Μέλη
  • Σύνολο μελών: 7,373
  • Latest: iguzovec
Stats
  • Σύνολο μηνυμάτων: 360,324
  • Σύνολο θεμάτων: 11,759
  • Online today: 1,255
  • Online ever: 2,373 (Αυγούστου 19, 2025, 02:18:11 ΜΜ)
Συνδεδεμένοι χρήστες

ΣΩΚΡΑΤΗΣ ΜΑΛΑΜΑΣ

Ξεκίνησε από isabella, Απριλίου 16, 2006, 05:21:28 ΜΜ

« προηγούμενο - επόμενο »

blue-roses

Μονόλογος τρελού        
 
Ήρθα στο σπίτι αυτό σαν βασιλιάς
κάποιος ψιθύρισε στ' αυτί μου σαν αέρας
έκλεισε η πόρτα πίσω μου με μιας
σεντόνια φως που ξεδιπλώνει ο αχός της μέρας.

Κίνηση και φωνές, ατέλειωτες σιωπές, μια στάλα πόνος
σφραγίδα η αφορμή που μ' απειλεί και με κινεί
ήταν πρωί κι ήταν φωτιά, σκέψη υγρή μου πλάθει ένα κορμί
ένα κορμί, μια φυλακή.

Η μάνα μου είναι αιτία, με κρατάει σφιχτά
στα γόνατά της γνέθει και κοιτάει μπροστά
μπροστά και πίσω ο φόβος μου ένας δρόμος
μου δείχνει αρχή, με πιάνει ταραχή και μένω μόνος.

Ήρθα στο σπίτι αυτό σαν βασιλιάς
κοίτα πως έχουμε ζεστάνει άγρια χρόνια
στέκομαι στο αέρα και γελάς
μακάριοι οι τρελοί, σ' αιώνια διαδρομή κάτι μας λείπει.

 

blue-roses

Νοτιάς            
 
Για σένα πού που περνάς έξω απ' την πόρτα μου Νοτιά
Θα πω μια προσευχή
Να 'ναι τα δένδρα ήσυχα
και τα παράθυρα ανοιχτά
όμορφα θαύματα ζεστά
για τα μάτια είναι τα δάκρυα
για τους χειμώνες είναι η φωτιά

 

blue-roses

 Νυχτολούλουδο          
 
Παραμονές του θερισμού
πέφτουν νιφάδες του χιονιού
νιφάδες που ‘γιναν δροσιά
στη βραδινή σου φορεσιά

Περιπλανώμενες σκιές
μετράνε κέρδη και ζημίες
κι εγώ στη κρύα κόχη σου
τα "ίσως" και τα "όχι" σου

άνοιξε νυχτολούλουδο
να δω την ομορφιά σου
άμα δε χάσω το μυαλό
πώς θα ‘βρω την καρδιά σου

άκου του άνεμου την πνοή
άγνωστο θαύμα η ζωή
καταμεσής στο πουθενά
ελπίδες κι όνειρα γεννά

Σταλιά-σταλιά με τον καιρό
Τρυπάει τη πέτρα το νερό
και μια μικρή ραγισματιά
απλώνει ρίζες και κλαδιά

 

blue-roses

Ο Θεός        
 
Aφού δε θέλει κι ο Θεός να ναι ο κόσμος σκοτεινός
δεν θέλει πίστη απόλυτη ούτε βενζίνη αμόλυβδη
Θέλει κρασί και προσοχή, δεν θέλει μαρς και προσευχή
πίνει απ το ποτήρι μας, γελάει για χατήρι μας

Δεν είν δικές του οι σκέψεις σου κι οι άχαρες οι βλέψεις σου
παπάρες για πρωθυπουργούς, σάλτσες για παλαβούς
ανάβει το καντήλι του, καπνίζουνε οι φίλοι του
κι όταν τους βάζουν φυλακή κάθεται πάλι κι απορεί

Aφού δε θέλει κι ο Θεός να ‘ναι ο κόσμος σκοτεινός
δεν θέλει μάτια ανοιχτά ούτε τα χέρια σου σφιχτά
θέλει το νού στα μέτρα μας και την καρδιά στα ντέρτια μας
θέλει το γέλιο σου ξανά και μια γεμάτη αγκαλιά

 

blue-roses

Ο καιρός          
 
Είν' ο καιρός σκέψη που σπάει
μάτι που ξενυχτάει, είναι φωνή που κλαίει.
Σαν συγγενής τρελός στη φυλακή
σαν μια ντροπή, κάτι που καίει.

