Ειδήσεις:

1η δοκιμή με αναβάθμιση ...

Main Menu
Μέλη
  • Σύνολο μελών: 7,374
  • Latest: iguzovec
Stats
  • Σύνολο μηνυμάτων: 360,324
  • Σύνολο θεμάτων: 11,759
  • Online today: 227
  • Online ever: 1,061 (Οκτωβρίου 10, 2023, 08:28:42 ΠΜ)
Συνδεδεμένοι χρήστες
  • Users: 0
  • Guests: 258
  • Total: 258

Μια Σημαντική Είδηση

Ξεκίνησε από aiollus, Φεβρουαρίου 28, 2006, 03:38:48 ΠΜ

« προηγούμενο - επόμενο »

aiollus

Μια Σημαντική Είδηση

ΑΝΟΙΧΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ 200 ΚΑΘΗΓΗΤΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΩΝ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΠΡΟΕΔΡΟ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Περίπου 200 καθηγητές πανεπιστημίων έστειλαν προς τον πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας Κάρολο Παπούλια επιστολή, εκφράζοντας ανησυχία για ορισμένες εξελίξεις αναφορικά με τα εθνικά μας θέματα.

Οι περισσότεροι από τους υπογράφοντες είναι από χώρες του εξωτερικού, πολλοί από αυτούς Φιλέλληνες και το κείμενό τους διέπεται από την αγάπη τους για την Ελλάδα, την ιστορική αλήθεια, αλλά και τους κινδύνους που αντιμετωπίζει σήμερα η Ελλάδα στα εθνικά θέματα.

Το πλήρες κείμενο της ανοιχτής επιστολής έχει ως εξής:

«Δρ. Κάρολο Παπούλια

Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας

Εξοχότατε κύριε Πρόεδρε,

Ως μέλη του "Ελληνικού Ηλεκτρονικού Κέντρου (Hellenic Electronic Center)", ενός μη κερδοσκοπικού οργανισμού των ΗΠΑ, αντιπροσωπεύουμε μέρος της ακαδημαϊκής κοινότητας και μέρος των ιατρικών και νομικών επαγγελμάτων της Διασποράς, της Ελλάδας και της Κύπρου, και Φιλέλληνες. Σας απευθύνουμε τα συγχαρητήριά μας για την εκλογή σας ως Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας και τις καλλίτερες ευχές μας. Το παρακάτω γράμμα είναι μία ανοικτή επιστολή η οποία θα αποσταλεί στα μέσα μαζικής ενημέρωσης της Ελλάδας και αλλού.

Με την παρούσα επιστολή αποσκοπούμε στο να σας διαβιβάσουμε προσηκόντως την βαθιά ανησυχία μας αναφορικά με τις διάφορες κρίσεις που αντιμετωπίζει ο Ελληνισμός στην Κύπρο, στο Σκοπιανό, στην Κωνσταντινούπολη /Ίμβρο/ Τένεδο, στη Βόρειο Ήπειρο και στο Αιγαίο. Μας θορυβεί ιδιαίτερα η διπλωματική δραστηριότητα που έχουν αναλάβει οι Μεγάλες Δυνάμεις των Ηνωμένων Πολιτειών, της Μεγάλης Βρετανίας, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των Ηνωμένων Εθνών, αναφορικά με την Κύπρο και τα άλλα εθνικά ζητήματα. Το ενδιαφέρον των Μεγάλων Δυνάμεων για την Κύπρο θα μπορούσε να είχε δράσει ως ισχυρός καταλύτης για την επίτευξη μιας συμφωνίας βασισμένης στις συμφωνίες για τα ανθρώπινα δικαιώματα, στην Νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο Σύνταγμα και στις δημοκρατικές πολιτικές παραδόσεις, στο Διεθνές Δίκαιο και στους κανόνες της έννομης τάξης.

