιλήσει ζωντανή
λίγη χαρά, παιδιά γεννιούνται, πόλη άκου πως κρυώνουν
και οι αγώνες μου αντάλλαγμα μου δίνουνε μια τόση δα ζωή
Σαν τίμιος δουλευτής γρήγορα τό 'ριξα σ' ανάγκης λοβιτούρες
και το κρασί μου το ξερνάω κάθε νύχτα που δε βρίσκω το γιατί
το έπαιζα περήφανος και τώρα ρεβεράτζα, χαιρετούρες
σαν να μην έφτανε που δε χορταίνω μήτε και το πιάτο το φαί
Συνέχεια μπερδευόμουνα μ' αυτούς που εμπιστευόμουνα
ώσπου τα χρειάστηκα και αναγκάστηκα να δω φάτσα με φάτσα τη ζωή
Συνέχεια αδικημένος αισθανόμουνα πως μ' είχαν κοροϊδέψει
στα παραμύθια είχα μείνει της τιμής και τιμημένης εργατιάς
ώσπου μια μέρα τις ανάγκες μου που άτσαλα με είχαν δραπετέψει
μια αγάπη ανέβασα στη θέση τους απ' όλα και απ' όλους πιο ψηλά
Συνέχεια μπερδευόμουνα μ' αυτούς που εμπιστευόμουνα
ώσπου τα χρειάστηκα και αναγκάστηκα ν' αλλάξω νοοτροπία και μυαλά.
Αν ήσουν φίλος
Αν ήσουν φίλος για παρέα διαλεχτή
υπομονή θαρχόταν κι η σειρά σου
μα 'σύ προτίμησες να κάνεις το παπί
και έπαιξες ρόλο μάγκα ξύπνιου και καπάτσου
Εκλεψες μαύρο απ' την καβάντζα του Στρατή
κι ύστερα τα 'ριξες στην γκόμενα του Τάσου
αν είναι νάρθει όπως λένε θε να 'ρθεί
και θα σε στείλω μάγκα πίσω στη μαμά σου
Είμαστε ωραία και αλανιάρικα παιδιά
αλλά αν γουστάρεις είμαστε κι από τα άλλα
κι αν εσύ τώρα πλατσουρίζεις στα ρηχά
εμείς γνωρίσαμε και κύμματα μεγάλα
Ζεϊμπέκικο Μπλουζ
Αφού το ξέρω πως με θες
αυτή τη νύχτα ταιριαχτά όλα θα πάνε
αχ και πες τα μου και γιατί δεν μου τα λες
αφού μ' αυτό το παραμύθι κι οι παπάδες 'μολογάνε
Μαστούρα και γλυκιά βραδιά
όχι μικρό μου τίποτα μη σε φοβίζει
βρε έλα πες τα μου και γιατί δεν μου τα λες
άσε τη νύχτα να μας πάει και για μας ν' αποφασίζει
Φοβάσαι μήπως και θιχτείς
άφησε λίγο το κορμί σου να σε πάει
βρε έλα πες τα μου και γιατί δεν μου τα λες
της ηδονής την ώρα κούκλα μου κανένας δεν μιλάει
Το μπλουζ του παλιοκάραβου
Πήρε σβάρνα κι αρμενίζει παλικάρι απ' τη γωνιά
σαν παλιό καράβι τρίζει που στον ύφαλο χτυπά
μοιάζει πλοίο στοιχειωμένο
στου πελάγου τ' ανοιχτά
Εχει χάσει τιμονιέρη κι η φουρτούνα το χτυπά
κι ένα αόρατο μαχαίρι μπαίνει όλο πιο βαθειά
μοναχός, μοναχός και δίχως πρύμα
βάζει πλώρη, πλώρη για το πουθενά
Μια ψευδαίσθηση ήταν ότι είχε από τη φυλακή
με το διάολο εργοδότη για να πιάσει την καλή
είν' αργά και στου χάρου το λιμάνι
άραξε τώρα να ξεκουραστεί
O Xαρμάνης
Χαρμάνης κι άφραγκος μεσάνυχτα Αθήνα
κι ούτε ένας φίλος δεν υπάρχει πουθενά
Χριστέ μου βόηθα να περάσει τούτη η νύχτα
κι έχω τον πόνο για μονάχη συντροφιά
Νομίζω άδικα τις ώρες μου πως χάνω
και κάθε μέρα μπαίνω όλο πιο βαθειά
και μια γυναίκα να τα βρούμε πόσο κάνουν
δεν βρίσκω Θε μου ή δεν υπάρχει πουθενά
Στο δρόμο οι φάτσες μακρινές είναι και ξένες
και δεν γουστάρω να παίρνω μέρος στα κοινά
ίσως να 'ρθούνε οι καλύτερες ημέρες
πάντως για μένα τούτη η νύχτα είναι κακιά
Το μπλουζ του αποχωρισμού
Απόψε τόσο μόνος να 'μαι
