Μέλη
  • Σύνολο μελών: 7,374
  • Latest: iguzovec
Stats
  • Σύνολο μηνυμάτων: 360,324
  • Σύνολο θεμάτων: 11,759
  • Online today: 216
  • Online ever: 1,061 (Οκτωβρίου 10, 2023, 08:28:42 ΠΜ)
Συνδεδεμένοι χρήστες
  • Users: 0
  • Guests: 268
  • Total: 268

ΕΘΙΜΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΠΡΟΞΕΝΙΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΡΟΙΚΑ

Ξεκίνησε από gon, Ιουνίου 04, 2006, 08:12:58 ΜΜ

« προηγούμενο - επόμενο »

gon

Γάμος, ένα από τα επτά μυστήρια της Εκκλησίας μας, ως τελετή διατηρείται, αιώνες τώρα, ίδιος και απαράλλαχτος. Από τα έθιμα όμως γύρω απ' αυτόν, λίγα μόνο διατηρούνται, μερικά κοινά σ' ολόκληρη την Ελλάδα.
Ο Γάμος, από τα πανάρχαια ακόμη χρόνια, ήταν και είναι σταθμός στην ιστορία του ανθρώπου. Δύο άνθρωποι, με τις ευχές των γονιών τους και τις ευλογίες της Εκκλησίας, καλούνται «εις γάμου κοινωνίαν» «εις σάρκα μίαν», να μοιραστούν τις χαρές και τις λύπες της ζωής. Παράλληλα, ήταν και μία δοκιμασία για όλους, με ταλαιπωρίες και έξοδα. «Αν δεν παντρέψεις κι αν δεν χτίσεις, δεν ξέρεις τι θα πει ταλαιπωρία», λέγεται χαρακτηριστικά μέχρι σήμερα .

Bijoux

γκον που ναι τα έθιμα; :P

με παραπλάνησε ο τίτλος σου :cry:

anastasia


gon

Τόσο κατά την αρχαιότητα όσο και κατά τα νεώτερα χριστιανικά χρόνια, μέχρι τα μέσα του περασμένου αιώνα, τον πρώτο λόγο για το γάμο τον είχαν συνήθως οι γονείς. Στις παλιότερες μάλιστα, καθαρά ανδροκρατούμενες κοινωνίες το λόγο είχε ο πατέρας. Τα παιδιά, εξάλλου, δεν είχαν και πολλές ευκαιρίες να γνωριστούν, όπως συμβαίνει σήμερα. Ο νέος γνώριζε τη μέλλουσα σύζυγο του είτε στην εκκλησία είτε σε κανένα πανηγύρι, ή στα νεώτερα χρόνια, μετά τον πόλεμο στο «νυφοπάζαρο», στη βόλτα του χωριού.

Όταν ένας νέος του χωριού θελήσει να ζητήσει σε γάμο μια νέα  του χωριού του, ή από άλλο χωριό, δεν πηγαίνει ο ίδιος στους γονείς της νέας, αλλά στέλνει ένα πρόσωπο της εμπιστοσύνης του και πάντοτε με τη συγκατάθεση των γονιών του, το δε πρόσωπο αυτό λέγεται προξενητής και διαχειρίζεται την υπόθεση του συνοικεσίου. Σε άλλες περιπτώσεις οι παππούδες αναλάμβαναν το προξενιό, εφ' όσον τους άρεσε το σόι του γαμπρού. Ο προξενητής (συνήθως γυναίκα) πήγαινε στο σπίτι του Κοριτσιού και όταν οι γονείς τον ρωτούσαν «πώς και έτσι ήρθες», αυτός απαντούσε «Ήρθα για προξενιό στο κορίτσι, θέλω να γυρέψω το κορίτσι σας για το τάδε παλικάρι». Στη συνέχεια ο πατέρας έλεγε: «θα ρωτήσω χι την κόρη μου και θα το σκεφτούμε». Ο προξενητής έφευγε, αλλά επαναλάμβανε τις επισκέψεις του και δύο και τρεις και περισσότερες φορές, αν χρειαζόταν, έως ότου πετύχει το στόχο του.

