a33.gr

Ο Κόσμος της Τέχνης => Μουσική, Κινηματογράφος, Θέατρο, Χορός => Μήνυμα ξεκίνησε από: isabella στις Ιουλίου 10, 2006, 09:40:31 ΠΜ

Τίτλος: Βιογραφίες & δισκογραφία
Αποστολή από: isabella στις Ιουλίου 10, 2006, 09:40:31 ΠΜ
Jake_E_Lee εγραψε


ΠαράθεσηΟ Stevie Ray Vaughan γεννήθηκε στο Dallas του Texas στις 3 Οκτωβρίου του 1954 και άρχισε την κιθάρα στην ηλικία των 11. Φτωχός σπουδαστής, ο Vaughan παράτησε το γυμνάσιο το 1972 και κίνησε για το Ώστιν για να ακολουθήσει μια σταδιοδρομία ως επαγγελματικός μουσικός. Αφού έπαιξε με διάφορες τοπικές μπάντες, όπως οι Nightcrawlers και οι Cobras, ο Vaughan διαμόρφωσε το δικό του Blues/R&B γκρουπ αποκαλούμενο "Triple Threat Revue", που ονομάστηκε αργότερα "Triple Threat" .
Μετά από την αποχώρηση του τραγουδιστή Lou Ann Barton το 1981, oi Triple Threat έγιναν γνωστοί ως Double Trouble. Η μεγάλη επιτυχία για τον Vaughan ήρθε το 1982, όταν έπαιξε με τους Double Trouble στο φεστιβάλ Montreux στην Ελβετία και "ανακαλύφθηκε" από το David Bowie, ο οποίος προσκάλεσε τον Vaughan να παίξει στο Album του "Let's Dance". Στη συνέχεια οι Double Trouble υπέγραψαν συμβόλαιο με την Epic Records.
To Album τους "Texas Flood" το 1983 δεν έκανε την τεράστια επιτυχία, αλλά ανέδειξε το αυξανόμενο ταλέντο του Vaughan και έβαλε τις βάσεις για τη μελλοντική φήμη του. Με μία Fender Stratocaster έχωντας επάνω της γράψει το "SRV", ο Vaughan κέρδιζε τα ακροατήρια παγκοσμίως με το μοναδικό του παίξιμο και την μοναδική του τεχνική στη κιθάρα, κερδίζοντας τους ετήσιους διαγωνισμόυς Grammy για τα instrumentals κομμάτια του. Παρά την αυξανόμενη φήμη του ως καταπληκτικός κιθαρίστας, ο Vaughan αγωνίστηκε με τις προσωπικές δυσκολίες κατά τη διάρκεια τα μέσα της '80s. Πολύ εθισμένος στα φάρμακα και την αλκοόλη, o Vaughan εισήχθη στην κλινική αποκατάστασης anAtlanta το 1986 αφού κατέρρευσε πάνω στη σκήνη κατά τη διάρκεια μιας συναυλίας στη Γερμανία. Το ακόλουθο έτος ο Vaughan χώρισε me τη σύζυγο του. Με τα προβλήματά του τελικά να ανήκουν πλέον στο παρελθόν, ο Vaughan άρχισε να ασχολείται άλλη μια φορά με τη μουσική του, που εμφανίζεται ως ο ίδιος στον κινηματογράφο στν ταινία του 1987 "Back to the Beach", μαζί με τον θρυλικό surf rocker Dick Dale. Το 1988 ο Vaughan έπαιξε unplagged για λογαριασμό του MTV και τον επόμενο χρόνο έβγαλε το πέμπτο του δίσκο με τους Double Trouble, το "In Step" κάνοντας περιοδία μαζί με τον φίλο του κιθαρίστα Jeff Beck. O Vaughan κέρδισε ένα βραβείο Grammy για το "In Step", και έκανε το νούμερο 1 hit στον ραδιοφωνικό σταθμό AOR με το τραγούδι "Crossfire". Μέχρι τις αρχές του 1990 ο Vaughan είχε εκδώσει άλλο ένα δίσκο, το "Family Style", που το έγραψε με τον μεγαλύτερο αδελφό του Jimmie, και κέρδισε δύο βραβεία Grammys στην κατηγορία rock και blues. Στη συνέχεια ακολούθησε μια τουρνέ με τον Joe Cocker και μετά οι Double Τrouble ξεκίνησαν τη δικία τους περιοδία. Μετά από μια συναυλία που έγινε στις 27 Αυγούστου του 1990 με Eric Clapton, Buddy Guy τον Robert Cray στο Alpine Valley, του νοτίου Wisconsin, ο Vaughan έφυγε για το Σικάγο μέσω ελικοπτέρου. Το εληκόπτερο προσέκρουσε σε έναν λόφο λόγω κακοκαιρίας και ο Vaughan και τέσσερις άλλοι επιβάτες σκοτώθηκαν ακαριαία. Μετά από τον τραγικό θάνατό του Stevie Ray Vaughan η φήμη του αυξήθηκε, όπως, έγινε και με τον Jimi Hendrix, έγινε μεταθανάτια ο "Αθάνατος Θεός της κιθάρας," θαυμαστός για την τεχνική ικανότητα και το καινοτόμο ύφος του.




Stevie Ray Vaughan Δισκογραφία


2002- The Essential Stevie Ray Vaughn and Double Trouble


1997 - Live At Carnegie Hall


1995 - House


1992 - In The Beginning


1991 - Sky Is Crying


1990 - Family Style


1989 - In Step


1986 - Live Alive


1985 - Soul To Soul


1984 - Couldn't Stand The Weather


1983 - Texas Flood


1995 - Greatest Hits


1989 - Greatest Hits [UK]


1994 - Unplugged Collection, Vol. 1


1994 - Live Forever: Sacred Sources 1


1990 - Texas Blues


1986 - Atlantic Blues Box


1986 - Atlantic Blues: Guitar


1976 - Emerald City
Τίτλος:
Αποστολή από: isabella στις Ιουλίου 10, 2006, 09:42:01 ΠΜ
Jake_E_Lee εγραψε

