Ειδήσεις:

1η δοκιμή με αναβάθμιση ...

Main Menu
Μέλη
  • Σύνολο μελών: 7,373
  • Latest: iguzovec
Stats
  • Σύνολο μηνυμάτων: 360,324
  • Σύνολο θεμάτων: 11,759
  • Online today: 553
  • Online ever: 1,061 (Οκτωβρίου 10, 2023, 08:28:42 ΠΜ)
Συνδεδεμένοι χρήστες
  • Users: 0
  • Guests: 428
  • Total: 428

ΕΙΔΗ ΑΓΑΠΗΣ......

Ξεκίνησε από Foivi63, Σεπτεμβρίου 05, 2006, 06:07:39 ΜΜ

« προηγούμενο - επόμενο »

Foivi63

Είδη ΑΓΑΠΗΣ και η ανιδιοτέλειά τους[/color]: Η αγάπη δεν είναι η ίδια «απλώς με διαφορετική μορφή» για κάθε περίπτωση π.χ. γονιού προς παιδί, εραστή προς ερωμένη, φίλου προς φίλο. Η άποψη αυτή συγχέει την ίδια περίπου αυτοθυσία που δείχνει αυτός που αγαπά για το πρόσωπο που αγαπά με τις αιτίες της αγάπης του. Έτσι, δεν μπορούμε να μάθουμε για το βαθμό ανιδιοτέλειας ή ιδιοτέλειας της συγκεκριμένης αγάπης. Πρέπει να εξετάσουμε την κάθε μορφή αγάπης ως διαφορετικό είδος αγάπης.

Έτσι, ο λόγος που δημιουργείται αγάπη μεταξύ άντρα και γυναίκας είναι η ωφέλεια που ελπίζει ο καθένας πως θα προσκομίσει, είτε καταρχήν σεξ με ένα ωραίο κορμί είτε συναισθηματική-συνειδησιακή ταύτιση απόψεων, ενδιαφερόντων καθώς και συναισθηματική παράδοση. Φυσικά, αυτός που τα ελπίζει αυτά είναι πρόθυμος να προσφέρει τα αντίστοιχα ή και περισσότερα, πιστεύοντας ότι αυτά που θα κερδίσει είναι πολύ καλύτερα και αξίζουν τον κόπο να προσφέρει ό,τι ζητά το άλλο φύλο. Δεν αποκλείεται βέβαια και η συχνή περίπτωση, να μην είναι κανείς απολύτως εγωιστής, αλλά να πιστεύει ότι η δημιουργία ερωτικής σχέσης/δεσμού θα είναι ωφέλιμη και για το άλλο πρόσωπο. Πάντως είναι απαραίτητο να πιστεύει ότι τουλάχιστον για τον ίδιο θα υπάρχει κέρδος είτε σεξουαλικό είτε συναισθηματικό είτε και τα δύο. Εδώ δεν βλέπουμε κανέναν ρομαντισμό και καμμία ανιδιοτέλεια ή λουλουδάκια. Όσο βαθειά κι αν είναι κρυμμένα αυτά τα συναισθήματα, υπάρχουν και κατευθύνουν την επιδίωξη ή μη για να κερδηθεί το άλλο άτομο ερωτικά. Αυτά ακούγονται τώρα ως κακία, δηλαδή σαν να διαπιστώνω ότι αυτός που είναι ερωτευμένος είτε θέλει να τον ερωτευτεί κάποια είναι κατά βάθος ένας καλά προσποιούμενος μοχθηρός χαρακτήρας, πανούργος και ιδιοτελής. Δεν εννοώ αυτό˙ οπωσδήποτε μπορεί να έχει τις καλύτερες προθέσεις για το αντικείμενο του πόθου του. Και σίγουρα εκστασιασμένος κι ίδιος ίσως αρνείται ότι έχει τόσο εγωιστικά κίνητρα. Ας μη ξεχνάμε ότι εδώ κάνω λόγο για την απαρχή της ερωτικής σχέσης/δεσμού, όχι για τη συνέχειά της. Ότι τα αρχικά κίνητρα είναι εγωιστικά (με την έννοια που ανέφερα, και η οποία δεν αποκλείει και το συμφέρον του προσώπου που είναι αντικείμενο του πόθου) δεν κάνει λιγότερο αξιέπαινη την αυτοθυσία ή την συναισθηματική ταύτιση μεταξύ του «εγωιστή» και του προσώπου που αγαπά. Απλώς τότε είτε ο εραστής δε θέλει να χάσει το αντικείμενο του έρωτά του (πάλι έχουμε σκέτο εγωισμό) είτε έχει δημιουργηθεί τέτοια  ταύτιση που είναι τμήμα του εαυτού του το άλλο πρόσωπο.

