Ο όρος Αστεροειδής προσδιορίζει μικρά σώματα του Ηλιακού Συστήματος, που είναι σε τροχιά γύρω απ' τον Ήλιο. Η συντριπτική πλειονότητα των αστεροειδών είναι συγκεντρωμένη σε δύο Ζώνες: στην Κύρια Ζώνη των Αστεροειδών και στη Ζώνη Κάιπερ (Kuiper Belt). Οι αστεροειδείς θεωρούνται κατάλοιπα απ' το σχηματισμό του Ηλιακού Συστήματος και υπολογίζεται ότι υπάρχουν εκατομμύρια.
Με πολύ απλά λόγια, μπορούμε να περιγράψουμε τους αστεροειδείς σαν τεράστιους βράχους σε τροχιά γύρω απ' τον Ήλιο. Το μέγεθός τους ποικίλλει από λίγες δεκάδες μέτρα μέχρι εκατοντάδες χιλιόμετρα. Τα μικρότερα σώματα σε περιηλιακή τροχιά ονομάζονται μετεωροειδείς. Συνήθως οι αστεροειδείς έχουν ακανόνιστο σχήμα που μοιάζει με πατάτα, οι μεγαλύτεροι όμως έχουν σφαιρικό ή ελλειπτικό σχήμα, καθώς η βαρύτητα που δημιουργεί η μάζα τους στην επιφάνειά τους υπερισχύει.
Σύμφωνα με το ψήφισμα 5Α της 26ης Συνόδου της Διεθνούς Αστρονομικής Ενώσεως (2006), οι σχεδόν σφαιρικοί αστεροειδείς ονομάζονται στο εξής και νάνοι πλανήτες. Οι αστεροειδείς της Κύριας Ζώνης αποτελούνται κυρίως από πυριτικούς βράχους και μέταλλα. Ο 1 Δήμητρα (Ceres) αποτελεί εξαίρεση, καθώς ένα μεγάλο μέρος του είναι πάγος νερού. Αντιθέτως, οι αστεροειδείς της Ζώνης Κάιπερ αποτελούνται κυρίως από πάγους (π.χ. παγωμένα αέρια). Υπολογίζεται ότι υπάρχουν εκατομμύρια αστεροειδείς στο Ηλιακό Σύστημα, κι απ' αυτούς μέχρι τον Οκτώβριο του 2005 είχαν καταγραφεί οι 299.733, με τους 118.161 από αυτούς επίσημα καταγραμμένους σε καταλόγους
Οι περισσότεροι αστεροειδείς της Κύριας Ζώνης βρίσκονται στην Ζώνη των Αστεροειδών, μια περιοχή ανάμεσα στις τροχιές του Άρη και του Δία και σε απόσταση περίπου 3 αστρονομικές μονάδες (AU) απ' τον Ήλιο. Υπάρχουν όμως και αλλού, όπως στα σημεία Λαγκράντζ του Δία και του Άρη, την κίνηση των οποίων ακολουθούν. Τέτοιοι αστεροειδείς ονομάζονται «μέλη της Τρωικής Ομάδας» ή Τρώες. Οι δυο φυσικοί δορυφόροι του Άρη, Φόβος και Δείμος, είναι αστεροειδείς που μπήκαν σε τροχιά γύρω απ' τον πλανήτη. Κάποιοι απ' τους αστεροειδείς έχουν και οι ίδιοι μικρούς δορυφόρους, ενώ έχουν ανακαλυφθεί και κάποια τριπλά συστήματα.
Οι αστεροειδείς της Ζώνης Κάιπερ βρίσκονται πέρα από την τροχιά του Ποσειδώνος, και για το λόγο αυτό είναι γνωστοί και με τη γενική ονομασία Υπερποσειδώνεια Αντικείμενα (Transneptunian Objects, TNOs), στην οποία και παραπέμπουμε για περισσότερα.