Σε περίπτωση επιτυχίας του συνοικεσίου, ο προξενητής κανόνιζε και το ποσόν και το είδος της προίκας, γιατί η προίκα δεν δίδεται μόνο σε μετρητά, αλλά και σε είδη (κτήματα, ζώα, καρποφόρα δέντρα, κλπ.) και ό,τι υποσχεθούν οι γονείς της νέας κατά την συζήτηση μαζί του, υποχρεωτικά πρέπει να δοθεί στο γαμπρό. Ρωτούσε σχετικά με την προίκα ο προξενητής: «Τι δίνετε στο κορίτσι σας;». Άλλοι πάλι έλεγαν «Ό,τι αγαπά το κορίτσι». Η συμφωνία γινόταν προφορικά στο Ν. Σούλι, ενώ σ' άλλες περιοχές του Ν. Σερρών συντασσόταν σχετικό συμβόλαιο, το προικοσύμφωνο, για το οποίο θα γίνει λόγος παρακάτω .

Αφού είχαν προηγηθεί οι διαβουλεύσεις από μέρους του προξενητή, για την οικονομική κατάσταση της νύφης, ο προξενητής πήγαινε στο σπίτι των γονιών του γαμπρού και ανέφερε τα σχετικά με τη συζήτηση που έκανε για το τι θα πάρει η νύφη ως προίκα. Δεν ήταν όμως σπάνιο και το «κλέψιμο της νύφης», όταν οι δύο νέοι συναντούσαν ανυπέρβλητα εμπόδια .

Αν το κορίτσι και οι γονείς του δέχονταν την πρόταση, ο προξενητής την άλλη μέρα έπαιρνε δώρο από το «παλικάρι» (έτσι έλεγαν τον νέο στα Δαρνακοχώρια) και το πήγαινε στο κορίτσι, και δώρο από το κορίτσι και το πήγαινε στο παλικάρι.  

Τα δώρα αυτά τα ονόμαζαν «σ'μάδια», δηλαδή σημάδια, και ήταν η συμφωνία για τον αρραβώνα.Η προίκα του κοριτσιού περιελάμβανε: υφαντά, σεντόνια, παπλώματα, ρούχα, τραπεζομάντιλα, καρέδες, κουβερτόνια κ.α. Επίσης είδη οικιακής χρήσης, π.χ. καζάνια (για το πλύσιμο των ρούχων), ταψιά, σιφουνιέρες (ντουλάπες), φουρκάλια κλπ.  Δεν έλειπαν βέβαια τα κτήματα, χρήματα, ανάλογα με την οικονομική κατάσταση των γονιών του κοριτσιού και ό,τι άλλο μπορούσε να προσφέρει ο πατέρας της νύφης.   Δεν έλειπαν βέβαια τα κτήματα, χρήματα, ανάλογα με την οικονομική κατάσταση των γονιών του κοριτσιού και ό,τι άλλο μπορούσε να προσφέρει ο πατέρας της νύφης. Η κόρη κεντούσε, ύφαινε και έπλεκε μόνη της τα προικιά της. Έπλεκε και κάλτσες, τα γνωστά ως «τσουράπια», 30-40 ζευγάρια. Ο γάμος γινόταν πάντα Κυριακή - εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις και τον έλεγαν Χαρά, γιατί όλο το χωριό, κατά κάποιο τρόπο, χαιρόταν. Χαιρόταν ο νέος και η νέα που επρόκειτο να παντρευτούν. Χαιρόταν οι γονείς τους, οι συγγενείς τους και όλοι οι κάτοικοι του χωριού. Όλοι χαίρονταν, διότι θα φορούσαν τα καλά τους, θα έτρωγαν εκλεκτά φαγητά - που τα στερούνταν τις άλλες μέρες θα έπιναν ρακί, θα τραγουδούσαν και προπαντός, θα χόρευαν με νταούλια και ζουρνάδες ή με ακορντεόν.

Τα προικιά απλώνονταν στο σπίτι της νύφης από την Παρασκευή. Η νύφη έβγαζε την προίκα από τα σεντούκια: τα κιλίμια, τα σεντόνια, τα μαντήλια, τα τραπεζομάντιλα, τα πλεκτά, τα τσιουράπια, τα κεντήματα. Κορίτσια (συνήθως φίλες και συγγενείς της νύφης) έπλυναν και σιδέρωναν τα προικιά μια βδομάδα πριν το γάμο. Έστηναν ένα κόκκινο βελούδινο πανί στον τοίχο, όπου καρφίτσωναν την προίκα πάνω σ' αυτό ή στο «τσιαρντάκι», ένα σχοινί που έδεναν γύρω - γύρω στο σαλόνι κι έστηναν πάνω σ' αυτό την προίκα. Όλα έμπαιναν με τάξη για να πετυχαίνεται ένα άρτιο αισθητικό αποτέλεσμα και τελευταίο έμπαινε το νυφοστόλι, μάλλινο σεντόνι που σκεπάζει τον τοίχο.

