Song blues
Ένα μπλουζ η αγάπη μου πένθιμο,
μια πομπή μαύρων αυτοκινήτων.
Ένα μπλουζ η αγάπη μου πένθιμο, μια πομπή μαύρων αυτοκινήτων.
Με κορδέλες μοβ, με ορχήστρα μοβ,
σε πορεία μοβ, όλα μοβ.
Ένα μπλουζ η αγάπη μου πένθιμο,
μια πομπή μαύρων αυτοκινήτων.
Ένα μπλουζ η αγάπη μου πένθιμο,
η ζωή είναι θέμα πιθανοτήτων.
Ένα μπλουζ η αγάπη μου πένθιμο,
μια πομπή μαύρων αυτοκινήτων.
Ένα μπλουζ η αγάπη μου πένθιμο,
η ζωή είναι θέμα πιθανοτήτων.
Αγάπη (πόσο πολύ σ' αγάπησα)
Πόσο πολύ, πόσο πολύ,
πόσο πολύ σ' αγάπησα
πόσο πολύ σ' αγάπησα
ποτέ δε θα το μάθεις
Απ' τη ζωή, απ' τη ζωή,
απ' τη ζωή μου πέρασες
κι αλάργεψες κι εχάθης
καθώς τα διαβατάρικα
κι αγύριστα πουλιά
Πόσο πολύ σ' αγάπησα,
ποτέ δε θα το μάθεις
Κι αν δεν προσμένεις να με δεις
κι αν δεν προσμένεις να με δεις
Κι εγώ πως θα ξανάρθεις,
εσύ του πρώτου ονείρου μου
γλυκύτατη πνοή
Αιώνια θα το τραγουδώ,
αιώνια θα το τραγουδώ
κι εσύ δε θα το μάθεις,
πως οι στιγμές που μου 'δωσες
αξίζουν μια ζωή
Πόσο πολύ σ' αγάπησα,
ποτέ δε θα το μάθεις
Βροχή μου
Βρέχει κι εγώ τυλίχτηκα
σ' αυτή την αγκαλιά
στα σκουριασμένα σύννεφα στα φύλλα
στης βρεγμένης γης τη μυρωδιά
Ας ήτανε να πνιγώ σαν μια σταγόνα
μέσα στα χείλια σου εγώ
βροχή μου σκέπασε αυτή τη γωνιά
τούτο το σώμα που διψά
Βρέχει και στους καταυλισμούς
χορεύουν τα παιδιά
στάζει ο θεός στις προσευχές στο ντέφι
στις καρδιές στα πόδια τα γυμνά
Ας ήτανε να πνιγώ σαν μια σταγόνα
μέσα στα χείλια σου εγώ
βροχή μου σκέπασε αυτή τη γωνιά
τούτο το σώμα που διψά
Ήρθες βροχή μου κι άλλαξες
το δρόμο και το νου
και βούλιαξε το βήμα μου ποτάμι
κι άθελά μου με τραβάς αλλού
Ας ήτανε να πνιγώ σαν μια σταγόνα
μέσα στα χείλια σου εγώ
βροχή μου σκέπασε αυτή τη γωνιά
τούτο το σώμα που διψά
Γυναίκα
Κάποιοι φιλήσανε τον Ιούδα εκεί στο μέτωπο
κι άλλοι ψαρέψανε ουρανό σε ένα πηγάδι
κάποιοι κρεμάσαν σα δικτάτορα ένα φυλαχτό
στις φυλακές πάντα ονειρεύονται το βράδυ
Κάναμε έκτρωση σε ό,τι αθώο μας απέμεινε
κι εσύ συνέλαβες με ένα άρωμα τυχαίο
μα τα τριαντάφυλλα που σου έστειλα λίγο έλειψε
χαράματα να σκοτωθούν σε ένα τροχαίο
ΟΣΟ ΑΞΙΖΕΙ ΜΙΑ ΓΡΑΤΖΟΥΝΙΑ ΑΠ'ΤΗΝ ΑΝΑΣΑ ΣΟΥ
ΔΕΝ ΑΞΙΖΟΥΝ ΘΕΩΡΙΕΣ ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ
ΓΥΝΑΙΚΑ ΑΝ ΕΧΩ ΚΑΝΕΙ ΛΑΘΟΣ ΣΥΓΧΩΡΑ ΜΕ
ΓΥΝΑΙΚΑ ΑΝ ΕΙΜΑΙ ΣΩΣΤΟΣ ΜΗ ΜΟΥ ΤΟ ΠΕΙΣ
Κάποια πατρίδα τα χείλη μου τα φίλησε
φτηνά και με έσπρωξε γελώντας προς τη μάχη
κι όσοι της δώσαν το κορμί τους για παράσημο
αυτή έναν τάφο τους κάρφωσε στη ράχη
Όσα θηρία με ζυγώσανε τους έφτασε
να χορτάσουν μοναχά με τη στολή μου
μα οι άνθρωποι μ'άφησαν ήσυχο σαν έμαθαν
πως γυάλιζα ένα πολυβόλο στην αυλή μου
ΟΣΟ ΑΞΙΖΕΙ...
