Μέλη
  • Σύνολο μελών: 7,374
  • Latest: iguzovec
Stats
  • Σύνολο μηνυμάτων: 360,324
  • Σύνολο θεμάτων: 11,759
  • Online today: 180
  • Online ever: 1,061 (Οκτωβρίου 10, 2023, 08:28:42 ΠΜ)
Συνδεδεμένοι χρήστες
  • Users: 0
  • Guests: 315
  • Total: 315

Κοιτάζοντας το Ονειρο ΝΙΚΟΛΑΣ Γ. ΡΕΪΣΗΣ

Ξεκίνησε από krinos, Ιουλίου 01, 2004, 01:11:57 ΜΜ

« προηγούμενο - επόμενο »

krinos

Σε μισό λεπτό η Άρτεμης στεκόταν απέναντι από τον Μιχάλη κοιτάζοντας τον με εκείνο το πονηρό χαμόγελο που μόνο εκείνος μπορούσε να ερμηνεύσει.
- Τι καλούς αστακούς  έχουμε σήμερα ωραία μου κυρία; Ρώτησε ο Μιχάλης ελληνικά χαμογελώντας πονηρά και κοιτάζοντας την ερωτιάρικα.
- Αν ήμουν πιο νέα δεν θα σου γλίτωνα. Αποκρίθηκε κουνώντας πάνω κάτω τα φρύδια της.
- Έχουμε ότι χρειάζεται ο αγαπητικός μας.
- Δύο ουίσκι με πάγο κι ένα μπουκάλι σόδα μήπως και το πίνει έτσι η κυρία, τις γνωστές πιατέλες με τα θαλασσινά κι φούνταρε στο τσουκάλι δύο καλούς αστακούς, αλλά θα τους σερβίρεις όταν θα σου κάνω νόημα μαζί με ένα καλό μπουκάλι ελληνικό κρασί και μια ντοματοσαλάτα χωρίς ψωμί.
- Ότι θέλει ο Σεΐχης.
Η Ρίτα που δεν καταλάβαινε ελληνικά, ρώτησε με ενδιαφέρον:
- Μα τι παράγγειλες;
- Φαγητό που έχει σχέση με την έρευνα.
- Μα τι λες τώρα; Τι σχέση έχει το φαγητό;
- Έχει και πολύ μάλιστα.
- Τι εννοείς;
- Είναι απλό. Κάποια φαγητά βοηθούν την σεξουαλικότητα. Δεν έχεις δει σε ντοκιμαντέρ ανθρωπολόγων ότι οι ουραγκοτάγκοι όταν ζευγαρώνουν ψάχνουν συνέχεια για καρύδες!
Τα κανόνια του Ναβαρόνε θα ξεκούφαιναν λιγότερο την Ρίτα από αυτά που άκουσε.
- Αδύνατον, αδύνατον. Είπε και προσπάθησε να φανταστεί τι φαγητό είχε παραγγείλει ο Μιχάλης.
- Δυνατόν!
- Μα πως είναι δυνατόν; Τότε οι άνθρωποι δεν θα είχαν σεξουαλικά προβλήματα;
- Αυτοί που ξέρουν δεν έχουν! Είπε και την κοίταξε παμπόνηρα στα μάτια σαν πειραιώτης μάγκας.
Η ματιά του Μιχάλη την αναρίγησε: « ετούτος ο έλληνας δεν θα έχει κανένα σεξουαλικό πρόβλημα. Θα τα έχει λύσει όλα», σκέφτηκε η Ρίτα και ρώτησε:
- Μα για πες μου τι φαγητό παράγγειλες;
- Ε, μην βιάζεσαι τώρα θα το φέρουν.
- Καλά, αλλά για δώσε μου να καταλάβω τι ακριβώς κάνεις με την ερευνητική ομάδα σου;
- Να, κοίταξε, οι γιατροί εξετάζουν μόνα αν τα ζευγάρια που τους επισκέπτονται έχουν προβλήματα στύσης του πέους, στην μήτρα στις σάλπιγγες, στο σπέρμα, αν έχουν άγχος, αν έχουν ψυχολογικά προβλήματα και να έχουν οικογενειακά προβλήματα και επαγγελματικά. Καταλαβαίνεις;
- Πως το καταλαβαίνω. Αλλά τότε εσείς τι κάνετε; Ρώτησε με ενδιαφέρον η Ρίτα.
- Αν τα ζευγάρια δεν έχουν κανένα από τα παραπάνω προβλήματα, τότε έρχεται η σειρά μας να μελετήσουμε την σεξουαλικότητα τους, τον έρωτα που κάνουν να εντοπίσουμε το πρόβλημα και να προτείνουμε λύσεις.
- Δεν καταλαβαίνω.
- Καταρχήν μελετάμε στην κουλτούρα του καθ’ ενός ξεχωριστά. Που μεγάλωσε, πως μεγάλωσε, σε τι οικογενειακό περιβάλλον, αν ήταν η μητέρα τους ή ο πατέρας τους αυταρχικός, βίαιος , καταπιεστικός, θρησκευόμενος, αν είχαν προγαμιαίες ολοκληρωμένες σεξουαλικές σχέσεις, πόσο ολοκληρωμένες σχέσεις, αν είχαν ταμπού στον έρωτα, αν ήταν ειλικρινείς όταν έκαναν έρωτα.
Η Ρίτα που της φάνηκαν κάπως υπερβολικά όσα κατέβασε η κούτρα του Μιχάλη, τον πείραξε:
- Δηλαδή εσύ μπορείς να ξέρεις τι ευχαριστεί μια γυναίκα;
- Προσπαθώ και το βρίσκω!
- Δηλαδή τι κάνεις; Ρώτησε προσπαθώντας να στριμώξει τον Μιχάλη.
- Θα σου απαντήσω, αφού πρώτα σου πω μερικά σχετικά πράγματα.
- Για να ακούσω.
- Οι περισσότερες κοινωνίες είναι συντηρητικές και θρησκόληπτες. Υπάρχουν πολλά ταμπού, πάρα πολλά και κυρίως στον έρωτα. Στον έρωτα ο άντρας έχει σχεδόν πάντα τις πρωτοβουλίες. Προσπαθεί λοιπόν να ευχαριστήσει την γυναίκα, με τον τρόπο που ξέρει, ή με αυτόν που νομίζει. Η γυναικά όμως αντί να χαλαρώνει σφίγγεται, στο σώμα, στην καρδιά και στην ψυχή με αποτέλεσμα να κάνει έρωτα μηχανικά – εμείς το λέμε παθητικό έρωτα – να μην τον απολαμβάνει, να μην ικανοποιείται και το χειρότερο να προσποιείται ότι έφτασε σε οργασμό, για να ικανοποιήσει το εγώ του άντρα. Δεν πρέπει λοιπόν να προσπαθεί να επιβάλλει πράγματα ο άντρας στην γυναικά που δεν της αρέσουν. Για παράδειγμα, δεν πρέπει να επιμένει ο άντρας να φιλήσει το αιδοίον της γυναίκας, ούτε να της επιβάλει πεοθηλασμό αν δεν αρέσει στην ίδια. Ακόμη και τα χάδια είναι σημαντικός παράγοντας. Το να χαϊδεύει ένας άντρας μόνο το στήθος της γυναίκας γιατί έτσι νομίζει ότι την ερεθίζει, δεν επιτυγχάνει  αυτό που θέλει. Όμως οι περισσότερες γυναίκες, όταν τους χαϊδέψεις απαλά την πλάτη, το πρόσωπο, τα χέρια, τα πόδια, το λαιμό και τα χείλη αισθάνονται πιο όμορφα. Ακόμη και η μουσική παίζει μεγάλο ρόλο την ώρα που κάνουν έρωτα. Πρέπει να είναι απαλή, μελωδική και αν είναι δυνατόν άγνωστη.
« Ρε, ο Συρματικός», σκέφτηκε και μπήκε ο διάολος μέσα του. Την άλλη μέρα έγραψε εις ανάμνησιν …..
« Αν μ άκουγε ένας παπάς, θα νιωθε αηδία
  που έκανα συζήτηση, για πέη και αιδοία».
Ο Μανώλης που είχε γεννηθεί στην Αερική και καταλάβαινε την συζήτηση, γύρισε στον Κωστή και είπε:
- Τι λέει ρε ο άτιμος στην κοπέλα, θα την κουφάνει, θα την καραφλιάσει!
- Από αυτόν όλα να τα περιμένεις, δεν άκουσες τι είπε για μουσικές;  Σε λίγο θα της μιλά για λύρες, λαούτα και τσαμπούνες. Είπε ο Κωστής.
Όση ώρα άκουγε εντυπωσιασμένη τον Μιχάλη η Ρίτα, τον έβλεπε και σαν άντρα,     « ωραίος έλληνας, ο Άδωνης, καθηγητής του έρωτα», σκεφτόταν σαν ένοιωθε τα χάδια του Μιχάλη εκεί που της άρεσε. Έκανε να μιλήσει άλλη εκείνη την στιγμή ήρθε η Άρτεμης με τα θαλασσινά. Άφησε τις πιατέλες στο τραπέζι και έπε πονηρά του Μιχάλη:
- Καλή όρεξη.
- Κοπιάστε. Είπε ο Μιχάλης με νόημα που έκανε η Άρτεμη να κάνει ένα μορφασμό αποστροφής.
Μόλις άφησε την πιατέλα πήγε και έφερε  τα ουίσκι.
- Άντε γεια μας! Είπε ο Μιχάλης ελληνικά τσουγκρίζοντας το ποτήρι της Ρίτας.
- Γειά σου. Είπε στα ελληνικά εκείνη με την περίεργη προφορά που λένε οι ξένοι στην Ελλάδα το ‘’ γεια σου ‘’.
Ο Μιχάλης ξαφνιάστηκε.
- Μιλάς ελληνικά;