[size=9](wikipedia)[/size]
Η συνολική μάζα των αστεροειδών της Κύριας Ζώνης δεν είναι μεγάλη. Ο μεγαλύτερος, και πρώτος που ανακαλύφθηκε, ο 1 Δήμητρα με διάμετρο περίπου χίλια χιλιόμετρα, έχει μάζα περίπου ίση με το 40% όλων των αστεροειδών της Κύριας Ζώνης, που υπολογίζεται ότι είναι γύρω στο 3-4% της μάζας της Σελήνης. Οι εφτά μεγαλύτεροι αστεροειδείς έχουν μάζα όσο το 70% του συνόλου. Αντιθέτως, οι αστεροειδείς της Ζώνης Κάιπερ έχουν πολύ μεγαλύτερη συνολική μάζα, αλλά και οι μεγαλύτεροι από αυτούς έχουν πολύ μεγαλύτερη μάζα και διάμετρο από τους μεγαλύτερους αστεροειδείς της Κύριας Ζώνης]Τα μεγαλύτερα γνωστά μέλη της Ζώνης Κάιπερ στην πραγματικότητα είναι η 136199 Έρις (πρώην 2003 UB313 ή «Ζήνα») και ο νάνος πλανήτης (και πρώην ένατος πλανήτης του Ηλιακού Συστήματος) 134340 Πλούτωνας.[/color]
Είναι δύσκολο να δοθεί ένας σαφής και τελικός ορισμός για το τι είναι ένας αστεροειδής, καθώς οι διαστάσεις, η σύνθεση και οι τροχιές τους ποικίλλουν. Σε γενικές γραμμές, αστεροειδείς θεωρούνται τα μικρά σώματα σε τροχιά γύρω απ' τον Ήλιο, που μια τους διάσταση είναι μεγαλύτερη από περίπου πενήντα μέτρα (για να διακρίνονται απ' τους μετεωροειδείς) και μικρότερη από 2.500 χιλιόμετρα (ώστε να διακρίνονται από τους πλανήτες), η δε σύνθεσή τους βασίζεται κυρίως στο πυρίτιο, τον άνθρακα και το σίδηρο (για να διακρίνονται απ' τους κομήτες, που αποτελούνται κυρίως από «βρώμικο πάγο»). Ο όρος αστεροειδής («σαν άστρο») χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά απ' τον Ουίλιαμ Χέρσελ το 1802. Δεν σημαίνει ότι οι αστεροειδείς έχουν κάποια κοινά χαρακτηριστικά με τους αστέρες, αλλά απλώς ότι στα τηλεσκόπια της εποχής οι αστεροειδείς φαίνονταν σαν απλά σημεία φωτός όπως και τα αστέρια, και όχι ως μικροί «δίσκοι», όπως οι πλανήτες
Ο πρώτος αστεροειδής, ο 1 Δήμητρα, ανακαλύφθηκε τυχαία την Πρωτοχρονιά του 1801 απ' τον Τζουζέπε Πιάτζι, που στην αρχή νόμιζε ότι είχε ανακαλύψει ένα καινούργιο άστρο. Η απόσταση του αντικειμένου υπολογίστηκε απ' τον Καρλ Φρίντριχ Γκάους κάπου ανάμεσα στον Άρη και το Δία. Τα επόμενα έξι χρόνια ανακαλύφθηκαν άλλοι τρεις αστεροειδείς, οι 2 Παλλάς, 3 Ήρα (Juno) και 4 Εστία (Vesta). Λόγω του μικρού τους μεγέθους, όμως, και της τυχαίας κατανομής τους στο χώρο, η ανακάλυψή τους ήταν δύσκολη κι έτσι, μετά από μερικά χρόνια άκαρπων προσπαθειών, η έρευνα για νέους αστεροειδείς εγκαταλείφθηκε. 38 χρόνια αργότερα, ο Καρλ Λούντβιχ Χένκε, που είχε συνεχίσει την έρευνα, ανακάλυψε τον 5 Αστραία και δυο χρόνια μετά τον 6 Ήβη. Έτσι ανανεώθηκε το ενδιαφέρον, κι η μόνη χρονιά μέχρι σήμερα που δεν ανακαλύφθηκαν καινούργιοι αστεροειδείς ήταν το 1945. Το 1891 ο Μαξ Βολφ είχε την έμπνευση να χρησιμοποιήσει φωτογραφίες του ουρανού με μεγάλο χρόνο έκθεσης, στις οποίες το ίχνος των αστεροειδών εμφανιζόταν σαν γραμμή, σε αντίθεση με τα σταθερά άστρα. Αυτό οδήγησε σε επανάσταση στον τομέα, με 248 αστεροειδείς να ανακαλύπτονται μόνο από τον ίδιο, αριθμός ίσος με αυτούς που είχαν ανακαλυφθεί στα ενενήντα χρόνια που προηγήθηκαν. Μέχρι το τέλος του εικοστού αιώνα, είχαν ανακαλυφθεί και καταγραφεί σε καταλόγους μερικές χιλιάδες αστεροειδείς, χωρίς ωστόσο ιδιαίτερη επιμονή στην καταγραφή τους λόγω του μεγάλου αριθμού τους.