Ένα άλλο είδος αγάπης είναι αυτή του γονιού προς το παιδί του. Και πάλι, νομίζουμε ότι πρόκειται για την υπέρτατη μορφή αυτοθυσίας και ενδιαφέροντος, ενώ δεν είναι έτσι. Ο γονιός αγαπά το παιδί του απλώς επειδή είναι δικό του. Είναι σάρκα από τη σάρκα του. Αν το ίδιο παιδί ήταν του γείτονα, δε θα τον έκαιγε τόσο. Ίσως ένοιωθε συμπόνοια, αλλά δεν θα του συμπεριφερόταν το ίδιο. Το παιδί είναι η προέκταση του γονιού. Ας μη ξεχνάμε ότι γεννιέται επειδή οι γονείς βαρέθηκαν μόνοι και θέλουν κάτι με το οποίο θέλουν να παίζουν, ένα πειραματόζωο, ένα δημιούργημα στο οποίο θα ξοδεύουν την ενεργητικότητά τους και τα ψυχικά αποθέματά τους. Φυσικά, υπάρχουν άνθρωποι που αγαπούν γενικά πολύ τα παιδιά και άνθρωποι που δεν τα αγαπούν τόσο πολύ. Αλλά και οι δεύτεροι αγαπούν τα παιδιά τους πάρα πολύ, γιατί αυτά συνεχίζουν τον εαυτό τους (οι πρώτοι αγαπούν γενικά τα παιδιά επειδή τους αρέσει η αθωότητα ή η αγαθότητα ή η μωρουδίστικη ατσαλοσύνη των μωρών και των μικρών παιδιών και τους θυμίζει την δική τους παιδική ηλικία). Όπως και στην παραπάνω περίπτωση, είναι άλλο πράγμα τα βαθύτερα κίνητρα της αγάπης του γονιού προς το παιδί κι άλλο πράγμα η πραγματική, δίχως εξωτερικό εξαναγκασμό, αυτοθυσία του γονιού. Δεν μπορούμε όμως να κάνουμε λόγο για ανιδιοτέλεια.

Τα ίδια θα μπορούσαμε να πούμε για την αγάπη μεταξύ φίλων. Φίλος γίνεσαι μόνο με όσους μοιράζονται κοινές απόψεις, ενδιαφέροντα, προτιμήσεις. Υπερασπιζόμενος τους φίλους σου υπερασπίζεσαι τους φορείς ίδιων αντιλήψεων με αυτές του εαυτού σου. Πάλι να τονίσω ότι η εικόνα που θέλω να δώσω δεν είναι αυτή του από συνειδητή εγωιστική σκοπιμότητα ατόμου που αγαπά τους φίλους του, δηλαδή του ψυχρού συμφεροντολόγου. Αν είχε συνείδηση αυτού του συγκεκριμένου εγωισμού του ο καθένας θα ένοιωθε άβολα.