krinos

- Όχι, όχι. Είπε καθησυχαστικά. « μόνο μερικές λέξεις».
- Που τις έμαθες; Ρώτησε περίεργα εκείνος.
- Όταν είχα πάει στην Κρήτη διακοπές.
- Αλήθεια; Σου άρεσε η Κρήτη;
- Πάρα πολύ. Πήγα εκεί γιατί  στον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο ο παππούς μου ήταν σαμποτέρ των συμμάχων και έκανε πολλές ανατινάξεις μαζί με τους κρητικούς της αντίστασης.
- Μπράβο. Έκανε με θαυμασμό ο Μιχάλης.
- Την επόμενη φορά θα πάω και στο δικό σου νησί.
- Α! υπέροχα θα προσπαθήσω να είμαι εκεί να σε ξεναγήσω και από τώρα είσαι προσκεκλημένη μου.  
- Ω! σε ευχαριστώ, πάντα είστε φιλόξενοι εσείς οι έλληνες.
- Θα το έχει η ράτσα μας φαίνεται. Γεια σου Ρίτα! Είπε στα ελληνικά.
- Γεια μας.
Μόλις έφερε στο στόμα στην πρώτη αχιβάδα η Ρίτα θυμήθηκε τα φαγητά και την σεξουαλικότητα. « μα πως είναι δυνατόν; Αδύνατον!», σκέφτηκε αλλά κόμπιασε να ρωτήσει τον Μιχάλη. Έφαγαν τα θαλασσινά, ήπιαν το ουίσκι τους και ο Μιχάλης έκανε νόημα στην Άρτεμη που ήταν απίκο να φέρει αμέσως τους αστακούς και μετά τα μπουκάλι με το κρασί. Την ώρα που πήγε να το ανοίξει ο Μιχάλης της λέει:
- Άλλαξε το και φέρε ένα κρητικό.
- Αυτό είναι το καλύτερο.
- Κάνε αυτό που σου λέω και μην ρωτάς πολλά. Είπε με προσποιητή αυστηρότητα ο Μιχάλης.
Σε λίγο άνοιξε ένα μπουκάλι κρητικό κρασί. Η Ρίτα δεν είχε ξαναφάει αστακό, ούτε στην Αμερική, αλλά ούτε στην Αγγλία. Δύο φορές που την είχε πάει ένας φίλος της, πλούσιας οικογένειας, σε ακριβό εστιατόριο εκείνος παράγγειλε το καλύτερο, χέλια γιαχνί. Οι άγγλοι ξετρελαίνονται με τα χέλια, όπως οι κινέζοι με τους …. σκύλους και οι ασιάτες με τα φίδια τα λιόκαυτα.
- Είναι ωραίος ο αστακός Μάικ; Ρώτησε περίεργα.
Ο Μιχάλης ξαφνιάστηκε. Νόμιζε ότι του αστειεύεται και ρώτησε:
- Δεν έχεις ξαναφάει;
- Όχι βέβαια!
Ο Μιχάλης παραξενεύτηκε γιατί δεν ήξερε  τι αγγλικές συνήθειες.
- Μα πως έτσι;
- Στην  Αγγλία δεν πολυπροτιμούν τον αστακό.
- Τι μου λες. Ρώτησε γεμάτος απορία.
- Κάθε λαός έχει τις δικές του συνήθειες.
- Σωστά έχεις δίκιο. Είπε και σκέφτηκε, « αν αρχίσουμε να λέμε για τις συνήθειες των διάφορων λαών, θα ξεράσουμε και τον αστακό … πριν τον φάμε».
- Για δοκίμασε λοιπόν.
- Α! ωραίος. Είπε με την πρώτη πιρουνιά.  
- Είδες που σου το έλεγα.
Η Ρίτα έτρωγε με επιφωνήματα θαυμασμού. Ο Μιχάλης γέμιζε τα ποτήρια του κρασιού και έλεγε συνέχεια στα ελληνικά:
- Γεια μας.
- Γεια σου Μάικ. Έλεγε εκείνη, δείχνοντας κεφισμένη.
Ο Μιχάλης μόλις άδειασε το μπουκάλι, έκανε νόημα στην Άρτεμη δείχνοντας της το άδειο μπουκάλι. Εκείνη αμέσως έφερε δεύτερο.
- Γεια σου κούκλα! Είπε στα ελληνικά ο Μιχάλης.
- Τι σημαίνει κούκλα; Μάικ.
Εκείνος της εξήγησε κοιτάζοντας την με την ερωτιάρικη ματιά του.
- Ω! σε ευχαριστώ. Είπε εκείνη κολακευμένη.
Είχε πια κεφίσει και δεν θα μπορούσε να νοιώσει κάποια ντροπή. Το αντίθετο μάλιστα. Τρώγοντας την τελευταία πιρουνιά του αστακού, που έκοβε σε μικρές μπουκιές, σαν να μην ήθελε να τελειώσει, άρχισε να νοιώθει την σεξουαλικότητα της να μεγαλώνει, καθώς πίστεψε ότι ο αστακός ήταν η αίτία. Και η τελευταία αμφιβολία είχε πάρει διαζύγιο από το μυαλό της.
- Γεια σου κουκλάρα!
- Τι;
Ο Μιχάλης της έδωσε την ερμηνεία της λέξης κοιτάζοντας την τόσο έντονα που εκείνη ένοιωθε την ματιά του να της χαϊδεύει ολόκληρο το κορμί και να το κάνει να σπαρταρά από πόθο. Χαμήλωσε ελαφρά τη ματιά της και έκανε μια ερώτησε στον Μιχάλη για να αλλάξει το θέμα και την έντονη ματιά του.
- Για πες μου για την μουσική που ανέφερες προηγουμένως;
Ο Μιχάλης ένιωσε το δοξάρι της λύρας του φίλου του, του Μηνά να παίζει Συρματικό στις χορδές της καρδίας του.
- Η μελωδία της μουσικής, από το αυτί φτάνει στην ψυχή, την ηρεμεί, την κάνει να νοιώθει ευφορία και ευτυχία. Η ψυχή τις στέλνει στην καρδιά και εκείνη στο σώμα. Το  σώμα λύνεται γλυκά σαν μηχάνημα. Γίνεται βίδες και ο σύντροφος της κοπέλας συναρμολογεί το μηχάνημα βάζοντας τις βίδες στην σωστή θέση, με τέλειο τρόπο χωρίς λάθος και έτσι η κοπέλα δεν έχει κανένα πρόβλημα και νοιώθει τον τέλειο έρωτα.
Στα αυτιά της Ρίτας ήρθαν όλες οι μελωδίες  των Μπίτλς και στην θύμηση τους, ο έρωτας που είχε κάνει ακούγοντας τους. Δεν θυμόταν να είχε επηρεαστεί από την μουσική.  
- Μα τόσο επηρεάζει η μουσική;
- Προπάντων η άγνωστη.
« πάει την παλάβωσε την κοπέλα ο άτιμος», λέει ο Τέλης, σκουντώντας τον Μανόλη στο τραπέζι της παρέας.  
Εκείνη προσπάθησε να θυμηθεί αν είχε κάνει ποτέ έρωτα με άγνωστη μουσική. « ποτέ, όλο γνωστοί τραγουδιστές».
- Μα δεν ακούμε την μουσική και τα τραγούδια γνωστών και μεγάλων τραγουδιστών, σαν τους Μπίτλς; Δεν ακούμε ότι να είναι;
- Μπράβο, έχεις απόλυτο δίκιο. Γι’ αυτό και εμείς μελετήσαμε το θέμα της μουσικής και καταλήξαμε μετά από έρευνες στο συμπέρασμα με την άγνωστη μουσική.
- Σοβαρά; Τι μουσική είναι αυτή;
- Θέλεις να ακούσεις;
- Βεβαίως. Είπε χωρίς να το καλοσκεφτεί.
Ο Μιχάλης έκανε αμέσως νόημα στην Άρτεμη να φέρει τον λογαριασμό και της είπε και πάλι:
- Γεια σου Αγγλία με τα ωραία σου κορίτσια και φαντάστηκε το μάθημα γεωγραφίας που θα έκανε πάνω στο σώμα εκείνης της γυναικάρας.

