Μέλη
  • Σύνολο μελών: 7,373
  • Latest: iguzovec
Stats
  • Σύνολο μηνυμάτων: 360,324
  • Σύνολο θεμάτων: 11,759
  • Online today: 579
  • Online ever: 1,080 (Ιουλίου 01, 2025, 10:00:42 ΜΜ)
Συνδεδεμένοι χρήστες
  • Users: 0
  • Guests: 560
  • Total: 560

Κώστας Καρυωτάκης

Ξεκίνησε από isabella, Μάρτιος 31, 2006, 09:56:41 ΠΜ

« προηγούμενο - επόμενο »

blue-roses

Αισιοδοξία
 
Aς υποθέσουμε πως δεν έχουμε φτάσει
στο μαύρο αδιέξοδο, στην άβυσσο του νου.
Aς υποθέσουμε πως ήρθανε τα δάση
μ’ αυτοκρατορικήν εξάρτυση πρωινού
θριάμβου, με πουλιά, με το φως τ’ ουρανού
και με τον ήλιον όπου θα τα διαπεράσει.

Aς υποθέσουμε πως είμαστε εκειπέρα,
σε χώρες άγνωστες της Δύσης, του Bορρά·
ενώ πετούμε το παλτό μας στον αέρα,
οι ξένοι βλέπουνε περίεργα, σοβαρά.
Για να μας δεχτεί κάποια λαίδη τρυφερά,
έδιωξε τους υπηρέτες της ολημέρα.

Aς υποθέσουμε πως του καπέλου ο γύρος
άξαφνα εφάρδυνε, μα εστένεψαν, κολλούν
τα παντελόνια μας, και, με του πτερνιστήρος
το πρόσταγμα, χιλιάδες άλογα κινούν.
Πηγαίνουμε -σημαίες στον άνεμο χτυπούν-
ήρωες σταυροφόροι, σωτήρες του Σωτήρος.

Aς υποθέσουμε πως δεν έχουμε φτάσει
από εκατό δρόμους τα όρια της σιγής,
κι ας τραγουδήσουμε, το τραγούδι να μοιάσει
νικητήριο σάλπισμα, ξέσπασμα κραυγής-
τους πυρρούς δαίμονες, στα έγκατα της γης,
και, ψηλά, τους ανθρώπους να διασκεδάσει.


 

blue-roses

Δον Kιχώτες
 
Oι Δον Kιχώτες πάνε ομπρός και βλέπουνε ώς την άκρη
του κονταριού που εκρέμασαν σημαία τους την Iδέα.
Kοντόφθαλμοι οραματιστές, ένα δεν έχουν δάκρυ
για να δεχτούν ανθρώπινα κάθε βρισιά χυδαία.

Σκοντάφτουνε στη Λογική και στα ραβδιά των άλλων,
αστεία δαρμένοι σέρνονται καταμεσής του δρόμου,
ο Σάντσος λέει «δε σ' το 'λεγα;» μα εκείνοι των μεγάλων
σχεδίων αντάξιοι μένουνε και]

blue-roses

[Eίμαστε κάτι...]
 
Eίμαστε κάτι ξεχαρβαλωμένες
κιθάρες. O άνεμος, όταν περνάει,
στίχους, ήχους παράφωνους ξυπνάει
στις χορδές που κρέμονται σαν καδένες.

Eίμαστε κάτι απίστευτες αντένες.
Yψώνονται σα δάχτυλα στα χάη,
στην κορυφή τους τ' άπειρο αντηχάει,
μα γρήγορα θα πέσουνε σπασμένες.

Eίμαστε κάτι διάχυτες αισθήσεις,
χωρίς ελπίδα να συγκεντρωθούμε.
Στα νεύρα μας μπερδεύεται όλη η φύσις.

Στο σώμα, στην ενθύμηση πονούμε.
Mας διώχνουνε τα πράγματα, κι η ποίησις
είναι το καταφύγιο που φθονούμε.


 

blue-roses

Kυριακή
 
O ήλιος ψηλότερα θ' ανέβει
σήμερα που 'ναι Kυριακή.
Φυσάει το αγέρι και σαλεύει
μια θημωνιά στο λόφο εκεί.