Τελικά λοιπόν υπάρχει αγάπη ανιδιοτελής; Αυτή μόνο μεταξύ αγνώστων μπορεί να υπάρξει. Τότε δεν υπάρχει σκοπιμότητα. Η λεγόμενη κοινωνική σκοπιμότητα, ότι δηλαδή εγώ π.χ. βοηθώ κάποιον άγνωστο επειδή περιμένω πως όλοι θα κάνουν το ίδιο κι έτσι, όταν χρειαστώ βοήθεια θα με βοηθήσουν, είναι αφελής προσδοκία που κανείς δε λαμβάνει υπόψη, διότι γνωρίζει ότι καμμία επίδραση δε θα έχει η βοήθειά μου στον Α’ άγνωστο στο να με βοηθήσει ή να μη με βοηθήσει ο Β’ άγνωστος.

Επίσης μπορεί να υπάρχει αγάπη προς τον εχθρό σου. Κι αυτή βέβαια μπορεί να οφείλεται στο ότι βοηθώντας τον όταν έχει ανάγκη επιδιώκουμε να τον κάνουμε να νοιώσει τύψεις και να γίνει φίλος μας, ώστε να απαλλαγούμε από έναν εχθρό. Μπορεί όμως να είναι και η συνειδητοποίηση ότι άλλο πράγμα μια αντίληψη και τρόπος συμπεριφοράς, τα οποία μισούμε ή είναι εναντίον μας, κι άλλο πράγμα το άτομο-φορέας τους.

Τέλος, πρέπει να κατανοήσουμε ότι η υπεροχή των δύο τελευταίων ειδών αγάπης καθόλου δεν συνεπάγεται την απαξίωση των προηγούμενων ειδών. Και η ερωτική αγάπη, και η γονική, και η φιλική, όσο και αν υστερούν ως προς τα δύο τελευταία είδη αγάπης, είναι τρόποι δημιουργίας φιλικών δεσμών μεταξύ των ανθρώπων και συνεπώς αξίζουν να υπάρχουν και να δημιουργούνται, αντίθετα απ’ ό,τι θα έλεγε κάποιος καθαρολόγος που ψάχνει για «μικρόβια εγωισμού μέσα στο φαΐ της αγάπης». Δηλαδή, ανεξάρτητα από τις εγωιστικές αιτίες της ερωτικής αγάπης, και μόνο ότι είναι αγάπη, την καθιστά κάτι καλό, αφού ενώνει δυο άγνωστους ανθρώπους. Το ίδιο και για την αγάπη μεταξύ φίλων. Και η αγάπη των γονιών αν και δεν είναι ανιδιοτελής, διοχετεύει και ενισχύει τα αισθήματα φιλίας μεταξύ ανθρώπων (γονιού-παιδιού), οπότε είναι καλή. Κι έτσι, όσο κι αν κάποια είδη αγάπης είναι ανώτερα από τα υπόλοιπα, τα υπόλοιπα δεν είναι καθόλου αξιοπεριφρόνητα, αφού είναι τρόπος σύνδεσης μεταξύ των ανθρώπων.
 

ΑΓΑΠΗ ΕΡΩΤΙΚΗ] η γυναίκα δεν "ερωτεύεται" κεραυνοβόλα, όπως ο άντρας. Αντίθετα, ερωτεύεται αυτόν με τον οποίον είναι "πορωμένη", έχει ακατάσχετη μανία να συζητά μαζί του ή να είναι μαζί του, συνεχώς τον σκέφτεται "τι παράξενος που είναι", νοιώθει έλξη για τον τρόπο που σκέφτεται ή δρα αυτός. Και μπορεί ν' αρνείται ακόμη κι ότι είναι ερωτευμένη μαζί του, αλλά έτσι είναι στην πραγματικότητα. Κι αυτό κάνει τον έρωτά της παράδοση στη γοητεία του άντρα - κι αντιστρόφως νοιώθει βαρεμάρα για όποιον θεωρεί κοινότοπο ή δεδομένο. Με άλλα λόγια, ο έρωτάς της προς κάποιον είναι αυθόρμητος και άπαξ και εμφανιστεί (ακόμη κι όταν αρνείται ότι κάτι τέτοιο συνέβη, η γυναίκα) δε χάνεται παρά μόνο αν ο συγκεκριμένος άντρας κάνει κάτι που χαλάσει την εικόνα. Αντίθετα, ο άντρας ερωτεύεται κεραυνοβόλα, κυρίως βασιζόμενος στην εξωτερική εμφάνιση (όχι ότι και η γυναίκα δεν βασίζεται αρκετά σ' αυτήν) και απαιτεί συναισθηματική παράδοση, κυριαρχία στην ψυχή της γυναίκας (το οποίο μετά συνεπάγεται και κυριαρχία στο σώμα της), δίχως ανταγωνιστές. Δεν μαγνητίζεται από καμμιά μυστική έλξη: αυτό συμβαίνει μόνο με τη γυναίκα. Η γυναίκα παραδίνεται σ' αυτόν που την ελκύει. Ο άντρας θέλει να κατακτήσει αυτήν που ποθεί.