ΠαράθεσηΟ B.B. King θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους κιθαρίστες Blues του 20ού αιώνα. Το μοναδικό ύφος στο παίξιμο του έχει επηρεάσει τους αμέτρητους μουσικούς μετά από αυτόν, συμπεριλαμβανομένων τους Eric Clapton, Jimi Hendrix, του David Gilmour και του Buddy Guy. O B.B. King με πραγματικό όνομα το Riley Β. King γεννήθηκε στις 16 Σεπτεμβρίου του 1925 σε μια φτωχή οικογένεια καλλιεργητών που ζούσαν στο δέλτα του Μισισιπή, κοντά στην πόλη Itta Bene, Miss. Η ζωή του ο B.B. King ήταν πολύ ασταθής και ως παιδί μάζευε βαμβάκι βοηθώντας την οικογένεια του. Η μητέρα του τον έφερνε στην εκκλησία τακτικά, όπου επηρεάστηκε αρχικά από τη μουσική του Ευαγγελίου και έμαθε ακόμη και μερικές βασικές τεχνικές στη κιθάρα από τον ιεροκήρυκά του. Ο Β.Β. King τη δεκαετία του '40 έδινε παραστάσεις στις γωνίες των δρόμων γύρω από την πόλη Indianola, εργάστηκε ως οδηγός φορτηγού και έπαιξε κιθάρα με μια πενταμελή χορωδία αποκαλούμενη "The Famous St. John's Gospel Singers." Το 1947, με $2,50 στην τσέπη του, άφησε το Μισισιπή για να πάει στο Memphis για να επιδιώξει την τύχη του ως μουσικός της Blues.
Φθάνοντας στο Memphis κυριολεκτικά άφραγκος, συγκατοίκησε με τον ξάδελφό του, τον bluesman Bukka White, ο οποίος ξόδεψε σχεδόν ένα χρόνο διδάσκοντας τον τα μυστικά της Blues κιθάρας. Το πρώτο μεγάλο "μπάμ" του Β.Β. King ήρθε το 1948 όταν έπαιξε ζωντανά στον KWEM, έναν ραδιοφωνικό σταθμό του δυτικού Μemphis. Η επιτυχία αυτή οδήγησε σε μια μακροπρόθεσμη συμφωνία με τον ανταγωνιστή ραδιοφωνικό σταθμό WDIA για ένα διαφημιστικό ενός τονωτικού υγείας αποκαλούμενου Pepticon. Προήχθη σύντομα σε DJ, και έγινε γνωστός ως "Blues Boy King", που αργότερα άλλαξε σε "Β.Β. King". Ο Β.Β. King έκανε τις πρώτες ηχογραφήσεις του το 1949 για την Bullet Records, αλλά στην συνέχεια αποχώρησε συνεχίζοντας τη συνεργασία του με την δισκογραφική εταιρία Modern Records υπογράφοντας μια δεκαετή σύμβαση.
Προς το τέλος εκείνου το έτους, σε μια μικρή λέσχη του Αρκάνσας όπου ο Β.Β. King έπαιζε ζωντανά έπιασε φωτιά και όρμηξε γενναία μέσα για να σώσει την κιθάρα του μια Gibson. Στη σύνέχεια έμαθε οτι η φωτία ξεκίνησε από μία λάμπα πετρελαίου που την έριξαν 2 αντρες που τσακωνόντουσαν για μια γυναίκα την Lucille και έτσι ο O B.B. King ονόμασε την κιθάρα του (και όλες τις επόμενες κιθάρες) Lucille για να τιμήσει την μνήμη του γεγονότος. Ο B.B. King επέστρεψε στο στούντιο το 1951 για να ηχογραφήσει το έβδομο single του, "Three O'Clock Blues" που έγινε νούμερο ένα επιτυχία για 15 εβδομάδες στο ραδιόφωνο το 1952. Ο Β.Β. King κέρδισε μια διεθνή φήμη ως καινοτόμος κιθαρίστας των Blues και υπέγραψε με την δισκογραφική Universal Artists, οι οποίοι τον έστειλαν στην πρώτη του τουρνέ.
Το 1955 Β.Β. King άρχισε περιοδίες, αγοράζοντας ένα λεωφορείο αποκαλούμενο "Big Red." Το 1958 το λεωφορείο καταστράφηκε από ένα σοβαρό ατύχημα και αν και ο Β. Β. King δεν ήταν εκεί και δεν υπήρχε και άλλος τραυματισμός, το ίδιο Σαββατοκύριακο που έγινε το ατύχημα, ο Β.Β. King βρέθηκε αντιμέτωπος με τεράστια χρέη από ασφαλιστικές εταιρίες.
Ενώ συνέχισε να παίζει συνήθως σε "μαύρα" ακροατήρια και έγινε σεβαστός στους κύκλους του Blues, ο B.B. King δεν απόλαυσε την δόξα των άλλων σύγχρονων μαύρων καλλιτεχνών όπως οι Little Richard, Fats Domino and Chuck Berry.Ο Β.Β. Κing άλλαξε δισκογραφική και πήγε στην ABC στις αρχές της δεκαετίας του '60, αναζητώντας μεγαλύτερη αναγνωρισημότητα διαπιστώνοντας ότι η εταιρία ABC δεν ενδιαφερόταν καθόλου για τη μουσική του και παρόλο που βρισκόταν στην αιχμή της σταδιοδρομίας του, ο Β.Β. Κing χάθηκε για λίγα χρόνια. Τα πράγματα γύρω στο 1965 άρχισαν να αλλάζουν για τα Blues, καθώς όλοι οι λευκοί μπλουζίστες που εμφανίστηκαν δήλωναν σαν βασική επιρροή τους τον B.B. King κερδίζοντας έτσι ο ίδιος κάποια από τη χαμένη του δημοσιότητα. Το 1966 ο B.B. King έγραψε αυτό που ήταν να γίνει το τραγούδι "υπογραφή" του, το "The Thrill is Gone" εμπνευσμένος από το δεύτερο διαζύγιό του. Το τραγούδι αυτό έγινε τεράστια επιτυχία και άλλαξε τη σταδιοδρομία του, καθώς ο B.B. King ξέφυγε από τα μικρά Blues Clubs παίζοντας στις μεγάλες Blues σκηνές τζαζ και rock, συμπεριλαμβανομένης της Fillmore East.
Σε μια σταδιοδρομία που διαρκεί έξι δεκαετίες, ο B.B. King έχει κερδίσει αμέτρητες τιμές, συμπεριλαμβανομένων 18 βραβείων και πολλών άλλων.
Στην δεκαετία του '90, ο B.B. King άνοιξε το δικό του Blues Club στην οδό Beale στο Μemphis, και το 2000 άνοιξε το "Τhe B.B. King Blues Bar and Grill" στην Νέα Υόρκη.
Το 2000 ηχογράφησε τον τελευταίο του δίσκο με τίτλο “Riding with the King" σε συνεργασία με τον Eric Clapton.





