Μέλη
  • Σύνολο μελών: 7,373
  • Latest: iguzovec
Stats
  • Σύνολο μηνυμάτων: 360,324
  • Σύνολο θεμάτων: 11,759
  • Online today: 276
  • Online ever: 1,061 (Οκτωβρίου 10, 2023, 08:28:42 ΠΜ)
Συνδεδεμένοι χρήστες
  • Users: 1
  • Guests: 186
  • Total: 187
  • Leon

ΔΗΜΟΣ ΜΟΥΤΣΗΣ

Ξεκίνησε από sevenseas, Σεπτεμβρίου 30, 2007, 01:09:06 ΜΜ

« προηγούμενο - επόμενο »

sevenseas

Χαιρετώ την Κάντιλακ
χαιρετώ την Φορντ
και τον μέγα Υπουργό
των Εξωτερικών

Μάρθα κλείσε την πόρτα
πρόσεχε τα παιδιά

Παπούτσι από τον τόπο σου
κι ας είναι μπαλωμένο
θα βρεις εσύ τον δρόμο σου
θα τονε βρω κι εγώ

Μας πήραν και μας βάλανε
σε φούρνο αναμμένο
και πού να βρεις το δίκιο σου
για να το βρω κι εγώ

-Θέλω μηχανάκι, οδηγό και αρχηγό

Γιούπι γιούπι γεια
και γεια χαρά σας βρυσούλες
θα μας πιάσουν σίγουρα
Γιούπι γιούπι γεια
και θα μας κλάψουν μανούλες
σπίτι δεν μας βλέπω καλά.

Χαιρετώ την CIA
και την ITT
δέσ'τε πόσο ευγενικά
μας παρακολουθεί

Μάρθα κλείσε την πόρτα
έχουν κι οι τοίχοι αυτιά

-Θέλω μγχανάκι, οδηγό και αρχηγό

Γιούπι γιούπι γεια...

Χαιρετώ και την Εσο-κόλα
και τις εκπομπές
συμβουλές που δίνουνε
για τις νοικοκυρές

Μάρθα κλείσε την πόρτα
τάιζε τα παιδιά

-Θέλω μγχανάκι, οδηγό και αρχηγό

Γιούπι γιούπι γεια...

sevenseas

Εμείς η μεσαία τάξη
ήμεθα η μόνη τάξη
με έντιμη συνείδηση, εθνική
παρασυρώμενοι όμως απʼ τις άλλες τάξεις
στα νοήματα και στις πράξεις
δίνουμε χροιά πολιτική
για όλα φταίνε οι γκόμενες
οι πρώην και οι επόμενες
ανώνυμες και επώνυμες και γενικώς

Και όπως είναι φυσικό η μεσαία τάξη
θέλει και εκείνη λιγάκι να διατάξει
να γίνει άρχουσα δηλαδή
στην κλειδαρότρυπα σκυμμένη
και το χέρι στην τσέπη
χρόνια τώρα περιμένει και βλέπει
όμως την εμποδίζει ένα κλειδί
και τούτο εδώ είναι ένα μικρό παιδί
που τρυπάει το μπαλόνι του με δυο καρφιά
για να τρομάξει αυτό το κύριο
που καπνίζει το τσιμπούκι του και κούχου κούχ
και που ρωτάει το μηχάνημα
που μας λέει την αλήθεια εκατό φορές
ότι για όλα φταίνε οι γκόμενες
οι πρώην και οι επόμενες
ανώνυμες και επώνυμες γενικώς

Και τον δικό μου τον καημό τώρα ποιος να τον μάθει
που έχω κάτσει πάνω σε ένα αγκάθι
και τη βρίσκω κάπως μαζοχιστικά
όλα ωραία και στο βάθος κήπος
πληροφορίες κίτρινος ο τύπος
και νομίζουν πως τη βάψαμε κανονικά
και τούτη δω η εφημερίδα
μοιάζει τέντα στην αυλόπορτα
που σκιάζει το μικρό παιδί
που τρυπάει το μπαλόνι του με δυο καρφιά
για να τρομάξει αυτό το κύριο
που καπνίζει το τσιμπούκι του και κούχου κούχ
και που ρωτάει το μηχάνημα
που μας λέει την αλήθεια εκατό φορές
ότι για όλα φταίνε οι γκόμενες
οι πρώην και οι επόμενες
ανώνυμες και επώνυμες γενικώς