Δυστυχώς, τα εμπλεκόμενα στο Κυπριακό μέρη έχουν επιδείξει μεγαλύτερο ενδιαφέρον στο να προετοιμάσουν την ενδεχόμενη είσοδο της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση παρά να επιλύσουν τα ανθρωπιστικής και νομικής φύσεως ζητήματα τα οποία μπορεί να αποτελέσουν τη βάση για την επιτυχή επίλυση του Κυπριακού. Πιστεύουμε ότι στην Κύπρο υπάρχει μια κατάσταση κρίσης και ότι η κρίση αυτή είναι η σοβαρότερη για την Κυπριακή Δημοκρατία από τον καιρό της διπλής Τουρκικής εισβολής στην Κύπρο το 1974. Η Κυπριακή Δημοκρατία είχε ένα ισχυρό πλεονέκτημα τα τελευταία τριάντα χρόνια ως προς το ότι ήταν καθολικά αναγνωρισμένη από τη διεθνή κοινότητα. Μετά το Σχέδιο Annan, όμως, και την επίμονη πίεση που ασκήθηκε στον Πρόεδρο Παπαδόπουλο και στους πολίτες της Κύπρου να το αποδεχθούν, δρομολογούνται τώρα προσπάθειες για να επιβληθεί μια εκ των πραγμάτων αναγνώριση και νομιμοποίηση της Τουρκικής κατοχής, με την προώθηση οικονομικών και εμπορικών δραστηριοτήτων σε περιοχές όπου απαγορεύεται στους Ελληνο-Κυπρίους να έχουν πρόσβαση στη γη τους, και όπου αρκετές χιλιάδες υποδουλωμένοι Έλληνες ζουν κάτω από καταπιεστικές και απάνθρωπες συνθήκες.

Θα θέλαμε να ζητήσουμε μια νέα διπλωματική στάση στο Κυπριακό, η οποία θα είναι συμβατή και υποστηρικτική των δηλωμένων στόχων και θέσεων του Προέδρου κ. Παπαδόπουλου και των Ελληνοκυπρίων, οι οποίοι εξέφρασαν τις απόψεις τους με μεγάλο θάρρος και αξιοπρέπεια κατά το δημοψήφισμα της 24 Απριλίου 2004. Καθώς η διεθνής υποστήριξη προς την Κυπριακή Δημοκρατία αρχίζει σταδιακά να εξασθενεί, είναι ιδιαίτερα επιτακτικό για την Ελληνική Δημοκρατία να χρησιμοποιήσει το κύρος της ως μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Συμμαχίας του ΝΑΤΟ, καθώς και την παρούσα θέση της στο Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, για να γνωστοποιήσει την απόλυτη υποστήριξή της προς την Κυπριακή Δημοκρατία και την έντονη αντίθεσή της προς την συνεχιζόμενη Τουρκική κατοχή και τον διαμελισμό της Κύπρου. Αν η λύση του Κυπριακού, αντίθετα με τις προτάσεις του Σχεδίου Annan το 2004, δεν είναι συμβατή με τις θεμελιώδεις αρχές του Διεθνούς Δικαίου, του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, τις Συνθήκες των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, τις δημοκρατικές αρχές, και τους νόμους και πρακτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της οποίας η Κυπριακή Δημοκρατία είναι μέλος, τότε πιστεύουμε ότι η Τουρκία δεν θα πρέπει να ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Πιστεύουμε ότι τώρα είναι η χρονική στιγμή κατά την οποία η Ελλάδα θα πρέπει να απαιτήσει από την Άγκυρα να αποσύρει όλες τις κατοχικές της δυνάμεις και όλους τους εποίκους από την Κύπρο, ακριβώς όπως και οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής απαίτησαν την απόσυρση όλων των Συριακών στρατευμάτων από τον Λίβανο.

Όσον αφορά στο Μακεδονικό ζήτημα, πιστεύουμε ότι η αναστροφή της πολιτικής την οποία ακολούθησε η Ουάσιγκτον μετά την αναγνώριση των Σκοπίων τον περασμένο Νοέμβριο, υποδηλώνει ότι ένας διακανονισμός που θα απαγορεύει στην ΠΓΔΜ τη χρήση του ονόματος Μακεδονία είναι δυνατός. Τούτο όμως επιβάλλει μια σταθερή και αποφασιστική στάση, και μπορεί να απαιτήσει περαιτέρω πολιτική πίεση και δραστηριότητα, κατευθυνόμενη προς την ΠΓΔΜ, τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η μελλοντική ασφάλεια της Ελλάδας και της Βαλκανικής Χερσονήσου εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την έμπρακτη θέληση της ΠΓΔΜ να εγκαταλείψει όλες τις αξιώσεις της αναφορικά με το όνομα, την ιστορία και τα εδάφη της Μακεδονίας.