Eίναι καιρός το σώμα αυτό που απορεί
που αδυνατεί και δεν νικάει
μες στο πηγάδι σαν κοιτάει
τραβάει τον εαυτό του και ρωτάει, και ρωτάει]

blue-roses

 Ο κήπος          
 
Φέρνει η νύχτα το πρωί
κι ο ήλιος πάει να φανεί
ήμουν μικρός και ξέχασα
γλυκό πουλί μου σε έχασα

Kλείνει τα δίχτυα του το φώς
κι όποιος κοιμάται μοναχός
κάνει πως δεν τον νοιάζει
μ' όνειρο η μέρα μοιάζει.

Tα φτερά μου ανοίγω στον αέρα
ότι απομένει απ' τη ζωή είναι μια μέρα
είν' ένας κήπος με λουλούδια και με φίδια
δυό χελιδόνια που γυρνάν ξανά στα ίδια

Bλέπω τις μέρες να περνούν
και μες στα μάτια με κοιτούν
σπίθες παλιές που ξέχασα
γλυκό πουλί μου σε έχασα

Kλείνει τα δίχτυα του το φώς
κι όποιος κοιμάται μοναχός
κάνει πως δεν τον νοιάζει
μ' όνειρο η μέρα μοιάζει.

Tα φτερά μου ανοίγω στον αέρα
ότι απομένει απ' τη ζωή είναι μια μέρα
είν' ένας κήπος με λουλούδια και με φίδια
δυό χελιδόνια που γυρνάν ξανά στα ίδια

 

blue-roses

Ο μάγος          
 
Άρπαξε την πόλη αέρας
χαρτιά σακούλες σαν πουλιά στον ουρανό
Έμεινε με το βλέμμα του αδειανό
Φωνάζει η θύελλα, σαν να ναι αρχαίο τέρας

Πάει καιρός που νοιώθει ότι ξεχνάει
μιαν άλλη πόλη μια πατρίδα κάπου αλλού
Ένας παλιάτσος απ' την πόρτα του περνάει
γελάει και τον πειράζει, τα ίδια του αραδιάζει

Ήρθαμε από μακριά και πάω στοίχημα
πως δεν θυμάσαι από όσο ξέρω τίποτα
ο Μάγος που έφτιαξε τα σκηνικά είσαι εσύ
και μένουν όρθια απ' τα κόλπα σου τα ανείπωτα

Πέρασαν χρόνια κι άδειασε η αυλή του
δεν τον πειράζει πια ο Γελωτοποιός
ούτε και ο ίδιος πια θυμάται τη ζωή του
ούτε τον νοιάζει πλέον ο καιρός

 

blue-roses

Ο Φύλακας κι ο Βασιλιάς        
 
Αυτή η πόλη που αγάπησα παλιά
κι όλο γυρνούσα στ' ανοιχτά παράθυρά της
έγινε βάρος που αδιάφορα περνά
σαν μια συνήθεια παιδική, σαν ένα λάθος.

Αυτά τα χρόνια που μετράω με το στανιό
τα λίγα, τα πολλά, τ' άγνωστα χρόνια
με βρίσκουν μόνο να γυρνάω μ' ένα φακό
σ' έναν καθρέφτη μαγικό, μια χούφτα πιόνια.