krinos

Η Άρτεμης έφερε τον λογαριασμό. Ο Μιχάλης τον υπέγραψε και έγραψε πάνω στην υπογραφή, « θα το πληρώσουν οι μάγκες της παρέας, έχασαν το στοίχημα». Μόλις τελείωσε την φράση σήκωσε το ποτήρι του, γύρισε ελαφρά προς την παρέα και έκανε την κίνηση του ‘’ γεια σας μάγκες ‘’, χωρίς να πει τίποτε για να μην υποψιαστεί η Ρίτα πως ήταν το στοίχημα.
- Είμαστε έτοιμοι, πάμε.
- Που πάμε, Μάικ;
- Να ακούσουμε μουσική.
Εκείνη χαμογέλασε γλυκά και είπε με ερωτική λάμψη στα μάτια:
- Α! ωραία αλλά που;
- Έλα πάμε, εδώ απέναντι.
- Πάμε.
Σε λίγο χόρευαν νησιώτικο μπλουζ με Συρματικό. Ο Συρματικός και τα επαγγελματικά χάδια του Μιχάλη, που θα τα ζήλευε και ο καθηγητής σεξολογίας του πανεπιστήμιου Γέηλ,  έλυσαν την καρδιά και το σώμα της Ρίτας. Η ψυχή της έμεινε τσίτσιδη, εκστασιάστηκε λυκνιζόμενη με την μελωδία του σκοπού και παραδόθηκε το πνεύμα της στην αιωνιότητα της ευτυχίας. Την άλλη μέρα ο Μιχάλης έγραψε εις ανάμνηση.
" Καθόλου δεν κατάλαβα, τον πονηρό σκοπό της,
  γεωγραφία με έμαθε σωστή του σώματος της
                        ***
Την τύχη μου την έφερε, εγγλέζικο λαχείο,
 θα αλλάξω ειδικότητα, θα σκίσω το πτυχίο
                        ***
Θα αλλάξω ειδικότητα, θα γίνω σεξολόγος
να μην διδάσκω έρωτα, κι εγώ σαν … θεολόγος
                       ***
Έρωτα είσαι του Θεού, γλυκεία δημιουργία
και στο ναό σου, θα έρχομαι να κάνω λειτουργία"

Ένα μήνα πριν γυρίσει στην Ελλάδα, Αύγουστο μήνα, πήγε σε ένα θεόρατο κατάστημα, στρογγυλό σαν τον Λευκό Πύργο, αλλά εκατό φορές μεγαλύτερο, να τυπώσει στην πλάτη ενός λινού κοκκινωπού πουκάμισου τις λέξεις Κάσος και Αγία Μαρίνα. Έδωσε το πουκάμισο και του είπαν ότι σε μία ώρα θα ήταν έτοιμο. Προτίμησε να περιμένει στην μικρή καφετέρια του ορόφου πίνοντας ένα καφέ. Σκεφτόταν τους σαργούς που θα έπιανε με το ψαροτούφεκο κολυμπώντας στα νησιά Αρμάθια της Κάσου. Σαν να έβλεπε καθαρά τον βυθό και τις πέτρες και τρεις σαργούς που στάλιαζαν στην σκιά μιας πέτρας. Ξαφνικά είδε τρία μελανούρια να περνάνε την πόρτα της καφετέριας και άλλαξε καμάκι στο ψαροτούφεκο.Τρεις ψιλές ξανθιές και λυγερόκορμες κοπέλες πέρασαν το κατώφλι της καφετέριας. Ο Μιχάλης έμεινε έκθαμβος από την ομορφιά τους και την κορμοστασιά τους. Σηκώθηκε αμέσως από το τραπέζι του και πήγε και στάθηκε ακριβώς πίσω από εκείνη που ξεχώριζε σε ομορφιά λίγο περισσότερο από τις άλλες δύο. Εκείνη την στιγμή η κοπέλα είχε πιάσει με το χέρι της, από την βιτρίνα με τα έτοιμα φαγητά, ένα πιάτο που είχε πάνω ένα πλατύ φύλο μαρουλιού και πάνω του ένα μεγάλο λουκάνικο. Την ώρα που τραβούσε το πιάτο έξω από την βιτρίνα, ο Μιχάλης έσκυψε στο αυτί της και της ψιθύρισε:
- Αυτό το λουκάνικο, δεν σου κάνει, ούτε στο μήκος, ούτε στο πλάτος! Και έκανε ένα βήμα πίσω γιατί υπολόγιζε ότι η κοπέλα θα γυρίσει και θα τον σκαμπιλίσει.
Πράγματι η κοπέλα γύρισε αργά τον κοίταξε με ένα γλυκό χαμόγελο στα χείλη και είπε:
- Πολύ έξυπνο εκ μέρους σου.
Του Μιχάλη η καρδιά ξαναγύρισε στην θέση της από την ευχάριστη έκπληξη. Έμεινε όμως στην θέση του μερικά δευτερόλεπτα, όσα χρειαζόταν να απομακρυνθεί η κοπέλα και να καθίσει σε ένα τραπέζι μαζί με τις φίλες της. Ο Μιχάλης πήρε ένα άλλο φλιτζάνι καφέ και πήγε κατ’ ευθείαν στο τραπέζι τους και χωρίς να ζητήσει τη άδεια κάθισε δίπλα από εκείνη που είχε πριν πειράξει λέγοντας:
- Γεια σας κορίτσια.
Η προφορά της κοπέλας που  πείραξε δεν του φάνηκε αμερικάνικη και ρώτησε μόλις κάθισε.
- Από πού είστε κορίτσια;
- Βρες το. Του είπε η ‘’ πειραχθείσα ‘’ με ένα γλυκό αλλά πονηρό χαμόγελο.
Ξανθιές όπως ήταν έκαναν μπαμ από μακριά.  
- Από την Σουηδία.
- Όχι.
- Από την Φιλανδία.
- Όχι.
- Από την Νορβηγία.
- Όχι.
Σκέφτηκε ποια άλλη χώρα ‘’ παράγει ‘’ ξανθιές.
- Από την Γερμανία.
- Όχι. Είπε η "δικιά του" και άρχισε να το διασκεδάζει και να γελά μαζί με τις άλλες.
- Από την Γαλλία.  
- Όχι.
- Από την Γιουγκοσλαβία. Είπε που θυμήθηκε την ξανθή την Ματούλη  από το Σπλίτ της Κροατίας.
- Όχι.
- Οχιά να σας  κόψει. Είπε εκνευρισμένος στα ελληνικά ο Μιχάλης.
Η "δικιά" του δεν γνώριζε μεν ελληνικά, αλλά με τον τρόπο που τα είπε ο Μιχάλης κατάλαβε τον εκνευρισμό του και συνέχισε να τον προκαλεί.
- Τι θα γίνει θα βρεις από πού είμαστε; Ρώτησε. Χαμογελώντας ειρωνικά.
Από τούτη κι από την άλλη, είπε όλες τις χώρες της Ευρώπης, μέχρι και την Ελλάδα με τα νησιά της είπε από την απελπισία του. Παρέλειψε μόνο μία μικρή σε έκταση χώρα. Δεν πήγε το μυαλό του.
- Δεν την βρίσκω. Είπε απογοητευμένος.
Η δικιά του τον λυπήθηκε και είπε:
- Μα ήταν τόσο εύκολο. Από την Ελβετία.  
Το είπε με ένα τρόπο σαν να κρατούσε στα χέρια της ελβετική τράπεζα. Ο Μιχάλης έβγαλε έναν αναστεναγμό ανακούφισης και θαυμασμού:
-ΑΑΑ! Έκανε και ρώτησε:
- Κι εγώ από πού νομίζετε ότι είμαι;
Σαν να είχαν συγχρονιστεί οι ελβετίδες από μαέστρο και είπαν ταυτόχρονα:
- Καλά τώρα, εσύ είσαι έλληνας.
Ο Μιχάλης κεραυνοβολήθηκε και γούρλωσε από θαυμασμό τα μάτια του λέγοντας:

krinos

- Μπράβο! Και φαντάστηκε ότι θα τους είχαν  κάνει καμάκι καμιά χιλιάδα έλληνες. « τι να κάνει ο χιλιοστός πρώτος, ότι έκαναν και οι προηγούμενοι», συλλογίστηκε κακομοίρικα και ακολούθησε την ‘’ πεπατημένη ‘’.  
- Εμένα με λένε Μάικ. Εσένα;
- Εμένα Χάιντρουν Σούλζ και από δω η Μόνικα και η Ούρσουλα.
- Χαίρομαι που γνωρίζω ελβετίδες.
- Και εμείς το ίδιο. Είπε η Μόνικα.
- Και τι κάνεις στην Αμερική;
- Δουλεύω στο New York University. Είπε η Χάιντρουν.
- Και τι δουλεία κάνεις;
- Βρες το. Είπε χαμογελώντας πονηρά η Χάιντρουν.
Η Χάιντρουν φαινόταν γύρω στα εικοσιπέντε με εικοσιέξι.
- Καθηγήτρια;
- Όχι.
- Φοιτήτρια;
- Όχι.
Σε λίγο θα ξετρύπωνε όλες τις οχιές ο Μιχάλης.
- Γραμματέας;
- Όχι.
- Υπάλληλος;
- Όχι.
- Οχιά να σε κόψει και να σε θερίσει. Είπε ελληνικά και άρχισε να ξύνει ελαφρά το κεφάλι του για να … κατεβάσει νέο επάγγελμα.
Σκάλισε και το λάκκο της θύμησης αλλά δεν βάθαινε. Μέχρι και καθαρίστρια του ήρθε στο μυαλό αλλά δεν το είπε, « ε, όχι και καθαρίστρια από την Ελβετία, του κερατά». Ξαφνικά έλαμψαν τα μάτια του και είπε θριαμβευτικά:
- Οικονομολόγος και έχεις την ευθύνη να στέλνεις τις καταθέσεις του πανεπιστήμιου σε Ελβετική τράπεζα.
Οι τρεις ελβετίδες ξεράθηκαν στα γέλια από την απάντηση του Μιχάλη, που τον παρέσυραν και γελούσε μαζί τους.
- Λοιπόν θα το βρεις; Ρώτησε πειραχτικά η Χάιντρουν.
- Ε, δεν μπορώ να το βρω. Είπε γελώντας ο Μιχάλης, « αν θέλεις λες», είπε ικετευτικά.
- Άλλη φορά.
« Ωραία θα υπάρξει και άλλη φορά λοιπόν», σκέφτηκε εκείνος.
- Εγώ πάντως σπουδάζω γυμνάστρια. Είπε η Μόνικα.
- Και εγώ Μάνατζμεντ. Είπε η Ούρσουλα.
- Εσένα φαίνεται ότι ο πατέρας σου έχει καμία τράπεζα. Την πείραξε ο Μιχάλης
- Δεν έχει, αλλά είναι πρόεδρος σε μία.
Ο Μιχάλης θυμήθηκε κάτι έλληνες εργάτες που έχουν ξεχασμένες καταθέσεις στην Ελβετία και μελαγχόλησε στιγμιαία. Όση ώρα έμειναν στην μικρή καφετέρια, συζήτησαν για την Ελβετία, για την Ελλάδα και τους αρχαίους έλληνες. Ο Μιχάλης διαπίστωσε ότι οι ελβετίδες γνώριζαν περισσότερα από εκείνον για τους αρχαίους έλληνες.
« εμείς δεν μάθαμε τίποτα στο γυμνάσιο, μόνο παπαγαλίζαμε για τις εξετάσεις», σκεφτόταν και μελαγχολούσε.
Όταν ήρθε η ώρα να χωρίσουν αντάλλαξαν τηλέφωνα και κανόνισαν αν τηλεφωνηθούν ο Μιχάλης με την Χάιντρουν.
- Να μου τηλεφωνήσεις την Πέμπτη μετά τις δωδεκάμισι το βράδυ. Του είπε η Χάιντρουν.
Ο Μιχάλης παραξενεύτηκε για το προχωρημένο της ώρας που ήθελε εκείνη να της τηλεφωνήσει, « τι να κάνει όλη την ημέρα; Που να γυρίζει αυτή η όμορφη σουσουράδα», σκεφτόταν ξύνοντας το κεφάλι του. Δεν είχε ξανασυναντήσει τόσο γοητευτική και έξυπνη γυναίκα στην ζωή του και μέχρι την Πέμπτη το βράδυ που θα της τηλεφωνούσε ξέχασε και της πρώην και τις νυν ..  μέλλουσες φιλενάδες. Ούτε  με την Λήδα βγήκε έξω μέχρι την Πέμπτη. Εκείνο το βράδυ, όταν της τηλεφωνούσε, η καρδιά του χτυπούσε σαν νεαρού που θα πάρει για πρώτη φορά τηλέφωνο να κλείσει ραντεβού.
- Γεια σου Χάιντρουν, εγώ είμαι ο Μάικ.
- Γεια σου Μάικ, νόμιζα ότι θα το ξεχνούσες.
- Όχι βέβαια. Είπε σαν τον τυφλό που τον ρώτησε ο Χριστός αν ήθελε να δει το φώς του.
- Τι έγινε βρήκες τι δουλειά κάνω; Ρώτησε εκείνη πειραχτικά.
- Μου φαίνεται ότι ούτε στην εγκυκλοπαίδεια υπάρχει το επάγγελμα σου, θα μου το πεις;
- Όταν συναντηθούμε.  
- Θα ήθελες να συναντηθούμε; Ρώτησε με αγωνία ο Μιχάλης.
- Μα και βέβαια, πότε θέλεις;
- Εγώ δεν έχω πρόβλημα χρόνου, όποτε θέλεις εσύ.
- Θέλεις να φάμε μαζί αύριο;
- Και βέβαια θέλω.
- Που θέλεις να πάμε;
- Όπου θέλεις εσύ Χάιντρουν.
- Θα ήθελα να φάω σε ένα ελληνικό ρεστοράντ.  
Ο Μιχάλης είδε αμέσως την Άρτεμη να χαμογελά πονηρά.
- Έχεις κάποιο υπόψη σου;
- Όχι, πάμε όπου θέλεις.
- Εντάξει, υπάρχει ένα ωραίο ελληνικό, το ‘’Απόλλων ‘’ στο Κουήνς, σε βολεύει;
Εκεί  ‘’ έπαιζε εντός έδρας ‘’, εκεί την έβρισκε.
- Κανένα πρόβλημα.
Ο Μιχάλης της έδωσε ην διεύθυνση και οδηγίες πώς να πάει με το αυτοκίνητο στο     ‘’ Απόλλων ‘’. Αφού κουβέντιασαν για λίγο για το πώς πέρασαν τις προηγούμενες μέρες έκλεισαν το τηλέφωνο. Το ραντεβού το κανόνισαν για τις εφτά η ώρα της Παρασκευής. Ο Μιχάλης πήγε στο ‘’ Απόλλων ‘’ από τις έξι. Είχε μια αγωνία που δεν μπορούσε να την εξηγήσει, λες και δεν είχε βγει με τόσες γυναίκες. Κάποια στιγμή που τον είδε η Άρτεμη  σκεπτικό, τον ρώτησε πειραχτικά:
- Πως έτσι μόνος τέτοια μέρα; Που είναι η Λήδα.
Ο Μιχάλης έκανε τον μισοκακόμοιρο.
- Τι να γίνει μου έδωσαν όλες διαζύγιο.

krinos

- Σιγά μην σε πιστέψω. Κάποια περιμένεις εσύ, αλλά μου φαίνεσαι κακόκεφος. Είπε η Άρτεμης με ενδιαφέρον σαν να ήταν μάνα του.
- Φαίνεται επειδή δεν περιμένω καμιά είμαι κακόκεφος.
Η Άρτεμης έκανε μια γκριμάτσα συμπάθειας και απομακρύνθηκε από το τραπέζι του. « τι να του συμβαίνει άραγε;». Ο Μιχάλης κάπνιζε συνέχεια και κοιτούσε τα σκαλοπάτια της εισόδου από την τζαμαρία. Στις εφτά ακριβώς, λες και ήταν εγγλέζα, η Χάιντρουν ανέβαινε τα σκαλοπάτια της  εισόδου. Η καρδιά του Μιχάλη φτερούγισε από την χαρά του σαν πουλάκι. Σηκώθηκε αμέσως από το τραπέζι και σήκωσε χαρούμενος το χέρι του για να τον δει. Εκείνη τον είδε και πήγε στο τραπέζι του. ο Μιχάλης την χαιρέτησε σφίγγοντας της δυνατά το χέρι και με ένα πλατύ χαμόγελο στα χείλη της είπε:
- Χαίρομαι που σε βλέπω Χάιντρουν. Τι κάνεις;
- Γεια σου Μάικ είμαι μια χαρά, εσύ;
- Κι εγώ το ίδιο. Είπε νοιώθοντας ελαφρά σφιγμένος.
Μόλις μπήκε στο ‘’ Απόλλων ‘’ η Χάιντρουν, οι πελάτες και το προσωπικό γύρισαν και την κοίταξαν έκθαμβοι, λες και έβλεπαν πρώτη φορά ωραία κοπέλα. Η Άρτεμης δεν άφησε από τα μάτια της την Χάιντρουν, και όταν εκείνη κάθισε απέναντι από τον Μιχάλη, χαμογέλασε ικανοποιημένη και σκέφτηκε, « είπα και εγώ, είναι δυνατόν να    μην περιμένει καμία όμορφη ο καζανόβας».
Μόλις κάθισε η Χάιντρουν, η Άρτεμης αγκυροβόλησε απέναντι από τον Μιχάλη και του χαμογέλασε πονηρά και με μια λάμψη θαυμασμού στα μάτια, που φάνηκε ανοίγοντας τα μάτια της. Είπε ελληνικά,    « ωραίο κελεπούρι» και συνέχισε στα αγγλικά:
- Καλησπέρα σας, μπορώ να σαν εξυπηρετήσω;
- Τι θα πάρεις Χάιντρουν;
- Ένα ουίσκι με σόδα.
- Και εγώ μια βότκα με χυμό πορτοκαλιού.
Η Χάιντρουν άρχισε να διαβάζει τον κατάλογο που έγραφε τα φαγητά στα αγγλικά και στα ελληνικά.
- Τι φαγητό είναι ο μουσακάς Μάικ;
Ο Μιχάλης της εξήγησε.
- Τι είναι το παστίτσιο;
Ο Μιχάλης της εξήγησε τι ήταν τα ελληνικά φαγητά και η φέτα μέχρι και το κυπριακό χαλούμι.
- Θα ήθελα να δοκιμάσω ένα μουζάκα.
- Α! ωραία, αλλά μουσακάς προφέρεται και όχι μουζάκα. Είπε ο Μιχάλης που σκέφτηκε ότι δεν μπαίνουν οι έλληνες στο κόπο να διορθώνουν τους ξένους όταν δεν προφέρουν σωστά τις ελληνικές λέξεις.
Αντίθετα πολλές φορές μιμούνται τους ξένους, « έχουμε ωραίες καλαμάρες!»,          « καλαμάρια ρε πατριώτη, καλαμάρια» , έλεγε σε ένα πατριώτη του ο Μιχάλης.
- Εσύ τι θα πάρεις;
- Εγώ λέω να πάρω ένα φαγκρί ψητό.  
- Αρέσουν πολύ τα ψάρια στους έλληνες βλέπω.
- Εμ, η Ελλάδα είναι ένα μεγάλο νησί, φυσικό δεν είναι;
- Πως, αλλά και η Αργεντινή έχει απέραντες ακρογιαλιές, αλλά οι κάτοικοι της προτιμούν το κρέας.
- Α, ώστε έτσι.
Εκείνη τη στιγμή η Άρτεμης έφερνε τα ποτά. Η Χάιντρουν τσούγκρισε το ποτήρι και είπε στα ελληνικά με ελβετική προφορά:
- Γειά σου.
Ο Μιχάλης ξαφνιάστηκε.
- Μιλάς ελληνικά;
- Όχι  πολλά, μερικές φράσεις.
- Πως έτσι;
- Κατ’ αρχήν έκανα αρχαία ελληνικά στο πανεπιστήμιο, αλλά δεν έβρισκα έλληνα να τα μιλά και σχεδόν τα ξέχασα. Τώρα μαθαίνω για τις ανάγκες της δουλειάς μου.
Ο Μιχάλης απόρησε:
- Μα τι δουλεία κάνεις και χρειάζεσαι τα ελληνικά;
- Για μάντεψε. Είπε χαμογελώντας εκείνη.
Το γεγονός ότι ήξερε η Χάιντρουν  μερικά ελληνικά ενθουσίασε τον Μιχάλη, όπως θα ενθουσίαζε κάθε έλληνα και έξυσε πιο βαθιά τον λάκκο του μυαλού του, μήπως βρει κανένα απίθανο επάγγελμα. Την κοίταξε ερευνητικά. Είχε σχεδόν εξαντλήσει όλα τα επαγγέλματα και η εκτυφλωτική της ομορφιά του έφερε στο μυαλό τις γυμνές κοπέλας που διαφημίζουν αυτοκίνητα και τις σχετικές αφίσες που έβλεπε στα συνεργεία  αυτοκινήτων και σε διάφορους ανδροκρατούμενους κυρίως χώρους.  
- Μήπως είσαι μανεκέν;
- Α! κοντά έπεσες.
- Μήπως διαφημίζεις αυτοκίνητα;
- Όχι.
Εξάντλησε πάλι όλα τα προϊόντα που διαφημίζουν οι όμορφες γυναίκες, αλλά τίποτα.
- Μα τι είσαι τέλος πάντων; Είπε ελαφρά εκνευρισμένος, διατηρώντας ένα χαμόγελο στα χείλη.
- Ποζάρω σε ένα καθηγητή, γλύπτη στο New York University και κάνει το σώμα μου αγάλματα.
Άγαλμα έμεινε ο Μιχάλης από την έκπληξη. Γούρλωσε τα μάτια με θαυμασμό και κοιτάζοντας την, σαν γλύπτης είπε:
- Τι μου λες;
- Αλήθεια σου λέω. Είπε με σοβαροφάνεια, που ο Μιχάλης την εξέλαβε για αστείο.
- Δεν λέω είσαι πάρα πολύ ωραία κοπέλα, αλλά να, πως σε ανακάλυψε ο καθηγητής στην Ελβετία;
- Εδώ με ανακάλυψε.
- Μα πως σε ανακάλυψε; Λογαριασμό σε ελβετική τράπεζα ήθελε να ανοίξει;
Η Χάιντρουν γέλασε με το χιούμορ του Μιχάλη και αποκρίθηκε:
- Από την δουλειά μου.
- Να τα πάλι, θα αρχίσουμε την κολοκυθιά.
- Λοιπόν θα σου πω, γιατί στο τέλος θα με βρίσεις ελληνικά και εγώ θα θυμώσω γιατί ξέρω τις βασικές βρισιές. Είμαι ηθοποιός του κινηματογράφου.
- Ηθοποιός!!! Είπε με θαυμασμό και άρχισε να νοιώθει τα πόδια του να τρέμουν.
- Ναι, ναι, απορείς;
- Ε, πρώτη φορά γνωρίζω ηθοποιό και μάλιστα ελβετίδα.
- Ποια η γνώμη σου για τους ηθοποιούς;