KostasD33 εγραψε


ΠαράθεσηΠριν πέντε έξη χρόνια (δεν θυμάμαι καλά) παω Λυκαβηττό για συναυλία του Β.Β.

Ανεβαίνω την ανηφόρα με το αμάξι και δεν είμαι σίγουρος αν θα βρω παρκάρισμα στην πλατεία έξω από το θέατρο,

Σ όλη την διαδρομή αναπολώ και μου έρχονται στην μνήμη τα περισσότερα μουσικά του κομμάτια....
ο ήχος της Λουσιλ........
το κάρφωμα του δάχτυλου του στο σήκωμα της χορδής ώστε να την κάνει να βγάλει όλη της την γλυκά η κάθε νότα................
και φυσικά προσπαθώ να προετοιμάσω τον εαυτό μου να μι περιμένει και παρά πολλά από μια συναυλία με τον ήχο του Λυκαβηττού και έναν Β.Β. υπερήλικα πλέον

Ευτυχώς βρήκα παρκάρισμα (αν ήταν κάποιο πιο πιασιάρικο συγκρότημα δεν θα έβρισκα), κατεβαίνω από το αμάξι με την παρέα μου και αρχίζω να ακούω από μακριά τον μαγικό ήχο της Gibsone με τα δάχτυλα του Β.Β.

νόμιζα ακόμα ότι ήταν ηχογραφημένο κομμάτι.........  

δεν ήταν............  

ως συνήθως πάλι είχα φτάσει ελαφρά καθυστερημένος και είχε ξεκινήσει η συναυλία..............  



ο Β.Β. ήταν πάνω στην σκηνή................

το θέατρο γεμάτο...........

όλοι χορεύανε στον ρυθμό του............

αυτοσχεδίαζε και προσάρμοζε τον αυτοσχεδιασμό του στον ρυθμό και στο λίκνισμα του πλήθους..................

Τον άκουγες και δεν μπορούσες να φανταστείς την ηλικία του


Μια μόνο λέξη μπορώ να πω


Ανεπανάληπτος.....................
Τίτλος:
Αποστολή από: isabella στις Ιουλίου 10, 2006, 10:16:56 ΠΜ

balland εγραψε


ΠαράθεσηExclamation Ένα αφιέρωμα στον Dmx...
Ο DMX κατά κόσμον Earl Simmons είναι ενας απο τους πιο ταλαντούχους και φτασμένους mainstream rappers στην παγκόσμια rap σκηνή. Γεννημένος στις 18 Δεκεμβρίου στο Baltimore Maryland. Ο rapper με την εμμόνη στα σκυλιά απο τα παιδικά του κι όλας χρόνια δείχνει εναν εριστικό και άτακτο χαρακτήρα ενω έχει και πολλά μπλεξίματα με το νόμο κατηγορούμενος για μικροκλοπές. Ετσι οι γονείς του αποφασίζουν να τον στείλουν μαζί με το θείο του στο Yonkers της Νεας Υόρκης ξέροντας πως στο μέρος που ζει θα έχει πολλά προβλήματα.

Απο μικρός δείχνει οτι έχει ταλέντο στη μουσική καθώς γράφει στίχους και πειραματίζεται με ήχους. Καθώς τα χρόνια περνάνε γίνετε γνωστός με την ιδιότητα του dj και του beatboxer. To nickname του , DMX αρχικά θα το πάρει απο το digital drum machine ενω θα αργότερα θα επαναπροσδιόρισει το νόημα του και θα το άλλαξει σε Dark Man X. Ο Earl αρχίζει να πλάθει το όνομα του σε freestyle battles και η στήλη Unsigned Hype column του πασίγνωστου rap περιοδικού The Source γράφει για αυτόν τη χρονική περίοδο 1991. Έτσι δεν αργεί να αναδειχθεί και υπογράφει συμβόλαιο με την εταιρία που το το προσφέρει ,την Columbia Records. Κυκλοφορεί το ντεμπούτο single του με τίτλο Born Loser. Οι υπόλοιποι rappers της γενιάς του 1996 δε φαίνεται να τον υπολογίζουν και πολύ μετά απο αυτή του την κυκλοφορία καθώς μετά και απο την απόφαση της Columbia να διαλύσει το συμβόλαιο του ο Dark Man X μένει κυριολεκτικά ξεκρέμαστος....

Έτσι αποφασίζει να επανέλθει με κάτι ποιό σκληρό και ποιό οργανωμένο ώστε να τραβήξει ξανά επάνω του την προσοχή όλης της rap κοινότητας. Άρχίζει να εμφανίζετε ως guest appearance σε κομμάτια πολλών διάσημων του είδους όπως : LL cool J, John forte, The Lox , Ma$e και σε underground mixtapes του Dj Clue. Παράλληλα με τις συμμετοχές στα τραγούδια των παραπάνω ο Earl έχει αρχίσει να δείχνει τι πρόκειτε να επακολουθήσει και τραντάζει όσους rappers έδειξαν να μην τον λογαριάζουν υπογράφοντας ενα δεύτερο συμβόλαιο αυτή τη φορά με ενα κολλοσό της rap δισκογραφίας, τη Def Jam.Σιγά σιγά εξαπλώνει το μονάδικο άγριο στύλ του και με το ντεμπούτο single του στη Def Jam Get at Me Dog που γίνετε χρυσό σε χρόνο ρεκόρ στα rap dance charts κάνει όλο τον κόσμο να περιμένει εναγωνίως το full album. Έτσι και γίνετε και το It's Dark and Hell is Hot (με κύριο παραγωγό τον Swizz Beatz) που θα κυκλοφορήσει το 1998 κάνει το μεγάλο μπάμ που θα τον εκτινάξει στις υψηλότερες θέσεις στην rap σκηνή πουλόντας πάνω απο 4 εκατομμύρια κόπιες.