Μπροστά σ' αυτό δέχεται αργότερα η νύφη τις ευχές και τα δώρα των συγγενών της, συνήθως χαρτονομίσματα - παλιότερα και λίρες ή ντούμπλες - που τα καρφιτσώνουν μπροστά στο στήθος της, αφού προηγουμένως κάνει τις απαραίτητες «μετάνοιες». Η νύφη ό,τι ήταν να πάρει, το πήρε. Είναι χαρακτηριστική η φράση: «Ό,τι πάρ' η νύφ' στο νυφοστόλ'».Όταν τελείωνε όλη η διαδικασία του στήσιμου της προίκας, όλο το χωριό περνούσε για να θαυμάσει τα εκθέματα. Νέα παιδιά, αγόρια και κορίτσια, οι υπηρέτες - μ' ένα μαντήλι στο βραχίονα, κερνούσαν τον κόσμο λουκούμι ή ρακί. Κατά το μεσημέρι, αντιπροσωπεία του γαμπρού, ερχόταν με όργανα για να παραλάβει την προίκα. Για να παραδοθεί όμως η προίκα, έπρεπε ο γαμπρός να τάξει ένα δώρο που κάποτε ήταν ένας πετεινός, ένα αρνί, ένα τραπέζι (γεύμα), ενώ αργότερα εξελίχθηκε σ' ένα σεβαστό χρηματικό ποσό. Παραθέτουμε δύο τραγούδια που τραγουδούσαν όταν ανέβαζαν στο κάρο την προίκα, και όταν αποχωρούσε η νύφη από το πατρικό της .

 

Να ζήσει η νύφη κι ο γαμπρός

να ζήσουν να γεράσουν

και να ασπρομαλλιάσουν.

   

Να ζήσει η νύφη και ο γαμπρός

να ζήσει κι ο κουμπάρος

να στεφανώσει κι άλλους.

   

Χαρά στα μάτια του γαμπρού

που διάλεξαν τη νύφη,

το πιο όμορφο κορίτσι.

   

Σήκω γαμπρέ μ' το χέρι σου

και κάμε το σταυρό σου

και παρακάλα το θεό

να ζει το στέφανο σου.

   

Κουμπάρε που στεφάνωσες

τα δυο τα κυπαρίσσια να σ' αξιώσει ο θεός

να κάνς και βαφτίσια.

   

Να τους χαρίσει ο θεός

αγγελικά παιδάκια

μ' ολόσγουρα μαλλάκια.

 

 

Ο ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΝΥΜΦΗΣ

 

Μάνα μου τα λουλούδια μου

συχνά να τα ποτίζεις  

μάνα μου γλυκεία.

 

Και την αυγούλα με δροσιά

να τα κορφολογίζεις

μάνα μου γλυκεία.

 

Αφήνω γεια στην γειτονιά

σ' όλα τα παλικάρια

μάνα μου γλυκεία.

 

Αφήνω γεια στις έμορφες

σ' όλες τις μαυρομάτες

μάνα μου γλυκεία.

 

Τόνα θα πίνει το πρωί

τ' άλλο το μεσημέρι

μάνα μου γλυκεία.

 

Το τρίτο το φαρμακερό

θα πίνει όταν βραδιάζει

μάνα μου γλυκεία.

 

Φεύγω μανούλα μ' φεύγω

αχ πάγω στην ξενιτιά

μάνα μου γλυκεία.

 

Δώσε μου την ευχήν σου

αχ δεν θα με βλέπεις πιας

μάνα μου γλυκεία.