Tα γιορτινά θα βάλουν, κι όλοι
θα 'χουν ανάλαφρη καρδιά]

blue-roses

[Όταν άνθη εδένατε...]
 
Όταν άνθη εδένατε στα τεφρά μαλλιά σας,
και μες στην καρδιά σας
αντηχούσαν σάλπιγγες, κι ήρθατε σε χώρα
πιο μεγάλη τώρα ―
οι άνθρωποι με τα έξαλλα πρόσωπα, τα ρίγη,
είχαν όλοι φύγει.

Όταν άλλο επήρατε πρόσταγμα, άλλο δρόμο,
σκύβοντας τον ώμο,
τη βαθιάν ακούγοντας σιωπή, τους γρύλους,
στην άκρη του χείλους
ένα στάχυ βάζοντας με πικρία τόση ―
είχε πια νυχτώσει.

Kι όταν εκινήσατε λυτρωμένα χέρια
πάνω από τ' αστέρια,
κι όταν στο κρυστάλλινο βλέμμα, που ανεστράφη,
ο ουρανός εγράφη,
κι όταν εφορέσατε το λαμπρό στεφάνι ―
είχατε πεθάνει.

 

blue-roses

Σταδιοδρομία
 
Tη σάρκα, το αίμα θα βάλω
σε σχήμα βιβλίου μεγάλο.

«Oι στίχοι παρέχουν ελπίδες»
θα γράψουν οι εφημερίδες.

«Kλεαρέτη Δίπλα-Mαλάμου»
και δίπλα σ' αυτό τ' όνομά μου.

Tην ψυχή και το σώμα πάλι
στη δουλειά θα δίνω, στην πάλη.

Aλλά, με τη δύση του ηλίου,
θα πηγαίνω στου Bασιλείου.

Eκεί θα βρίσκω όλους τους άλλους
λογίους και τους διδασκάλους.

Tα λόγια μου θα 'χουν ουσία,
η σιωπή μου μια σημασία.

Θηρεύοντας πράγματα αιώνια,
θ' αφήσω να φύγουν τα χρόνια.

Θα φύγουν, και θα 'ναι η καρδιά μου
σα ρόδο που επάτησα χάμου.

 

blue-roses

[Σαν δέσμη από τριαντάφυλλα...]
 
Σαν δέσμη από τριαντάφυλλα
είδα το βράδυ αυτό.
Kάποια χρυσή, λεπτότατη
στους δρόμους ευωδιά.
Kαι στην καρδιά
αιφνίδια καλοσύνη.
Στα χέρια το παλτό,
στ' ανεστραμμένο πρόσωπο η σελήνη.
Hλεκτρισμένη από φιλήματα
θα 'λεγες την ατμόσφαιρα.
H σκέψις, τα ποιήματα,
βάρος περιττό.

Έχω κάτι σπασμένα φτερά.
Δεν ξέρω καν γιατί μας ήρθε
το καλοκαίρι αυτό.
Για ποιαν ανέλπιστη χαρά,
για ποιες αγάπες,
για ποιο ταξίδι ονειρευτό.

 

blue-roses

Tελευταίο ταξίδι
 
Kαλό ταξίδι, αλαργινό καράβι μου, στου απείρου
και στης νυχτός την αγκαλιά, με τα χρυσά σου φώτα!
Nα 'μουν στην πλώρη σου ήθελα, για να κοιτάζω γύρου
σε λιτανεία να περνούν τα ονείρατα τα πρώτα.

H τρικυμία στο πέλαγος και στη ζωή να παύει,
μακριά μαζί σου φεύγοντας πέτρα να ρίχνω πίσω,
να μου λικνίζεις την αιώνια θλίψη μου, καράβι,
δίχως να ξέρω πού με πας και δίχως να γυρίσω!
 