Το να λέει όμως κανένας την αλήθεια
είναι μια πολύ κακή συνήθεια
που αν την έχεις την πληρώνεις κάπως ακριβά
αλλά από δω παιδιά αρχίζει άλλη ιστορία
άλλο κεφαλαίο και στην ουσία
κάτι τέτοια δεν λέγονται τραγουδιστά
και ιδού εγώ μοναχός
αγκαλιά με την κιθάρα μου
να τραγουδάω για την εφημερίδα
τέντα στην αυλόπορτα
που σκιάζει το μικρό παιδί
που τρυπάει το μπαλόνι του με δυο καρφιά
για να τρομάξει αυτό το κύριο
που καπνίζει το τσιμπούκι του και κούχου κούχ
και που ρωτάει το μηχάνημα
που μας λέει την αλήθεια εκατό φορές
ότι για όλα φταίνε οι γκόμενες
οι πρώην και οι επόμενες
ανώνυμες και επώνυμες γενικώς.

sevenseas

Σκοτεινή και παράξενη ετούτη η εποχή
Σιωπηλή μουσική, ηχηρή μοναξιά
Κάτι ακούγεται εδώ κάτι ακούγεται εκεί
Που με παίρνει και με πάει και δεν με βγάζει πουθενά

Σκοτεινή και παράξενη ετούτη η εποχή
Σιωπηλή μουσική, ηχηρή μοναξιά
Όχι, όχι δε βρίσκω δε βρίσκω άλλες λέξεις
Έτσι ωραία να ζωγραφίζουν την πολυσύχναστη ερημιά

Ωχ αμάν, αμάν
Ωχ αμάν, αμάν
Ωχ αμάν, αμάν
Και ως πότε τούτη η άμυνα και ως που θα μας βγάλει
Ακούω μόνο γουώκμαν

Τα φεγγάρια με τους μύθους συναντιόνται τις νύχτες
Σε γιορτές αδελφοσύνης ενός άλλου καιρού
Που ολοένα ξεμακραίνουν, ξεμακραίνει και πάλι
Για να γεννηθεί και πάλι στην φαντασία ενός παιδιού

Ωχ αμάν, αμάν
Ωχ αμάν, αμάν
Ωχ αμάν, αμάν
Και ως πότε τούτη η άμυνα και ως που θα μας βγάλει
Ακούω μόνο γουώκμαν

Μια φωνή που τη γνωρίζω κάθε βράδυ στα όνειρά μου
Παραιτήσου μου φωνάζει παραιτήσου από παντού
Είναι τα ίδια μου τα λόγια που επιστρέφουν σε μένα
Έτσι καθώς σου τραγουδάω με το σφυγμό ενός νεκρού

Ωχ αμάν, αμάν
Ωχ αμάν, αμάν
Ωχ αμάν, αμάν
Και ως πότε τούτη η άμυνα και ως που θα μας βγάλει
Ακούω μόνο γουώκμαν

sevenseas

Δε λες κουβέντα,
κρατάς κρυμμένα μυστικά και ντοκουμέντα
κι ακούω μόνο
συνθήματα μεταλλικά των μικροφώνων

Ξέρω τ' όνομά σου
την εικόνα σου και πάλι από την αρχή
ψάχνω για μια διέξοδο γυρεύοντας
μια αλλιώτικη ζωή

Περνούν οι νύχτες,
τα δευτερόλεπτα βαριά στους λεπτοδείκτες
ζητώντας κάτι
που να μη γίνεται ουρλιαχτό κι οφθαλμαπάτη