Υπάρχουν ιστορικά προηγούμενα αναφορικά με επίσημες αλλαγές τίτλων κυρίαρχων κρατών τα οποία θα μπορούσαν να υιοθετηθούν και στην περίπτωση των Σκοπίων. Οι Γάλλοι αρχικά είχαν αντίρρηση στη χρήση του ονόματος Μεγάλη Βρετανία, από την πλευρά του Λονδίνου, καθόσον φοβούνταν ότι οι Βρετανοί θα μπορούσαν να διεκδικήσουν την επαρχία της Βρετάνης ως δική τους. Ένα Γαλλικό βέτο στην υποψηφιότητα του Λονδίνου για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση με αυτό το όνομα οδήγησε στο να ενταχθεί η εν λόγω χώρα με το όνομα Ηνωμένο Βασίλειο. Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, οι Ηνωμένες Πολιτείες πίεσαν την Αυστρία να εγκαταλείψει τον επίσημο τίτλο "German Republic of Austria".

Η διένεξη μεταξύ της Μεγάλης Βρετανίας και της Αργεντινής για τα νησιά Φώλκλαντ το 1982 κατέληξε σε ένα σύντομο πόλεμο. Το πρόβλημα ανέκυψε από το γεγονός ότι η Αργεντινή εξέδωσε ένα γραμματόσημο που απεικόνιζε αυτά τα νησιά με το όνομα Μαλβίνας. Οι ενέργειες της Αργεντινής πυροδοτήθηκαν και από την εσωτερική πολιτική της, όπως το να διδάσκονται τα παιδιά των σχολείων της ότι οι νήσοι Μαλβίνας ήταν τμήμα της Αργεντινής. Αυτό ακριβώς συμβαίνει για δεκαετίες και στην ΠΓΔΜ, καθώς τα παιδιά των σχολείων εκεί εμποτίζονται με ψευδή προπαγάνδα που ισχυρίζεται ότι η Μακεδονία είναι δική τους. Ένα επιπλέον παράδειγμα είναι και αυτό της Γερμανίας σύμφωνα με το οποίο η Δυτική Γερμανία επέμενε ότι το ελεγχόμενο από τους Σοβιετικούς τμήμα δεν θα έπρεπε να πάρει σύνθετο όνομα που να περιέχει τη λέξη "Γερμανία", διότι μια τέτοια εξέλιξη, σύμφωνα με τους φόβους της Βόννης, θα μπορούσε, μεταξύ άλλων, να υποβαθμίσει τη διεθνή θέση της χώρας.

Η Ελλάδα θα πρέπει να διαβεβαιώσει την ΠΓΔΜ ότι αν συμφωνήσει επισήμως να εγκαταλείψει όλες τις αξιώσεις της για την κληρονομιά και τα εδάφη της Μακεδονίας, η Αθήνα θα την βοηθήσει πολιτικά και διπλωματικά στην αποκατάσταση της σταθερότητας μέσα στα σύνορά της τα οποία τώρα απειλούνται από τους Αλβανούς αυτονομιστές. Ακόμα και εντός των συνόρων της ΠΓΔΜ δεν υπάρχει σταθερότητα, λόγω της πολυεθνικής της σύστασης. Ο Αλβανικός πληθυσμός αποτελεί περίπου το 30% του συνολικού πληθυσμού. Η ΠΓΔΜ θα πρέπει να επιλέξει ένα όνομα το οποίο να εκφράζει την εθνική και θρησκευτική σύνθεση της επικράτειάς της.

Επίσης, θα θέλαμε να επιστήσουμε την προσοχή σας και στην δυσάρεστη κατάσταση που αντιμετωπίζουν οι Έλληνες της Κωνσταντινουπόλεως, της Ίμβρου και της Τενέδου. Η Ελληνική μειονότητα στην Τουρκία αριθμεί περί τα 1.500 έως 2.000 άτομα. Αν και πιστεύουμε ότι οι παρούσες και μελλοντικές σχέσεις μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας δεν θα πρέπει να καθορίζονται από τις αδικίες του παρελθόντος, πολύ φοβούμαστε ότι η Τουρκική καταπίεση και ο εκφοβισμός της Ελληνικής μειονότητας παραμένει ως επίσημη κρατική πολιτική της Άγκυρας. Ο ερχόμενος Σεπτέμβριος θα σημάνει την πεντηκοστή επέτειο των οδυνηρών ανθελληνικών διωγμών, οι οποίοι, με την κρατική υποστήριξη, κατέστρεψαν την Ελληνική παρουσία στην Κωνσταντινούπολη, στην Ίμβρο και στην Τένεδο.

