Μέλη
  • Σύνολο μελών: 7,374
  • Latest: iguzovec
Stats
  • Σύνολο μηνυμάτων: 360,324
  • Σύνολο θεμάτων: 11,759
  • Online today: 227
  • Online ever: 1,061 (Οκτωβρίου 10, 2023, 08:28:42 ΠΜ)
Συνδεδεμένοι χρήστες
  • Users: 0
  • Guests: 372
  • Total: 372

Το μονοπάτι της γνώσης

Ξεκίνησε από MARAKOS, Μαΐου 26, 2008, 10:25:34 ΜΜ

« προηγούμενο - επόμενο »

MARAKOS

(μέρος πρώτο)

Είχε ξεκινήσει την μεγαλύτερη πορεία της ζωής του αναζητώντας ένα μονοπάτι ξεχωριστό, που λίγοι τόλμησαν να διαβούν,αναζητητές της γνώσης όπως κι εκείνος.
Τον είχαν ορμηνέψει οι σοφοί του καιρού του να είναι σεμνός και με πολύ καρτερία αλλά και κουράγια ,αν ήθελε να βρει τα χνάρια του ξανά, που θα τον οδηγούσαν πίσω στην πραγματικότητα.
Κανείς ωστόσο δεν είχε κατορθώσει να επιστρέψει  με τα λογικά του, γιατί στην πορεία  ο εγωισμός και η υπεροψία ,τους οδήγησε στους  παράδρομους της παράνοιας. Δίπλα του ο πιστός του σκύλος ο Ερμής όπως τον φώναζε από κουτάβι  ,είχε γίνει σκιά και φύλακας του.
Στο βάθος μες την καταχνιά ,σκιές με ακαθόριστα σχήματα , εμφανίζονταν απ το πουθενά και  στη συνέχεια εξαφανίζονταν μέσα στο έδαφος.Παντού σπαρμένα ανθρώπινα απομεινάρια  απ όλες τις εποχές,μαζί με αντικείμενα προσφιλή τους αλλά και  εφόδια που τα είχε ξασπρίσει ο ήλιος.
Απόφυγε να στρέψει το βλέμμα του προς τα εκεί λες και είχε βάλει παρωπίδες και συνέχισε την πορεία του προς τα μπρός. Μόνο ο Ερμής αλυχτούσε όταν ξαφνιαζόταν από φασματικές  παρουσίες δίπλα τους ,αλλά στο κατόπιν διαισθανόμενος πως ήταν ακίνδυνες για το αφεντικό του,κουνούσε ανακουφισμένος την ουρά αναζητώντας το χάδι του.
Ο αναζητητής κάποια στιγμή κουρασμένος, κάθησε να ξαποστάσει στη σκιά ενός μεγάλου βράχου ,σκουπίζοντας τον ιδρώτα του που σαν ρυάκι  κατάληγε στο διψασμένο έδαφος.
Μέτρησε με προσοχή τις γουλιές απ το φλασκί του,γεμίζωντας όμως τις χούφτες του με  νερό για τον τετράποδο  σύντροφο του. Εκείνος ευχαριστημένος από το δρόσισμα της γλώσσας του και την περιποίηση που απολάμβανε,ξάπλωσε δίπλα του αλλά πάντοτε με βλέμμα ανήσυχο εξακολουθώντας να μυρίζεται και να περιεργάζεται τα πάντα γύρω τους.
Κάποια στιγμή  μια παρουσία από το πουθενά τάραξε την ηρεμία τους. Ένας σεβάσμιος γέροντας στεκόταν χαμογελαστός μπροστά τους κρατώντας ένα  μπαστούνι για οδηγό.
Μια μορφή που απόπνεε  ευχάριστα συναισθήματα  αλλά και φιλικότητα απέναντι τους.Ενας τυφλός οδηγός που ίσως να ζούσε πολλά χρόνια  σ εκείνο το αφιλόξενο μέρος, αναζητώντας τη συντροφιά  μιας ανθρώπινης παρουσίας.
Ο αναζητητής σηκώθηκε αμέσως και στάθηκε αντίκρυ του,τείνοντας του το χέρι σε ένδειξη καλωσορίσματος.Εκείνο ψηλαφώντας κατόρθωσε να το εντοπίσει και να το σφίξει με θέρμη αλλά και νεαανική δύναμη τόση,που στ αλήθεια τον πόνεσε.Στο κατόπιν γυρίζοντας  του την πλάτη προχώρησε και στάθηκε  ανάμεσα σε δυο τοίχους που αντικρυστά ξανοίγονταν μπροστά τους μέχρι εκεί που έφθανε το μάτι.
Ένα στενό μονοπάτι περνούσε ανάμεσα τους,ίσα ίσα που με τεντωμένα τα χέρια αριστερά και δεξιά μπορούσες να τους ψηλαφίσεις και απ τις δυο πλευρές.
Στη βάση του μονοπατιού χαραγμένο στο χώμα ένα μεγάλο ¨Α¨¨,η αρχή της μεγάλης αναζήτησης του.
¨Ακούμπησε το αριστερό σου χέρι  στον αριστερό τοίχο και το δεξί σου χέρι στον τοίχο που βρίσκεται δεξιά σου και  περπατώντας  ανάμεσα τους μάζεψε τις γνώσεις του κόσμου,αλλά μην αναζητήσεις το ¨Ω¨¨τόνισε με έμφαση
Αυτά ήτανε τα μόνα λόγια που ψέλλισε  η σεβάσμια  μορφή και στη συνέχεια εξαφανίστηκε από μπροστά τους, λες και άνοιξε η γη και τον κατάπιε.
Ένα ατέλειωτο  φιδίσιο μονοπάτι απλωνόταν πλέον μπροστά του, που στην κυριολεξία χρειάστηκε πολύ ώρα για να συμμαζέψει  τις μπερδεμένες σκέψεις και απορίες του.
Ετσι στην αρχή διστακτικά και ψηλαφίζοντας τους τοίχους καθώς περπατούσε ανάμεσα τους ,άρχισε   να απορροφά την ιστορία που ξεδιπλωνόταν αριστερά και δεξιά του και μέσω των τεντωμένων χεριών περνούσε στη συνέχεια στο στέρνο κι από κει  κατ ευθείαν στον εγκέφαλο. Το μονοπάτι στην αρχή χωμάτινο ,με γνώσεις γύρω απ την δημιουργία της Γής και των πρώτων πλασμάτων που φιλοξένησε και στη συνέχεια πέτρινο,μιας και  οι γνώσεις στους τοίχους αριστερά και δεξιά του  εμφάνιζαν πλέον τους πρώτους ανθρώπους και την λίθινη εποχή που βίωσαν συντροφιά με τα πέτρινα εργαλεία τους.

