Μέλη
  • Σύνολο μελών: 7,373
  • Latest: iguzovec
Stats
  • Σύνολο μηνυμάτων: 360,324
  • Σύνολο θεμάτων: 11,759
  • Online today: 791
  • Online ever: 1,061 (Οκτωβρίου 10, 2023, 08:28:42 ΠΜ)
Συνδεδεμένοι χρήστες
  • Users: 1
  • Guests: 786
  • Total: 787
  • Leon

ΧΟΡΧΕ ΛΟΥΙΣ ΜΠΟΡΧΕΣ

Ξεκίνησε από isabella, Φεβρουαρίου 08, 2007, 01:14:39 ΜΜ

« προηγούμενο - επόμενο »

isabella

Ο ΑΥΤΟΧΕΙΡΑΣ
 

Δε θα μείνει στη νύχτα ούτ’ ένα αστέρι.

Δε θα μείνει η νύχτα.

Θα πεθάνω και μαζί μου όλο

τ’ ανυπόφορο σύμπαν.

Θα σβήσω τις πυραμίδες, τα μετάλλια,

τις ηπείρους και τα πρόσωπα.

Θα σβήσω το θησαύρισμα του παρελθόντος.

Θα κάνω σκόνη την ιστορία, σκόνη τη σκόνη.

Κοιτάζω τώρα το στερνό ηλιοβασίλεμα.

Ακούω το στερνό πουλί.

Κληροδοτώ το τίποτα σε κανέναν.

blue-roses

Ο Χόρχε Λουίς Μπόρχες γεννήθηκε στην Αργεντινή, το 1899. Έζησε τυφλός τα περισσότερα χρόνια της ζωής του. Έγραψε ποιήματα, διηγήματα, δοκίμια, κινηματογραφικά σενάρια. Δίδαξε σε πανεπιστήμια των Η.Π.Α. και αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτωρ στα μεγαλύτερα πανεπιστήμια του κόσμου. Θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους συγγραφείς του εικοστού αιώνα. Δεν τιμήθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Πέθανε στη Γενεύη το 1986.

blue-roses

Ο ΛΑΒΥΡΙΝΘΟΣ


Ο ίδιος ο Δίας, δεν θα μπορούσε να λύσει τα πέτρινα δίκτυα που με περικυκλώνουν.
Έχω ξεχάσει τους άντρες που ήμουν στα παλιά.Ακολουθώ το μισητό δρόμο με τους μονότονους τοίχους, που είναι η μοίρα μου. Ορθογώνιες στοές που καμπυλώνουν σε μυστικούς κύκλους με τα χρόνια.

Παραπέτα που έχουν ραγίσει μες του χρόνου τη φθορά.. Στη χλομή σκόνη έχω αποκρυπτογραφήσει ίχνη που φοβάμαι. Ο αέρας έχει φέρει μες την απογευματινή κοιλότητα μια κραυγή Η τον αντίλαλο μιας έρημης κραυγής. Ξέρω πως μες τις σκιές είναι 'Aλλος, που έχει σκοπό Να εξαντλήσει τις ατελείωτες μοναξιές.




 

blue-roses

ΤΟ ΤΑΝΓΚΟ
 
Πού να βρίσκονται; ρωτά η ελεγεία

για κείνους που πια δεν υπάρχουν, μαθές,

σα να υπήρχε ένα μέρος όπου το Χθες

είναι το Σήμερα, το Ακόμα ή το Επιπλέον μία.

 

Πού να βρίσκονται (επαναλαμβάνω) από απάχηδες τόσες γενιές

που πήγαν κι έστησαν μια τρομερή νύχτα

σε σκονισμένους χωματόδρομους ή σε χαμένες γειτονιές

του στιλέτου και της μαγκιάς τη σέχτα;

 

Πού να βρίσκονται εκείνοι που πέρασαν;

Στην εποποιία ένα επεισόδιο κόμισαν χορηγία

κι ένα θρύλο στο χρόνο. Που δίχως καμία κακία,

όφελος ή ερωτικό πάθος ο ένας τον άλλον μαχαίρωσαν;

 

Τους ψάχνω μέσα στους θρύλους τους, στην τελευταία

θράκα που, όπως ένα αναπάντεχο τριαντάφυλλο,

κρατάει κάτι από εκείνον τον ψυχωμένο όχλο

στο Κοράλες και στην Μπαλβανέρα την ωραία.

 

Σε ποια σκοτεινά στενοσόκακα ή τόπο έρμο

του άλλου κόσμου θα κατοικεί η γρανιτένια

η σκιά εκείνου του Μουράνια,

του μαχαιροβγάλτη απ’ το Παλέρμο;

 

Κι εκείνος ο μόρσιμος Ιμπέρα (που κι οι άγιοι

τον λυπούνται) σ’ ένα γιοφύρι του δρόμου, του Νιάτου,

του αδερφού του, έδωσε χτύπημα θανάτου.

Στα φονικά τον ξεπερνούσε κι έγιναν οι φόνοι πάγιοι.

 

Μια μυθολογία κοφτερών εγχειριδίων

σβήνει αργά μέσα στη λήθη.

Ένα τραγούδι για άθλους ελήφθη

μέσα στο θόρυβο των αστυνομικών δελτίων.

 

Μα υπάρχει κι άλλη θράκα, κι άλλου πυρακτωμένου ρόδου,

από τη στάχτη που τους φυλάει ακέραιους.

Εκεί βρίσκεις μαχαιροβγάλτες αγέρωχους

και το βάρος του αθόρυβου μαχαιριού ενός βάρδου.

 

Αν κι αυτό το εχθρικό στιλέτο ή τ’ άλλο στιλέτο,

ο Χρόνος, τους έστειλε κάτω απ’ το χώμα,

σήμερα, έξω απ’ του χρόνου το παραπέτο,

το θάνατο, εκείνοι οι πεθαμένοι ζουν μεσ’ του τάνγκο το σώμα.

 

Μεσ’ στις χορδές της μουσικής βρίσκονται,

στης κιθάρας το αργό το παίξιμο,

και λέει μια μιλόνγκα μ’ αλέγρου ρυθμού πλέξιμο

για το γιορτάσι και την αθωότητα σαν πέτονται.

 

Γυρίζει ο κίτρινος τροχός πάνω απ’ το κενό

μ’ άλογα και με λιοντάρια. Ακούω την ηχώ

και με του Αρόλας και του Γκρέκο τα τάνγκο ξεψυχώ

που είδα κάποτε να χορεύουν στο στενό,

 

κάποια στιγμή που αναδύεται απ’ το πουθενά,

δίχως πριν ούτε μετά, ενάντια στη λήθη,

που θυμίζει της ίδιας της απώλειας τα ήθη,

το χαμό και το ανακτημένο ξανά.

 

Στ’ ακόρντα υπάρχουν πράγματα παλιά, στους στίχους]

786 Επισκέπτες, 1 Χρήστης