Παύλος Σιδηρόπουλος 1948-1990
Ο Παύλος Σιδηρόπουλος o σημαντικότερος εκπρόσωπος της Ελληνικής ροκ, ήταν δισέγγονος του Ζορμπά και ανηψιός της Ελλης Αλεξίου. Σε αυτές τις δύο διαφορετικές του ρίζες έβλεπε την αιτία της συνύπαρξης σε αυτόν του rocker και του σκεπτικιστή.
Ο Π.Σ. γεννήθηκε στις 20/7/1948 στην Αθήνα και ως τα επτά του χρόνια έζησε στην Θεσσαλονίκη. Ο πατέρας του είχε έρθει από τον Πόντο και κατέληξε στην Αθήνα όπου άνοιξε εργοστάσιο παραγωγής χαρτιού για φωτογραφίες.
Ξεκίνησε την καριέρα του το 1970 από τη Θεσσαλονίκη όπου είχε πάει για σπουδές στο Μαθηματικό. Εκεί γνωρίζει τον Παντελή Δελληγιαννίδη (κιθαρίστα των Olympians) και φτιάχνουν το ντουέτο "Δάμων και Φιντίας". Κυκλοφορούν το 7" "Το ξέσπασμα/Ο κόσμος τους" και συμμετέχουν με δύο κομμάτια στο δίσκο "Ζωντανοί στο Κύτταρο".
Στο Κύτταρο γνωρίζονται και με τα "Μπουρμπούλια" που έπαιζαν με τον Σαββόπουλο. Το ντουέτο ενσωματώνεται με τα "Μπουρμπούλια" και το νέο σχήμα (Π.Σ., φωνή, Παντελής Δελληγιαννίδης,κιθάρα, Νίκος Τσιλογιάννης, ντραμς, Βασίλης Ντάλας, μπάσο) βγάζει ένα 7", το "Ο Ντάμης ο ληστής" λογοκριμένο σε "Ο Ντάμης ο σκληρός". Μαζί είναι από το 1972 εώς το 1974.
Με αυτό το σχήμα ο Παύλος Σιδηρόπουλος άρχισε τα πρώτα του πειράματα για να παντρέψει το ροκ με την Ελληνική μουσική.Ο Πάνος Ηλιόπουλος γράφει χαρακτηριστικά στο σημείωμα του δίσκου "Τα μπλουζ του πρίγκιπα"]
ΜΕΤΑΘΑΝΑΤΙΑ ΚΑΡΙΕΡΑ
Τον επόμενο χρόνο οι Απροσάρμοστοι κυκλοφορούν τον δίσκο "Αντε και καλή τύχη μάγκες", όπου ορισμένα τραγούδια είχε προλάβει να τα ηχογραφήσει ο Π.Σ. και τα υπόλοιπα τα ερμήνευαν διάφοροι καλλιτέχνες.
Το 1992 κυκλοφορεί ο δίσκος "Τα μπλουζ του πρίγκηπα". Ο δίσκος αυτός περιέχει πειραματικές ηχογραφήσεις, που γίναν από το 1979 ως το 1981. Ηταν ο καρπός των προσπαθειών που είχαν ξεκινήσει από το 1972. Εδώ ο Π.Σ. παντρεύει το μπλουζ με το ρεμπέτικο. Ο Πάνος Ηλιόπουλος γράφει στο σημείωμα του δίσκου]
Blues
Κρυμένη θα 'ναι η ψυχή
κι αυτό το βράδυ
ιδρώτας, βρίσκεις αγκαλιά ερωτική
χαρακτηριστικά γνωστά
μα άγνωστο χάδι
σε κάποιο μπαρ, σε κάποιο μαγαζί
Τις περισσότερες φορές
το περπατάς μονάχος
μα τούτη η νύχτα
είναι δύσκολη να βγει
διαλέξεις σε διαλέξουνε
δεν θα υπάρχει λάθος
ίδιο νερό άλλη πηγή
Μ' ένα σουγιά άγρια μεσάνυχτα
χωρίς πολλά πολλά γιατί
χωρίζεις τα όμορφα απ' τα άσχημα
αφού για σένανε η πλάστιγγα
θα γέρνει πάντα προς τη γη
Τη ζωή σου στην πασάρανε
αυτή είναι κι αν σ' αρέσει
τυχαίο σπέρμα αισθάνεσαι
απρόσωπου γονιού
γυναίκα μοιάζει ο θάνατος
που σ' έχει προκαλέσει
κι έτσι τον κυνηγάς παντού
Αχ δεν ξέρεις πότε έρχεται
ή φεύγει μια ευκαιρία
για σένα οι πλούσιοι είν' έξυπνοι
και βλάκες οι φτωχοί
κόβεις το γόρδιο δεσμό
για ασήμαντη αιτία
μήπως πιστέψεις τη ζωή σου
πως την κυβερνάς εσύ
Μ' ένα σουγιά άγρια μεσάνυχτα
χωρίς πολλά πολλά γιατί
χωρίζεις τα όμορφα απ' τα άσχημα
αφού για σένανε η πλάστιγγα
θα γέρνει πάντα προς τη γη
Rock n' roll στο κρεββάτι
Γουστάρω να σ' ακούω κούκλα μου όταν μιλάς
Να αληθωρίζουν μάτια όταν στην πίστα πηδάς
Γουστάρω όταν ακούω ''Αχ, τι παιδί ειν' αυτό!''