 

Η μεταφορά της προίκας γινόταν με άλογα, αργότερα με κάρα που τα έσερναν περήφανα άλογα, κατάλληλα στολισμένα με άσπρα μαντίλια στα αυτιά ή στα χαλινάρια. Παλιότερα, στην κλειστή κοινωνία, οι γάμοι ήταν συνήθως καθαρή υπόθεση μεταξύ των νέων του χωριού, σπάνια γινόταν «εξαγωγή» ή «εισαγωγή» γαμπρού ή νύφης. Σήμερα, με την εκμηδένιση των αποστάσεων, τα Δαρνακοχώρια τείνουν να γίνουν ένα μεγάλο χωριό. Το σχέδιο «Καποδίστριας», με την υποχρεωτική ένταξη και ενοποίηση όμορων χωριών σε Δήμους, κινείται και προς αυτήν την κατεύθυνση.

 

 

ΠΡΟΙΚΟΣΥΜΦΩΝΟ

 

Τα προικοσύμφωνα έχουν την αρχή τους στον τόπο μας από το 1830 ίσως. Κι αυτό δημιουργήθηκε από ζητήματα χωρισμού του αντρόγυνου ή θανάτου της γυναίκας, χωρίς ν' αφήσει απογόνους, οπότε η προίκα έπρεπε να επιστραφεί στο πατρικό της σπίτι. Τα προικοσύμφωνα κανένα άλλο σκοπό δεν είχαν. Ο γαμπρός δεν θα' δινε λογαριασμό στον κόσμο για την προίκα, που έπαιρνε.

Το ζήτημα της μεγάλης προίκας σε είδη ρουχισμού, που για τις περισσότερες οικογένειες ήταν μεγάλο πρόβλημα, από το 1733 απασχόλησε σοβαρά και την Εκκλησία, όπως προαναφέραμε, τη μόνη Αρχή, στα χρόνια εκείνα της σκλαβιάς .

Σε κάποιες περιοχές της Ελλάδος, όπως και στο Ν. Σερρών, εκτός από τη μεγάλη προίκα σε είδη ρουχισμού έδιναν και μετρητά. Έτσι ένα κορίτσι, για να παντρευτεί, δεν ήταν αρκετό να είναι όμορφο και νοικοκυρά, αλλά έπρεπε να διαθέτει και μεγάλη προίκα. Όταν μια οικογένεια είχε ένα μόνο κορίτσι, το πράγμα ήταν υποφερτό. Τον καιρό όμως εκείνο οι άνθρωποι έκαναν πολλά παιδιά, οπότε όταν ένα σπίτι είχε πολλά θηλυκά μπορεί κανείς να φανταστεί το μέγεθος του προβλήματος.

Bijoux


mourmouritsas

ποπο τι εγραψε το ατομο! :shock:  :roll:

gon

ΤΟ ΚΛΕΨΙΜΟ ΤΗΣ ΝΥΦΗΣ
Το ιστορικό του εθίμου
Το έθιμο χρονολογείται από τον καιρό της τουρκοκρατίας και η διατήρηση του οφείλεται στον προφορικό λόγο.
Την τότε εποχή οι τούρκοι έβαζαν στο μάτι τις όμορφες ρωμιές και τις έπαιρναν (τις έκλεβαν) για γυναίκες τους. Πριν το γάμο όμως έπρεπε να εξεταστούν από τον Τούρκο δικαστή Καντή ή Καουκά για να εξακριβωθεί η τιμιότητα τους (παρθενιά). Συνήθως όμως ο Τούρκος δικαστής ήταν η πρώτη εμπειρία της κάθε υποψήφιας νύφης.

gon

ΠPOIKOΣYMΦΩNON

Eν τη Nήσω Σύρω και εν έτει Kυρίου Yμών 1775, ημέρα 10ην Iανουαρίου μηνός και εις το Όνομα της Mιάς και Mόνης και Oμοουσίου Aγίας Tριάδος, της Nήσου Σύρου Προστάτιδος, της πρώτης μας θυγατέρας Προικώα Συμφωνία, κόρης ονόματι Kατίτσας, τέκνον Kωστάκη της Σμαραγδίας και του Eμμανουήλ, άμα δε και της μακαρίτισσας της γυναικός μου πολυκλαύστου Πιπινίτσας, ήτις θέλει λάβει σύζυγον νόμιμον του Nτεμογιαννάκη του Aδαμαντίου και της Πιπινίτσας - Eλενίτσας τον δεύτερον υιόν. Tόσον εγώ, όσο και η πολύκλαυστος μακαρίτισσα γυναίκα μου δίδωμεν καρδιακή ευχήν και συγκατάθεσιν αβίαστον να πάρει η θυγατέρα μας Kατίτσα , σύζυγον νόμιμον και θρησκευτικόν και νομίμως να τον νέμεται νύκταν και ημέραν, του Kυρ-Nτεμογιαννάκη του Aδαμαντίου τον υιόν Λάσκαριν και της εις την Nήσον την Σύρον άπασαν γνωστής Kυράς Πιπινίτσας - Eλενίτσας.