θυμάμαι κάποτε στα μάτια σου κυνήγησα
τον εαυτό μου με ένα μαχαίρι της κουζίνας
μα μόνο η τρέλα, μόνο η τρέλα μου με ξέπλυνε
σαν καταρράκτης απ'τ'αμάρτημα της φτήνιας
Κι έτσι του κόσμου τα μπαλκόνια ερωτεύτηκα
αυτά που αγγίζουνε το βλέμμα με το στόμα
μα δε ξεχνάω τα υπόγεια που κυλίστηκα
γι'αυτό η φτέρνα μου έχει δέσει με το χώμα
ΟΣΟ ΑΞΙΖΕΙ...
Απόψε πότισα τις ρίζες που ονειρεύτηκες
και τους καρπούς που εγκυμονούσε η τροχιά σου
κυρά, δε βρήκα μουσική που να σου άξιζε
πόνος στη γέννα προσκυνώ την αρχοντιά σου
Θα χαραμίσω τη ζωή μου περιμένοντας
νά'ναι πολύ αργά για να τη διορθώσω
και στα ρουθούνια του ουρανού θα μπω ουρλιάζοντας
τη μύτη του πριν ξεψυχήσω να ματώσω.
Δεν είμαι άλλος
Πίσω απ’το φως της μουσικής που ταξιδεύεις
είσαι ολόκληρη αργεντίνικο τανγκό
Και μήτε στ’όνειρό σου πια δε με γυρεύεις
όπως παλιά μ’ένα σκοπό χερουβικό
Και για τον κόσμο που μισείς δεν είμαι άλλος
Και για τον κόσμο που αγαπάς δεν είμαι αυτός
Άλλοι νομίζανε πως ήμουνα μεγάλος
κι από σπουργίτι θα γινόμουνα αετός
Μες τα νεκρά τα καφενεία ρίχνει χιόνι
κι εγώ πενθώ την ερημιά ενός φιλιού
που σαν το ρούχο η αγάπη μας παλιώνει
κι είναι σαν ήχος χαλασμένου πιστολιού
Και για τον κόσμο που μισείς δεν είμαι άλλος
Και για τον κόσμο που αγαπάς δεν είμαι αυτός
Άλλοι νομίζανε πως ήμουνα μεγάλος
κι από σπουργίτι θα γινόμουνα αετός
Και για τον κόσμο που μισείς δεν είμαι άλλος
Και για τον κόσμο που αγαπάς δεν είμαι αυτός
Άλλοι νομίζανε πως ήμουνα μεγάλος
κι από σπουργίτι θα γινόμουνα αετός
Ζωη
Ζωή, Ζωή
σ' αγαπώ τόσο πολύ
γιατί νόημα δεν έχεις
κι ας ψάχνω ο έξυπνος χρόνια να
βρω το κλειδί σου
Σ' ακολουθώ
σαν του ανέμου το ουρλιαχτό
και κυλιέμαι μαζί σου
σε κλείνω στις χούφτες μου πριν
οι θεωρίες σε σκορπίσουν
Όσο διαρκούν οι στιγμές, διαρκείς φευγάτη κι εσύ
σαν τον κλέφτη
σε καμία ιδέα δε χωράς και
ο κάθε Θεός τόσο στενός σου πέφτει
Ζωή, Ζωή στα παιχνίδια σου η αρχή και το τέλος
του κάθε φανατισμού που με καίει
με τρώει και με σώνει
στων φίλων μου τις ανάσες ακουμπώ
κι είναι μάλλινο ρούχο η χαρά τους
για να μην κρυώνω καθώς ξημερώνει
Δυο χιλιάδες κρύσταλλα εγώ
και όσο μ' αγαπάς μια κλωστή με κρατάει
οι διαφορές μας βροχή κοίτα στις σταγόνες
της πως ο έρωτας μας κυλάει
Ζωή, Ζωή σε μισώ τόσο πολύ γιατί
ασήκωτη γέρνεις στην πλάτη μου
ενώ μπρος στα μάτια μου μοιάζεις με στάχτη
Ζωή γλυκιά να σου δώσω μια σπρωξιά
στο κενό μου να πέσεις
μα πως μετανιώνω σαν φτάνεις
γυμνή εκεί στην άκρη
Θέλω να σε πάρω αγκαλιά,
ψέματα καινούργια να εφεύρω πάλι
και σε μια γωνιά εγώ κι εσύ
σαν δυο κολλητοί να πιούμε απ' το ίδιο μπουκάλι,
Ζωή, Ζωή...