και συ να λείπεις μακριά
σαν να 'ναι τώρα το θυμάμαι
το τελευταίο όταν μου 'πες έχε γειά
Ητανε τρεις θυμάμαι Απρίλη
κάποια Δευτέρα αλλιώτικη
κι ήτανε κάπου προς το δείλι
όταν δακρύσαμε στο τελευταίο φιλί
Μεγάλωσες μες στα σαλόνια κι έμαθες
στο πάρκο με τα περιστέρια
με τον αλήτη πού 'μπλεξες τι γύρευες
αφρόψαρο στα φουσκονέρια
Κάποτε κύλαγε το αίμα
μέσα στις φλέβες μας καυτό
τώρα συμβόλαιο με το ψέμα
έχουμε κάνει εσύ εκεί κι εγώ εδώ
Μα αυτή τη νύχτα ώρα μία
όπου κι αν είσαι θα αισθανθείς
το κάλεσμά μου σαν μια υποψία
μες στο σκοτάδι στα τυφλά να σε καλεί
Μεγάλωσες μες στα σαλόνια κι έμαθες
στο πάρκο με τα περιστέρια
με τον αλήτη πού 'μπλεξες τι γύρευες
αφρόψαρο στα φουσκονέρια
Ετούτη η πόλη
Ετούτη η πόλη με τρελαίνει
που υπνοβατώντας περιμένει
Με γκρίζο χρώμα χρώμα αρρωστημένο
Ανίατα βρώμικο κελί μεγενθυμένο
"Σου λέω φύγε ρε φύγε ρε φύγε ρε φύγε από δω"
"Σου λέω φύγε ρε φύγε ρε φύγε ρε φύγε από δω"
Χωρίς διαφάνεια σωτηρίας
παλεύει με ρυθμό αοριστίας
Ρουφάει μ' αγωνία-αναπνέει
κι αντί να περπατάει-παραπέει
"Σου λέω φύγε ρε φύγε ρε φύγε ρε φύγε από δω"
"Σου λέω φύγε ρε φύγε ρε φύγε ρε φύγε από δω"
Στους υπονόμους των ψυχών της
ο Προμηθέας αρουραίων δεσμώτης
και αντί φωτιά μοιράζει ανία
και σημάδια τυφλά για τον νέο Μεσσία
"Σου λέω φύγε ρε φύγε ρε φύγε ρε φύγε από δω"
"Σου λέω φύγε ρε φύγε ρε φύγε ρε φύγε από δω"
Πες μου αν θέλεις κάτι
Πες μου αν θέλεις κάτι
Πες μου κάτι, κάτι απλό μα αληθινό
Πες μου έχω ξεχάσει πως σε λένε
και που μένεις θηλυκό
Πες μου αν θέλεις κάτι
έστω ένα κάτι
Πες μου αν θέλεις κάτι
Κάτι ωραίο κάτι απλό μα αληθινό
Και 'γω μπορώ ναι εγώ μπορώ
να σου δώσω αγάπη
Πες μου δεν το βλέπεις
πως φοβάμαι το σκοτάδι στο κενό
για ποια επανάσταση μιλάμε
που προσπαθώ όρθιος να σταθώ
Ερωτικό
Με κομμένη αναπνοή - ιδρωμένο το κορμί
σε πλησιάζω ακροβατώντας - με ρυθμό σιωπής
Η αυπνία μου υγρή - ράβει νύχτα την πληγή
μην τυχόν την ψηλαφίσεις και μου φοβηθείς
Το έργο μοιάζει να 'ναι ατέλειωτο
και μόνο εγώ είμαι θεατής
στους διαδρόμους του θεάτρου σου
να μαζεύω τα κομμάτια σου
να στα δώσω όταν θαρθείς
Αλλοτε κι αλλού μην πεις
θα χαθούμε μην αργείς
Με λυγμό που μοιάζει ανώδυνος
προσπαθείς να μ' αρνηθείς
Κι είναι ο φόβος μου διαρκής
με φωνάζεις κι απορείς
Ξέρω θες να μ' αγαπήσεις
και κλαις που δεν μπορείς
Το έργο μοιάζει να 'ναι ατέλειωτο
και μόνο εγώ είμαι θεατής
στους διαδρόμους του θεάτρου σου
να μαζεύω τα κομμάτια σου
να στα δώσω όταν θαρθείς
Αυτοί μιλάν
Αυτοί μιλάν την ώρα που ο ήλιος
έγυρε το χάος ν' ακουμπήσει
την ώρα που εγώ σε προσκυνούσα απελπισμένος
για ζωή
Και μιλάν την ώρα που άλλος
ένοιωθε το φως που πάει να σβύσει
την ώρα που το χάος την αγάπη του ήλιου
αυτό θα τη χαρεί
Οι συντεταγμένοι, μετέωρη λογική
το χρόνο με σκοτάδι στα υπόγεια μετράνε οι ειδικοί
Αυτοί μιλάν κι εγώ μαθαίνω πως να ψηλαφίζω
το σκοτάδι