Γιατί εσύ ξέρεις στο κρεββάτι τι θα πει rock n' roll
Στα σκοτεινά δωμάτια ειν' η ψυχή μας γυμνή
Και δε χωράν εκεί μυστικά
Και συ μονάχα ξέρεις πως η αλήθεια ειν' εκεί
Που η μοναξιά μου στον καθρέφτη κοιτά
Γουστάρω που όταν κλαίω δεν ρωτάς το γιατί
Γιατί εσύ ξέρεις πως ο πόνος μου έχει αιτία τυφλή
Γουστάρω σαν γατούλα όταν μου παίζεις κρυφτό
Κι όταν φοβάμαι μην σε χάσω να μου λές ''σ' αγαπώ''
Στα σκοτεινά δωμάτια ειν' η ψυχή μας γυμνή
Και δε χωράν εκεί μυστικά
Και συ μονάχα ξέρεις πως η αλήθεια ειν' εκεί
Που η μοναξιά μου στον καθρέφτη κοιτά
Το ξέρω πως δεν ειμ' αυτός
Που πάνω του θα στηριχθείς
Κι ούτε λεφτάς κι ίσως γυρνάς
Πιωμένο μες τα μπαρ να με βρεις
Μα όμως εγώ θα σου μετρώ
Της πόλης το σφυγμό μ' αγκαλιές
Θα σου γεμίζω το μυαλό
Με χίλιες και μια νύχτα γλυκιές
Στα σκοτεινά δωμάτια ειν' η ψυχή μας γυμνή
Και δε χωράν εκεί μυστικά
Και εκεί να σ' αγαπάω ξέρω κούκλα μου εκεί
Την μοναξιά μου στον καθρέφτη όταν σπας
Την μοναξιά μου στον καθρέφτη όταν σπας
Την μοναξιά μου στον καθρέφτη όταν σπας
Voodoo child
Δεν ξέρεις πότε, δεν ξέρεις πώς
Μας λες πως ίσως να 'ναι τότε,
μα βγαίνει αλλιώς.
Περνάν οι μέρες και το μόνο που σου μένει απ' αυτό,
είναι μόνο αυτό.
Έψαχνες πάθος και ηδονή
μα η Αριάδνη σου ένα λάθος, χωρίς κλωστή.
Τώρα το πάθος σου αλλάζει σ' ένστικτο
και σε ανάγκη αλλάζει η ηδονή
Voodoo child, σ' ένα κόσμο εσαεί
Voodoo child, ναι η αγάπη μπορεί
Τυφλά σημάδια, τυφλός σκοπός.
Σαν αρουραίοι στα σκοτάδια,
πώς να σε δω
Και το κυνήγι του θανάτου μοιάζει να 'ναι γλυκό,
μα τούτο θεέ μου, μου φέρνει πανικό
Γεμάτος ήλιος, γεμάτη γη.
Περνάν οι μέρες χωρίς ζωή.
Πριν η αγάπη προσπεράσει, φύγει και χαθεί,
σε περιμένει κάποιος να σου πει...
Voodoo child, σ' ένα κόσμο εσαεί
Voodoo child, ναι η αγάπη μπορεί
Αν ήσουν φίλος
Αν ήσουν φίλος για παρέα διαλεχτή
Υπομονή θαρχόταν κι η σειρά σου
Μα 'σύ προτίμησες να κάνεις το παπί
Και έπαιξες ρόλο μάγκα ξύπνιου και καπάτσου
Έκλεψες μαύρο απ' την καβάντζα του Στρατή
Κι ύστερα τα 'ριξες στην γκόμενα του Τάσου
Αν είναι νάρθει όπως λένε θε να 'ρθεί
Και θα σε στείλω μάγκα πίσω στη μαμά σου
Είμαστε ωραία και αλανιάρικα παιδιά
Αλλά αν γουστάρεις είμαστε κι από τα άλλα
Κι αν εσύ τώρα πλατσουρίζεις στα ρηχά
Εμείς γνωρίσαμε και κύμματα μεγάλα.
Άντε... και καλή τύχη μάγκες
Ληστέψανε την τράπεζα
και τι με νοιάζει εμένα
δεν είμαι με κανέναν.
Σου λέω καλά της κάνανε
γιατί μας προκαλούσε,
γεμάτη εκατομμύρια,
ενώ κι ο Θεός πεινούσε.
Περαστικοί, αδιάφορα,
εκάτσαν και κοιτούσαν,
του διευθυντή της οι κοιλιές
κι αυτούς τους ενοχλούσαν,
κάποιος πανικοβλήθηκε
μπας κι ήτανε ο γιός του
κι ο ιδρωμένος λογιστής,
μπας κι ήταν ανεψιός του
κι όσο για τον ταμία που πήγε ν' αμυνθεί,
όταν αναρωτήθηκε για ποιόν και το γιατί,
"στα αρχίδια μου" ψιθύρισε
και γέμισε τις τσάντες.
"Αντε... και καλή τύχη μάγκες!"
Στο μπάτσο βλέπεις πέρασε μονάχα η κοροϊδία,
να έχει την ψευδαίσθηση πως είναι εξουσία
και τώρα η χήρα του με δυο ορφανά,
με τρεις κι εξήντα σύνταξη, τη μοίρα βλαστημά
για άγνωστη αιτία.
Ψωροκορώνα γράμματα στο τζόγο της ζωής
"Επάγγελμα;" "Ποιο επάγγελμα;"
"Τι επάγγελμα;" "Ληστής"
Τα τέρατα δικάστηκαν με μάρτυρα την πείνα,
αποκλεισμένα μια ζωή ακούσια καραντίνα.
Η απελπισία περίστροφο, σφαίρες της οι ανάγκες.
Αντε... και καλή τύχη μάγκες
Αντε βρε... και καλή τύχη μάγκες.