krinos

Ο Μιχάλης έκανε να της δώσει την απάντηση που έδινε ο πατέρας του για τους ηθοποιούς όταν τον έπαιρνε στον κινηματογράφο μαζί με τον αδερφό του τον Νίκο στην Ελλάδα:
- Αυτές είναι πρόστυχες. Έλεγε ο πατέρας του.
- Και τι θέλεις να κάνουν να μην φιλιούνται με τους ηθοποιούς.
- Όχι.
- Και τότε πως θα γίνει το έργο;
- Να μην φιλιούνται. Ποιος ξέρει τι ξεφτιλισμένους άντρες έχουν αυτές οι πρόστυχες που δεν τους νοιάζει που φιλιούνται και τρίβονται οι γυναίκες τους.
Εκείνη την στιγμή θυμήθηκε τι του έλεγε ο πατέρας του όταν τις Κυριακές τον έπαιρνε με τον αδερφό του στον Άγιο Σπυρίδωνα και περνούσαν από την οδό Κολοκοτρώνη στην Τρούμπα:
- Εδώ παιδιά μου είναι οι οίκοι της αμαρτίας.
Ο Μιχάλης δεκαέξι χρονών τότε,μόλις τον είχε πάρει ένας φίλος του σε πουτάνα στην Κολοκοτρώνη και πάγωσε από τον φόβο του:
 "Παναγία μου μην ανοίξει τώρα το παράθυρο η κοπέλα και με φωνάξει μέσα"
- Τους θαυμάζω. Είπε ο Μιχάλης.
- Για ποιο λόγο;
- Γιατί δεν μπορώ να κάνω αυτά που κάνουν.
- Έλα τώρα δεν κάνουμε και τίποτα σπουδαίο. Είπε με μετριοφροσύνη η Χάιντρουν.
- Πως δεν κάνετε. Γνωρίζετε ωραίες παρέες και παίζετε ωραία έργα στο θέατρο αλλά δεν μου είπες, μήπως γυρίζετε καμία ταινία;
- Μπράβο το μάντεψες.
- Και ποια είναι η υπόθεση της;
- Ένα πλουσιοκόριτσο της Νέας Υόρκης, αυτό παίζω εγώ, ερωτεύεται παράφορα ένα μετανάστη από την Αίγυπτο, οι γονείς της δεν θέλουν φυσικά να ακούσουν κουβέντα, γιατί η Αιγύπτιος πουλά στο δρόμο χαντόγκς, εκείνη τους λέει ότι αν δεν τον πάρει θα πέσει από κανένα ουρανοξύστη.
- Και λοιπόν; Τι γίνεται μετά;
- Το έλα να δεις. Είπε γελώντας.
Ο Μιχάλης παραξενεύτηκε, σαν ζούσε εκείνη τη στιγμή το έργο.
- Και μετά τι έγινε;
- Ε, αν σου πω δεν θα πας να δεις την ταινία. Είπε χαμογελώντας πειραχτικά η Χάιντρουν.
- Α! θα την δω ΟΠΩΣΔΗΠΟΤΕ.
- Τιμή μου.
- Για πες μου Χάιντρουν, ο πρωταγωνιστής ποιος είναι;
-  Ο Ομάρ Σαρίφ.
- Μπράβο! Έκανε ο Μιχάλης με θαυμασμό.
- Τον γνωρίζεις;
- Όχι, βέβαια προσωπικά, αλλά είναι από τους ηθοποιούς που θαυμάζω.
- Θα ήθελες να τον γνωρίσεις;
Ο Μιχάλης ένοιωσε δέος που θα γνώριζε ένα από τα ιερά τέρατα του κινηματογράφου. Τον θεωρούσε απρόσιτο στους κοινούς θνητούς. Δεν ξεχνούσε την ιστορία που του είχε διηγηθεί ένας κασιώτης εφοπλιστής, για το πώς κατάφερε να δει την Λίζ Τέηλορ.
- Μόνο ο Ωνάσης μπορεί να τα κάνει αυτά.
- Μα σοβαρά μιλάς; Μπορώ να δώ εγώ τον Ομάρ Σαρίφ;
- Και γιατί δεν μπορείς; Ρώτησε απορημένη.
-Να νόμιζα ότι μόνο οι μεγάλοι μπορούν να δούν τους μεγάλους ηθοποιούς.
- Τα παρά λες. Ξέρεις πόσο απλός άνθρωπος είναι;