Έτσι κερδίζει απόλυτο σεβασμό και γίνετε ενας απο τους μεγαλύτερους rapper εν ζωη στην Ανατολική μεριά ενω το όνομα του συγκρίνετε ακόμα και με rapper θρύλους όπως ο 2 pac (!) . Δηλώνει πως ραπάρει για τις κυρίες και πως αν δεν ήταν ο καλύτερος στο rap θα το παράταγε τη ίδια στιγμή. Λίγο καιρό μετά απο αυτήν τη μεγάλη του επιτυχία το Μάιο του 1998 θα κατηγορηθεί για το βιασμό μίας striper στο Bronx όμως θα κριθεί αθώος μετά απο εξέταση DNA. Ενώ ξεκαθαρίζει αυτή η υπόθεση ο Earl αποφασίζει να κάνει το μεγάλο βήμα ως ηθοποιός εμφανιζόμενος στην ταινία Belly του Hype Williams. Αυτή η κίνηση είναι πολύ φιλόδοξη όμως ανεπιτυχής. Πρίν το τέλος του 1998 ο DMX έχει έτοιμο και κυκλοφορεί το δεύτερο album του. Με ενα προκλητικό και ωμο εξώφυλλο που δείχνει τον ίδιο καλυμμένο με αίμα το Flesh of My Flesh, Blood of My Blood βρίσκεται και πάλι σε πρώτη θέση στα charts και γίνετε τριπλά (!) πλατινένιο. Τον ερχόμενο χρόνο DMX αποφασίζει να ενώσει της δυνάμεις του με τα κορυφαία ονόματα της παγκόσμιας κοινότητας του rap Jay Z Method Man και Redman για το Hard Knock Life tour που σταματάει στο Denver με την κατηγορία εις βάρος του για επίθεση με μαχαίρι. Ο Earl βγαίνει καθαρός αλλά θα ξαναδημιουργήσει πρόβλημα μέσα στο ίδιο χρονικό διάστημα καθώς επιτείθετε άγρια σε κάποιον που ενοχλούσε δημόσια τη γυναίκα του όπως ισχυρίστηκε ο ίδιος. Για άλλη μια φορά θα αθωοθεί πληρώνοντας εγγύηση.

Τα προβλήματα στην ιδιωτική του ζωη όμως δεν σταματούν εδω. Μεγαλύτερες κατηγορίες φορτόνονται στο όνομα του το καλοκαίρι αυτό όταν ο θείος και manager του πυροβολείτε απο ατύχημα όπως παρουσιάζετε απο τον ίδιο τον DMX στο πόδι σε ενα ξενοδοχείο του New Jersey. Η Αστυνομία παίρνει ένταλμα έρευνας στο σπίτι του και βρίσκει στοιχεία για βαύνασο φέρσιμο σε κατοικίδια ζωα,όπλα και ποσότητα ναρκωτικών ουσιώνεναντίων αυτού και της γυναίκας του. Η καριέρα του όμως παρόλες αυτές τις δύσκολες συνθήκες δεν θα πάρει τον κατήφορο αλλα θα έχει και ανοδική πορεία καθώς η κλίκα που έχει δημιουργήσει με τον όνομα Ruff Ryders (που περιλαμβάνει μέσα ονόματα όπως :Eve ,the Lox και πολλές άλλες κορυφαίες συμμετοχές) κυκλοφορέι το album compilation Ryde or Die, Vol. 1. Δεν αργεί να πάρει την πρωτιά πανεύκολα και γίνετε η no 1 επιτυχία στα charts την άνοιξη του 1999.

Ο Earl Simmons θυμίζει ενα σύγχρονο Μίδα που ότι αγγίζει γίνετε χρυσός. Πριν το τέλος του 1999 ο DMX κυκλοφορεί αλλο ενα album το τρίτο στη σειρά παρακαλώ.Συνηθισμένος πλέον στις επιτυχίες βλέπει το And Then There Was X (ενα απο τα ποιο δημοφιλή album του στο ευρύ κοινό) να παίρνει ακόμα μια πρώτη θέση στα charts. Η επιτυχία όμως δε σταματά εδω.Η κυκλοφορία του single Part Up (Up in here) του δίνει την πρώτη θέση και στα R&B charts καθώς ακούγεται παντού και συνέχεια.Ακολουθούν και άλλα δημιφιλή τραγούδια όπως "What You Want" "What's My Name?" και η επιτυχία αυτών βοηθάει το album να γίνει rapperʼs best sellin και να ξεπεράσει τις 5 εκκατομύρια κόπιες (!) . Με αυτή την τεραστίων διαστάσεων επιτυχία ο Dark Man X θα βρεί την ευκαιρία να ξαναγυρίσει σε κάτι που αγαπάει πολύ ,τον κινηματογράφο με ενα πολύ καλό ρόλο στο έργο Romeo Must Die του Jet Lee. Εν τω μεταξύ θα βρεθέι απροετοίμαστος και αντιμέτοπος με το νόμο για άλλη μια φορά για οπλοκατοχή και ναρκωτικές ουσίες απο τις αστυνομικές αρχές του Westchester County τον Ιούνιο του 2000. Θα εμπλέξει ακόμα τον εαυτό του σε πολύωρη δικαστική μάχη με την αστυνομία της Cheektowaga, NY επειδή θα συλληφθεί να οδηγεί χωρίς δίπλώμα και υπο την επίρροια ναρκωτικών ουσιών. Αυτή τη φορά δεν θα τη γλιτώσει και θα περάσει 15 μέρες στη φυλακή. Όταν μαθαίνει οτι λόγω συμπεριφοράς δεω θα βγεί γρήγορα πετάει το δίσκο με το φαγητό του στους φύλακες μια πράξη που δηλώνει για μια φορά την απερισκεψία του. Αργοτερα εξαγοράζει τις κατηγορίες που τον βαρένουν και απελευθερώνεται ενω παράλληλα κάνει και μηνύσεις στους φύλακες ισχυριζόμενος οτι του προκάλεσαν τραυματισμους. Οχι πολύ καιρό μετα απο την απελευθέρωση του ο DMX παίρνει μέρος στην ταινία του Steven Seagal Exit Wounds που γνωρίζει τεράστια επιτυχία σπάζοντας ταμεία. Ακόμα πλαισιώνει το single No Sunshine που είναι και το επίσημο soundtrack της ταινίας και υπογράφει συμβόλαιο με τη Warner Bros μετά απο αυτή την επιτυχία. Λύνει τα επανηλημένα προβληματα που έχει με το νόμο δίνοντας υπόσχεση στον εαυτό και στους οπαδούς του πως θα είναι φρόνημος απο εδω και στο εξής. Επιστρέφει στο studio και βρίσκετε να γράφει το album The Great Depression. Αυτό κυκλοφορεί το 2001 και γίνετε το τέταρτο album που παίρνει την πρώτη θέση στα charts. Ενω γίνετε και πλατινένιο δεν θα έχει την ίδια απήχηση όπως οι προηγούμενες δουλέιές του. Το 2002 βρίσκει τον DMX να δημοσιεύει την βιογραφία του με τίτλο E.A.R.L.: The Autobiography of DMX ενω ηχογραφεί και πολλά τραγούδια με τον Audioslave των Rage Against The Machine. Μια απο αυτές τις συνεργασίες του το "Here I Come" θα είναι το τραγούδι που θα ακούστει στη νεα ταινία του DMX με τον Jet Lee με τίτλο Cradle 2 the Grave. Η ταινία όπως αναμενόταν ήρθε στην πρώτη θέση το Μάρτιο του 2003 και το soundtrack της έκανε την είσοδο του στα top ten.