Αντεργκράουντ με στρας
Το ξέρω ο κάποτε εραστής σου
στου σαλονιού σου το πικ-απ
θα ακούγομαι όπως η φωνή σου
ένα ου κι ένα αα
λογικού φωνακλά
να χαϊδεύει το αυτί σου απαλά
Δεν θα 'μαι τότε πια η πηγή σου
σαν Δον Κιχώτης γραφικός
θα είμαι η ξεκούρασή σου
καφές πρωινός
λιγουλάκι πικρός
μα τόσο ανώδυνα ωραίος τρελός
Μα η μάνα σου κρατάει τη νύχτα
τσίγκινα λεφτά
κι ο τύπος που την έχει δίπλα
ξέρει μόνο να πουλά
Αλλοθι και χαιρετούρα στο μπαμπά
και λίγη ερωτομουρμούρα στη μαμά
Στα κλαμπ τις νύχτες ματσωμένη
με μαύρη κούρσα και με στρας
το παίζεις δήθεν οργισμένη
κι αντεργκράουντ πουλάς
σ' αγαπώ μ' αγαπάς
και για ντρόγκα μεγάλη μιλάς
Μα θα 'ρθει κάποτε η ώρα
το παραμύθι να μας πεις
με τόσα φράγκα και με ρόδα
θα σε φάει ζωντανή
ο άγνωστος γνωστός σου "Χ"
που ξέρει αλλιώς το σαβουάρ και το βιβρ
Που η πείνα του τραβάει τη μοίρα
κάπου πιο βαθειά
το μάτι του απ' την αγρύπνια
είναι πέτρινη γροθιά
αν ψάχνεις για άλλοθι προχώρα
φύγε στρίψε στη γωνιά
ο τύπος που κοιτάς δεν είναι
ροκ εν ρολ σταρ
Απογοήτευση
Κανένα δεν πειράζω κι εγώ πάντα προσπαθώ
να μην ενοχλώ τον άλλον και μονάχος να τη βρω
μα πάντα κάτι θα μου τύχει, αχ δεν ξέρω τι να πω.
Σε όλα όσα αρχίζω, κάτι δεν πάει καλά
ενώ στην αρχή ειν' ωραία, στο τέλος αχ παν στραβά
και βάφονται όλα μαύρα, αχ κι εγώ απ' την αρχή ξανά.
Κοντεύει να μου στρίψει, τι 'ναι τούτο το κακό;
Μ' αρρωσταίνει, με πειράζει και δεν ξέρω τι να πω
στο τέλος θα πιστέψω, πως για όλα φταίω εγώ.
Αποκάλυψη
Κανένα φυλαχτό, δεν είχε ρόλο στη ζωή μου η τύχη
δικτάτορα είδα τον τρελό
και την αμόρφωτη εξουσία συμβουλές να δίνει
Το κράτος νόμιμο ληστή
και τη βλακεία εξυπνάδα να πουλάει στους δρόμους
σε τραγωδία να παίζουν κωμικοί
και για την Μήδεια να διαδηλώνουν
μανάδες και να την αθωώνουν
είδα αδύναμους να ξεσπιτώνουν
και τη γη να ισοπεδώνουν
Οταν το σήμερα σωστό
την άλλη μέρα βγαίνει λάθος
Στην Αφρική veto λευκό
μα στη ζωή σου το χαρτί είναι μαύρο
όταν η αλήθεια μια διπλή
μια πληρωμένη γνώση απ' άκρη σ' άκρη
τον αυστηρό όταν κριτή
στην εξουσία συναντάς αυλάρχη
τον επαναστάτη κομματάρχη
την αποκάλυψη ρουτίνας μάχη
την αποκάλυψη ρουτίνας μάχη
Βλέπω λαούς
εμπόρευμα να κρέμονται σαν τα σφαχτάρια
ναό του Σολωμόντα κι αρχηγούς
να παίζουν τη ζωή μας στην αυλή στα ζάρια
βλέπω χιλιάδες πια Χριστούς
που την αγάπη τους μ' ένα μαστίγιο αλλάζουν
αγαπάτε αλλήλους ως εαυτούς
σε βιτρίνα του μουσείου σκουριάζουν
τα θεμέλιά μας τα τραντάζουν
και τέσσερις ιππότες να καλπάζουν
την Αποκάλυψη φτιάχνουν
Απροσάρμοστοι
Στο καζανάκι τα χοντρά και περιττά κομμάτια
Σκαλίζοντας τις τσίμπλες απ' τα μάτια
Με το μυαλό στης άμμου τα παλάτια
'79 μηδέν καράτια
Σ' ένα τροφείο μουσικής πέντε έκθετα
Ξυνόγλυκα ατσούμπαλα αλλά έμμετρα
Με συμπεριφορά ανάρμοστη '80 οι πρώτοι Απροσάρμοστοι
"Και οι Απροσάρμοστοι θα βγουν με τσαμπουκά
να σας τα πουν σταράτα"
Αδρομολόγητος καυτού απωθημένου λίβας
Σκάει σα μπάτσος σ' άσπρο μάγουλο ο Δαρίβας
Σε πολιτείες rock έφτιαξε ο Αράπης λάσσο
Καουμπόικο κι από χορδές του ιδιοφυούς του μπάσσο
Σ' όλα τα πιάνο γενικά, σύνθια και πίου-πίου
Ο ευαγγελιστής Λουκάς-μπουμπούκι του ωδείου
Τεμπέλης και ανάρμοστος, ο τρίτος απροσάρμοστος
"Και οι Απροσάρμοστοι θα βγουν με τσαμπουκά