- Εγώ είχα την εντύπωση ότι αυτοί είναι απρόσιτοι.
- Θα διαπιστώσεις το αντίθετο Μάικ. Λοιπόν θα σου πω μια μέρα να περάσεις από το Πλάζα το ξενοδοχείο που μένουμε να πιούμε ένα ποτό με τον Ομάρ.
- Θα χαρώ πολύ να τον γνωρίσω. Είπε με θαυμασμό ο Μιχάλης.
- Α, ώστε μόνο γι’ αυτό; Ρώτησε εκείνη πονηρά.
Ο Μιχάλης την κοίταξε, χαμογέλασε απολογητικά και αποκρίθηκε:
- Ε, όχι βέβαια …. Είπε με νόημα.
- Εσύ δεν μου είπες τι δουλειά κάνεις;
- Σειρά σου να το βρεις.  
- Χμ… έκανε η Χάιντρουν.
- Σε ρεστωράντ δουλεύεις.  
Ο Μιχάλης θα ήθελε να ανοίξει η γη να τον καταπιεί. Έγινε φουρτουνιασμένη θάλασσα. Σκέφτηκε, αλλά δεν το ξεστόμησε « της θειας σου, μόνο αυτό ξέρετε ότι κάνουν οι έλληνες;». Κατάλαβε όμως ότι δεν φταίει η κοπέλα « από κάπου το έμαθε» και αποκρίθηκε με έμφαση:
- Όχι βέβαια.
Η πανέξυπνη ελβετίδα παρατήρησε την αποστροφή στο πρόσωπο του και κατάλαβε ότι τον προσέβαλε, « διάολε, δεν μπορεί να είναι μόνο πιατάδες οι έλληνες « και ρώτησε:
- Μήπως είσαι δάσκαλος;
Ο Μιχάλης χαμογέλασε ανακουφισμένος που δεν είπε ότι είναι ζητιάνος.
- Κοντά έπεσες.
- Καθηγητής τότε.
- Πιο κοντά έπεσες.
 - Στο γυμνάσιο;
- Όχι.
- Ε, τότε στο πανεπιστήμιο.
- Την έχω κάνει και αυτή την δουλειά, αλλά δεν είναι αυτή που κάνω στο πανεπιστήμιο.
- Τότε τι κάνεις;
- Αν σου πω θα νομίζεις ότι σε κοροϊδεύω.
- Δεν υπάρχει λόγος, θα σε πιστέψω.
- Δεν είναι εύκολο να πιστέψει κανείς τέτοια πράγματά.
- Εγώ δεν έχω πρόβλημα.
- Καλάααα. Έκανε και σιώπησε ο Μιχάλης.

krinos

- Λοιπός θα μου πεις.
- Όχι.
- Μα γιατί; Είπε παραπονιάρικά.
- Πρώτον γιατί μπορεί να σου κοπεί η όρεξη για φαγητό και δεύτερον γιατί θα χρειαστεί να ξαναπώ τα ίδια και στον Ομάρ, όταν τον συναντήσω.
- Έλα τώρα, μην με σκας.
- Εσύ τι μου έκανες; Με έκανες σουβλάκι ελληνικό μέχρι να μου πεις.
- Εντάξει είμαστε πάτσι λοιπόν. Φαίνεται ότι κάνεις κάποια σοβαρή δουλειά. Είπε με ένα ειρωνικό χαμόγελο.
- Μα δεν μου είπες για τα αγάλματα.
- Τι να σου πω;
- Τι γίνονται όταν τελειώσουν;
- Τα παίρνουν εκείνοι που τα παράγγειλαν.
- Σαν ποιοι δηλαδή;
- Αυτοί που διαθέτουν διακόσες χιλιάδες δολάρια.
- Πόσα;;;;; είπε έκπληκτος από το ποσό που την εποχή εκείνη αντιστοιχούσε με το αντίτιμο των αρχαίων ελληνικών αγαλμάτων που πλήρωναν οι αρχαιοκάπηλοι στους φιλέλληνες στην Ελλάδα.
- Δεν είναι δα και τόσα πολλά. Είπε εκείνη, εννοώντας ότι δεν παίρνει πολλά για ένα άγαλμα.
- Ε, πως δεν είναι.
- Για όσους τα έχουν, δεν είναι πολλά.
Ο Μιχάλης θέλοντας να την πειράξει είπε:
- Κοντεύεις να ανοίξεις δική σου τράπεζα.
- Έλα τώρα υπερβάλεις.
- Εσύ κοντεύεις να παίρνεις και περισσότερα και από μένα.
< βγάζουν και οι έλληνες λεφτά του κερατά …. >! Σκέφτηκε.
- Τόσα πολλά παίρνεις;
- Ίσως μου φαίνονται πολλά εμένα.
- Δεν θέλω να γίνω αδιάκριτη…..
Ο Μιχάλης την διέκοψε:
- Ξέρω, κανένας δεν θέλει να πει σε άλλον πόσα παίρνει, λες και θα του τα πάρει ο άλλος από το την τσέπη.
- Εμείς στην Ελβετία δεν σκεφτόμαστε έτσι. Αν δεν σκέφτεσαι και εσύ έτσι, μου λες.
- Δεν έχω πρόβλημα, εκατό χιλιάδες.
- Δολάρια; Ρώτησε με έκπληξη.
- Εμ τι, ελβετικά φράγκα;
- Τι μου λες; Πάρα πολλά τον χρόνο!
- Γιατί τον χρόνο; Εσύ τα πληρώνεις; Αστειεύτηκε ο Μιχάλης.
- Πότε στα δύο χρόνια;
- Τον μήνα Χάιντρουν.
Η Χάιντρουν τα έχασε, ξεροκάταπιε, ψιλοκοκκίνησε, θυμήθηκε που του είπε ότι δουλεύει σε ρεστωράντ και κατάλαβε ότι είχε απέναντι της ένα ‘’ μεγάλο ‘’. Βγήκε για φαγητό με τον Μιχάλη γιατί της άρεσε το αστείο που της έκανε στο Μέϊσης και γιατί ήταν ομορφόπαιδο και Έλληνας. Κατάλαβε ότι άλλη θα έπρεπε να  είναι η στάση της απέναντι του, λιγότερο ειρωνική και υπεροπτική. Χρωμάτισε την φωνή της με πραγματικό θαυμασμό και είπε:
- Μπράβο Μάικ, να και ένας έλληνας που προοδεύει στην Αμερική!  
- Έχει πολλούς στην Αμερική αλλά ….  
- Τι αλλά;
- Αλλά δεν υπάρχει ένα WHO IS WHO με τους έλληνες επιστήμονες της Αμερικής ….
- Και γιατί; Ρώτησε διακόπτοντας τον η Χάιντρουν.
- Γιατί στην Ελλάδα οι κυβερνήτες βλέπουν τους ομογενείς σαν έμβασμα σε δολάρια για τις ανάγκες του εμπορικού ισοζυγίου και οι διπλωμάτες μας δεν έχουν χρόνο να ασχολούνται με τέτοιες ‘’ λεπτομέρειες ‘’, που τους χάνεις που τους βρίσκεις σε δεξιώσεις να κυνηγούν γκόμενες και σε καταστήματα αφορολόγητων. Άσε μην μου τους θυμίζεις τους κερατάδες.
- Ε, όχι και έτσι. Είπε έκπληκτη από αυτά που άκουσε και από το ύφος που τα έλεγε ο Μιχάλης.
- Δυστυχώς έτσι και χειρότερα.
- Έλα άστους αυτούς  να μην χαλάσει το κέφι μας.
- Στο διάολο να πάνε.
- Και ακόμη παραπέρα. Είπε για συμπαράσταση η Χάιντρουν.
- Έτοιμα τα φαγητά σας. Είπε πρόσχαρα η Άρτεμης που έφτασε εκείνη την στιγμή και σερβίρισε πρώτα την Χάιντρουν.
Εκείνη έφαγε τον μουσακά της με επιφωνήματα για την νοστιμιά του, ενώ ο Μιχάλης έτρωγε το φαγκρί του ονειρευόμενος παραγαδιές στην Κάσο. Σε όλη την διάρκεια του δείπνου συζητούσαν μόνο για ελληνικά και ελβετικά φαγητά, για ωραία χιονισμένα ελβετικά βουνά και σκι. Ο Μιχάλης έβλεπε ανώφελο να εντυπωσιάσει υπογράφοντας τον λογαριασμό και τον πλήρωσε με μετρητά.
Μέχρι την συνάντηση με τον Ομάρ Σαρίφ η Χάιντρουν τηλεφωνούσε κάθε βράδυ στον Μιχάλη. Το τηλεφώνημα κρατούσε πολλές φορές και  δύο ώρες. Ο Μιχάλης είχε γοητευτεί όχι μόνο από την ομορφιά της αλλά και από την καλλιέργεια, τον χιούμορ, την ευγένεια αλλά και το ενδιαφέρον της για εκείνον. Του έκανε εντύπωση πως σχολίασε το γεγονός ότι δεν τον βοήθησε με τις σπουδές ο πατέρας του:
- Θυμάσαι τι είπε ο Ισοκράτης Μάικ, « να μην βγάζεις την ψυχή σε αυτόν που θέλεις να βοηθήσεις».
« εμένα μου την έβγαλε»! σκέφτηκε ο Μιχάλης.
Παρόλο που δεν είχε ακούσει μέχρι τότε ‘’ Συρματικό ‘’ η Χάιντρουν, ο Μιχάλης ένοιωθε για αυτήν διαφορετικά. Δεν την έβλεπε σαν γκόμενα « λες να την ερωτεύτηκα;», άρχισε να σκέφτεται. Βγήκαν άλλες δύο φορές για φαγητό σε διαφορετικά μέρη, εκτός ‘’ έδρας ‘’ του Μιχάλη, σε ένα κινέζικο και ένα περίεργο Μεξικάνικο εστιατόριο. Και η Χάιντρουν, ήταν γοητευμένη και ενθουσιασμένη με τον Μιχάλη. Ο γοητευτικός έλληνας με τον αυθορμητισμό του, το χιούμορ του, την ευγένεια και τον υπέρμετρο ρομαντισμό του είχε αρχίσει να χαϊδεύει ερωτικά την καρδιά της. Στο τέλος αντί να χορέψει πρώτη η Χάιντρουν μπλουζ με ‘’ Συρματικό ‘’, χόρεψε ο Μιχάλης μπλουζ με ελβετική μουσική. Εκείνο το βράδυ ένοιωθε τόσο μικρός. Ένοιωθε δέος. Βουνό και θάλασσα. Έβλεπε την Χάιντρουν σαν την θεά της ομορφιάς που κατέβηκε από τα χιονισμένα βουνά της Ελβετίας. Πρώτη φορά έβλεπε χιονισμένα βουνά που οι πλαγιές τους ήταν γεμάτες πολύχρωμα λουλούδια. Δεν υπήρχαν άνθρωποι να κάνουν σκι. Μόνο τον θεό έβλεπε να μαζεύει λουλούδια και να χαμογελά, να μαδά ροδοπέταλα και να φτιάχνει το πρόσωπο της Χάιντρουν, « τι να γυρεύει εδώ ο Αρχιμήδης; Ρώτησε ο Θεός».
- Τον φώναξε να της φτιάξει τέλειες καμπύλες. Άκουσε τον Θεό να λέει.