Ξέρω τ' όνομά σου
την εικόνα σου και πάλι από την αρχή
ψάχνω για μια διέξοδο γυρεύοντας
μια αλλιώτικη ζωή

Στων χιλιομέτρων
την ερημιά και στη σιωπή των χρονομέτρων
ακούγονται τώρα
σειρήνες μεταγωγικά κι ασθενοφόρα

Ξέρω τ' όνομά σου
την εικόνα σου και πάλι από την αρχή
ψάχνω για μια διέξοδο γυρεύοντας
μια αλλιώτικη ζωή

sevenseas

Δεν έχει πια ζωή εδώ στα περιβόλια
μοιάζουν με τ' άδεια καφενεία που με χτίκιασαν.
Δεν έχει πια ζωή εδώ στα περιβόλια.
Τη νύχτα βρέχει σκοτωμούς.

Πώς να θερίσω μουσικές
βουνά και σπίτια με δικάζουν στα πραιτώρια,
βλέπω τα δέντρα μου κι αυτά μαστιγωμένα
και τα πηγάδια μου φαρμακωμένα
και τα πουλιά μου σαν καημός
δεκαπεντασύλλαβος.

Δεν έχουν πια ζωή αυτά τα ερημονήσια
μοιάζουν με τ' άδεια τα ξωκλήσια που ερήμωσαν.
Δεν έχουν πια ζωή αυτά τα ερημονήσια.
Τη νύχτα βρέχει σκοτωμούς.

Γι' αυτό θ' αφήσω εγώ αυτά τα περιβόλια,
θα βγω να πάρω τα στενά της θάλασσας
μα δεν μπορώ.

sevenseas

διαδίδουμε οι ύποπτοι κι οι θεωρητικοί
πώς πλησιάζει σύρραξις -λέει- θερμοπυρηνική
με ποινές άγριες και πληθωρισμούς
μ' ανατροπές παράξενες στους προγραμματισμούς

ε, και τι έγινε, τι έγινε λοιπόν?
εμείς με μια παράδοση τόσων χιλιετιών
θ' αντλήσουμε τα διδάγματα από τη δεξαμενή
ώσπου να μας καθήσουνε κι εμάς κανέναν χομεινή
και ήσυχα στα κρεββάτια σας κορίτσια,
οργανωμένες μαζί
ήσυχα λοιπόν κι ούτε νάζια ούτε καπρίτσια
όταν η περίστασις το απαιτεί!

πληροφορίες παίρνουμε ανεπίσημες πηγές
για φόρους και για όμηρους
τρελλές -λέει- πολιτικές
για ρύπανση ατμόσφαιρας και παροξυσμούς
για νοθευμένα τρόφιμα
κι ανώμαλους -λέει- ερεθισμούς

ε, και τι έγινε, τι έγινε λοιπόν?
εμείς με μια παράδοση τόσων χιλιετιών
θ' αντλήσουμε τα διδάγματα από τη δεξαμενή
ώσπου να μας καθήσουνε κι εμάς κανέναν χομεινή
και ήσυχα στα κρεββάτια σας κορίτσια,
οργανωμένες μαζί
ήσυχα λοιπόν κι ούτε νάζια ούτε καπρίτσια
όταν η περίστασις το απαιτεί!

sevenseas

Δρόμο το δρόμο ξεκινήσαμε
δρόμο το δρόμο πάμε.
Έσβησε τ’ όνειρο – αχ
κι αλλού τραβάμε.

Μας περιμένουν άγριες θάλασσες
μας περιμένουν μπόρες
μέρες ατέλειωτες – αχ
δύσκολες ώρες.