HEY WERE MY NIGGAZ ARE????
Τίτλος:
Αποστολή από: isabella στις Ιουλίου 10, 2006, 01:32:12 ΜΜ
balland εγραψε

Παράθεση''METALLICA'' με πολυ respect!!!



Ποιός θα μπορούσε να το φανταστεί, όταν στις 28 Οκτωβρίου του 1981, ο ντράμερ Lars Ulrich έκανε στον κιθαρίστα/τραγουδιστή James Hetfield μια προσφορά που δεν μπορούσε να αρνηθεί: «Έχω ένα τραγούδι για την μπάντα μου κλεισμένο στην εταιρεία Metal Blade του Brian Slagel». Η αλήθεια είναι ότι ο Lars δεν είχε μπάντα εκείνη την εποχή, αλλά μόνο αφού ο James τον ακολούθησε. Οι δυο τους ηχογράφησαν το πρώτο τραγούδι σε ένα φτηνό κασσετοφωνάκι με τον James σε καθήκοντα τραγουδιστή, ρυθμικού κιθαρίστα και μπασίστα. Ο Lars έπαιζε ντράμς, βοηθούσε με την μουσική τοποθέτηση και δρούσε ως μάνατζερ. Ο φίλος και συγκάτοικος του Hetfield, Ron McGovney πείστηκε τελικά να αναλάβει μπασίστας και ο Dave Mustaine ανέλαβε καθήκοντα «πρώτής κιθάρας».

Το συγκρότημα υιοθέτησε το όνομα Metallica μετά από πρόταση ενος φίλου από την Βay Area, του Ron Quintana και αμέσως άρχισαν να παίζουν στο Los Angeles ως support για συγκροτήματα, όπως οι Saxon...

Τελικά, ηχογράφησαν ένα demo με το όνομα: «No Life Til Leather», το οποίο είδαν να γίνεται περιζήτητο μεταξύ των metal κασσετοβιομηχανιών που δρούσαν «υπογείως» και ιδιαίτερα στο San Francisco και την Nέα Υόρκη. Οι Metallica έδωσαν δύο συναυλίες στο San Francisco και βρήκαν το κοινό περισσότερο φιλικό και πιο ειλικρινές από αυτό του L.A.. Επίσης, συνάντησαν το ανερχόμενο συγκρότημα Travma και πιο συγκεκριμένα τον μπασίστα τους Cliff Burton. Ο Cliff αρνήθηκε να μετακομίσει στην Βόρεια California – αυτό αρκούσε για να πειστούν οι Metallica να μετακομίσουν στην Bay Area – και ο Cliff τους ακολούθησε.

Στην Νέα Υόρκη, ένα αντίγραφο του «No Life Til Leather» βρέθηκε στο δισκοπωλείο του Jon Zazula με το όνομα Metal Heaven. Ο Zazula αμέσως «έκλεισε» τους Metallica για συναυλίες στα ανατολικά και για να ηχογραφήσουν έναν δίσκο. Το συγκρότημα κατάφερε να πάει στη Νέα Υόρκη με ένα κλεμμένο φορτηγό (U-Haul). Ο Dave Mustaine, ο κιθαρίστας του συγκροτήματος τότε, αποδείχτηκε περισσότερο προβληματικός από όσο μπορούσαν να ανεχτούν. Έτσι, μερικές εβδομάδες μετά την άφιξή τους, τον έστειλαν να πακετάρει και ο συνεργάτης τους Mark Whitakker πρότεινε τον Kirk Hammett από το Thrash συγκρότημα της Bay Area, Exodus. Δύο τηλεφωνήματα και μια πτήση αργότερα, την 1η Απριλίου του 1983, ο Kirk Hammett έγινε μέλος των Metallica.



Το πρώτο άλμπουμ των Metallica «Kill Έm All», κυκλοφόρησε στα τέλη του 1983, και μερικές «άγριες» περιοδίες αρκούσαν για να τους κάνουν διάσημους σε Αμερική και Ευρώπη. Το 1984 συνεργάστηκαν με τον παραγωγό Flemming Rassmussen, στην Κοπεγχάγη, στα Sweet Silence Studios για το δεύτερο άλμπουμ τους. Το «Ride The Lightning» απέδειξε ότι οι Metallica δεν ήταν απλώς ένα thrash συγκρότημα που θα χανόταν – ο στίχος και η μουσική τους μαρτυρούσαν μια ωριμότητα και μια ένταση, γεγονός που τους έκανε βασικό στόχο του management της QPrime και της μεγάλης δισκογραφικής Elektra. Και οι δύο συμφωνίες «έκλεισαν» έως το φθινόπωρο του 1984 και η φήμη τους συνέχισε να μεγαλώνει παγκοσμίως. Επιστρέφοντας στο ίδιο στούντιο το 1984, το συγκρότημα ηχογράφησε το «Master of Puppets» μιξάρωντάς το στο Λος Άντζελες με τον Michael Wagner και το οποίο κυκλοφόρησε στις αρχές του 1986. Γρήγορα «ασφάλισαν» μια περιοδεία με τον Ozzy Osbourne, γεγονός που – σε συνδυασμό με την θέση του άλμπουμ στα 30 πρώτα – έδωσε ένα τρομερό «άλμα» στην φήμη και των αριθμό των θαυμαστών τους. Αυτό που φαινόταν τόσο απίθανο ηταν περισσότερο κοντά από ποτέ στην πραγματοποίηση – Παγκόσμια Κυριαρχία!