Βέβαια αυτό δε σημαίνει ότι σε κάθε περίπτωση έλξης εκ μέρους της γυναίκας υπάρχει και έρωτας. Αλλά ότι για να υπάρχει έρωτας (με την σεξουαλική έννοια και όχι λ.χ. την φιλική ή πλατωνική), πρέπει να υπάρχει αυτή η έλξη της γυναίκας. Τα δύο αυτά πράγματα δεν πρέπει να συγχέονται. Γιατί αν συγχέονται, γρήγορα πάλι ξεκαθαρίζεται, αν επικρατεί το ένα ή το άλλο στοιχείο. Και όταν το ένα στοιχείο (από τη φιλία κι τον έρωτα) επικρατήσει, τότε το άλλο μαραίνεται. Όσο και αν μέσα στον έρωτα υπάρχει και η φιλία (η οποία δεν είναι το πρώτιστο γεγονός που χαρακτηρίζει τον έρωτα).

Υποστηρικτικό της άποψής μου αυτής είναι ότι οι γυναίκες ερωτεύονται "εγκεφάλους"(=χαρακτήρα, προσωπικότητα) και ότι δεν ερωτεύονται κυρίως λόγω π.χ. της ομορφιάς του άντρα, ενώ αντίθετα οι άντρες ερωτεύονται κυρίως λόγω της εξωτερικής ομορφιάς (ή: η εξωτερική ομορφιά παίζει τον καθοριστικό, τελικό λόγο στην απόφασή τους). Γι' αυτό το λόγο άλλωστε οι γυναίκες δεν είναι (τόσο) "σεξομανείς", όπως οι άντρες. Για παράδειγμα, βλέποντας μια ωραία γυναίκα θα γυρίσουν τα κεφάλια τους πολλοί άντρες, ενώ αντίστοιχα λίγες γυναίκες θα εκδηλώσουν τον άμεσο θαυμασμό τους για έναν ωραίο άντρα. Επιπλέον είναι σχεδόν αδύνατο να παρατηρήσουμε περιπτώσεις ύπαρξης ή διατήρησης ερωτικής σχέσης, στην οποία η γυναίκα δεν θαυμάζει τον άντρα ή ο άντρας θαυμάζει τη γυναίκα (είτε απόλυτα, είτε συγκριτικά: περισσότερο από ό,τι η γυναίκα τον άντρα). Αν λ.χ. ο άντρας "κρέμεται από τα χείλη Της" (δηλαδή την θαυμάζει, αντί να τον θαυμάζει αυτή - για οποιαδήποτε ιδιότητά ή κατόρθωμά του), τότε αργά ή γρήγορα η γυναίκα βαριέται τον άντρα αυτόν και τον θεωρεί "δεδομένο", "γνωστό", "προβλέψιμο". Γι' αυτούς τους λόγους συναντάμε πολλές γυναίκες απογοητευμένες από την ερωτική τους σχέση ή το γάμο τους, ενώ αντίθετα δεν συναντάμε συχνά αντίστοιχους άντρες, που βαριούνται το γάμο τους ή τη σχέση τους επειδή "δεν θαυμάζουν πλέον τη γυναίκα τους".