Σημείο αναγνώρισης μονάχα θα 'ναι η σαρκική επαφή
Πριν λουφάξει ο ήλιος, και στο χάος δώσει
το ρόλο του πατέρα
Σε μας να μείνει άγιο κάλεσμα
η ανθρώπινη φωνή
Σκύβει το κεφάλι η σκέψη να οξυνθεί
Η γλώσσα μας απ' αύριο
σε διάλεκτο θα είναι της σιωπής
Να μ' αγαπάς
Σου γράφω πάλι από ανάγκη
η ώρα πέντε το πρωί
το μόνο πράγμα που 'χει μείνει
όρθιο στον κόσμο είσαι εσύ
Τι να τις κάνω τις τιμές τους
τα λόγια τα θεατρικά
μες στην οθόνη του μυαλού μου
χάρτινα είδωλα νεκρά
Να μ' αγαπάς όσο μπορείς να μ' αγαπάς
Κοιτάζοντας μες στον καθρέφτη
βλέπω ένα πρόσωπο γνωστό
κι ίσως η ασχήμια του να φύγει
μόλις πλυθώ και ξυριστώ
Βρωμάει η ανάσα απ' τα τσιγάρα
βαραίνει ο νους μου απ' τα πολλά
στον τοίχο κάποια Μόνα Λίζα
σε φέρνει ακόμα πιο κοντά
Να μ' αγαπάς όσο μπορείς να μ' αγαπάς
Αν και τελειώνει αυτό το γράμμα
η ανάγκη μου δε σταματά
σαν το πουλί πάνω στο σύρμα
σαν τον αλήτη που γυρνά
Θέλω να 'ρθείς και να μ' ανάψεις
το παραμύθι να μου πεις
σαν μάνα γη να μ' αγκαλιάσεις
σαν άσπρο φως να ξαναρθείς.
Νάιλον ντέφια και ψόφια κέφια
Δίσκος: Νάιλον ντέφια και ψόφια κέφια (1982)
Τετρακόσιες δραχμές ζητάς να μού παίξεις παλιά τραγουδάκια
Μού θρονιάστηκες σαν κερατάς σε αρτίστικα μπαρ στα Κολωνάκια
Μελέτησες το μπαγλαμά, φοράς και γιλεκάκι
και σταυροπόδι στάζεις τις πενιές
Προπάντων η παράδοση, στραβά το καβουράκι
και μόρτικα τη βγαίνεις στις μικρές τις μάγκισσες
Σε μεθάει το παράπονο και με πρήζεις με νάιλον κέφια
Με σκεπάζεις με σάβανο και τη νύχτα μού σπας με ψόφια κέφια
Αγόρασες και το λουλά απ’ το Μοναστηράκι
ο Μάρκος θα σού τράβαγε τ’ αυτί
Και τώρα που μάς έγινες μοντέρνο κουτσαβάκι
δε ρίχνεις και σ’ εμάς τη συνταγή την πονηρή
Κάποιο βράδι μες στη σχολή είπες είμαι γιάγκης ατζέντης
Τα ’κανες κάτω απ’ την προτομή και ακόμα περνιέσαι λεβέντης
Μελέτησες το μπαγλαμά, φοράς και γιλεκάκι
και σταυροπόδι στάζεις τις πενιές
Προπάντων η παράδοση, στραβά το καβουράκι
και μόρτικα τη βγαίνεις στις μικρές τις μάγκισσες
Αγόρασες και το λουλά απ’ το Μοναστηράκι
ο Μάρκος θα σού τράβαγε τ’ αυτί
Και τώρα που μάς έγινες μοντέρνο κουτσαβάκι
δε ρίχνεις και σ’ εμάς τη συνταγή την πονηρή
Τω αγνώστω θεώ
Σ' είδα χτες το βράδυ να κάνεις εμετό
Φύγε μου 'πες φίλε μου πριν γίνει το κακό
Μέσα μου κρύβω warlocks και μαύρα ξωτικά
Μισώ μου 'πες το σώμα μου και αρνιέμαι στα τυφλά
Κι ουρλιάζω σιωπηλά
Κι ουρλιάζω...σιωπηλά
Ήταν πρωί τ' Αυγούστου, κοντά στη ροδαυγή
σκοράριζες στο θάνατο 'κει στη δεξαμενή
Και σκούζοντας για αλήθειες που στάζαν πανικό
Σε βρήκαν τα μεσάνυχτα ολότελα γυμνό
Να καρφώνεις στο κενό
Να καρφώνεις... στο κενό
Η Άννα μου 'πε Παύλο η Αθήνα είναι τρελή
Τη νύχτα είναι ολοφώτιστη τη μέρα σκοτεινή
Μ' αγάλματα κομμάτια στα μάτια της τα δυο
τριγύρναε στα μουσεία μ' ένα μπάσταρδο μωρό
Κι ανάμεσα στις πέτρες, θυσία τω αγνώστω θεώ
Κόβει η δόλια μάνα τη γλώσσα απ' το μωρό
Τραγουδώντας σ' αγαπώ
Τραγουδώντας...