Η καντάδα της Κόλασης
Είμαι πάνω στον Άγιο
σα σιωπηλό ναυάγιο
πατάω την προσευχή του
ώσπου να βγει η ψυχή του
να φτάσει μες στο χώμα
όπου γυρνάς ακόμα
τρελή σαν το σκοτάδι
λάμπεις μέσα στον Άδη
Αχ τα λουλούδια τώρα
ντρέπονται για την ώρα
που έπεσε σαν μυστήριο
το έσχατο εργαστήριο
κι έκανες την αγάπη τρελή σαν το σκοτάδι
ν’ακούγεται στον Άδη
σαν πένθιμο εμβατήριο
Ημερολόγιο
Τόσα χρόνια μες τους χάρτες μου σε ψάχνω,
κι ας μην έσκυψες ποτέ στο μέτωπο μου
με τα δυό σου χείλια να αφήσεις
μια ανάσα στη ζωή μου.
Κι αν η προσευχή μου οινόπνευμα μυρίζει,
καπνό και πυρετό,
στο γυάλινο το κύμα τ' όνομά σου
φωνάζω να καθρεφτιστεί η φωνή μου.
Και στην όχθη που χτενίζεσαι ακουστεί
σαν αλμυρό τραγούδι που σου φέρνει
ερωτευμένο το νερό.
Και στο διάβολο πουλάω τη ψυχή μου εγώ,
για να βρεθώ απόψε τυλιγμένος
στου κορμιού σου το βυθό.
Κάπου η νύχτα μεσοπέλαγα κρεμιέται
στην αγχόνη τ’ ουρανού
κι ο δαίμονας καβάλα στο σκοτάδι
αρπάζει τη μετέωρη ευχή μου.
Και σαν άστρο καυτερό προς το νησί σου
τα λόγια μου πετάει
πληγώνοντας τα βράχια και την άμμο,
στη χτένα σου καρφώνει την ψυχή μου.
Και σταγόνα τη σταγόνα κυλάω εγώ
σαν αλμυρό νερό στους ώμους
και στον ακριβό σου το λαιμό.
Κι ας το ξέρω πως του λόγου του
στην ανεμόσκαλα εκεί, με περιμένει
για να μου λιμάρει το σκοινί.
Πάνε χρόνια που αντίκρυ αναβοσβήνουν
τα φώτα κάποιας γης,
τα φώτα κάποιας ξεχασμένης νήσου,
που λένε είν’ οι κορφές του παραδείσου.
Μα το ξέρω είναι της θάλασσας τα μάγια,
δεν υπάρχει αυτή η στεριά,
μιας και κανείς ποτέ του εκεί δεν πήγε,
γι αυτό σφιχτά κρατιέμαι στο κορμί σου.
Και μπροστά απ’ τους κολασμένους
περνάω εγώ σαν μια σκιά
που σεργιανάει στον Άδη
τη δικιά σου μυρωδιά.