Παρά τις δημόσιες υποσχέσεις και διαβεβαιώσεις προς τον Αμερικανό Πρόεδρο, η Άγκυρα δεν έχει επιτρέψει την επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης. Ακόμα πιο ανησυχητικές είναι οι δημόσιες δηλώσεις του Τουρκικού Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας, οι οποίες υποστηρίζουν ότι η επαναλειτουργία της Χάλκης θα ήταν «προδοσία». Διαδηλώσεις έξω από το Οικουμενικό Πατριαρχείο αποτελούν συχνό φαινόμενο, καθώς και βομβιστικές επιθέσεις όπως αυτή του περασμένου Οκτωβρίου. Κατά την άποψή μας, όλοι οι περιορισμοί και οι απαγορεύσεις κατά του Οικουμενικού Πατριαρχείου και κατά των διαφόρων σχολείων, νοσοκομείων, και άλλων ιδρυμάτων που ανήκουν στην Ελληνική μειονότητα, θα πρέπει να αρθούν προκειμένου να προχωρήσει η υποψηφιότητα της Άγκυρας για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Η Ελληνική Κυβέρνηση θα πρέπει να συνδέσει την τύχη της Ελληνικής μειονότητας και του Οικουμενικού Πατριαρχείου με την πορεία των Ελληνο-Τουρκικών σχέσεων. Πιστεύουμε ότι η άρνηση της Τουρκίας να καταστείλει τις βίαιες διαδηλώσεις έξω από το Πατριαρχείο ή η άρνησή της για επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης θα πρέπει να αντιμετωπιστούν με μια άρνηση της Ελλάδας να υποστηρίξει την αίτηση της Άγκυρας για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία παραμένει μια υπόθεση εν εξελίξει. Πιστεύουμε ότι η Ελλάδα θα πρέπει να απαιτήσει από την Άγκυρα την επιστροφή του Ορφανοτροφείου της Πριγκήπου στην Ελληνική Κοινότητα και την αποζημίωση όλων των σημερινών και πρώην Ελλήνων κατοίκων της Κωνσταντινουπόλεως, της Ίμβρου και της Τενέδου για την περιουσία τους που έχει κατασχεθεί από το Τουρκικό κράτος. Το Τουρκικό κράτος θα πρέπει να σταματήσει να εμποδίζει τη λειτουργία του Πατριαρχείου στο Φανάρι με το ν' αναγνωρίσει τον «Οικουμενικό» χαρακτήρα του και το καθεστώς του ως «νομικό πρόσωπο / οντότητα» που θα του επιτρέπεται να μπορεί να κατέχει, να διαχειρίζεται και να ελέγχει, με δικά του έξοδα, τα ιστορικά φιλανθρωπικά και εκπαιδευτικά του ιδρύματα. Επίσης, το Τουρκικό κράτος θα πρέπει να επιτρέπει σε κληρικούς από Πατριαρχικές Επισκοπές που βρίσκονται εκτός Τουρκίας να συμμετέχουν στην Ιερά Σύνοδο του Πατριαρχείου.

Πιστεύουμε ότι ήλθε η ώρα για την Ελλάδα να τιμήσει επισήμως την Γενοκτονία των Ελλήνων, σύμφωνα με τον νόμο 2645/98 που ψηφίσθηκε ομόφωνα από την Βουλή των Ελλήνων και να προωθήσει τη γνωστοποίηση των δεινοπαθημάτων και των βασανισμών που υπέστησαν οι Έλληνες της Μικράς Ασίας. Καθώς ο κόσμος στην πλειοψηφία του απαιτεί περισσότερη ελευθερία και δημοκρατία, και καθώς ο αγώνας για τα ανθρώπινα δικαιώματα συνεχίζεται από διεθνείς φορείς, όπως είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα Ηνωμένα Έθνη, ο χρόνος φαίνεται κατάλληλος για τον Ελληνισμό να αμφισβητήσει και να απαλείψει τους περιορισμούς που επιβλήθηκαν κατά τη διάρκεια προηγούμενων πολιτικών και ιστορικών περιόδων και οι οποίοι κατέστησαν την επιδίωξη της διεθνούς αναγνώρισης της Γενοκτονίας των Ελλήνων αδύνατη. Ο τύπος της λογοκρισίας που χρησιμοποιήθηκε και υποστηρίχθηκε από την Άγκυρα σε διεθνείς και εσωτερικές υποθέσεις είναι μη συμβατός με τις φιλελεύθερες και δημοκρατικές αξίες. Η αναγνώριση της Γενοκτονίας των Ελλήνων, των Αρμενίων και των Ασσυρίων θα βοηθήσει την Τουρκία να συμβιβασθεί με την ιστορία της και το παρελθόν της. Η Γενοκτονία των Ελλήνων αποτελεί τμήμα της σύγχρονης Ελληνικής Ιστορίας και δεν είναι επιτρεπτό να λησμονηθεί. Η δε αναγνώριση αυτής της μελανής περιόδου της ιστορίας μας από ιστορικούς, διπλωμάτες και πολιτικούς ηγέτες σε όλο τον δυτικό κόσμο θα ενισχύσει, πιθανότατα, τα Ελληνικά συμφέροντα.