Στις 27 Σεπτεμβρίου 1986 αυτό το όνειρο δέχτηκε το μεγαλύτερο χτύπημα όλων. Κάπου στη Σουηδία, σε ένα νυχτερινό ταξίδι, το λεωφορίο της περιοδείας τους βγήκε εκτός ελέγχου και αναποδογύρισε, με τραγική κατάληξη το θάνατο του Cliff Burton. Η επιρρόη του στη μουσική ανάπτυξη του συγκροτήματος ήταν τεράστια. Ήταν αδύνατον να φανταστούν τους Metallica χωρίς αυτόν. Όμως ούτε και ο Cliff δεν θα ενδιαφερόταν για άτομα που θα τα παρατούσαν με την πρώτη δυσκολία. Έτσι, μετά από μια σύντομη, αλλά επίπονη, περίοδο πένθους οι Lars, James και Kirk αποφάσισαν να το «πολεμίσουν». Ο Jason Newsted επιλέχτηκε, ανάμεσα απο 40 υποψήφιους, να είναι ο νέος μπασίστας τους – ο γεννημένος στο Michigan μπασίστας εγκατέλειψε την περιοχή της Arizona, Flotsam & Jetsam και άρπαξε την «ευκαιρία της ζωής του». Το κουαρτέτο αμέσως ξεκίνησε για περιοδεία και έπειτα γρήγορα ηχογράφησε ένα ΕΡ με διασκευές με τον τίτλο: «Garage Days Re-Revisited» (H μπάντα πράγματι έκανε όλη την δουλειά στο γκαράζ του Lars!!!).

Με τον Jason να έχει πλήρως ενταχθεί, το συγκρότημα επέστρεψε και ηχογράφησε το τέταρτο ολοκληρωμένο άλμπουμ του «... And Justice For All», που κυκλοφόρησε τον Αύγουστο του 1988. Η «έκρηξη» που υπέβοσκε για αρκετό καιρό τελικά συνέβη. Το άλμπουμ τους έφτασε στο νούμερο 6 των Αμερικανικών Charts, πήρε μια υποψηφιότητα για Grammy στην κατηγορία για το Καλύτερο Metal/Hard Rock Αλμπουμ, το συγκρότημα κυριολεκτικά «εκτόξευσε» τους Van Halen εκτός σκηνής στη διάρκεια της Monsters Of Rock περιοδείας και έπειτα ξεκίνησαν μια τεράστια παγκόσμια περιοδεία. Ηταν εκείνη η περίοδος που τελικά ασχολήθηκαν με τον τομέα των video, αν και οι σκηνές για το «One» ήταν σίγουρα οι πιο αντι-video σκηνές για την εποχή τους. Το συγκρότημα ξαναπήρε τους δρόμους και άρχισε εκτεταμένες περιοδίες σε όλα τα μέρη του κόσμου. Από το άλμπουμ τους: «... And Justice For All» βγήκαν δύο αμερικανικά singles και άρχισε το πρώτο εγχείρημα του συγκροτήματος στα μουσικά video για το τραγούδι τους «One».

Το 1991 οι Metallica κυκλοφόρησαν το ομόνυμο άλμπουμ που είναι γνωστό και σαν «Black Album» και είδαν την φήμη τους να φτάνει σε απίθανα ύψη. Με νέο παραγωγό τον Bob Rock, αυτή η δουλειά τους ήταν μια διακριτίκη «αναχώρηση» από την προηγούμενη, με μικρότερα – σε διάρκεια – τραγούδια, έναν πιο ολοκληρωμένο ήχο και πιο απλές συνθέσεις. Κατέκτησε αμέσως την κορυφή σε όλον τον κόσμο, έμεινε εκεί για αρκετές εβδομάδες και κατάφερε πωλήσεις 15 εκατομμυρίων αντιτύπων παγκοσμίως, βγάζοντας αρκετά singles, καθώς επίσης κερδίζοντας ενα Grammy και ένα MTV American Music Award. Το συγκρότημα περιόδευε για περίπου 3 χρόνια, πραγματοποιώντας μια σόλο περιοδεία: «An Evening With Metallica», συνεργάστηκαν με τους Guns N’ Roses και εμφανίστηκαν σαν headliner σε πολλά φεστιβάλ. Αυτό σήμαινε ότι ως το φθινόπωρο του 1993 τα τέσσερα μέλη είχαν «διαλυθεί» σωματικά και πνευματικά.

Σχεδόν τέσσερα χρόνια θα περάσουν έως ότου το επόμενο άλμπουμ των Metallica θα κυκλοφορήσει. Ονομάζονταν «Load» και ηχογραφήθηκε στο studio The Plant στην California. Ήταν το μεγαλύτερο άλμπουμ τους – έως τότε – με 14 τραγούδια και μαρτυρούσε μερικές σημαντικές αλλαγές για την μπάντα. Με παραγωγό τον Bob Rock, το υλικό τους ήταν χαλαρό, δυνατό και εκλεκτικό, ο ήχος στιβαρός και η εικόνα τους άλλαξε και τους διαχώρισε από την «Black Album» εποχή. Τόσα πολλά τραγούδια προέκυψαν από τις πρόβες που – ως αποτέλεσμα – ένα δεύτερο άλμπουμ ακολούθησε το 1997. Η περιοδεία του «Load» ήταν φαντασμαγορική, περιλαμβάνοντας προηγμένη τεχνολογία, κασκαντέρ, δύο σκηνές και «επική» δίωρη ερμηνεία. Οποιεσδήποτε αμφιβολίες υπήρχαν εξανεμίστηκαν και παρόλο που το «Load» ποτέ δεν θα μπορούσε να φτάσει τις πωλήσεις του «Black Album», έγινε ένα πολύ επιτυχημένο άλμπουμ με την «αξία» του.