Ούτε σε ρώτησα ποιος έφταιξε
ούτε θα σε ρωτήσω.
Ήτανε λάθος μου – αχ
να σ’ αγαπήσω.

sevenseas

Εγώ είμ΄εγώ κι άλλη δεν είμαι
έλ' από δω κι ύστερα κρίνε
Ενα σπασμένο ποτήρι
κι ένα παραθύρι
που βλέπω εσένανε και τον Θεό

Εγώ είμ΄εγώ κι ας έχω φτώχεια
και τραγουδώ στ' ανεμοβρόχια
Ενα σπασμένο κρεβάτι
κι ένα κανάτι
που πίνω εσένανε που αγαπώ

Εγώ είμ΄εγώ στρείδι στον βράχο
δίχως δραχμή κι όλα μου τά'χω
Ενα σπασμένο τραπέζι
κι ένα πετιμέζι
όλες οι πίκρες μου σαν σε φιλώ.

sevenseas

Είναι παλιό το λιμάνι, δεν μπορώ πια να περιμένω
ούτε το φίλο που έφυγε στο νησί με τα πεύκα,
ούτε το φίλο που έφυγε στο νησί με τα πλατάνια,
ούτε το φίλο που έφυγε για τ' ανοιχτά.

Χαϊδεύω τα σκουριασμένα κανόνια, χαϊδεύω τα κουπιά
να ζωντανέψει το κορμί μου και ν' αποφασίσει.
Τα καραβόπανα δίνουν μόνο τη μυρωδιά
του αλατιού της άλλης τρικυμίας.

Αν το θέλησα να μείνω μόνος, γύρεψα
τη μοναξιά, δε γύρεψα μια τέτοια απαντοχή,
το κομμάτιασμα της ψυχής μου στον ορίζοντα,
αυτές τις γραμμές, αυτά τα χρώματα, αυτή τη σιγή.

Τ' άστρα της νύχτας με γυρίζουν στην προσδοκία
του Οδυσσέα για τους νεκρούς μες στ' ασφοδίλια.
Μες στ' ασφοδίλια σαν αράξαμε εδώ πέρα θέλαμε να βρούμε
τη λαγκαδιά που είδε τον Άδωνι λαβωμένο.

sevenseas

Είπα κι εγώ στο κατώφλι να βγω να τον προσμένω,
μόλις φανεί να του φέρω σκαμνί που 'χω πλυμένο.
Σαν πουλί είμαι λαβωμένο σαν παιδί είμαι ορφανό.

Μου 'χε πει να τον περιμένω
να φανεί κάποιο δειλινό,
μου 'χε πει να τον περιμένω
μα δεν ήρθε και πεθαίνω κάθε δειλινό.

Ήρθαν πολλοί στο φτωχό μου σκαλί, ήρθανε τόσοι.
Μα ο καημός, ο δικός του καημός με έχει σκοτώσει.

sevenseas

Στον πόλεμο με γνώρισες
στο χαλασμό του κόσμου
και φυλαχτό μου φόρεσες
για να γυρίσω φως μου

Το δάκρυ κάναμε νερό
και το κρασί φαρμάκι
και με το κύμα τ' αλμυρό
χορτάσαμε ψωμάκι
και με το κύμα τ' αλμυρό
χορτάσαμε ψωμάκι
το δάκρυ κάναμε νερό
και το κρασί φαρμάκι

Κι είχαμε περηφάνια
στην πίκρα στην ορφάνια
στην πίκρα στην ορφάνια
είχαμε περηφάνια

Φτερά μου δώσαν οι Θεοί
κι απ' τη φωτιά σε πήρα
χαρά να σ' έχω στη ζωή
παρηγοριά στη μοίρα

Το δάκρυ κάναμε νερό
και το κρασί φαρμάκι
και με το κύμα τ' αλμυρό
χορτάσαμε ψωμάκι
και με το κύμα τ' αλμυρό
χορτάσαμε ψωμάκι
το δάκρυ κάναμε νερό
και το κρασί φαρμάκι

Κι είχαμε περηφάνια
στην πίκρα στην ορφάνια
στην πίκρα στην ορφάνια
είχαμε περηφάνια

sevenseas

Όταν πέσει το βραδάκι
θε να πάω στον ταρσανά
τρία ρούπια φουστανάκι
δυο ματάκια γαλανά
κι όλα γύρω σκοτεινά