Όλα αυτά δεν πρέπει να εκληφθούν υποτιμητικά για το γυναικείο φύλο, αφού απλώς καθένα φύλο έχει τον δικό του τρόπο να ερωτεύεται.

Σχετικά με το τι διατηρεί την ερωτική αγάπη

Τι κρατάει μια αγάπη; Ασφαλώς δεν είναι «η θέληση» και των δυο, του καθενός ξεχωριστά, «να είναι μαζί». Γιατί η «θέληση» είναι αέρας, είναι μια λέξη δίχως κανένα έρεισμα (η βουλησιαρχία, η θελησιολογία, είναι πραγματικά νοσηρές αντιλήψεις αφού εμφανίζουν την «θέληση» να πέφτει εξ ουρανού και να μην βασίζεται σε συγκεκριμένα, έστω και αν αυτά είναι συγκεχυμένα, πράγματα), εκτός κι αν δεχτούμε ότι υπάρχουν αιτίες που προκαλούν την εμφάνιση της «θέλησης να είμαστε μαζί». Αυτές οι αιτίες δεν είναι παρά ο αλληλοθαυμασμός αναμεταξύ των εραστών ή τουλάχιστον ο θαυμασμός του ενός για τον άλλον. Αυτός ο θαυμασμός (ή αλληλοθαυμασμός) οφείλεται επίσης σε απτές αιτίες και όχι σε εξ ουρανού αερολογίες (δηλαδή ότι υπάρχει θαυμασμός για τον θαυμασμό, όπως υπάρχει η γνώση για την γνώση). Οι αιτίες αυτές είναι η κοινή «πόρωση», τα κοινά ενδιαφέροντα του ζευγαριού ή (αντίστοιχα) ο θαυμασμός και η αγάπη του ενός ατόμου για τα πράγματα που κάνει το άλλο άτομο (κι εδώ βέβαια προϋποτίθεται ότι το θαυμάζον άτομο επίσης έχει κοινά ενδιαφέροντα με το θαυμαζόμενο άτομο, απλά δεν έχει κατορθώσει να ενασχοληθεί επαρκώς με αυτά). Όταν δεν υπάρχουν κοινά ενδιαφέροντα, κοινές συγκινήσεις, τότε δεν υπάρχει κανένα Δέος του ενός για τον άλλο. Αντίθετα, ο ένας βλέπει τον άλλο ως αδιάφορο για τα ενδιαφέροντά του (παρόμοια τον βλέπει, όταν υπάρχει προσποιητό ενδιαφέρον, λόγω ευγένειας), ως ξένο. Δίχως το Δέος ο άλλος παύει να είναι Εκείνος (ή Εκείνη). Είναι ένα ακόμη συνηθισμένο άτομο – το οποίο βέβαια μπορεί να συνεχίζουμε να το αγαπάμε, αλλά μόνο λόγω (φθίνουσας) συνήθειας. Υπάρχει η αντίρρηση ότι πέρα από τα κοινά ενδιαφέροντα πρέπει να υπάρχει και η ευγένεια, η καλή συμπεριφορά, η αίσθηση ότι κανείς βρίσκεται στις δύσκολες στιγμές στο πλάι του άλλου. Αυτά είναι δευτερεύοντα. Ευγενικός μπορείς να είσαι και με τους αγνώστους. Και το «να στέκεσαι στο πλάι» του άλλου μπορείς να το κάνεις επίσης για τα συγγενικά ή φιλικά πρόσωπα. Δεν είναι βασικές αιτίες που κρατούν μια ερωτική αγάπη. Κι αυτό γιατί στην ερωτική αγάπη ενυπάρχει η υψηλότερου δυνατού βαθμού ταύτιση θελήσεων, απόψεων, χαρακτήρων· υψηλότερα από τους φίλους ή την οικογένεια. Διαφορετικά, καθένας θα έμενε ευχαριστημένος με τους φίλους και την οικογένεια, και θα υπήρχε απλώς σεξ κι όχι έρωτας με τα άτομα του αντίθετου φύλου.