Έχουμε θορυβηθεί ιδιαίτερα από τις παραβιάσεις του Ελληνικού εναέριου χώρου από την Τουρκία καθώς και από τις Τουρκικές προκλήσεις στο Αιγαίο. Καλούμε την Ελληνική Δημοκρατία να προβεί σε αποφασιστικές νομικές ενέργειες και να φέρει τις παραβιάσεις αυτές της Τουρκίας ενώπιον του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης.

Επιθυμούμε να εγείρουμε τις ανησυχίες μας όσον αφορά στους Έλληνες της Βορείου Ηπείρου, οι οποίοι έχουν δεινοπαθήσει επί δεκαετίες από την Αλβανική Κομμουνιστική καταπίεση, καθώς και από την μετα-κομμουνιστική κυβέρνηση του τέως Προέδρου Sali Berisha. Ενθυμούμαστε τις Σταλινικού τύπου εικονικές δίκες των πέντε μελών της Ομόνοιας προ δεκαετίας, υπό το καθεστώς του κ. Berisha. Καλούμε την Ελληνική Δημοκρατία να ενθαρρύνει τα Τίρανα να προστατέψουν τα ανθρώπινα δικαιώματα, τη θρησκευτική ελευθερία και τα πολιτιστικά δικαιώματα αυτής της μακροχρονίως υποφέρουσας Ελληνικής κοινότητας. Θα θέλαμε να τονίσουμε τη σημαντικότητα του να καλωσορίζουμε και να εναγκαλιζόμαστε τους Βλαχόφωνους και Αλβανόφωνους της Αλβανίας που εκφράζουν την Ελληνική τους ταυτότητα ως καλή τη πίστει μέλη της εκεί Ελληνικής μειονότητας. Ιστορικά, οι Βλάχοι και οι Αρβανίτες Έλληνες αποτέλεσαν ένα από τα πλέον δυναμικά στοιχεία του σύγχρονου Ελληνισμού. Το ίδιο ισχύει και για την παραμελημένη για πολύ καιρό Βλαχόφωνη κοινότητα της νότιας ΠΓΔΜ η οποία είναι κατάλοιπο του πάλαι ποτέ ανθούντος Βλάχικου Ελληνισμού της Πελαγονίας.

Τέλος, έχοντας αναφέρει το Οικουμενικό Πατριαρχείο, θα θέλαμε να εκφράσουμε την ευγνωμοσύνη μας προς την Ελληνική Δημοκρατία για την υποστήριξη που παραδοσιακά έχει παράσχει προς την εν Κωνσταντινουπόλει Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία, και για την υποστήριξη που έχει παράσχει προς τα Ελληνικά Ορθόδοξα Πατριαρχεία της Αλεξανδρείας και των Ιεροσολύμων καθώς και προς τη Μονή της Αγίας Αικατερίνης στο Όρος Σινά. Τα Ελληνικά Ορθόδοξα Πατριαρχεία και η Μονή της Αγίας Αικατερίνης λειτουργούν ως προπύργια του Ελληνικού πολιτισμού, καθώς διατηρούν όχι μόνο την Ορθόδοξη πίστη αλλά και τη συνέχεια της Ελληνικής γλώσσας και της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Επίσης, θα θέλαμε να εκφράσουμε την υποστήριξή μας για τη συνέχιση της αυτονομίας της Μοναστικής Κοινότητας του Αγίου Όρους, καθώς οι παραδόσεις του Αγίου Όρους έχουν αρχίσει να αμφισβητούνται εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Παρακαλούμε όπως διαβιβάσετε τις ανησυχίες μας στην Ελληνική Κυβέρνηση και στα πολιτικά κόμματα της αντιπολίτευσης.

Με εκτίμηση»

(Ακολουθούν περίπου 200 υπογραφές καθηγητών πανεπιστημίων)

258 Επισκέπτες, 0 Χρήστες