Eν πρώτοις και κατά πρώτοις, δίδωμεν από τα φύλλα ούλα της καρδιάς μας ευχήν και ευλογίαν να καλοτυχίσουν και να πολυχρονίσουν, αγάπην να έχουν και παιδιά και εγγόνους καπετάνους να ιδούν. Kατά δεύτερον δε, πάλιν όλως εγκαρδίως, τέσσερα εικονίσματα το ένα εις ξύλον δυνατόν, δάκτυλα δύο χονδρόν και τα τρία άλλα εις πλατειάν μεγάλη αχιβάδαν και εις του καβουριού την κουφάλλαν, μάλλον Pούσικη του 1698. Yποκάμισα τέσσερα, τα δύο κοττόνε βαμβάκι Aιγύπτου λεπτόν και τα δύο παμμέταξα δια χειρός πεφασμένα όπου και γαμβρινιάτικα αρμόζει να πάνε διότι τέχνην χειρός μεγάλην εγένονταν. Aκόμη και εισέτι, υποκάμισα δύο μικρά αποκατινά κατασαρκός, παστρικά, βογαδιασμένα με λαδοσάπωνες μοσχομύριστους και ολόγερα, άσχιστα και ατρύπητα. Δύο γραβάντες μεταξιού Φρανσέζικες. Kάλτζες ολομάλλινες ζεύγη δύο και ύμισυ και μέχρι του γάμου την ώραν θάχει έλθει και το παπόρι με μαλλί για να εμπλεκτεί και το υπολειπόμενο, νάχομεν ζεύγη τρία. Φουστάνια από τσίτιον δύο ριγωτά και άλλον ένα σακκονέτο της μακαρίτισσας της γιαγιάς μας Πιπινίτσας - Kλημεντίνης, με κλωστή χρυσή Πορτογαλέζα για κεφαλοδεσίματα, άμα δε και δύο μανδροσαλάμια. Δύο φασκιές, η μία μαλλομεταξωτή και ολοκέντητη, φρεσικοπλυμένη και τον ατμόν κόκκινου κρασιού σιδερωμένη, φυλλαγμένη μέσα στα τρίμματα της ορήγανσης και στου θυμαριού κλαδάκια, βλογημένη από τον παπα-Σωτήριο Λόκκα στην εκκλησιάν της Παπαντής, νάναι το πρώτο τους σερνικούδι και πάει για καπετάνος. Eισέτι βρακοζώναν πήχεις 44 Bενέτικη και μετά τον θάνατον του παππού μας Σαραντάκη, ακόμη βρακοζώναν πήχεις περί τους 30, μάλλινη Kυπριώτικη γαλάζια. Δύο ζεύγη έμορφα ποδήματα ανεφόρετα, απάτητα και καινουργή και ένα εισέτι εμβαλλωμένον αλλά από καλόν και δυνατόν ποδηματά. Tου γαμβρού μια σκούφια μετάξι και βελούδο να την εφέρει ημέραν παρ' ημέραν δια να του αρκέσει καιρόν μέγα. Ένα ζάρφι χωματένιο. Tσουκάλια δύο κάστρινα της μακαρίτισσας της προγιαγιάς μας. Ένα στρώμα καλαμόφυλλα. Tριάντα οργιές σχοινί Aφρικάνικο του κάνναβη. Έναν λύχνον χωματένιον του λαδιού κι άλλον από τενεκέν και να ανάπτουν και με υγρήν καθαρήν λίγδαν. Ένα κλειδί αυλόπορτας μεγάλο του προύντζου. Δώδεκα μεντεσσέδες Tούρκικους χονδρούς σιδερόπορτας. Ένα ιγδίνι πέτρινο για την αλιάδα. Πέτρα μαλτέζικη, πλάκα κομμένη τετραγωνισμοί υάρδες 312 δια κτήσιμον μελλοντικόν ή δια ταράτσωμα. Έναν μύλον αλέσεως του καφέ και της πέπερης. Kομβία από φιλδίσιον ασιατικόν τεμάχια ζεύγη 44. Πέριξ τις δύο χιλιάδες υάρδες μακαράδες κλωστές Iταλιάνικες. Tρία μαχαίρια του ατσαλιού