Το βιβλίο των ηρώων
Στο βιβλίο των ηρώων του τρόμου
βρήκα τις φάτσες που ζητούσες χθες
ζαρωμένος στη γωνιά του δρόμου
περνάς τις μέρες σου με προσευχές
Ένοχος για κάποια αιτία
που δεν την έμαθες ποτέ
πες μας ρε φίλε ποιος θεός σε ορίζει
ποιος σε γεμίζει μ' ενοχές
Ανάμεσα απ' τ' άντερά σου σκούζει τ' όρνιο
που σου τρώει τα σωθικά
του Χριστού φοράει το χιτώνιο
κι έχει το πρόσωπο του Μαρξ
Έχει Φροϋδικές ρυτίδες
και τα νύχια του γαμψά
τα χίλια πρόσωπα που σου ‘χει δώσει
είναι της μέδουσας στοιχειά
Ανάμεσα απ' τ' άντερά σου σκούζει τ' όρνιο
που σου τρώει τα σωθικά
του Χριστού φοράει το χιτώνιο
κι έχει το πρόσωπο του Μαρξ
Έχει Φροϋδικές ρυτίδες
και τα νύχια του γαμψά
τα χίλια πρόσωπα που σου ‘χει δώσει
είναι της μέδουσας στοιχειά
Τα σιγανά ποτάμια
Ας ήτανε τη μοίρα μου για λίγο να γελούσα
και του Χριστού τους πειρασμούς εγώ να τους περνούσα.
Παρέα με το διάολο στην έρημο χαμένος
και σου 'λεγα μετά εγώ ποιος θα 'ταν κερδισμένος.
Θα άναβα έναν ναργιλέ να μαστουριάζαν όλοι,
δαιμόνια, καλικάτζαροι μαζί κι αρχιδιαβόλοι.
Και θα 'χε πέντε γκόμενες καθένας μας παρέα,
να φτιάχνουνε χορεύοντας του συναφιού τα σέα.
Θα φώναζα να 'ρχόντουσαν κι όλα τα φιλαράκια,
για να μην ενοχλούμε πια της πόλης τα παιδάκια.
Γυναίκες να γουστάρουνε του άντρα τα τερτίπια
και στο τσαρδί του σατανά θα στήναμε ξενύχτια.
Μετάξια από κινέζικα παλάτια θα φορούσα,
με φούντα καλαματιανή και μαύρο από την Προύσσα.
Και θα 'χα και τα όργανα στη διαπασών να παίζουν,
του κόσμου όλοι οι αμαρτωλοί τι χάνουνε να ξέρουν.
Αλί
Ο Αλί μαθαίνει που 'ναι το Ισλάμ
κουβέρτα κουρέλι προσκυνάει τον Αλλάχ
μπουζούκια και ντίσκο ρατσισμό αλά Γκρεκ
κι ο Αλί μαθαίνει ντεμέκ
Από άλλη θρησκεία προσγειώθηκε εδώ
φοράει κελεμπία μα και γραβάτα καρό
Στο Αράμπια είναι μη σε πάρει ο ύπνος θα ξημερώσεις αλλού
κι έτσι ο Αλί ματώνει παντού
Αλί αλί Αλί αλί Αλί αλί-μονό που
ο Αλί ματώνει παντού
Σέρβιρε coffee ξένε που πας
στο αλλοδαπών ευθεία
με oλίγη από τας- κεμπάπ
κι όλα μοιάζουν οικεία προς ανατολάς
μα τώρα κυρίες και κύριοι
ο Αλί ματώνει για μας
Αλί αλί Αλί αλί Αλί αλί-μονό που
ο Αλί ματώνει για μας
ο Αλί ματώνει για μας
Ένα αναμνησιακό τραγουδάκι
Ήταν ο Μήτσος που μετέφερε εκτελέσεις
ο Τάσος που εξιδανίκευε το εμπόριο
ο Παύλος που ροκάριζε με κουλτουρέ διαθέσεις
στα ίσα με λαϊκό ρεπερτόριο
Σε φαντασίες δειλινά ξοδεύτηκαν καμπόσοι
με μπουζουκοευρωαραβικά
εν πτήση ο Τζούλη αρρώστησε από χρονία πτώση
άλλου χωρόχρονου ψάχνοντας μυστικά
Κι αν θες να μάθεις πιο πολλά
κλείσε το μάτι πονηρά
κι άναψε πίπα της ειρήνης
και ρουφηξιά τη ρουφηξιά
να θυμηθούμε τα παλιά
πρόσεχε μόνο να μη σβήνει
Κοιμότανε ο Παντελής με όνειρα του Κλάπτον
στο μπάσο ο τυφλοπόντικας κι ο Αττίλας παίζει ντραμς
ο Ντάλας ο απαισιόδοξος στο μούσκλο φίλε άστο
κι ο Τσιλογιάννης με το στυλ του ασύρματου ταμ-ταμ