Κι είναι λέω ο παράδεισος για μας, αγάπη μου μικρή,
να μοιραζόμαστε τούτη τη κόλαση μαζί…
Θα 'θελα να 'σουνα εδώ
Θέλω να σου στείλω μια λευκή κόλλα χαρτί
γιατί είσαι η μόνη που μπορεί τη σιωπή μου να διαβάζει
Ήσουν παράθυρο που άντεξε στου αέρα την οργή
μα λύγισες στ' αρώματα του Μάη
Μια γεύση τρικυμίας στα χείλια σου να υφαίνεις
δυο χείλια που αργήσανε πολύ να ξεδιψάσουν
Κι εγώ καΐκι που ερωτεύτηκε μαζί σου να πνιγεί
απόψε ταξιδεύω στα νερά σου
Θα 'θελα να 'σουνα εδώ σαν προσευχή σαν φονικό
να σε δικάζω και να σε παρηγορώ
Θα 'θελα να 'σουν μυστικό στην ενοχή σου να κρυφτώ
να σου ξεφύγω και μπροστά μου να σε βρω
Ξεχείλισα απ' όσα έχω μοιραστεί
κι ένιωσα λειψός μ' όσα έχω κρατήσει
με ψάχνει ό’τι έχασα κι εγώ στριφογυρνώ
χαμένος μέσα σ' ό’τι έχω κερδίσει
Θα 'θελα να 'σουνα εδώ...
Θέλω τη μέρα που θα φύγεις
Και τί μπορώ να πω για σένα
Που να ‘ναι εσύ
Λέξεις με δέρμα και μαλλιά
Γραμματικές για την αφή
Χέρια μπλεγμένα
Θέλω τη μέρα που θα φύγεις
Απ’ το πρωί να μου γελάς
Κι όταν την πόρτα θα ανοίγεις
Να είναι σαν να μ’ αγαπάς
Και πώς μπορώ να σε θυμάμαι
Και να’ σαι εσύ
Τα γέλια σου σαν τα νερά
Μια ήσυχη λέξη στ’ αυτί
Και να νικάμε
Ιστορία παλιά
Ιστορίες παλιές
θα ΄ρθεις να πεις να διαλέξω
τις ξέρω καλά
τις ξέρω τις έμαθα απ' έξω
Ιστορία παλιά
που σου λέει ξανά σ' αγαπώ
τώρα πάω, πάω μακριά
Και ό,τι κι αν πεις
είναι αργά δε μετράει
σαν σπάσει η αγάπη
ξανά δεν κολλάει
Τώρα πάω, πάω μακριά
σ' αγαπάω, μα ειν' αργά
Ιστορία παλιά
θα σου πω άλλη μια φορά
τα λόγια της ακριβός θησαυρός
οι λέξεις της είναι χρυσός
Μην την πεις
μην την πεις μ' ακούς
η σιωπή σου ειν' ο μόνος χρυσός
δε σ' ακούω, δεν έχεις φωνή
τα ξεπούλησες όλα, δε μένει δραχμή
και στη μάχη που θέλεις να πας
έχεις χάσει από πριν
φύγε, μην πολεμάς
Τι μου ΄πες τι σου πα
είναι αργά δε μετράει
σαν σπάσει η αγάπη
ξανά δε κολλάει
Μα πού πας;
Πάω μακριά
Μ' αγαπάς;
Σ' το λέω ειν' αργά!
Ιστορία παλιά
τελευταία φορά θα σου πω
μην ψάχνεις τέλος κι αρχή
η φωτιά σου έχει σβήσει
είμαι σ' άλλη εποχή
Πονά η φωνή σου, μη λες
αν φύγεις εσύ
δεν υπάρχω κι εγώ
δεν έχει η ιστορία
αρχή ούτε τέλος
κάθε της λέξη θανάσιμο βέλος
Και ό,τι κι αν πούμε
είναι αργά, δε μετράει
σαν σπάσει η αγάπη
ξανά δε κολλάει
Τώρα πάω, πάω μακριά
σ' αγαπάω, μα είναι αργά
τώρα πάω, σ' αγαπάω...