να σας τα πουν σταράτα"
Κοντά ο διαφορετικός με τας δικας του φρένας
Τας σώας που λένε κι αβλαβής, ο εραστής της παρακμής
Και ο Βασίλης μουρμουρά]
Αυτοί μιλάν
Αυτοί μιλάν την ώρα που ο ήλιος
έγειρε το χάος ν' ακουμπήσει
την ώρα που εγώ σε προσκυνούσα απελπισμένος
για ζωή
Και μιλάν την ώρα που άλλος
ένοιωθε το φως, το φως που πάει να σβήσει
την ώρα που το χάος την αγάπη του ήλιου
αυτό θα τη χαρεί
Η συντεταγμένη, μετέωρη λογική
το χρόνο με σκοτάδι στα υπόγεια μετράνε οι ειδικοί
Αυτοί μιλάν κι εγώ μαθαίνω πως να ψηλαφίζω
το σκοτάδι
Σημείο αναγνώρισης μονάχα θα 'ναι η σαρκική επαφή
Πριν λουφάξει ο ήλιος, και στο χάος δώσει
το ρόλο του πατέρα
Σε μας να μείνει άγιο κάλεσμα
η ανθρώπινη φωνή
Σκύβει το κεφάλι η σκέψη να οξυνθεί
Η γλώσσα μας απ' αύριο
σε διάλεκτο θα είναι της σιωπής;
Γυναίκα
Είσαι εκεί μέσα στο όνειρο
είσ' αλλού μέσα στου όχλου τη βουή
στο φιλί του ανώνυμου
και σ' αυτόν που πάντα για σένα είναι εκεί
Πάνω σου άτσαλα,
σώματα θα προσγειωθούν
για αυτό γίνε εσύ χώμα γόνιμο
άδοξα τ' άνθη τους πριν μαραθούν
Γυναίκα μεσολάβησε στον άντρα και τη γνώση
σαν προβολή του όφι
δυστυχώς ο πλούσιος τω πνεύματι
έβαλε στόχο ιδανικό Θεό
Γυναίκα γίνε η ανασταλτική αιτία
γιατί τελειώσανε τ' αστεία
ο στόχος άλλαξε
και μετατράπηκε σε από μηχανής Θεό
Εν κατακλείδι
Και τώρα φίλοι μου είναι αργά
μια καληνύχτα στη μαμά
και λίγη στάχτη στα μαλλιά
καιρός να πούμε αντίο.
Σκέπασαμε όλους τους νεκρούς
με αρρωστιάρικους ψαλμούς
κλόουν με σοβαρούς σκοπούς
γυμνοί μέσα στο κρύο.
Κατά τα άλλα εσείς
που ‘σαστε υγιείς
και αξιοπρεπείς
βοηθήστε μας και λίγο.
Δώστε μας πνοή
στέγη και τροφή
μια ιδέα στεγανή
που να μην μπάζει κρύο.
Πουλάμε σώμα και ψυχή
δώστε μας λίγη προσοχή
στα υπόγεια μαύροι ποντικοί
λουφάζουνε δύο-δύο.
Παίρνουμε σβάρνα τους γιατρούς
αδύνατοι μπροστά στους δυνατούς
και συναντάμε ξέμπαρκους Θεούς
που χάσανε το πλοίο.
Κατά τα άλλα εσείς
που ‘σαστε υγιείς
και αξιοπρεπείς
βοηθήστε μας και λίγο.
Δώστε μας πνοή
στέγη και τροφή
μια ιδέα στεγανή
που να μην μπάζει κρύο.
Ένα αναμησιακό τραγουδάκι ( Εμπνευσμένο από τον Εντουάρντο Μπιάνκο )
Ηταν ο Μήτσος που μετέφερε εκτελέσεις
ο Τάσος που εξιδανίκευε το εμπόριο
ο Παύλος που ροκάριζε με κουλτουρέ διαθέσεις
στα ίσα με λαϊκό ρεπερτόριο
Σε φαντασίες δειλινά ξοδεύτηκαν καμπόσοι
με μπουζουκοευρωαραβικά
εν πτήση ο Τζούλη αρρώστησε από χρονία πτώση
άλλου χωρόχρονου ψάχνοντας μυστικά
Κι αν θες να μάθεις πιο πολλά
κλείσε το μάτι πονηρά
κι άναψε πίπα της ειρήνης
και ρουφηξιά τη ρουφηξιά
να θυμηθούμε τα παλιά
πρόσεχε μόνο να μη σβύνει
Κοιμότανε ο Παντελής με όνειρα του Κλάπτον
στο μπάσσο ο τυφλοπόντικας κι ο Αττίλας παίζει ντραμς
ο Ντάλας ο απαισιόδοξος στο μούσκιο φίλε άστο
κι ο Τσιλογιάννης με το στυλ του ασύρματου ταμ-ταμ
Ηταν ο Αγγελος σοφός εν μαθητεία
μονίμως προβληματικός σε τσέπη και καρδιά
ο Κωνσταντίνος που στο μιλητό οι μπίζνες αυθεντία
περάσανε καλύτερα κι εμείς απλώς καλά
Κι αν θες να μάθεις πιο πολλά
κλείσε το μάτι πονηρά
κι άναψε πίπα της ειρήνης
και ρουφηξιά τη ρουφηξιά
να θυμηθούμε τα παλιά
πρόσεχε μόνο να μη σβύνει
Ερωτικό
Με κομμένη αναπνοή, ιδρωμένο το κορμί
Σε πλησιάζω ακροβατώντας, με ρυθμό σιωπής.