Ελα πάρε με, πάρε με
Ελα πάρε με,
Ελα πάρε με, πάρε με

Το κορμάκι μου θα τρέμει
σαν πουλάκι στο χιονιά
και οι τέσσερις ανέμοι
θα προσέχουν στη γωνιά
μην ξυπνήσει η γειτονιά

Ελα πάρε με, πάρε με
Ελα πάρε με,
Ελα πάρε με, πάρε με

Αχ, βρε κόφτη, βρε τσαχπίνη
δεν το κρύβω, θα σ' το πω
η λαχτάρα σου με πίνει
για τα σένα θα κοπώ
μάθε με να σ' αγαπώ

sevenseas

Που πήγαν οι μέρες, που πήγαν οι μήνες που πήγαν τα χρόνια.

Φωτιά στα Χαυτεία, καπνιά στην Αιόλου βρωμιά στην Ομόνοια.

Ουρλιάζουν τριγύρω Φολκσβάγκεν και Φίατ Ρενώ και Τογιότα

Σε λίγο νυχτώνει στην έρημη πόλη θ' ανάψουν τα φώτα.

Κι άνθρωποι μονάχοι μεσ' την κόλαση ετούτη θα γίνουν λαμπάδα

Πώς τα κανες έτσι τα μαύρα παιδιά σου Ελλάδα Ελλάδα.

Πού πήγες Αφρούλα του ονείρου λουλούδι πού πήγες Ελένη.

κρυφές αμαρτίες της άχρωμης μέρας το φως δεν ξεπλένει.

Μονάχα πληβείοι με μάτια θλιμμένα χτυπάνε καρτέλες.

Στον άθλιο μισθό τους σφιχτά κολλημένοι σαν στρείδια σαν βδέλλες.

Για ένα δυάρι, για λίγη βενζίνα για μιά φασολάδα.

Πώς τα κανες έτσι τα μαύρα παιδιά σου Ελλάδα Ελλάδα.

Πού πήγες αγάπη παράδεισε πρώτε που πήγες ελπίδα.

περάσαν οι μέρες, περάσαν τα χρόνια κι ακόμα δεν είδα

ατρόμητους άνδρες, σοφούς κυβερνήτες μεγάλους αντάρτες.

να σπάζουνε πύλες, να ρίχνουνε τείχη, ν' αλλάζουν τις στράτες.

κι η νύχτα να γίνει χρυσό μεσημέρι κι η μέρα λιακάδα.

Πώς τα κανες έτσι τα μαύρα παιδιά σου Ελλάδα Ελλάδα.

sevenseas

Ένα παλιό ζεϊμπέκικο
κι η αντροπαρέα πίνει
Απ' το φιλί σου το γλυκό
μόνο φαρμάκι έχει μείνει

Ένα παλιό ζεϊμπέκικο
κι ο μπαγλαμάς ξεσπάει
Απ' το κακό στο πιο κακό
η μαύρη η ζωή μου πάει

Ένα παλιό ζεϊμπέκικο
να πάω να το χορέψω
Να 'ταν να βρω το γιατρικό
με τον καημό να ξεμπερδέψω

sevenseas

Ήμουν αεροσυνοδός στην "Ολυμπιακή"
ταξίδευα Ευρώπη, πήγαινα Αμερική.
Μαχαραγιάδες, Κροίσοι σε γάμο με ζητήσανε
μα είπα δεν τους θέλω και μ' απολύσανε.

Έγινα τότε γραμματεύς σ' έναν εφοπλιστή,
γλυκιά χαριτωμένη κομψή και λυγιστή.
Μα πάνω που χαιρόμουν τα όνειρά μου σβήσανε,
βουλιάξαν τα καράβια και μ' απολύσανε.

Τρίτη δουλειά μου disco girl σε κάποια ντισκοτέκ
μα το αφεντικό μου με πλήρωνε με check
κι όπως δεν είχε φράγκο στο τέλος τον "τσιμπήσανε"
τον κλείσανε στο φρέσκο και μ' απολύσανε.

186 Επισκέπτες, 1 Χρήστης