Το 1998, το συγκρότημα μάζεψε όλα τα παλιά B-sides, τις διασκευές και τα δύο προηγούμενα «Garage Days» και κλειστήκαν στο studio The Plant για να ηχογραφήσουν και 11 νέες διασκευές. Ηλεκτρικός, ενθουσιώδης και ωμός, ο διπλός δίσκος «Garage Inc.», ήταν μια σημαντική υπενθύμιση ότι, παρ’όλη την επιτυχία, η καρδιά των Metallica άνηκε ακόμη στην μουσική. Αυτό αποδείχτηκε και αργότερα, όταν το 1999, με μαέστρο/ενορχηστρωτή τον Michael Kamen, οι Metallica συμμετείχαν σε μια συνεργασία με την συμφωνική του San Francisco φέρνοντας μια νέα διάσταση σε κλασσικό υλικό. Κάθε πιθανός σκεπτικισμός για το project χάθηκε μέσα σε δύο βράδια, τον Απρίλιο στο Berkeley Community Theater το οποίο αποδείχτηκε ορόσημο στην ιστορία του γκρούπ. Η ρύθμιση των τραγουδιών όπως το «Master Of Puppets» έδωσε στα συμφωνικά όργανα την ευκαιρία να «εκραγούν» στον χώρο και να τον «γεμίσουν» με μεγαλύτερο, βαρύτερο ήχο από κάθε άλλη φορα που δεν είχαν καμμία σχέση με το αρχικό υλικό. Έχοντας ηχογραφήσει και βιντεοσκοπήσει τα shows – σε περίπτωση που πετύχαιναν το επιθυμητό αποτέλεσμα, οι Metallica κυκλοφόρησαν το «S & M» double-disc και DVD στο τέλος του 1999, σημειώνοντας άλλο ένα σημαντικό κεφάλαιο σε ένα Hall of Fame – κάτι σαν ιστορία. Το καλοκαίρι του 2000, οι Metallica έκαναν καινούρια βήματα, υιοθετώντας την ελευθερία από ότι την συντηρητικότητα, αποδεικνύοντας ότι ήταν δυνατόν να συγκεντρώσεις και να κατευθύνεις την δικιά σου περιοδεία, χωρίς να προωθείς έναν δίσκο. H «Summer Sanitarium» περιοδεία, με την επιστροφή του Hetfield, ήταν μια τεράστια επιτυχία και η αγωνία μεγάλωνε σχετικά με το πότε το συγκρότημα θα έμπαινε στο studio ξανά.

Η αγωνία αντικαταστάθηκε από φόβο όταν, στην αλλαγή του 2001, μετά από πολλές φήμες, ο Jason Newsted εγκατέλειψε το γκρούπ. Κανένας λόγος δεν μπορεί να δικαιολογήσει την αιτία, παρά από μερικά μακροχρόνια ζητήματα που σιωπηλά δημιουργήθηκαν πίσω από τις αρχικές αιτίες. Φυσικά, πολλοί υπέθεσαν ότι αυτό προμήνυε τη διάλυση της μπάντας, γεγονός όμως που απλώς προσέφερε έναν νέο αγωγό σε καινούρια επίπεδα δημιουργικότητας και κατανόησης. Tο συγκρότημα αντιλήφθηκε ότι έπρεπε να γίνει περισσότερη δουλειά, τόσο στις προσωπικές όσο και στις δημιουργικές τους σχέσεις και έτσι πέρασαν το πρώτο μισό του 2001, αναζητώντας αυθόρμητους τρόπους έρευνας μέσα και έξω από το studio. Έπαιζαν μουσική σε ένα παλιό, πρώην στρατώνα ονόματι Presidio, αυτοσχεδιάζοντας όλοι μαζί και αποφάσισαν να μην βιαστούν να βρούν νέο μέλος, επιλέγοντας να χρησιμοποιήσουν τον παραγωγό Bob Rock σε ρόλο μπασίστα.

Στα μέσα του 2001, ο James Hetfield έφτασε σε μια φάση της ζωής του όπου ένιωθε ξεκούραστος και συγκεντρωμένος ξανά, όχι μόνο για να συνεχίσει, αλλά για να επιτύχει. Αυτό σήμαινε ότι για πολλούς μήνες τα μέλη των Metallica πέρασαν από πολλά στάδια εσωτερικής αναζήτησης για τους εαυτούς τους, για το συγκρότημα και τις ζωές τους, και σαν μέλη της μπάντας άλλα και σαν άνθρωποι. Τα αποτελέσματα εμφανίστηκαν με δύο τρόπους: όταν ξανα-μαζεύτηκαν την άνοιξη του 2002 υπήρχε μεγαλύτερος σεβασμός και εκτίμηση μεταξύ τους, περισσότερο από κάθε άλλη φορά. Και ήταν τελικά έτοιμοι να κάνουν ένα νέο άλμπουμ, ελεύθερο από εξωτερικές και εσωτερικές προσδοκίες και ανεξάρτητο από όλους.

Μόλις εγκαταστήθηκαν στο νέο τους «αρχηγείο», το συγκρότημα ξεκίνησε την δημιουργία του άλμπουμ «St. Anger» με τον Bob Rock. Οι προηγούμενες συναντήσεις τους στο Presidio τους βοήθησαν να μορφοποιήσουν την ελεύθερη σκέψη και έκφραση που ανυπομονούσε να «βγεί προς τα έξω», αλλά κανείς, τουλάχιστον απο τους ίδιους, δεν μπορούσε να ξέρει πόσο άγριο, ωμό και γεμάτο πάθος θα ήταν το υλικό του «St. Anger». Με τον Rock να προσφέρει άμεση υποστήριξη, τους στίχους να είναι γραμμένοι από όλους, το «γράψιμο» να είναι μοιρασμένο και η ερμηνεία απελευθερωμένη και αυθόρμητη καθώς επίσης και μια στροφη 180 μοιρών από τους μήνες κοψίματος και διορθώσεων κατά την ηχογράφηση – που είχε γίνει η σύνηθης διαδικασία στο παρελθόν. Αυτοί οι Metallica ήταν περίφανοι, σίγουροι, γεμάτοι εκτίμηση, σεμνοί, πεινασμένοι, ακραίοι, θυμωμένοι και επίσης χαρούμενοι. Αγχωμένοι; Βέβαια, λίγο, αλλά και αυτό ήταν καλό, αφού τους οδήγησε σε νέα μέρη και δημιουργικά κατορθώματα που τους ευχαριστούσε.