Η αϋπνία μου υγρή, ράβει νύχτα την πληγή
Μην τυχόν την ψηλαφίσεις και μου φοβηθείς.
Το έργο μοιάζει να 'ναι ατέλειωτο
Και μόνο εγώ είμαι θεατής
Στους διαδρόμους του θεάτρου σου
Να μαζεύω τα κομμάτια σου
Να στα δώσω όταν θα 'ρθεις.
ʼλλοτε κι αλλού μην πεις
Θα χαθούμε, μην αργείς
Με λυγμό που μοιάζει ανώδυνος
Προσπαθείς να μ' αρνηθείς.
Κι είναι ο φόβος μου διαρκείς
Με φωνάζεις κι απορείς
Ξέρω, θες να μ' αγαπήσεις
Και κλαις που δεν μπορείς.
Το έργο μοιάζει να 'ναι ατέλειωτο
Και μόνο εγώ είμαι θεατής
Στους διαδρόμους του θεάτρου σου
Να μαζεύω τα κομμάτια σου
Να στα δώσω όταν θα 'ρθεις.
Ετούτη η πόλη
Ετούτη η πόλη με τρελαίνει
που υπνοβατώντας περιμένει
Με γκρίζο χρώμα χρώμα αρρωστημένο
Ανίατα βρώμικο κελί μεγενθυμένο
"Σου λέω φύγε ρε φύγε ρε φύγε ρε φύγε από δω"
"Σου λέω φύγε ρε φύγε ρε φύγε ρε φύγε από δω"
Χωρίς διαφάνεια σωτηρίας
παλεύει με ρυθμό αοριστίας
Ρουφάει μ' αγωνία-αναπνέει
κι αντί να περπατάει-παραπέει
"Σου λέω φύγε ρε φύγε ρε φύγε ρε φύγε από δω"
"Σου λέω φύγε ρε φύγε ρε φύγε ρε φύγε από δω"
Στους υπονόμους των ψυχών της
ο Προμηθέας αρουραίων δεσμώτης
και αντί φωτιά μοιράζει ανία
και σημάδια τυφλά για τον νέο Μεσσία
"Σου λέω φύγε ρε φύγε ρε φύγε ρε φύγε από δω"
"Σου λέω φύγε ρε φύγε ρε φύγε ρε φύγε από δω"
Ζεϊμπέκικο μπλουζ
Βρε αφού το ξέρω πως με θες
Αυτή τη νύχτα ταιριαχτά όλα θα πάνε
Βρε έλα πέστα μου και γιατί δε μου τα λες
Αφού μ' αυτό το παραμύθι κι παπάδες ομολογάνε
Μαστούρα και γλυκιά βραδιά
Όχι μικρό μου τίποτα μη σε φοβίζει
Βρε έλα πέστα μου και γιατί δε μου τα λες
ασε τη νύχτα να μας πάει και για μας ν' αποφασίζει
Φοβάσαι μήπως και θιχτείς
αφησε λίγο το κορμί σου να σε πάει
Βρε έλα πέστα μου και γιατί δε μου τα λες
Της ηδονής την ώρα κούκλα μου κανένας δεν μιλάει
Η παράγκα του Θωμά
Να 'μαστε στα ίδια μονοπάτια.
Να 'μαστε στην ίδια γειτονιά.
Να 'μαστσε και στα χρυσά παλάτια...
Α, και στην παράγκα του Θωμά.
Να 'μαστε στα ίδια τα λημέρια.
Να 'μαστε αν γίνονταν παντού.
Να 'μαστε του κόσμου τα ξεφτέρια,
πλούσιοι από γεννησιμού.
Να 'μαστε, τι να 'μαστε, κανένας δεν το ξέρει,
Μωρό μου είσαι τα θαύματα που μου 'χουνε προσφέρει.
άναφ' το κουκλίτσα μου και μην ακούς κανένα,
άναφ' το, άναφ' το κι έλα προς τα μένα.
Να 'μαστε μαστούρια όλη νύχτα,
ξέροντας εμείς το μυστικό.
Κι όπου θες τα δίχτυα σου άντε ρίχ' τα,
να λυποθυμήσεις στο χωριό.
Να 'μαστε, τι να 'μαστε, κανένας δεν το ξέρει.
Μωρό μου είσαι τα θαύματα που μου 'χουνε προσφέρει.
άναφ' το κουκλίτσα μου και μην ακούς κανένα,
άναφ' το, άναφ' το κι έλα προς τα μένα.
Ένα απο τ'αγαπημένα μου.