Ήταν ο Άγγελος σοφός εν μαθητεία
μονίμως προβληματικός σε τσέπη και καρδία
ο Κωνσταντίνος που στο Μίλητο οι μπίζνες αυθεντία
περάσανε καλύτερα κι εμείς απλώς καλά
Κι αν θες να μάθεις πιο πολλά
κλείσε το μάτι πονηρά
κι άναψε πίπα της ειρήνης
και ρουφηξιά τη ρουφηξιά
να θυμηθούμε τα παλιά
πρόσεχε μόνο να μη σβήνει
Η φαντασία στην εξουσία
Οι μπαγλαμάδες να παίζουν Dylan
κι ο Peter Hammil διπλοπενιές
Ο Tom Waits με τα κλαρίνα
και τα νταούλια να παίζουν Yes
να παίζουν Yes
Βάλ’ το παράθυρο στη πρίζα
Κάλεσε το καλοριφέρ
Δώσ’ τη μπουγάδα στην εφορία
Γράψε ένα σύνθημα στο ασανσέρ
στο ασανσέρ
Άνοιξε γκάζι με το μυαλό σου
βάλε ταχύτητα με την καρδιά
Η φαντασία στην εξουσία
Δώσε τα ρέστα σου για μια βραδιά
για μια βραδιά
Ηλεκτρικός Θησέας
Με κάτασπρο πανί ένα καράβι απ' το πενήντα έχει να φανεί
και συ βιδώθηκες μες στο λιμάνι με ανθοδέσμη που 'χει μαραθεί
Ηλεκτρικός Θησέας σε πηγάδι κι η Αριάδνη έχει μουγκαθεί
ηλεκτρικός Θησέας σε πηγάδι κι η Αριάδνη έχει μουγκαθεί
Σε εδίκασαν να σπαταλάς τα χρόνια
σε μια ζωή χωρίς προοπτική
Χάνεσαι σαν το γλαρό στην ομόνοια
και όταν ψάχνεις λύση στην φυγή
Πληρώνεις όσο-όσο τα διόδια και κομματιάζεσαι στην εθνική
ηλεκτρικός Θησέας σε πηγάδι κι Αριάδνη έχει μουγκαθεί
Ποιος είναι ισοβίτης στο σκοτάδι ποιος αλαφιάζει δίχως πληρωμή
Ποιος σκύβει στους αφέντες το κεφάλι και ποιος τα βράδια κλαίει σαν παιδί
ποιος ονειρεύεται πως κάποιοι άλλοι βγαίνουν και κάνουν πρώτοι την αρχή
ηλεκτρικός Θησέας σε πηγάδι κι η Αριάδνη έχει μουγκαθεί
Solo
Ναυάγια ονείρων αρμενίζουν
Και τα κεφάλια βγαίνουν σαν σκουριά
Στα σούπερ μάρκετ τελείωσε η ελπίδα
και συ σκαρφάλωσες στη σκαλωσιά
Που πήγαν οι τρακόσοι του Λεωνίδα και τι θα πούμε τώρα στα παιδιά;
ηλεκτρικός Θησέας και τα λοιπά
Φοβάσαι ότι θα 'ρθει καταιγίδα και θα μας πνίξει όξινη βροχή
βαλε σε γυάλα μέσα την πατρίδα και κρύψε την καλά μέσα στη γη
μήπως την ψάχνουν σαν την Ατλαντίδα αφού η Πανδώρα ανοίγει το κουτί
ηλεκτρικός Θησέας σε πηγάδι κι η Αριάδνη έχει μπερδευτεί
Ψηφοθηρία λόγοι κι εμβατήρια ποτέ δεν έφεραν την αλλαγή
για αυτό και χάθηκες στα σφαιριστήρια και μες στα γήπεδα την Κυριακή
Τώρα καθώς κοιτάς τα διυλιστήρια Ρώτας ποιοι σ' έχουν βάλει στο κλουβί
ηλεκτρικός Θησέας σε πηγάδι κι η Αριάδνη έχει τρελαθεί
Να κλείσεις τη πληγή θανατηφόρα και μες στα νέα ψάχνεις για δουλεία
τα δάκρυα σου γίνονται μαστίγια και τον λαιμό σου σφίγγουν σα θηλιά
όσα τα κέρδισες με τα μαρτυρία τα παζαρεύουν πάλι στα χαρτιά
τρέχεις να ψάξεις μες στα καταφύγια και βρίσκεις μια αιχμάλωτη γενιά
Μια πλαστική ανέμισες σημαία πίστεψες σ' έναν άγνωστο θεό
κρέμασες το μυαλό σε μια κεραία ειδήσεις σίριαλ και τσίμπλα ροκ
και πως θα ξημερώσει άλλη μέρα όταν τα λάθη κλέβουν τον καιρό
και πως θα ξημερώσει άλλη μέρα όταν το ψέμα σέρνει τον χορό