Κόκκινο θολό φεγγάρι
Κόκκινο θολό φεγγάρι
σαν τα όνειρα μας κσενυχτάς
κι απ' τις φυλακές αυτού του κόσμου
γύρω στα μεσάνυχτα το σκας
ρίχνεις μέσα στ' άδεια μας ποτήρια
του ουρανού το αίμα και το φως
και φταίει εκείνη η ανταύγεια σου η μυστήρια
που είμαι για τα πάντα ικανός
Κόκκινο θολό φεγγάρι
πίνω απ' τη σιωπή σου μια γουλιά
σαν καυτό σφηνάκι να με πάρει
μέσα από του φόβου τη φωλιά
μέσα απ' τα κομμάτια αυτής της πόλης
που κύλησαν στα πόδια σου μπροστά
και στο μεταξωτό της το φουστάνι πιάστηκε η τύχη μου γερά
Κόκκινο θολό φεγγάρι
πάρε με μαζί σου να χαρείς
μέσα στο κελί μου έχω σαλτάρει
σαν απόκληρος της διαφυγής
αχ και να μπορούσα έστω για λίγο
να σε μοιραστώ από μακρυά
θα 'χε χαλαρώσει αυτός ο κόμπος
του μικρού θανάτου μου η θηλειά
Κόκκινο θολό φεγγάρι
σαν τα όνειρά μας ξενυχτάς
κι απ' τις φυλακές αυτού του κόσμου
γύρω στα μεσάνυχτα το σκας
κι έτσι ματωμένο ταξιδεύεις
σαν χαρταετός χωρίς κλωστή
είσαι εσύ του χρόνου ο καθρέφτης
τίποτα κι αιώνιο μαζι.....
Κορώνα γράμματα
Κορώνα γράμματα κι άμα ζαλιστείς
Πάντα θα υπάρχει μια γιορτή να μοιραστείς
Όλα κοστίζουνε κι όμως τι μ' αυτό
Ότι σε πόνεσε, σ'έκανε θεό
Κι έσφαξες τη μια ομορφιά
για να πιει το αίμα η άλλη
γιατί είναι το κορμί αμμουδιά
που θέλει το χειμώνα να βγάλει
Κορώνα γράμματα πάει η ζωή μπροστά
Κι ο χρόνος νόμισμα που κατρακυλά
Είμαστε χρώματα μέσα σε γυαλί
Όπως οι μπίλιες που παίζαμε μικροί
Και σφάζαμε τη μια ομορφιά
για να πιει το αίμα η άλλη,
γιατί είναι το κορμί αμμουδιά
Που θέλει το χειμώνα να βγάλει
Κορώνα γράμματα σκύβεις για να δεις
Και οι όψεις χάνονται πριν σιγουρευτείς
Σαν δύο φαντάσματα που κράτησαν γέρα
Μες στα ερείπια μια παιδική χαρά
Κι έριξες τη μια ομορφιά
για ν’ ανέβει στην κούνια η άλλη,
γιατί είναι το κορμί αμμουδιά
που θέλει το χειμώνα να βγάλει
Μαύρο μαργαριτάρι
Μαύρο μαργαριτάρι, μαύρη ομορφιά και χάρη
μαύρη όπως δεν έχουμε δει στην ζωή μας
τη στείρα παθιάρα και μαύρη
Μαύρη που μαχαιρώνει και το αίμα μου ξηλώνει
Μαύρη και όταν αγιάζει σκοτώνει και δεν τη νοιάζει
μαύρη μαγεία να πάρει, φτιάχνει φωλιά
όταν δεν βγαίνει φεγγάρι
Μαύρη σαν γιαταγάνι, με ματωμένο φουστάνι
Μα οι γείτονες μου κι οι διπλανοί μου δεν πρέπει ποτέ
να το μάθουν πως ήρθε για μένα, εδώ
και τώρα για μένα
όταν ο έρωτας για τον έρωτα μιλάει διαρκώς
κάνει στραβά μάτια ακόμα κι ο ουρανός
Βροχή που δεν περιμένει κάθε άλλο παρά
ευλογημένη νερό που δεν λογαριάζει πνίγει
τις σκάλες, να ’τανε κι άλλες
βροχή που σπάει τα σύνορα
και σου ξεπλένει τα όνειρα
Ο παράνομος έρωτας είναι μια τρικυμία
τσακίζει με το τακούνι την ηρεμία στη γωνία
το σεντόνι γουστάρει να μουσκεύει στο λάθος
γιατί η ευτυχία μισεί να μας βρίσκει μονάχους