κοπτερά με το ακόνι και το λαδάκονό τους. Λαγήνια 36 μικρά και πιθάρια μεγάλα 8. Δύο άλογα δίχρονα δυνατά. Mια φαράγγα έφορον χωράφι πήχεις δέκα χιλιάδες τετραγωνικούς και με αυλίστραν γαϊδάρου. Ένδεκα ριάλια ολόχρυσα Σπανιόλικα και Aράπικα των πέντε νομισμάτων το καθένας τους και δέκα πέντε παράδες Pούσσικους λευκούς της πλατίνας. Έξη λίρες της Bρεττανίας Eγγλέζικους πεντόλιρα Γκινέας. Mίαν Aγίαν Γραφήν, βιβλίον με όλη την ιστορίαν μαζί με 24 οκάδες κηρού της μέλισσας. Mαζί εισέτι και φλαγούτον πίφφερον αργυρόν με ήχον γλυκύν. Mε ετούτα τους εκάμομεν νυκοκυραίους εις την Σύρον Nήσον πρώτους και τους εδίδωμεν και μιαν κάμαραν μεγάλην του σπιτιού του λιμανιού όπου εκαθόμαστε και, ότων φύγω και εγώ και ο παππούς, το σπίτι ούλον. Aκόμη και εισέτι δε και δέκα τέσσαρες κότες Tουρκάλες καρπερές κι αυγογεννούσες και έναν κόκκορον Hπειρώτικον. Aυγά βρασμένα τριάντα και φρέσικα άβραστα δώδεκα. Πέντε κόσκινα σιτάρι, έναν σάκκον κουκιά, τρία τελλάρα σκουμβρία ξηραμένα του αλατιού και της πάπρικας. Σύκα ξηρά σάκκον ένα και ήμισυ, σαπούνι του λαδιού οκάδας τριάντα πέντε, ελιές μαύρες τσακιστές του ξυδιού οκάδες 75, μακαρόνια και τραχανάδες οκάδες άνω των 100, πλεξήδρες σκόρδου είκοσι έξη και κρομμύδια καπόνια καφτερά πανέρια δύο μεγάλα, μέλι πήλινα βάζα δώδεκα, τέσσερα πιθάρια λάδι της ελιάς και τέσσαρα κρασί, το χρώμα του χαλκού, αρεζίνωτον, ντουζίνες οκάδες χοιρινόν παστόν και της κάπνας δέκα τέσσαρες, χαλιά χραμάκια, πατανίες, πανωκατωσένδονα και μαξιλάρες το όλον τεμάχια σαρανταέξη. Όλα να τα έχουνε ετούτα και να τα κάμουνε χαράν θάλασσαν, να δώκουν εορτήν της πανδρειάς τριήμερη με τους συμπεθέρους και το σόια και τους γείτονες ούλους. Tέλος και πάλιν εις το Όνομα του Θεού, εις τον γαμβρόν της αρεσκείας μας την κόρην μας Kατίτσαν χαρίζομεν δια νύφην και γυναίκαν του δια τον βίον του ούλον.

Tο παρόν εν Σύρω Nήσω ΠPOIKOΣYMΦΩNON θέλει υπογραφεί και κατόπιν καλλιγραφηθεί υπό του μαστόρου γραφέως Kαλογήρου Iωακείμ της Eπάνω Mονής. O Πενθερός: Kωνσταντάκης της Σμαραγδίας Συριανός γενεάς είκοσιν και δύο και μάρτυρες της ειλικρινείας μας ο δημοδιδάσκαλος Kυρ-Γιωταρής Xρίστος του Λεοντίου και ο ναυτοκύρης Kάπτα-Nιώττης Aυγουστής του Pήγα.

tristana

Και μετά αναρωτιέσαι "Τη της έκανες";;;;;  Ιδού!

junkie


gon


Christina:-)

Η γιαγιά μου έλεγε,  "εγω δεν έχω προίκα, έχω τρύπα..." θέλοντας να
περιγελάσει το γεγονος οτι οι γυναικες διναν κάποτε προικα,ενώ στην ουσία αυτές θα έπρεπε να ΄ζητάνε και όχι να δίνουν! :P

268 Επισκέπτες, 0 Χρήστες