krinos

Και πράγματι τις έφτιαξε τέλειες. Η γοργόνα της θάλασσας έγινε γοργόνα του χιονιού, « αχ, και να ήμουνα ο Αλέξανδρος, εγώ είμαι ναυαγός, έρμαιο στα κύματα της ομορφιάς της. Αχ και να με ερωτευόταν η γοργόνα, να γινόταν η ουρά της δύο ωραία πόδια, να με φιλούσε γλυκά, να γίνονταν τα φιλιά της σχεδία, να με έβγαζε στην αμμουδιά και ας ήταν χιονισμένη, να με σιγονανουρίσει στην αγκαλιά της και να αποκοιμηθώ ακούγοντας τα τραγούδια του κύματος». Κι αποκοιμήθηκε.
Μόλις πλησίασε στο μπαρ του ξενοδοχείου Πλάζα, ο Μιχάλης γνώρισε αμέσως τον μελαχρινό άντρα που καθόταν δίπλα στην Χάιντρουν. Ήταν ο Ομάρ Σαρίφ.
- Καλησπέρα σας. Είπε ευγενικά ο Μιχάλης που ένοιωθε σφιγμένος αν και τον είχε καθησυχάσει η Χάιντρουν.
- Βρε καλώς τον ντροπαλό έλληνα. Είπε πρόσχαρα ο Ομάρ. « έλα κάθισε δίπλα μου».
Ο Μιχάλης προσπάθησε να σκάσει ένα χαμόγελο χωρίς να τα καταφέρει. Κάθισε δίπλα του σαν να κάθισε σε κάρβουνα.
- Τι θα σε κεράσουμε; Θέλεις καμιά ρακή;
Ο Μιχάλης έμεινε έκπληκτος που γνώριζε ο Ομάρ τη ρακή. Προσπάθησε να χαμογελάσει και βρήκε κουράγιο να πει:
- Δεν έχουν τέτοιο ποτό εδώ.
- Αν σου αρέσει υπάρχει.
- Που υπάρχει; Ρώτησε με έκπληξη και η έκφραση του προσώπου του έμοιαζε σαν του παπά που του είπαν ότι δεν υπάρχει Θεός.
- Εγώ την έχω.
- Και που βρέθηκε.
- Αυτό το μούτρο, ο Τέλης Σαβάλας μου την έκανε δώρο.
Ο Μιχάλης έμεινε εμβρόντητος, « μα πως είναι δυνατόν; Ο Σαββάλας δεν μιλά καλά – καλά ελληνικά και έχει ρακή;».
- Ευχαριστώ να μην σας την στερήσω, αν χρειαστώ όλο και κάποιος κρητικός θα έχει.
- Α! ωραία η Κνωσός. Είπε ο Ομάρ.
- Έχετε πάει; Ρώτησε αποσβολωμένος ο Μιχάλης.
- Και που δεν έχει πάει ο Ομάρ. Είπε ο Χάιντρουν.
- Σας αρέσει δηλαδή η Ελλάδα;
- Όπως και η πατρίδα μου, η Αίγυπτος.
- Αλήθεια κύριε Σαρίφ;
- Δεν μου λες, το κύριε τι το ήθελες, για να με στεναχωρήσεις;
Ο φιλικός και άνετος τρόπος που μιλούσε ο Ομάρ του έδωσε λίγο θάρρος.
- Εντάξει όπως θέλεις.
- Έτσι, μπράβο, στο κάτω – κάτω μπορεί να ήμαστε και μακρινοί συγγενείς εμείς οι δύο.
- Δεν είναι δυνατόν! Είπε χαμογελώντας ο Μιχάλης.
- Και γιατί να μην είναι; Αν εγώ είμαι απόγονος του Πτολεμαίου – που έτσι νοιώθω – τότε δεν ήμαστε μακρινοί συγγενείς;
- Ε πως δεν ήμαστε. Είπε περήφανα ο Μιχάλης.
- Βλέπεις λοιπόν ότι ήμαστε συγγενείς.
Ο Μιχάλης ένοιωθε τόση ζεστασιά με τον Ομάρ που άρχισε να τον βλέπει σαν μακρινό του ξάδερφο.
- Και ξέρεις πιο είναι το όνειρο μου; Να υποδυθώ σε μια ταινία τον Αριστοτέλη.
- Αλήθεια;
- Μ’ αρέσει να διαβάζω τους αρχαίους έλληνες φιλοσόφους και το έχω πολύ μεράκι να υποδυθώ έναν από τους πολύ μεγάλους.
- Ομάρ γιατί δεν λες στο Μάικ εκείνο που σου αρέσει περισσότερο από τον Αριστοτέλη; Είπε η Χάιντρουν.
Ο Ομάρ στόλισε το πρόσωπο του με ένα φιλοσοφημένο χαμόγελο, σαν να υποδυόταν τον Αριστοτέλη και είπε:
- Είναι φανταστικό, πραγματικό και θα μείνει αθάνατο αυτό που είπε ότι, « ο άνθρωπος είναι ζώον πολιτικόν».
- Κι αν δεν είναι ζώον πολιτικόν, τότε τι είναι ο άνθρωπος Ομάρ; Ρώτησε πειραχτικά και με ένα πονηρό χαμόγελο η Χάιντρουν.
- Ε, τότε είναι σκέτο ζώο! Είπε ο Ομάρ τονίζοντας σαν ηθοποιός την λέξη ζώον.
Η Χάιντρουν έσκασε στα γέλια γιατί είχε ακούσει αρκετές φορές τον Ομάρ να επαναλαμβάνει την εκτίμηση του περί των απολίτικων ανθρώπων. Όταν σταμάτησαν να "καθαρίζουν αβγά" στην Χάιντρουν, εκείνη είπε :
- Ομάρ, ξέρεις τι δουλειά κάνει ο Μιχάλης;
- Που να ξέρω; Μάγος είμαι;  
- Για ρώτα τον.
- Μα καλά εσύ δεν ξέρεις που βγαίνεις τόσο καιρό μαζί του; Ρώτησε απορημένος ο Ομάρ. Είχε μια απορημένη έκφραση σαν να αναρωτιόταν: « μα τι διάολο, μόνο έρωτα έχουν αυτές στο μυαλό τους;».
- Όχι γιατί δεν μου έχει πει. Είπε η Χάιντρουν.
- Μάικ, πλάκα μου κάνει αυτή;
- Όχι, αλήθεια λέει. Είπε ο Μιχάλης νοιώθοντας ότι είχε εκθέσει την Χάιντρουν.
- Πράκτορας της ΣΙΑ είσαι και δεν της το λες;
- Κάθε άλλο μάλιστα.
- Ε, τότε;
- Είμαι πράκτορας ονείρων! Είπε ατάραχος ο Μιχάλης, σαν ηθοποιός που υποδύεται την ψυχραιμία του βράχου.
- Τι έκανε λέει!!!!! Είπαν ταυτόχρονα ο Ομάρ και η Χάιντρουν.
- Όπως ακριβώς το ακούσατε. Είπε το ίδιο ατάραχος ο Μιχάλης.
- Κοίταξε έλληνα, εγώ είμαι αιγύπτιος, δεν είμαι κανένα ελβετάκι να τα χάφτω αυτά. Εκτός και κάνεις πλάκα σαν τον Σαβάλα.
- Καθόλου πλάκα δεν σας κάνω. Η έρευνα που κάνω είναι γύρω από τα όνειρα.
Ο Ομάρ έπιασε τον Μιχάλη από τον λαιμό και σφίγγοντας τον είπε χαμογελώντας:
- Θα σε πνίξω ρε, εμένα βρήκες να κάνεις πλάκα; Είπε και γύρισε στην Χάιντρουν!
« εσύ μωρή τον πιστεύεις;».
- Όχι βέβαια!
- Κατάλαβες τώρα γιατί δεν ήθελα να σου πω; Είπε ο Μιχάλης στην Χάινρουν.
- Είπαμε να κάνεις πιστευτά αστεία, αλλά ετούτο δεν καταπίνεται με τίποτα. Για αμερικανάκια μας πέρασες; Είπε η Χάιντρουν.
- Όχι, αλλά τα αμερικανάκια, όπως τα λες, με πιστεύουν γιατί λέω την αλήθεια και γιατί ξέρουν ότι η επιστημονική έρευνα στην Αμερική έχει προχωρήσει τόσο πολύ, που αν ακούσεις ότι μελετούν με τι είδους παραγάδια θα πιάνουν τα ψάρια στις θάλασσες του φεγγαριού να μην παραξενευτείς.