Η ύστατη στιγμή
Το ξέρω γκόμενα εσύ με τ' άγριο ύφος
μετράς για αδυναμία την ηδονή
για σένανε σημαίνει υποταγή
Ζητάς να κατακτάς χωρίς να κατακτιέσαι
μα κάποιος κοίτα που ξαφνικά
δήθεν χωρίς να θες σε ξάπλωσε γυμνή
Μια νύχτα ολόκληρη σ' ένιωθε που ψαχνόσουν
ποτέ του δεν κατάλαβε τι θες και το γιατί
δεν ήξερε πως θέλεις να σε παίρνουν
μα προς Θεού αυτό ποτέ να μη φανεί
ακόμα και την ύστατη στιγμή
Σου 'πε να σε πετάξει σπίτι κι είπες ναι
αφ' υψηλού περήφανα σκληρή
στο δρόμο χύμηξε και του 'πες ένα όχι
σάμπως να του 'λεγες να παίξει λίγο
το παιχνίδι του βιαστή
Εξω από το σπίτι σου 'πε κάτι για καφέ
κι είπες το ναι
κοίταξε του 'πες θα 'ναι μόνο για καφέ
μπαίνοντας σου 'σβησε το φως
κι έτσι βρεθήκατε γυμνοί και εσύ κι αυτός
Δεν το περίμενες ξέρω σ' έγδυσε με το ζόρι
κι ήταν βιτσιόζικο αγόρι
ήθελε να στο κάνει από πίσω
σε τόσες χάρες άντε στην κάνω
του 'πες και τη χάρη αυτή
κι ήταν αδιάφορη κι άκρως φλεγματική
ακόμα και την ύστατη στιγμή
Κι ήταν αργά όταν σε βρήκα να τα πίνεις
τώρα το σώμα σου ζητούσε τη δικιά του πληρωμή
χαμένη μες το ίδιο το δικό σου το παιχνίδι
κρατώντας πάντα με τ' αρσενικά την ίδια πισινή
έψναχνες τώρα στα τυφλά για λίγη ηδονή
προπάντων για την ύστατη στιγμή
Η φαντασία στην εξουσία
Οι μπαγλαμάδες να παίζουν Ντύλαν
κι ο Πίτερ Γκάμπριελ διπλοπενιές
ο Τομ Γουέιτς με τα κλαρίνα
και τα νταούλια να παίζουν Γιες
να παίζουν Γιες
Βάλ' το παράθυρο στην πρίζα
κάλεσε το καλοριφέρ
δώσ' τη μπουγάδα στην εφορία
γράψ' ένα σύνθημα στο ασανσέρ
στο ασανσέρ
Άνοιξε γκάζι με το μυαλό σου
βάλε ταχύτητα με την καρδιά
η φαντασία στην εξουσία
δώσε τα ρέστα σου για μια βραδιά
για μια βραδιά
Η ώρα του Stuff
Κίτρινο το σούρουπο η ώρα έξι και μισή
πες μου κάτι μίλησε δεν αντέχω στη σιωπή
κλείσε το παράθυρο, τρέμω και το σκέπασμα βαρύ
τούτη η πόλη γίνηκε ανυπόφορη πληγή
"Δες βραδιάζει, μη μιλάς
μον' έλα λίγο πιο κοντά"
Ξέρω πως ανάσκελα θα μας βρούνε ένα πρωί
σέρνοντας στο βλέμμα μας κάποια σιωπηλή κραυγή
άδειο θαν' το πρόσωπο κι η ματιά τους αδειανή
με έναν αργό θάνατο να μας λειώνει το κορμί
"Μη φοβάσαι σβήσ' το φως
δεν υπάρχει πού, πότε και πώς"
"Πριν τελειώσει η νύχτα αυτή
πριν μας έβρει το πρωί"
Πες μου αν μ' αγάπησες όσο ο ήλιος την αυγή
όσο ο γκρίζος ουρανός κάποιας άνοιξης βροχή
αν τον φόβο μου έβλεπες πίσω από κάθε μου φιλί
πες μου αν μ' αγάπησες όσο η νύχτα την σιωπή
Η.
Είναι μέρες που πατάω γερά
είναι μέρες που το νιώθω πως πεθαίνω
δεν ξέρω αν είναι πριν ή τώρα ή μετά
μα μέσα σε είκοσι λεπτά
σ' είδα να με μισείς,
σ' είδα να μ' αγαπάς και περιμένω
Φωνή του φίλου κατάντησε φτηνή
στην κρίση σου αλύπητα αφημένη
και κάπου υπάρχει μια αιώνια απειλή
σε σένανε μονάχα αφοσιωμένη
Είμαστε μόνοι εγώ και συ
κι ανάμεσά μας μια φωνή απελπισμένη
σ' ό,τι μισώ σ' ό,τι αγαπώ
είμαι εγώ, μα πίσω μου εσύ είσαι κρυμμένη
Του εγώ μου φίλε τα όσα στεγανά
διαλύθηκαν σε κάποια μαύρη φλέβα
σ' ένα μονόδρομο αγωνίας αλήθεια και ψευτιά
το ίδιο πρόσωπο σκοτάδι με τη μέρα
Παραμονεύει στη σκιά, με μια καρδιά και μια παντιέρα
είν' η ηρωίνη φίλε και ίσως να ξεχαστείς
μας λες πως την ελέγχεις
πως ξέρεις τι ζητάς και το γιατί
Θέλει χρυσάφι και κάποια υποταγή
αγάπη μεταχείριση στα μέτρα τα δικά της
είν' επικίνδυνη και θέλει προσοχή
θανάτου άγγελος σωματοφύλακάς της
Μα είναι γλυκιά, πολύ γλυκιά
μα είναι κλειστά τα περιθώριά της
και είναι αυτή, μονάχα αυτή
και δεν μπορεί κανένας, μα κανείς να την χορτάσει
Ενα φιξάκι φίλε δεν είναι παρά μια στιγμή
κι όμως μπορεί να γίνει μια ολόκληρη ζωή
Ηλεκτρικός Θησέας
Με κάτασπρο πανί ένα καράβι απ' το πενήντα έχει να φανεί
και συ βιδώθηκες μες στο λιμάνι με ανθοδέσμη που 'χει μαραθεί.
Ηλεκτρικός Θησέας σε πηγάδι κι η Αριάδνη έχει μουγκαθεί
ηλεκτρικός Θησέας σε πηγάδι κι η Αριάδνη έχει μουγκαθεί.
Σε εδίκασαν να σπαταλάς τα χρόνια σε μια ζωή χωρίς προοπτική.
Χάνεσαι σαν το γλάρο στην Ομόνοια και όταν ψάχνεις λύση στην φυγή.
Πληρώνεις όσο-όσο τα διόδια και κομματιάζεσαι στην εθνική.