Ήταν το φθινώπορο του 2002, τότε που το συγκρότημα αποφάσισε ότι ήταν ώρα να ψάξουν για νέο μπασίστα και μετά από μερικές «κλειστές» οντισιόν, με προσωπικές προσκλήσεις για ένα διάστημα μερικών μηνών, ο πρώην μπασίστας των Suicidal Tendencies/Ozzy Osbourne Robert Trujillo επιλέχτηκε να είναι το νέο μέλος του συγκροτήματος. Σημείωση: μέλος. Όχι μπασίστας, ή αντικαταστάτης. Αλλά, μέλος του συγκροτήματος. Όλη του η συμπεριφορά: χαρά, ηρεμία, θέρμη, ενθουσιασμός, αναμεμειγμένο με τα πάνω από 15 χρόνια εμπειρίας και με ένα άγριο στύλ στο παίξιμό του, έκαναν τον Robert τη μοναδική φυσική επιλογή.

Και έτσι καθώς θα διαβάζετε αυτα, το «St. Anger» έχει ολοκληρωθεί, οι προσδοκίες φτάνουν σε επίπεδα που ούτε το ίδιο το συγκρότημα μπορούσε να το πιστέψει και υπάρχει ο ενθουσιασμός της πρώτης κανονικής περιοδείας μετά την Summer Sanitarium περιοδεία του 2000. Κοιτώντας τους, ακούγοντάς τους και βλέποντάς τους ο Lars, o Kirk, o Robert και o James φαίνονται ενθουσιασμένοι, παιδιά, άνδρες που δεν περιμένουν την στιγμή να βγούν από το σπίτι, να πάνε και να προκαλέσουν ακουστική κοσμοχαλασιά. Γιατί; Επειδή μπορούν! Οι Metallica είναι έτοιμοι να φτάσουν σε ένα εντελώς νέο επίπεδο... και αυτή είναι μια ιστορία που ΣΙΓΟΥΡΑ θα έχει συνέχεια...
Τίτλος:
Αποστολή από: isabella στις Ιουλίου 10, 2006, 01:51:45 ΜΜ
balland εγραψε
ΠαράθεσηIron Maiden

Αρχέτυπο συγκρότημα της δεύτερης γενιάς του heavy metal, οι Iron Maiden, όπως και οι Black Sabbath, στήριξαν την καριέρα τους στις περιοδείες και στη σκηνική τους παρουσία που είχε θεατρικό χαρακτήρα. Το γκρουπ σχηματίστηκε στο δυτικό Λονδίνο το 1976 από τον μπασίστα και συνθέτη Steve Harris και τον κιθαρίστα Dave Murray από το punk συγκρότημα Secret. Το εισιτήριό τους για τη δισκογραφία ήρθε έπειτα από δύο χρόνια με το E.P. "The Soundhouse Tapes" που τους εξασφάλισε συμβόλαιο συνεργασίας με την EMI. Το 1981 κυκλοφόρησαν το επώνυμο ντεμπούτο τους που έφτασε στο Top 10 με τρία σινγκλ-επιτυχίες: "Running Free", "Sanctuary" και "Women In Uniforms". Την ίδια περίοδο αποχώρησε από το γκρουπ ο ντράμερ Sampson. Στο δεύτερο άλμπουμ, το "Killers" (1981), τα φωνητικά ανέλαβε ο Paul Di' Anno. Ακολούθησε το "Number Of The Beast" (1982), που ήταν και το πρώτο που έφτασε στο Νο 1, και η θεματολογία του ήταν δανεισμένη από το βιβλίο του σατανιστή Aleister Crowley. Ο ήχος του γκρουπ βελτιώθηκε με την προσχώρηση σε αυτό του βετεράνου ντράμερ Nicko McBrain από τους Trust και του κιθαρίστα Andrian Smith. Με τη νέα σύνθεση κυκλοφόρησαν το 1983 το "Piece Of Mind", που τους άνοιξε το δρόμο για την αμερικανική αγορά, καθώς και δύο επιτυχημένα σινγκλ ("Flight Of Icarus" και "The Trooper"). Τον επόμενο χρόνο ξεκίνησαν μια περιοδεία-μαμούθ, στο πλαίσιο της οποίας έδωσαν περισσότερες από 200 συναυλίες για να υποστηρίξουν τις πωλήσεις του επερχόμενου άλμπουμ "Powerslave" (1984). Μετά το τέλος της περιοδείας τους κυκλοφόρησαν και το διπλό, ζωντανά ηχογραφημένο "Live After Death" (1985). Οι επιρροές του Harris από "φουτουριστικούς" συγγραφείς, όπως οι Robert Heinlein και Alan Sillitoe, ήταν εμφανείς στο επόμενο άλμπουμ ("Somewhere In Time", 1986). Το 1988 εξέδωσαν το όγδοο κατά σειρά άλμπουμ τους, το "Somewhere In Time", το οποίο τους έφερε ξανά στην κορυφή των βρετανικών τσαρτ, καθώς και τρία επιτυχημένα σινγκλ ("Can I Play With Madness", "Evil That Men Do" και "The Clairvoyant"). Ο Adrian Smith αποχώρησε τον επόμενο χρόνο και αντικαταστάθηκε από τον Jannick Gers, ενώ στα τέλη του 1989 μπήκαν στο στούντιο για την ηχογράφηση του "No Prayer For The Dying" (1990). Η πορεία τους συνεχίστηκε με μια σειρά από παρόμοια άλμπουμ. Ο Dickinson αποχώρησε το 1993 και επέστρεψε πανηγυρικά το 1999 μαζί με τον Smith. Το 2000 κυκλοφόρησε το "Brave New World" και το 2003 το δέκατο τρίτο στούντιο άλμπουμ τους "Dance Of Death".






Shadowlord  εγραψε

ΠαράθεσηΦιλε balland μια διορθωση σε κατι που ειδα τωρα..Ο Paul Di Anno ειχε αναλαβει τα φωνητικα απο το πρωτο cd των Iron Maiden,το ομονυμο.Δεν πρωτοεμφανιστηκε στο δευτερο.



Up the irons!Hail!