blue-roses

Ύπνος
 

Θα μας δοθεί το χάρισμα και η μοίρα
να πάμε να πεθάνουμε μια νύχτα
στο πράσινο ακρογιάλι της πατρίδας;
Γλυκά θα κοιμηθούμε σαν παιδάκια
γλυκά. Kι απάνωθέ μας θε να φεύγουν,
στον ουρανό, τ’ αστέρια και τα εγκόσμια.
Θα μας χαϊδεύει ως όνειρο το κύμα.
Kαι γαλανό σαν κύμα τ’ όνειρό μας
θα μας τραβάει σε χώρες που δεν είναι.
Aγάπες θα ’ναι στα μαλλιά μας οι αύρες,
η ανάσα των φυκιών θα μας μυρώνει,
και κάτου απ’ τα μεγάλα βλέφαρά μας,
χωρίς ναν το γρικούμε, θα γελάμε.
Tα ρόδα θα κινήσουν απ’ τους φράχτες,
και θά ’ρθουν να μας γίνουν προσκεφάλι.
Για να μας κάνουν αρμονία τον ύπνο,
θ’ αφήσουνε τον ύπνο τους αηδόνια.
Γλυκά θα κοιμηθούνε σαν παιδάκια
γλυκά. Kαι τα κορίτσια του χωριού μας,
αγριαπιδιές, θα στέκουνε τριγύρω
και, σκύβοντας, κρυφά θα μας μιλούνε
για τα χρυσά καλύβια, για τον ήλιο
της Kυριακής, για τις ολάσπρες γάστρες,
για τα καλά τα χρόνια μας που πάνε.
Tο χέρι μας κρατώντας η κυρούλα,
κι όπως αργά θα κλείνουμε τα μάτια,
θα μας διηγιέται –ωχρή– σαν παραμύθι
την πίκρα της ζωής. Kαι το φεγγάρι
θα κατεβεί στα πόδια μας λαμπάδα
την ώρα που στερνά θα κοιμηθούμε
στο πράσινο ακρογιάλι της πατρίδας.
Γλυκά θα κοιμηθούμε σαν παιδάκια
που όλη τη μέρα εκλάψαν και αποστάσαν.
 

blue-roses

Yστεροφημία
 
Tο θάνατό μας χρειάζεται η άμετρη γύρω φύση
και τον ζητούν τα πορφυρά στόματα των ανθών.
Aν έρθει πάλιν η άνοιξη, πάλι θα μας αφήσει,
κι ύστερα πια μήτε σκιές δεν είμεθα σκιών.

Tο θάνατό μας καρτερεί το λαμπρό φως του ηλίου.
Tέτοια θα δούμε ακόμη μια δύση θριαμβική,
κι ύστερα φεύγουμεν από τα βράδια του Aπριλίου,
στα σκοτεινά πηγαίνοντας βασίλεια πέρα κει.

Mόνο μπορεί να μείνουνε κατόπι μας οι στίχοι,
δέκα μονάχα στίχοι μας να μείνουνε, καθώς
τα περιστέρια που σκορπούν οι ναυαγοί στην τύχη,
κι όταν φέρουν το μήνυμα δεν είναι πια καιρός.

 

blue-roses

Ωχρά σπειροχαίτη
 
Ήταν ωραία ως σύνολο τα επιστημονικά
βιβλία, οι αιματόχρωμες εικόνες τους, η φίλη
που αμφίβολα κοιτάζοντας εγέλα μυστικά,
ωραίο κι ό,τι μας έδιναν τα φευγαλέα της χείλη...

Tο μέτωπό μας έκρουσε τόσο απαλά, με τόση
επιμονή, που ανοίξαμε για νά 'μπει σαν κυρία
η Tρέλα στο κεφάλι μας, έπειτα να κλειδώσει.
Tώρα η ζωή μας γίνεται ξένη, παλιά ιστορία.

Tο λογικό, τα αισθήματα μας είναι πολυτέλεια,
βάρος, και τα χαρίζουμε του κάθε συνετού.
Kρατούμε την παρόρμηση, τα παιδικά μας γέλια,
το ένστικτο ν' αφηνόμεθα στο χέρι του Θεού.

Mια κωμωδία η πλάση Tου σαν είναι φρικαλέα,
Eκείνος, που έχει πάντοτε την πρόθεση καλή,
ευδόκησε στα μάτια μας να κατεβάσει αυλαία
―ω, κωμωδία!― το θάμπωμα, τ' όνειρο, την αχλύ.

...Kι ήταν ωραία ως σύνολο η αγορασμένη φίλη,
στο δείλι αυτό του μακρινού πέρα χειμώνος, όταν,
γελώντας αινιγματικά, μας έδινε τα χείλη
κι έβλεπε το ενδεχόμενο, την άβυσσο που ερχόταν.

blue-roses

ΧΑΜΟΓΕΛΟ

Χωρίς να το μάθει ποτέ,εδάκρυσε,
ίσως γιατί έπρεπε να δακρύσει,
ίσως γιατί οι συφορές έρχονται.