krinos

- Αλλά ας υποθέσουμε ότι λες αλήθεια τι ακριβώς κάνετε; Είπε ο Σαρίφ σχεδόν σοβαρά.
- Δεν θα σας κουράσω με επιστημονικές λεπτομέρειες, θα σας πω ότι προσπαθούμε να φωτογραφήσουμε τις εικόνες που εμφανίζονται στον υποθάλαμο του εγκεφάλου του ανθρώπου και να βιντεοσκοπήσουμε τα όνειρα.
- Έλα ρε έλληνα, σιγά μην μου πεις ότι θα κάνετε τα όνειρα του ανθρώπου κινηματογραφική ταινία. Είπε ο Σαρίφ.
- Έτσι ακριβώς! Θα ξυπνάς το πρωί θα βάζεις την βιντεοκασέτα με τα όνειρα στο βίντεο και θα τα απολαμβάνεις.
- Ρε συ αυτά γίνονται μόνο σε ταινίες επιστημονικής φαντασίας και εμείς οι ηθοποιοί που παίζουμε σε αυτά τα έργα, λέμε για τους συγγραφείς, « τι βλακείες κάθονται και γράφουν».
- Έχουμε προχωρήσει αρκετά κα μπορώ να σου δείξω φωτογραφίες με εικόνες από τον υποθάλαμο ενός ανθρώπου.
Η Χάιντρουν και ο Ομάρ άρχισαν να περιεργάζονται τον Μιχάλη. Και οι δύο έκανα την ίδια σκέψη, « μήπως είναι εξωγήινος;». Ο Ομάρ ψαχούλεψε το μουστάκι του και κοίταξε το μουστάκι του Μιχάλη, « μα τι σκέφτομαι ο μάπας, έχουν μουστάκια οι εξωγήινοι;», σκέφτηκε.
- Εγώ θέλω να μου  δείξεις φωτογραφίες. Είπε η Χάιντρουν που δεν είχε πιστέψει ούτε μια στιγμή αυτά που άκουγε.
- Όποτε θες. Είπε και συνέχισε, « θα σας πω και τι άλλο θα γίνει».
- Έχει και συνέχεια η τρέλα; Είπε στραβώνοντας τα χείλη του ο Ομάρ.
- Τώρα θα ακούσετε τα …. τρελά. Είπε γελώντας πονηρά ο Μιχάλης.
- Έλα πες τα. Είπε ανυπόμονα ο Ομάρ.
- Λοιπόν εμείς θα χρησιμοποιούμε ένα ηλεκτρονικό σκούφο, τον οποίο βάζει στο κεφάλι του εκείνος που θέλει να βιντεοσκοπηθούν τα όνειρα του. θα γράφουν δισκέτες με προκατασκευασμένα όνειρα. Θα μπορεί ο καθένας να πάει σε ένα σούπερ – μάρκετ και να αγοράσει μια δισκέτα με τα όνειρα που θέλει – όπως ακριβώς κάνουμε με τις βιντεοταινίες με τα έργα σας. Και το πιο σημαντικό ….. ο Σαρίφ τον διέκοψε:
- Έχει και πιο σημαντικό;
- Αν έχει λέει! Θα μπορεί ο καθένας να αγοράζει μια δισκέτα με γνώσεις και να μαθαίνει ότι θέλει και να γίνεται ότι θέλει.
- Δηλαδή τι να γίνει; Ρώτησε η Χάιντρουν που κρεμόταν τώρα από τα  χείλη του Μιχάλη.
- Καθηγητής, οικονομολόγος και ότι άλλο θέλει ακόμη και ηθοποιός.
- Μα πως; Ρώτησε ο Ομάρ.
- Μια δισκέτα θα περιέχει τις γνώσεις που αποκτά ο φοιτητής στο πανεπιστήμιο στα τέσσερα χρόνια των σπουδών του. Το βράδυ που θα πάει να κοιμηθεί θα την βάζει στον ηλεκτρονικό σκούφο και το πρωί θα ξυπνά επιστήμονας. Κι εγώ που σε θαυμάζω σαν ηθοποιός και τώρα που σε γνώρισα και σαν άνθρωπο, θα πάρω τις γνώσεις που παίρνετε στη δραματική σχολή για να γίνω …. ηθοποιός.
- Ρε συ, αν είναι αλήθεια αυτά που λες, καταλαβαίνεις ότι θα αλλάξει ο κόσμος; Ποιοι θέλουν να τον αλλάξουν; Είπε ο Σαρίφ.
- Δεν είναι έτσι τα πράγματα, ίσως χειρότερα.
- Δηλαδή; Ρώτησε τρομοκρατημένη η Χάιντρουν.
- Δεν θέλουν κάποιοι να αλλάξουν τον κόσμο, ίσως να θέλουν να τον ελέγξουν, να τον κατακτήσουν, να τον κατευθύνουν.
- Και ποιοι είναι αυτοί οι άτιμοι; Ρώτησε φουρκισμένος ο Σαρίφ.

- Αυτό δυστυχώς δεν το γνωρίζω. Ξέρω μόνο ότι γι’ αυτήν την έρευνα ξοδεύονται δισεκατομμύρια δολάρια.
- Το κεφάλαιο! Είπε με μια λάμψη μίσους στα μάτια ο Ομάρ.
- Μα σε ποιο κόσμο ζούμε; Είπε με παράπονο η Χάιντρουν που άρχισε να πιστεύει όσα έλεγε ο Μιχάλης.
- Αγγελικά πλασμένο! Είπε σαρκαστικά ο Σαρίφ.
- Κάτι ξέρετε εσείς οι ‘’ μεγάλοι ‘’. Τον πείραξε ο Μιχάλης.
- Άσε ρε το δούλεμα. Κι εσύ το παιχνίδι τους παίζεις.
Ο Μιχάλης έκανε πλονζόν για να μην μπει η μπάλα γκολ στα δίχτυα του:
- Και τι είμαι εγώ; Ένας τόσο – δα επιστήμονας. Για θυμήσου τον Αϊνστάιν, τον Ντυνάν και τους άλλους μεγάλους; Οι ανακαλύψεις τους έφεραν και καλά και κακά, έτσι δεν είναι;
- Εδώ έχεις δίκιο.
- Πάντως αν ακόμη νοιώθεις ότι είμαστε μακρινοί συγγενείς, τότε μόλις ετοιμαστεί η δισκέτα με την φιλοσοφία του Αριστοτέλη, που μου είπες νωρίτερα ότι σ’ αρέσει, εγώ θα σου την στείλω να γίνεις πραγματικά αρχαίος φιλόσοφος. Είπε σοβαρά ο Μιχάλης.
- Α! αυτό μάλιστα.
- Είδες που έχει θετικά πράγματα; Είπε ο Μιχάλης και γύρισε στην Χάιντρουν, « κι εσύ τι θα ήθελες να … γίνεις;», την πείραξε.
- Άσε αυτή είναι γινομένη. Είπε ο Σαρίφ, χαμογελώντας πονηρά.
- Τι έγινε; Ρώτησε ο Μιχάλης.
- Μα δεν βλέπεις ρε Μάικ, η Θεά της ομορφιάς! Η Αφροδίτη.
- Συμφωνώ απόλυτα. Είπε ο Μιχάλης το ίδιο πονηρά.
Η Χάιντρουν ένοιωσε σαν μάρμαρο που ο Μιχάλης και ο Ομάρ την πελεκούσαν για να την κάνουν άγαλμα της Αφροδίτης, και εκείνη την στιγμή της σμίλευαν τις μασχάλες και την έκαναν να ξεραθεί στα γέλια.
- Αυτό είναι το ευχαριστώ κυρία μου στην φιλοφρόνηση μας; Είπε ο Ομάρ δήθεν σοβαρά.
- Αφήστε το δούλεμα και οι δυο. Είπε γελώντας η Χάιντρουν.
- Μην ξεχνάς ότι ο Μιχάλης είναι απόγονος του Αριστοφάνη. Είπε με καμάρι ο Ομάρ.
- Ναι έχεις δίκιο. Αποκρίθηκε η Χάιντρουν.
- Δεν μου λες Ομάρ, θα το πάρεις το κορίτσι; Τον πείραξε ο Μιχάλης.
- Ποιο κορίτσι; Απόρησε εκείνος.
- Αυτό που είσαι τρελά ερωτευμένος. Είπε ο Μιχάλης με σοβαρό και αυστηρό ύφος.
- Τι λες ρε έλληνα, ποιο κορίτσι και πράσινα άλογα; Εγώ είμαι παντρεμένος άνθρωπος.
- Και το κορίτσι που είσαι τρελά ερωτευμένος δεν θα το πάρεις; Συνέχισε το πείραγμα, πάντα σοβαρός ο Μιχάλης.
- Μάικ! Είπε αυστηρά η Χάιντρουν.
Ο Ομάρ άρπαξε τον Μιχάλη από το σαγόνι και του είπε:
- Κόψε ρε κερατά την πλάκα γιατί θα σου δώσω μια μπουνιά σαν κι αυτές που δίνω στις ταινίες.
Την στιγμή που τον κρατούσε ο Σαρίφ από το σαγόνι, ο Μιχάλης τον κοίταξε και έστριψε την ματιά, ανασήκωσε τα φρύδια του δείχνοντας την Χάιντρουν. Ο Σαρίφ τον άφησε απότομα που κατάλαβε τι εννοούσε ο Μιχάλης και είπε γελώντας:

315 Επισκέπτες, 0 Χρήστες