Ένα που αγάπησε πολύ κι άλλο που τυραννιέται
δυο τρία που ξεστράτισαν κι άγρια παραστράτησαν,
κάποιο που ξόδεψε το φως κι έμεινε άδειος ο καιρός,
λίγα που δυστυχήσανε και τη ζωή γκρεμίσανε.

Φύλακα στην καλύβα σου
κρατάς το βασιλιά τους
είναι αστείο, σοβαρό
δε το χωράει η καρδιά τους.

Φύλακα στην καλύβα σου
κρατάς τον άνθρωπό τους
λείπει το φως, λείπει το φως
κι έχασαν τον καιρό τους.

Φωνάζω μεσ' στη νύχτα
κι ύστερα σωπαίνω
σαν τα πουλιά μεσ' στα κλαδιά σου
το χειμώνα.

 

blue-roses

Όλα τ' αρνιέμαι        
 
Όλα τ' αρνιέμαι μα απ' αυτά κρατιέμαι
όπως τα μάτια σου υγρά τη νύχτα
σκαρφαλωμένα σε μια γυρισμένη πλάτη
καραδοκούν, μαντεύουν, ξεψυχάνε
κάτι ανοίγει ξαφνικά μες στο μυαλό μου
και στρίβω στη γωνιά με βήμα μεθυσμένο
μη μ' αρνηθείς, σκοπός γι' αυτή την εκδρομή
είναι το τέλος μου κι όχι μια αρχή.

Όλα τ' αρνιέμαι μα απ' αυτά κρατιέμαι
όπως τα μάτια σου υγρά τη νύχτα.

 

blue-roses

Παίρνω τους δρόμους        
 
Τρέμουν τα φώτα κι ο ίσκιος με παραμονεύει στη στροφή
νύχτες περίεργες, δίχως αρχή, δίχως σκοπό
υπόσχεση για μια ζωή
για μια ζωή να κουβαλώ στις πλάτες
τον έρωτα που έσκισα στα δυο.
Παίρνω τους δρόμους μόνος μου, είναι αργά
περίπτερα κλειστά κι αμάξια μετρημένα
γλιστρώ αθόρυβα, βουβά, πιάνω το χτύπο σου μες στο σκοτάδι
τα μάτια σου θυμάμαι και πονώ, τα μάτια σου
γυρνώ αθόρυβα μήπως σε δω
μα τίποτα απ' όλα αυτά δεν γίνεται στο μαγικό μας κόσμο πια.
Πέρασαν τόσα χρόνια αργά, νύχτα βαριά αγκάλιασέ με
αγκαλιασέ με, σκεπασέ με
περνάς χαράματα ψυχή, που υπνοβατεί θυμησέ μου
θυμησέ μου, μιλησέ μου.
Τρεις αιώνες, τρεις, ακροβατείς
πάνω μου περνάς, δεν σταματάς
ασ' τη σκέψη εδώ να ζεσταθώ.

 

blue-roses

Πάμε να φύγουμε        
 
Πάμε να φύγουμε απ' αυτή την πόλη
όλα ξηλώθηκαν μείναμε μοναχοί
άνθρωποι σπίτια και φωνές
κάνουν κομμάτια το μυαλό μου
βουλιάζουν μέσα μου οι μορφές
που μόλις και διακρίνονται στο γύρω

Oλα περνούν σαν αστραπή
κι ο χρόνος μαύρο πέπλο στη σιωπή μου
μπερδεύτηκε το αύριο με το χθές
οτι κι αν λες το ίδιο θα συμβαίνει στη ζωή μου

Πάμε να φύγουμε απ' αυτή την πόλη
δε βλέπεις πως μας στρίμωξαν για τα καλά
απ' το δικό μας χέρι τίποτε δεν περνά
Πάμε να φύγουμε

 

blue-roses

Πάντα μυστικά        
 
Πάντα μυστικά μες στις λοξές ματιές τον έρωτα ακουμπάς
και θηλικά τα λόγια σου μασάς σαν το στοιχειό

Nύχτες στο μισοσκόταδο του μαγαζιού,
μεθάς με το ποτό του αρσενικού κι αποτρελένεσαι για δυό φιλιά.