Ζωγράφισε ένα ήλιο στο ταβάνι μίλησε με τ' αγέρι της νύχτιας
και χόρεψε μαζί με τη σκιά σου στους ήχους μιας αδύναμης καρδιάς
πάρε τηλέφωνο την μοναξιά σου ή βγες ξανά στον δρόμο της φωτιάς
πάρε τηλέφωνο την μοναξιά σου ή βγες ξανά στον δρόμο της φωτιάς
Θάνατος
Χαφιές στο σπίτι η θεία σου, κι αστυνόμος η μαμά
Του τρόμου αθώα πρόσωπα, που αργοπεθαίνουν στη δική σου αγκαλιά
Παυλάκη γύρω σου σωπαίνουν
τους φτάνει π' ανασαίνουν
τι ζητάς;
Ετοιμοθάνατου είσαι γέννα
κουλός με χρυσαφένια πένα
πού το πας;
Με το χαβά του θυμικού σου
μαντζούνι του μυαλού σου
πιπιλάς...
Ξέρουνε τι τους περιμένει
στην πολυθρόνα βολεμένοι
τι ρωτάς;
Θάνατο-ος, θανατο-ος, θάνατος
Κάπου τριγυρίζει, μια παράξενη ματιά
κάτι σε γεμίζει, με θανάτου σιγουριά
Κανείς δεν θες να σε δαμάσει
κι όμως πονάς για ότι έχεις χάσει
και ρωτάς
Βυζαίνει ακόμα τ' όνειρό σου
και ο πόνος μοιάζει να 'ναι γιατρικό σου
που ζητάς
Στο Άμστερνταμ ο Φαληριώτης
και στο Παρίσι ο Βερεσιώτης
σου γελά
Θανάτου χρέος σου μετράνε
σε καταφύγια σε τραβάνε
και ξεχνάς
Ο Ντάμης ο σκληρός
Kλαιν τα πουλιά στην Μπάρμπαρα πίεσαν τον Ντάμη τον σκληρό
με δυο σκυλιά σε μια σπηλιά ζούσε σαν λεύτερο θεριό
Από μικρός ατίθασος ζούσε μονάχος σαν στοιχειό
λέγαν πως ήτανε τρελός τον διώξανε κι απ το χωριό
Χωρίς μιλιά χωρίς δουλειά γύρεψε ο Ντάμης τα βουνά
τώρα κορμί άδειο σακί κρέμεται από σφικτή θελιά
M' ένα σπαθί σαν αστραπή έκλεβε ο Νταμης τα χωριά
να πάρει μια εκδίκηση γι' αυτά που τράβηξε παλιά
Στο δικαστή άγριο ληστή τον 'συραν ένα πρωινό
κι αυτός εκεί λεει στη βουή φταίτε κι εσείς για τούτα 'δω
Στην Κ
Όταν κάποιο βράδυ θα σε ξυπνήσει απότομη η κραυγή σου
και τρέξεις στη μαμά σου να το πεις
και εκείνη τρομαγμένη μες στο ψυγείο κλείσει τη φωνή σου
θα 'ναι αργά μεσάνυχτα και θα 'χεις κουραστεί
Όταν θα αγαπήσεις το γέλιο σου και την αναπνοή σου
και δεις πως έχεις κάτι να μας πεις
στο πλάι σου ο άνθρωπος που διάλεξες βιτρίνα στη ζωή σου
τριάκοντα αργύρια αντίτιμο σιωπής
Πες μας τι θα γίνει αν κάποτε αγγίξεις το κορμί σου
και το 'βρεις τσακισμένο απ' τις πληγές
και γύρω σου κούκλες χλωμές ανίκανες να ακούσουν τη φωνή σου
και οι αλήθειες σου να σέρνονται στο πάτωμα γυμνές
για σένα, επειδή και εμένα με άγγιξες με όσα είπες :D
Ήταν αναμφίβολλα ο σημαντικότερος εκπρόσωπος της Ελληνικής ρόκ σκηνής. Ο "Zorba the Freak", ο τελευταίος των Ζορμπάδων, επάξια ονομάστηκε και "πρίγκηπας". Η ερμηνεία, οι στίχοι και η μουσική του σημάδεψαν την Ελλάδα. Οι καιροί όμως ήταν πάντα δύσκολοι για τους πρίγκηπες, κι έτσι, στις 06/12/1990 ανέβηκε στο αλογάκι του και μας αποχαιρέτησε... Δεν πρόλαβε δυστυχώς να δει όσα άφησε εδώ κάτω... Κυνηγημένος και διωγμένος έφυγε μακριά μας πολύ νωρίς... Τα τραγούδια του όμως δε θα φύγουν ποτέ. Θα μείνουν και θα συνεχίσουν να σημαδεύουν τις καρδιές μας.