Ηλεκτρικός Θησέας σε πηγάδι κι Αριάδνη έχει μουγκαθεί.
Ποιος είναι ισοβίτης στο σκοτάδι ποιος αλαφιάζει δίχως πληρωμή;
Ποιος σκύβει στους αφέντες το κεφάλι και ποιος τα βράδια κλαίει σαν παιδί;
Ποιος ονειρεύεται πως κάποιοι άλλοι βγαίνουν και κάνουν πρώτοι την αρχή;
Ηλεκτρικός Θησέας σε πηγάδι κι η Αριάδνη έχει μουγκαθεί.
Ναυάγια ονείρων αρμενίζουν και τα κεφάλια βγαίνουν σαν σκουριά.
Στα σούπερ μάρκετ τέλειωσε η ελπίδα και συ σκαρφάλωσες στη σκαλωσιά.
Πού πήγαν οι τρακόσοι του Λεωνίδα και τι θα πούμε τώρα στα παιδιά;
Ηλεκτρικός Θησέας; Και τα λοιπά.
Φοβάσαι ότι θα 'ρθει καταιγίδα και θα μας πνίξει όξινη βροχή,
βάλε σε γυάλα μέσα την πατρίδα και κρύψε την καλά μέσα στη γη.
Μήπως την ψάχνουν σαν την Ατλαντίδα αφού η Πανδώρα ανοίγει το κουτί;
Ηλεκτρικός Θησέας σε πηγάδι κι η Αριάδνη έχει μπερδευτεί.
Ψηφοθηρία, λόγοι κι εμβατήρια ποτέ δεν έφεραν την αλλαγή
για αυτό και χάθηκες στα σφαιριστήρια και μες στα γήπεδα την Κυριακή.
Τώρα καθώς κοιτάς τα διυλιστήρια ρωτάς ποιοι σ' έχουν βάλει στο κλουβί.
Ηλεκτρικός Θησέας σε πηγάδι κι η Αριάδνη έχει τρελαθεί.
Να κλείσεις θες πληγή θανατηφόρα και μες στα νέα ψάχνεις για δουλειά.
Τα δάκρυα σου γίνονται μαστίγια και τον λαιμό σου σφίγγουν σα θηλιά.
Όσα τα κέρδισες με τα μαρτύρια τα παζαρεύουν πάλι στα χαρτιά,
τρέχεις να ψάξεις μες στα καταφύγια και βρίσκεις μιαν αιχμάλωτη γενιά.
Μια πλαστική ανέμισες σημαία, πίστεψες σ' έναν άγνωστο θεό
κρέμασες το μυαλό σε μια κεραία ειδήσεις σίριαλ και τσίμπλα ροκ.
Και πώς θα ξημερώσει άλλη μέρα όταν τα λάθη κλέβουν τον καιρό;
Και πώς θα ξημερώσει άλλη μέρα όταν το ψέμα σέρνει τον χορό;
Ζωγράφισε έναν ήλιο στο ταβάνι, μίλησε με τ' αγέρι της νυχτιάς
και χόρεψε μαζί με τη σκιά σου στους ήχους μιας αδύναμης καρδιάς.
Πάρε τηλέφωνο την μοναξιά σου ή βγες ξανά στον δρόμο της φωτιάς
πάρε τηλέφωνο την μοναξιά σου ή βγες ξανά στον δρόμο της φωτιάς.
Θάνατος
Χαφιές στο σπίτι η θεία σου
Κι αστυνόμος η μαμά
Του τρόμου αθώα πρόσωπα
Που αργοπεθαίνουν στη δική σου
αγκαλια
Παυλάκι γύρω σου σωπαίνουν
Τους φτάνει που ανασαίνουν
Τι ζητάς
Ετοιμοθάνατου είσαι γέννα
Κουλός με χρυσαφένια βένα
Που το πας
Με το χαβά του θυμικού σου
Ματζούνι του μυαλού σου
Τι μιλάς
Ξέρουνε τι τους περιμένει
Στην πολυθρόνα βολεμένοι
Τι ρωτάς
Κάπου τριγυρίζει μια παράξενη ματιά
Κάτι σε γεμίζει με θανάτου σιγουριά
Κανείς δε θες να σε δαμάσεί
Κι ομώς πονάς για ότι έχεις χάσει
Και ρωτάς
Βυζαίνει ακόμα το όνειρό σου
Κι ο πόνος μοιάζει νάναι γιατρικό
σου
Που ζητάς
Στο Αμστερνταμ ο Φαληριώτης
Και στο Παρίσι ο Βελεσιώτης
Σου γελάν
Θανάτου χρέος σου μετράνε
Σε καταφύγια σε τραβάνε
Και ξεχνάς
Κάποτε θα 'ρθουν
Κάποτε θα 'ρθουν να σου πουν
πως σε πιστεύουν, σ' αγαπούν
και πώς σε θένε
Έχε το νου σου στο παιδί,
κλείσε την πόρτα με κλειδί
ψέματα λένε
Κάποτε θα 'ρθουν γνωστικοί,
λογάδες και γραμματικοί
για να σε πείσουν
Έχε το νου σου στο παιδί
κλείσε την πόρτα με κλειδί,
θα σε πουλήσουν
Και όταν θα 'ρθουν οι καιροί
που θα 'χει σβήσει το κερί
στην καταιγίδα
Υπερασπίσου το παιδί
γιατί αν γλιτώσει το παιδί
υπάρχει ελπίδα
Κάποτε θα δεις