Μετά το 1990 το ενδιαφέρον για τους αστεροειδείς αναθερμάνθηκε, κυρίως λόγω της ανησυχίας για μια πιθανή σύγκρουση ενός απ' αυτούς με τη Γη, πράγμα που θα είχε καταστροφικές συνέπειες. Έτσι ξεκίνησε μια προσπάθεια για εντοπισμό, καταγραφή και υπολογισμό της τροχιάς όσο το δυνατόν περισσότερων αστεροειδών, τόσο με συσκευές σε τροχιά όσο και με γήινα τηλεσκόπια. Η έρευνα αυτή έχει μέχρι στιγμής χαρτογραφήσει εκατοντάδες χιλιάδες αστεροειδείς, απ' τους οποίους 600 έχουν διάμετρο πάνω από ένα χιλιόμετρο και 3353 έχουν τροχιές που μπορούν να τους φέρουν κοντά στη Γη.
Κάθε αστεροειδής του οποίου η ύπαρξη έχει επιβεβαιωθεί παίρνει έναν αύξοντα αριθμό ανακάλυψης. Μέχρι να γίνει αυτό, του δίνεται ένας προσωρινός αριθμός που αποτελείται απ' το έτος ανακάλυψης, έναν κώδικα δυο γραμμάτων που δηλωνει την εβδομάδα του χρόνου που έγινε η ανακάλυψη, και έναν η δύο αριθμούς αν περισσότεροι από ένας αστεροειδείς ανακαλύφθηκαν την ίδια εβδομάδα. Μετά την επαλήθευση της τροχιάς του, ο κωδικός του αποτελείται από τον αύξοντα σε παρένθεση ακολουθούμενο απ' τον προσωρινό αριθμό, π.χ. (3360) 1981 VA, που ήταν και ο πρώτος αστεροειδής για τον οποίο δεν χρησιμοποιήθηκε κάποιο όνομα. Ο αύξοντας αριθμός συνήθως χρησιμοποιείται μαζί με το όνομα του αστεροειδή, όταν αυτό υπάρχει.
Στα πρώτα χρόνια της ανακάλυψής τους, οι αστεροειδείς έπαιρναν ονόματα Ελληνικών ή Ρωμαϊκών θεοτήτων, ή άλλων μυθολογικών προσώπων. Λόγω του πλήθους τους όμως, οι αστρονόμοι κάποια στιγμή ξέμειναν από ονόματα. Επειδή η επιλογή του ονόματος του αστεροειδή ανήκει σε αυτόν που ανακάλυψε, κι επειδή είναι τόσο πολλοί σε πλήθος, συχνά οι αστρονόμοι δίνουν ονόματα πόλεων, τα δικά τους ονόματα, των παιδιών τους ή ακόμα και κάποιου κατοικίδιου. Υπάρχουν αστεροειδείς με ονόματα παρμένα από ταινίες και τηλεοπτικές σειρές, όπως ο 13681 Monty Python, ο 9007 James Bond, ο 9777 Enterprise κι ο 2309 Mr. Spock, γνωστών τραγουδιστών όπως ο 4147 Lennon και ο 4148 McCartney και προσωπικοτήτων, όπως ο 1772 Gagarin, o 5535 Annefrank κι ο 7100 Martin Luther.