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΗΝ ΕΤ-2
Υπάρχει ένα παρελθόν σε μένα. Και το παρελθόν αυτό είναι το εξής.
Είμαι δισέγγονος του Ζορμπά, και ως γνωστό ο Ζορμπάς
ήταν rock and roll, όπως και να το κάνουμε.
Και πολύ μάλιστα. Αυτό μας το λέει κι ο Καζαντζάκης.
Απ' την άλλη μεριά όμως, έχω και σπέρμα από την γενιά των Αλεξίου.
Της Ελλης της Αλεξίου, η οποία είναι θεία μου.
Κι έτσι έχω μέσα μου και τον διανοούμενο και τον αλήτη.
Από τη σύγκρουση αυτών των δύο βγαίνει άλλοτε καταστροφή
και άλλοτε δημιουργία.
Θα έλεγα αυτό που είπε ο Εγγονόπουλος
ή ο Νάνος ο Βαλαωρίτης, δεν θυμάμαι καλά,
ότι πια δεν είμαστε Ελληνες αλλά είμαστε σαν Ελληνες
μετά την Τουρκία, με αποτέλεσμα να έχουμε πάρα πολύ ανατολική κουλτούρα.
Με τα προϊόντα και τα υποπροϊόντα της, τα πολιτιστικά.
Παρόλα αυτά όμως, η ανατολική αυτή κουλτούρα όταν
συγχωνεύτηκε από εμάς τους Ελληνες,
απόκτησε μια ιδιαιτερότητα.
Και οι πεντατονικές κλίμακες οι θρακιώτικές, και τα καραγκούνικα, και τα νησιώτικα, και τα κρητικά, όλα αυτά αποκτήσανε μια ιδιαιτερότητα. Τα ρεμπέτικα, τα νεολαϊκά, όλα αυτά έχουν ιδιαιτερότητα. Αυτή είναι η ανατολική κουλτούρα.
Δίνω τη δυτική κουλτούρα για ποιο λόγο;
Γιατί αυτή τη στιγμή είμαστε κατά 70 με 30,
παίζει αυτό το ποσοστό, περισσότερο ανατολίτες παρά δυτικοί. Οταν λοιπόν έρθει το πλήρωμα του χρόνου,
μονάχο του έτσι ώστε ο μεσήλικας να μην ενοχλείται από την ηλεκτρική κιθάρα, ο νεαρός να μην ενοχλείται από το μπουζούκι,
οι μουσικοί οι ίδιοι οι μπουζουκζίδες
και αυτό που αντιπροσωπεύουν, και η ηλεκτρική κιθάρα
κι αυτό που αντιπροσωπεύει να μην έχουν στήσει δυο ταμπούρια
απέναντι ο ένας απ' τον άλλο και να μάχονται αλλά να έχει γίνει
πια σαν τρόπος ζωής η χρυσή τομή των δύο αυτών κουλτούρων,
δηλαδή εν ολίγοις να έχει επέλθει ένα 50 - 50, μια ισορρόπηση μέσα μας. Και μέσα απ' αυτό το πράγμα να πηγάσει η χρυσή τομή του τραγουδιού,
της ιδιαιτερότητας που έχουμε στην ανατολική κουλτούρα και της ιδιαιτερότητας που θα αποκτήσουμε στην δυτική κουλτούρα, με τα υποπροϊόντα της.
Μ' αρέσει το rock and roll, μ' αρέσει η στιχουργική του,
μ' αρέσουν αυτά που περνάει στον κόσμο
και γενικά μ' αρέσει το ότι είναι προπάντων μουσική για τον άνθρωπο,
για τα πάθη του,
για το συναίσθημά του
κι όχι για την ψυχρή λογική
και προπάντων όχι για την τεχνοκρατία.