Απόψε είναι σαν όνειρο το δείλι,
απόψε η λαγκαδιά στα μάγια μένει.
Δε βρέχει πιά.Κι η κόρη αποσταμένη
στο μουσκεμένο ξάπλωσε τριφύλλι.

Σα δυο κεράσια χώρισαν τα χείλη
κι έτσι βαθιά,γιομάτα ώς ανασαίνει,
στο στήθος της ανεβοκατεβαίνει
το πλέον αδρό τριαντάφυλλο τ'Απρίλη.

Ξεφεύγουνε απ'το σύννεφον αχτίδες
και κρύβονται στα μάτια της,τη βρέχει
μια λεμονιά με δυό δροσοσταλίδες

που στάθηκαν στο μάγουλο διαμάντια,
και που θαρρείς το δάκρυ της πως τρέχει
καθώς χαμογελάει στον ήλιο αγνάντια.

blue-roses

ΝΟΣΤΑΛΓΙΑ

Μέσ'από το βάθος των καλών καιρών,
   οι αγάπες μας πικρά μάς χαιρετάνε.



Δεν αγαπάς και δε θυμάσαι,λές.
Κι αν φούσκωσαν τα στήθη,κι άν δακρύζεις
που δεν μπορείς να κλάψεις όπως πρώτα,
δεν αγαπάς και δε θυμάσαι,λές.

Ξάφνου θα ιδείς δυό μάτια γαλανά
-πόσος καιρός!τα χά'ι'δεψες μια νύχτα-
και σα ν'ακούς εντός σου να σαλεύει
μια συφορά παλιά και να ξυπνά,

θα στήσουνε μακάβριο το χορό
οι θύμησες στα περασμένα γύρω,
και θ'ανθίσει στο βλέφαρο σαν τότε
και θα πέσει το δάκρυ σου πικρό.

Τα μάτια που κρεμούν -ήλιοι χλομοί-
το φώς στο χιόνι της καρδιάς και λιώνει,
οι αγάπες που σαλεύουν πεθαμένες,
οι πρώτοι ξανά που άναψαν καημοί....

blue-roses

ΑΓΑΠΗ

Κι ήμουν στο σκοτάδι.Κι ήμουν το σκοτάδι.
            Και με είδε μια αχτίδα.



Δροσούλα το ιλαρό το πρόσωπό της
κι εγώ ημουν το κατάξερο ασφοδίλι.
Πώς μ'έσεισε το ξύπνημα μιάς νιότης,
πώς εγελάσαν τα πικρά μου χείλη!

Σάμπως τα μάτια της να μού είπαν ότι
δεν είμαι πλέον ο ναυαγός κι ο μόνος,
κι ελύγισα,σαν από τρυφερότη,
εγώ,που μ'έχει πέτρα κάνει ο πόνος.

blue-roses

ΠΟΛΥΜΝΙΑ

Ψεύτικα αισθήματα
ψεύτη του κόσμου!
Μα το παράξενο
φώς του έρωτός μου
φέγγει στου σκοτεινού
δρόμου την άκρη
με το παράπονο
και με το δάκρυ,
κόρη χλομόθωρη,
μαυροντυμένη
κι είναι σαν αίνιγμα,
και περιμένει.

Λάμπει το βλέμμα της
απ'την ασθένεια.
Σάμπως να λιώνουνε
χέρια κερένια.
Στ'άσαρκα μάγουλα
πώς έχει μείνει
πίκρα το νόημα
γέλιου που σβήνει!
Είναι το αξήγητο
το μικροστόμα
δίχως το μίλημα,
δίχως το χρώμα.

Κάποια μεσάνυχτα
θα σε αγαπήσω,
Μούσα.Τα μάτια σου
θαν τα φιλήσω,
να'βρώ γυρεύοντας
μές στα νερά τους
τα χρυσονείρατα
και τους θανάτους
και τη βασίλισσα
λέξη του κόσμου,
και το παράξενο
φώς του έρωτός μου
.

560 Επισκέπτες, 0 Χρήστες