Ποτέ η απιστία δεν χορταίνει βάζει άρωμα και
περιμένει στους δρόμους γυρνάει και ψάχνει
να πάρει τα θύματα στο λαιμό της
Ο οργασμός μας τραντάζει τα μέλη
και σφαζόμαστε μέσα στο μέλι
Έτσι απροστάτευτη απ’ το όνειρο ξυπνάει η ζωή μας
και κρατάει απ’ το χέρι τη χαμένη ψυχή μας
πως να ζήσει ένας έρωτας που
από φόβο μην σβήσει
τον τρώει η φρικτή σιγουριά
πως μπορεί να κρατήσει
Στοργή που έχει νυχτώσει και τρέχει
να γλιτώσει κρύβεται στου κόσμου το κόρφο
αιτία και ενοχή
που δεν έχει πια στόχο κρύα σαν λάμα και
πόνος, μαύρο γλυκό που σου ‘δωσε ο χρόνος
Ο παράνομος έρωτας κυλάει στους λαγόνες
και βαφτίζει το φόρεμα
στου κορμιού τους αγώνες
μεσ’ στο αμάξι της μπαίνει και αθώα χαϊδεύει
το χρόνο που ξεχειλίζει
γι’ αυτό η ζωή περισσεύει
Ένα ψέμα είναι ο έρωτας και προτού ξεδιψάσει
σκορπάει τόση αλήθεια για να σε ξεγελάσει
Μερες Αδεσποτες
Σαν και σένα μ' ένα κόμπο στο λαιμό
σε ώρες άσχετες ξεσπάω το θυμό
σαν κι εσένα στις πλατείες της σιωπής
τον ίσκιο μου τραβάω
Σαν κι εσένα διαμελίζομαι στο φως
μες σ' αυτό το πλαστικό το καθεστώς
και τη νύχτα στα κομμάτια μου γυρνώ
και τα ξανακολλάω
Μέρες αδέσποτες σφυρίζουν στο μπαλκόνι μου
μέρες αδέσποτες σφηνώθηκαν στην πόλη μου
σημαδεύουνε το μέλλον πετυχαίνουν το παρόν
και με στρίμωξαν σ' ατέλειωτο κρυφτό
Σαν κι εσένα το πρωί στην αγορά
ψάχνω ένα φτηνό ζευγάρι φτερά
μου πουλούν κάτι κλεμμένα τελικά
κι όμως επιμένω
Παίρνω φόρα και ζυγίζω τον καιρό
το κορμί μου στο κενό να εμπιστευτώ
και ξεχνάω πως κι αυτό τον ουρανό
τον έχουν πουλημένο
Μέρες αδέσποτες σφυρίζουν στο μπαλκόνι μου
μέρες αδέσποτες σφηνώθηκαν στην πόλη μου
σημαδεύουνε το μέλλον πετυχαίνουν το παρόν
και με στρίμωξαν σ' ατέλειωτο κρυφτό
Μικρή πατρίδα
Δεν έκανα ταξίδια μακρινά
τα χρόνια μου είχαν ρίζες ήταν δέντρα
που τα 'ντυσε με φύλλα η καρδιά
και τ' άφησε ν' ανθίζουν μες την πέτρα
Δεν έκανα ταξίδια μακρινά
οι άνθρωποι που αγάπησα ήταν δάση
οι φίλοι μου φεγγάρια ήταν νησιά
που δίψασε η καρδιά μου να τα ψάξει
Το πιο μακρύ ταξίδι μου εσύ
η νύχτα εσύ το όνειρο της μέρας
μικρή πατρίδα σώμα μου κι αρχή
η γη μου εσύ ανάσα μου κι αέρας
Δεν έκανα ταξίδια μακρινά
ταξίδεψε η καρδιά κι αυτό μου φτάνει
σε όνειρα σ' αισθήματα υγρά
το μυστικό τον κόσμο ν' ανασάνει
Το πιο μακρύ ταξίδι μου εσύ
η νύχτα εσύ το όνειρο της μέρας
μικρή πατρίδα σώμα μου κι αρχή
η γη μου εσύ ανάσα μου κι αέρας
Ο Άμλετ της σελήνης
Ξεγέλασες τους ουρανούς με ξόρκια μαύρη φλόγα
Πως η ζωή χαρίζεται χωρίς ν’ ανατραπεί
Κι όλα τα λόγια των τρελών που ήταν δικά μας λόγια
Τα μάγευες με φάρμακα στην άσωτη σιωπή
Πενθούσες με τους έρωτες γυμνός και μεθυσμένος
Γιατί με τους αθάνατους είχες λογαριασμούς