Κάποτε θα δεις πως όλα είν' αλήθεια
σκληρή δουλειά σε περιμένει
γευόσουνα τα λόγια που
από το στόμα σου μοιάζανε παραμύθια
τώρα το τελευταίο παιχνίδι
μες στο δωμάτιό σου αόρατο ανασαίνει
Μονάχη στέκεσαι στο δρόμο
τον άνθρωπο κοιτάς με τρόμο
και ψάχνεις τον μπαμπά σου
πάνω του να βρεις
στην τύχη ψάχνεις προστασία
γαντζώνεσαι σαν ικεσία
παράσιτο στην δύναμη άλλων
ν' αρπαχτείς
Πάλεψε τώρα να επιζήσεις
έξω απ' το σπίτι ο άνεμος αγριεύει
κανείς δε σου 'μαθε ποτέ
πως κάποια μέρα θα χρειαστεί και να μισήσεις
έτσι η αγάπη σου είναι φόβος
ζωή απ' τους άλλους έμαθε να κλέβει
Οι μνήμες σου καπνοί στο δρόμο
μπερδεύεις κλέφτη από αστυνόμο
κι όμως πουλάς στην τύχη κάθε σου στιγμή
γυρνάει σβούρα το κορμί σου
μιλάς και χάνεις τη φωνή σου
και δεν υπάρχει πια κανείς για να σου πει
Κρίμα το παιδί
Η γκόμενα σου είναι χαζή
Και συ μοιάζεις με τσόντα
Υπαλληλάκος δηλαδή
Της τάξης τρεις κι ογδόντα
Βρε έγινες σοβαρό παιδί
Μ' αφεντικού μουσούδα
Βαρύ πεπόνι δηλαδή
Και με χόντρη τη φλούδα
Βρε όπα κρίμα το παιδί
Βρε ότι κάτσει κι ότι 'ρθει
Ας την καρδιά σου να τα πει
Κι αμόλησε καλούμπα
Πρωί πρωί απ'της εφτά
Μου ντύνεσαι στην πένα
Και τρέχεις φίλε για δουλεία
Στου ταύρου την αρένα
Μοιάζεις με μούμια Αιγυπτιακή
Με μαραμένο φύλλο
Πιες να ξεδώσεις ρε παιδί
Αν θες παίξε και ξύλο
Βρε όπα κρίμα το παιδί
Βρε ότι κάτσει κι ότι 'ρθει
Ας την καρδιά σου να τα πει
Στο χθεσινό σου φίλο
Θέλω να σου 'ρθω ένα πουρνό
Παρέα με κιθάρες
Του Καίσαρος τω Καισαρι
Καιρός για ανωμαλαρες
Άσε τα πως και τα γιατί
Και πάμε για αμαρτία
Για να βρεθούμε δηλαδή
Εν πλήρη απαρτία
Βρε όπα κρίμα το παιδί
Βρε ότι κάτσει κι ότι 'ρθει
Ας την καρδιά σου να τα πει
Εδώ στην κομπανία
Μάθε το ζήτω
Θέλεις να γίνεις οπαδός;
Μάθε το ζήτω κι έλα μαζί μας!
Αυτός είν' ο πατέρας σου,
αυτή είναι η μητέρα σου.
Σ' αυτόν τον τόπο εγεννήθηκες,
σ' αυτό το ποτάμι σε βαφτίσανε
και αυτό το όνομα σου δώσανε.
Μάθε το ζήτω κι έλα μαζί μας!
Θέλεις να γίνεις οπαδός;
Μάθε το ζήτω κι έλα μαζί μας!
Ο πατέρας σου έχει δυο ξύλινα
δεκανίκια και ζητιανέυει.
Η μητέρα σου δυο ψεύτικα
δαχτυλίδια και ξενοδουλεύει.
Θέλεις να γίνεις οπαδός;
Μάθε το ζήτω κι έλα μαζί μας!
Θέλεις να γίνεις οπαδός;
-ΘΕΛΩ ΝΑ ΖΗΣΩ!
Μίκυ Μάους
Ω Μίκη Μίκη Μάους ευφυή
ω Μίκη Μίκη άξιον εστί
για πάρτι σου ένα ροκ εν ρολ
με 12 μετράκια από sol
Μια τούρτα αλά κρεμ σοκολά,
την ώρα που λες τα πολλά
που με χέρια ψηλά
το παίζεις ο Μπαχ και καλά
Με χρέος συμφωνίες τρείς.
Λαϊκοκλασικιστής.
Ξερνώντας μ' έναν ήχο κοινό
το δήθεν μέγα μυστικό.
Συνθηματολογίες επικές,
σε πέντε νοτούλες γλυκές.
Για μέλλον πουλάς,
αυτά που πουλιόντουσαν χθες.
Δαυϊδ με σφεντόν' από La
στις νότες το παίζεις Γολιάθ
κι ενώ ο Τσιτσάνης παίζει καθιστός
εσύ το παίζεις μουσουργός
Κουλτούρα και πολιτικά
και ψήνεις τον κόσμο μ' αυτά
και γεύεσ' εσύ του Μάρκου τη γνήσια πενιά
Κορίτσι μου κάτσε καλά !
βρε αγκάλιασέ με κι ασ' τα πολλά
Τα βρίσκαμ' ωραία ως τα χθες
και τώρα καλημέρα δε λες
Βρε πρόσεχε μ' αυτούς τους τρελούς
που τ' όνειρό τους είναι να μη ζουν
και για επάγγελμά τους δηλώνουν "Ο ΣΩΖΩΝ ΛΑΟΥΣ"
και για επάγγελμά τους δηλώνουν "Ο ΣΩΖΩΝ ΛΑΟΥΣ"