Το μπλουζ του Αη-Ονούφρη
Ανέβηκα, ανέβηκα ψηλά στον Αη-Ονούφρη
για να του πω για κείνηνε, τη λύση μπας και μου 'βρει
Άγιε μου Ονούφρη, Άγιε, πες μου τι να της κάνω
αν δε μου δώσει ένα φιλί θα πέσω να πεθάνω
Κάποτε ίσως να ντο ιδεί πόσο μ' έχει αδικήσει
μα τότε ίσως να 'ν' αργά κι άλλη να 'χω φιλήσει
Άγιε μου Ονούφρη ορκίζομαι άλλην δε θα κοιτάξω
τα πιο γλυκά μου τα φιλιά γι' αυτήν θα τα φυλάξω
Κι αν τύχει και την αρνηθώ κατάρα ρίξε απάνω
ξανά να μην αγαπηθώ και μόνος να πεθάνω
Κάποτε ίσως να ντο ιδεί πόσο μ' έχει αδικήσει
μα τότε ίσως να 'ν' αργά κι άλλη να 'χω φιλήσει
(στίχοι Λευτέρης Παπαδόπουλος)
Κάποτε θα 'ρθουν να σου πουν
πως σε πιστεύουν σ' αγαπούν
και πως σε θένε
Εχε το νου σου στο παιδί
κλείσε την πόρτα με κλειδί
ψέματα λένε
Κάποτε θα 'ρθουν γνωστικοί
λογάδες και γραμματικοί
για να σε πείσουν
Εχε το νου σου στο παιδί
κλείσε την πόρτα με κλειδί
θα σε πουλήσουν
Και όταν θα 'ρθουν οι καιροί
που θα 'χει σβύσει το κερί
στην καταιγίδα
Υπερασπίσου το παιδί
γιατί αν γλιτώσει το παιδί
υπάρχει ελπίδα
Νά 'μαστε στα ίδια μονοπάτια
νά 'μαστε στην ίδια γειτονιά
νά 'μαστε και στα χρυσά παλάτια
α, και στην παράγκα του Θωμά
Νά 'μαστε στα ίδια τα λημέρια
νά 'μαστε αν γίνονταν παντού
νά 'μαστε του κόσμου τα ξεφτέρια
πλούσιοι από γεννησημιού
Νά 'μαστε τι να 'μαστε κανένας δεν το ξέρει
μωρό μου είσαι τα θαύματα που μου 'χουνε προσφέρει
Αναφτο κουκλίτσα μου και μην ακούς κανένα
άναφτο, άναφτο κι έλα προς τα μένα
Νά 'μαστε μαστούρια όλη νύχτα
ξέροντας εμείς το μυστικό
κι όπου θες τα δίχτυα σου άντε ρίχτα
να λιποθυμίσεις το χωριό
Νά 'μαστε τι να 'μαστε κανένας δεν το ξέρει
μωρό μου είσαι τα θαύματα που μου 'χουνε προσφέρει
Αναφτο κουκλίτσα μου και μην ακούς κανένα
άναφτο, άναφτο κι έλα προς τα μένα
Κρυμένη θα 'ναι η ψυχή
κι αυτό το βράδυ
ιδρώτας, βρίσκεις αγκαλιά ερωτική
χαρακτηριστικά γνωστά
μα άγνωστο χάδι
σε κάποιο μπαρ, σε κάποιο μαγαζί
Τις περισσότερες φορές
το περπατάς μονάχος
μα τούτη η νύχτα
είναι δύσκολη να βγει
διαλέξεις σε διαλέξουνε
δεν θα υπάρχει λάθος
ίδιο νερό άλλη πηγή
Μ' ένα σουγιά άγρια μεσάνυχτα
χωρίς πολλά πολλά γιατί
χωρίζεις τα όμορφα απ' τα άσχημα
αφού για σένανε η πλάστιγγα
θα γέρνει πάντα προς τη γη
Τη ζωή σου στην πασάρανε
αυτή είναι κι αν σ' αρέσει
τυχαίο σπέρμα αισθάνεσαι
απρόσωπου γονιού
γυναίκα μοιάζει ο θάνατος
που σ' έχει προκαλέσει
κι έτσι τον κυνηγάς παντού
Αχ δεν ξέρεις πότε έρχεται
ή φεύγει μια ευκαιρία
για σένα οι πλούσιοι είν έξυπνοι
και βλάκες οι φτωχοί
κόβεις το γόρδιο δεσμό
για ασήμαντη αιτία
μήπως πιστέψεις τη ζωή σου
πως την κυβερνάς εσύ
Μ' ένα σουγιά άγρια μεσάνυχτα
χωρίς πολλά πολλά γιατί
χωρίζεις τα όμορφα απ' τα άσχημα
αφού για σένανε η πλάστιγγα
θα γέρνει πάντα προς τη γη