Τις άριες μιας όπερας τραύλιζες νικημένος
Μιας επαρχίας μαθητής μπροστά σε δυο χρησμούς
Τι ζήλεψες τι τα ‘θελες τα ένδοξα Παρίσια
Έτσι κι αλλιώς ο κόσμος πια παντού είναι τεκές
Διεκδικούσες θαύματα που δίνουν τα χασίσια
Και παραισθήσεις όσων ζουν μέσα στις φυλακές
Και μια βραδιά που ντύθηκες ο Άμλετ της Σελήνης
Έσβησες μ’ ένα φύσημα τα φώτα της σκηνής
Και μονολόγους άρχισες κι αινίγματα να λύνεις
Μιας τέχνης και μιας εποχής παλιάς και σκοτεινής
Παράδεισος
Μοιάζει η αγάπη
με ένα κοχύλι μικρό
που η ψυχή στην άμμο τυχαία έχει βρει
και να το εξηγήσει διαρκώς
προσπαθεί
Έτσι σήμερα τα λόγια σου
απ' τον Παράδεισο να 'ρχονται μοιάζουν
στην ασπρόμαυρη ζωή μου
για λίγο τα χρώματα αλλάζουν
Ξέρω πως αύριο θα 'χεις χαθεί
μα μίλα μου
ακόμα κι αν αύριο ξεχάσεις
όσα πιστεύεις κι όσα έχεις πει
Γιατί σήμερα τα λόγια σου
απ' τον Παράδεισο να 'ρχονται μοιάζουν
στην ασπρόμαυρη ζωή μου
για λίγο τα χρώματα αλλάζουν
Φεύγει κι έρχεται ο έρωτας
κι εμείς πιο σφιχτά
γατζωνόμαστε
απ' το ένα στο άλλο κορμί
για να κρατηθούμε σ' αυτή τη φυγή
Γι αυτό σήμερα τα λόγια σου
απ' τον Παράδεισο να 'ρχονται μοιάζουν
στην ασπρόμαυρη ζωή μου
για λίγο τα χρώματα αλλάζουν
Πόσες φορές
Πόσες φορές δεν έφτασα εκεί
που είχα πει πως θα βρω σιγουριά να χαθώ,
κάτι που όλοι μας λέμε λιμάνι
μα δεν είδα καράβι ποτέ
που αυτό να του φτάνει.
Με τα χέρια ανοιχτά
κυνηγάω διαρκώς τη χαρά
κι όταν έρθει η στιγμή
την αφήνω να φύγει ξανά
για να μην βαρεθεί.
Πόσες φορές,δεν πρόδωσα κι εγώ,
φεύγοντας απο εκεί που μου'χανε όλα δοθεί
κι έτσι πλήγωσα αντί να σαπίσω
και λυτρώθηκα και νοσταλγώ
πάλι εκεί να γυρίσω
Με τα χέρια ανοιχτά
κυνηγάω διαρκώς τη χαρά
κι όταν έρθει η στιγμη
την αφήνω να φύγει ξανά
για να μην βαρεθεί.
Μέσα στη δίψα είναι όλο το νερό
ξέρω είναι σκληρό μα όλα αυτά που ποθώ
έχω μάθει να τα κυνηγάω
γι' αυτό αφήνω ελεύθερο πάντα
αυτό που αγαπάω.
Χορεύω
Κάτω στο βυθό μες στης πολιτείας την τσιμεντένια ψυχή
από τις επιλογές του,βλέπω τον καθένα μας
να προσπαθεί να σωθεί..τσίρκο αναμμένο
ειναι ο τόπος κι εμεις σχινοβάτες
σ'άυτό το κλουβι.
Και χορεύω,χορεύω,χορεύω
και την μοίρα μου μες στου χορού τις στροφές
ξεγελάω και την παρασέρνω.
Καθημερινά άλλοι αποφασίζουν για μένα σ'αυτόν τον κλοιό
σκλυβω στην εφημερίδα κι είναι σαν να σκύβω
ανέμελος σ'έναν γκρεμό
μέσα στην αρένα το θέαμα κι ο θεατής ειμαστε εμείς.
Και χορεύω,χορεύω,χορεύω
και την μοίρα μου μες στου χορού τις στροφές
ξεγελάω και την παρασέρνω.
Και χορεύω,χορεύω,χορεύω και άναρχος
μες στου χορού τις στροφές τη μοιρα μου
εγώ κοροιδεύω.
Χορεύω και με δικαιώνω
και την μοίρα μου που μου την έχει στημένη
στο γλέντι μου απάνω σκοτώνω.