 

Σχετικά με την πίστη και την ερωτική σχέση]ΑΓΑΠΗ ΕΡΩΤΙΚΗ, ΑΝΙΣΟΒΑΡΗΣ
: είναι εξαιρετικά δύσκολο να υπάρξει αγάπη ισότιμη ή ισοβαρής, δηλαδή αγάπη στην οποία και οι δύο ερωτευμένοι αγαπούν στον ίδιο περίπου βαθμό ο ένας τον άλλον. Μπορεί αρχικά να υπάρχει αυτή, όμως με τον καιρό μεταλλάσσεται σε ανισοβαρή αγάπη: ο ένας αγαπά περισσότερο τον άλλον και δένεται περισσότερο συναισθηματικά, ενώ ο άλλος παραμένοντας βέβαια ερωτευμένος με τον πρώτο, δεν νοιώθει τέτοια προσήλωση. Υπάρχει και η περίπτωση να υπάρχει εξαρχής ανισοβαρής αγάπη, ωστόσο με το πέρασμα του χρόνου να αντιστραφεί η ανισότητα και ο αγαπών περισσότερο να αγαπά λιγότερο, ενώ ο αγαπών λιγότερο να αγαπά περισσότερο. Η απόληξη τέτοιας ερωτικής αγάπης είναι μάλλον θλιβερή. Είτε ο περισσότερο αγαπών κουράζεται βλέποντας ότι δεν παίρνει όσα δίνει (ή όσα θέλει να δώσει ή όσα δίνει δίχως αντίκρυσμα στην ψυχή του άλλου) και ψάχνει αλλού, είτε ο λιγότερο αγαπών δεν ικανοποιείται πλέον, τόσο, ώστε να ψάχνει κι αυτός αλλού, είτε συμβιβάζονται σε μια γελοία σχέση όπου υπάρχει ο περισσότερο αγαπών και ο λιγότερο αγαπώμενος. Και είναι γελοία, γιατί κανείς δεν είναι ικανοποιημένος, αλλά ίσως λόγω συνήθειας ίσως λόγω φόβου, διατηρείται το status quo. Η πρώτη πάντως από τις τρεις περιπτώσεις είναι η πιο ενδιαφέρουσα: γιατί όταν ο λιγότερο αγαπών αντιληφθεί ότι ο περισσότερο αγαπών έχει κουραστεί και ψάχνει αλλού, είναι ενδιαφέρουν να δούμε πώς αντιδρά, αν αδιαφορεί ή αν δεν αδιαφορεί.

ΑΓΑΠΗ ΕΡΩΤΙΚΗ, ΚΤΗΤΙΚΗ].

xhmeia

ΑΓΑΠΗ ΕΙΝΑΙ ΜΟΝΟ ΜΙΑ
ΑΓΑΠΗ ΕΙΝΑΙ ΔΟΣΙΜΟ ΧΩΡΙΣ ΑΝΤΑΛΛΑΓΜΑΤΑ, ΔΙΝΕΙΣ Κ ΔΕΝ ΘΕΣ ΝΑ ΠΑΡΕΙΣ, ΘΕΣ ΜΟΝΟ ΤΗΝ ΕΥΤΥΧΙΑ ΤΟΥΣ, ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΑΓΑΠΗ Κ ΘΕΩΡΩ ΟΤΙ ΕΙΝΑΙ ΜΟΝΟ Η ΓΟΝΕΪΚΗ  (Η ΣΩΣΤΗ )
ΤΑ ΥΠΟΛΟΙΠΑ ΕΙΝΑΙ ΔΟΥΝΑΙ Κ ΛΑΒΕΙΝ, ΠΑΝΤΑ ΔΙΝΕΙΣ Κ ΘΕΛΕΙΣ ΝΑ ΠΑΡΕΙΣ Κ ΟΝΟΜΑΖΟΝΤΑΙ ΕΡΩΤΑΣ, ΠΟΘΟΣ, ΦΙΛΙΑ Η ΟΤΙ ΑΛΛΟ

428 Επισκέπτες, 0 Χρήστες