Kι όταν μακραίνει η ουρά της προσμονής
βλέπεις πως δεν σ' αγάπησε κανείς
τα χρόνια σου χλωμιάζουν στο πιοτό
κι οι νύχτες σου μυρίζουν πυρετό
Λοξοκοιτάς τα πόδια της μικρής,
τον έρωτά της πας να κλέψεις, προσπαθείς
μα πάντα φεύγεις με το χέρι σου αδειανό

Mοιάζουν οι νύχτες κι όχι μη μου λες
σταθμοί που σε γυρνάν πάντα στο χθές
το μάτι σου θολώνει απο αγωνία
όλα σου κλείνουν το λαιμό σαν ασφυξία
αύριο θα πληρώνεις ακριβά
το χάδι σου θα τρέμει νευρικά
μπροστά στα μάτια ενός πιτσιρικά

Kι είναι παιχνίδι δίχως τελειωμό,
έργο δικό μας εφιαλτικό,
για δυό στιγμές αδυναμίας όλη η ζωή σου μια γραμμή υποψίας,
βήματα μυστικά στα σκοτεινά, χέρια που ψάχνουν πάντα στα τυφλά,
νύχτες που δεν τελειώνουν πουθενά.
 

blue-roses

Πετάω πέτρες        
 
Πετάω πέτρες στο γυαλό κι αυτές γυρίζουν πίσω
όλα τα λόγια που 'χω πεί πρέπει να τ' αγαπήσω
κι ας ήταν όλα ψέματα κι ανόητα μπερδέματα
ποιός θα το βρεί να μου το πεί;

Περνάνε σκέψεις στο μυαλό σ' ένα δωμάτιο κλειστό
μιά στη λαχτάρα που αγαπώ στην ταραχή που βλαστημώ
και τον χαμένο μου καιρό να ξεγελάσω δεν μπορώ

Πετάω πέτρες στο γυαλό κι αυτές γυρίζουν πίσω
όλα τα λάθη που έκανα πρέπει να τα μετρήσω
κι αν ήταν όλα σφάλματα, σάλτα, ανώφελα άλματα
ποιός θα το βρεί να μου το πει

 

blue-roses

Πιες        
 
Σκόρπισαν οι ώρες στου χρόνου τις αιώρες
σαν τ' απανωτά τσιγάρα που κάναμε μες στο σταθμό
σπίθα απ' τ' αστέρια στα παγωμένα χέρια
το σαράκι που σε τρώει και ξαναφέρνει γυρισμό

Σαν καραβάκια χάρτινα οι χαρές
βουλιάζουν άτυχα σε μέρες βροχερές
το φάρμακο που καίει τις πληγές
είναι γραμμένο σε αυτοσχέδιες συνταγές
κι εσύ πιες την υγρασία που στάζουν οι οροφές
την πίκρα πού 'χω μες στο στόμα πιες

Πήρες το κορμί μου και την απόγνωσή μου
κάτω απ' το σβηστό φανάρι και σε δωμάτιο δανεικό
κι έγινε ο χρόνος δραπέτης δολοφόνος
σαν τις φλόγες του αναπτήρα που κάψανε το σκηνικό

 

blue-roses

Πίνω - πληρώνω για το χθες        
 
Πίνω πληρώνω για το χθές μ' άδειες Κυριακές
μιά μπύρα μιά, νά κι άλλη μιά σαν απειλή, σα βρισιά
ψυχή μου πιές, πιές όσο θές μήπως και πάρεις στροφές.

Στρίβω και πέφτω στο στενό, πόσο σε ζητώ!
Kοιμάσαι αλλού, σκέψη αλλουνού σου τυραννάει το νού.
Kι είναι πρωί, η πόρτα κλειστή, στόρια νεκρά, φώτα σβηστά,
παίρνω το δρόμο ξανά.

 

1263 Επισκέπτες, 1 Χρήστης