Συνεχίζεται

marakos

MARAKOS

(μέρος δεύτερο)

Η κούραση μεγάλη καθώς οι γνώσεις σαν ορμητικός χείμαρρος γιόμιζαν τα εγκεφαλικά του κύτταρα με κάθε τι του το άγνωστο. ¨¨Θεέ μου,κι είμαστε ακόμα στο Α,δηλαδή στην αρχή¨¨ ψέλλισε κάποια στιγμή κρατώντας με τα δυο του χέρια το υπερφορτισμένο του κρανίο. Όμως δεν άντεξε για πολύ και κατάκοπος σωριάστηκε σαν άδειο σακί πάνω στο πέτρινο μονοπάτι ,ανάμεσα στους τοίχους που ορθώνονταν απειλητικά αριστερά και δεξιά του , λες και ήθελαν να τον απολιθώσουν  για πάντα μέσα τους. Προσπάθησε να αποκοιμηθεί για λίγο αλλά ο πιστός του τετράποδος φύλακας τον ξεσήκωσε με τα επίμονα γαυγίσματα του .
Πράγματι κάτι το αλλόκοτο συνέβαινε και δεν το είχε πάρει είδηση τα λίγα λεπτά που αφέθηκε στην αγκαλιά του Μορφέα.
Οι τοίχοι άρχισαν αργά–αργά να κινούνται απειλητικά προς τα μέσα μειώνοντας την απόσταση μεταξύ τους, με κίνδυνο κάποια στιγμή να ενωθούν και να τον συνθλίψουνε.
Έπρεπε να προχωρήσει, δεν υπήρχε άλλη διέξοδος. Οι αιώνες τον περίμεναν, με τις γνώσεις καταγραμμένες σ αυτούς τους δύο παράλληλους τοίχους ,για να τις φορτίσει στο νου και στη συνέχεια να τις αφομοιώσει.Στάθηκε ορθός και άπλωσε ξανά τα χέρια αριστερά και δεξιά του βλέποντας με φόβο κι έκπληξη , πως είχε ήδη μικρύνει η απόσταση μεταξύ των τοίχων.Ισα που πρόλαβε μ ένα σάλτο να καλύψει κάποια μέτρα και με φρίκη ν αντικρύσει ξοπίσω του  τους τοίχους να έχουνε ενωθεί σαν μεγγένη,κλείνοντας με πάταγο  τα πάντα ανάμεσα τους,ακόμα και το φώς.¨¨Ερμή,Ερμή¨¨ φώναξε γυρίζοντας το κεφάλι προς τα πίσω,αλλά απόκριση δεν πήρε  στο κάλεσμα του. Τότε σκύβοντας το κεφάλι και με δάκρυα στα μάτια άρχισε ξανά να πεζοπορεί προς τα εμπρός με τα χέρια ν ακουμπούν ξανά τους τοίχους αριστερά και δεξιά του,Γνώσεις καινούργιες ήλθαν να προστεθούν στις προηγούμενες, καθώς  άφηνε ξοπίσω του το πέτρινο μονοπάτι ,περπατώντας πλέον πάνω σε κάτι πιο επεξεργασμένο,σ ένα χάλκινο μονοπάτι.
Η χάλκινη εποχή καταγραμμένη στους τοίχους, με τις πρωτοπόρες ανακαλύψεις της αλλά και την απάνθρωπη  πλευρά της ,τον έκανε να πρωτονοιώσει τη φρίκη των πολέμων, μεταξύ μικρών οικισμών στην αρχή και στη συνέχεια ανάμεσα σε πόλεις-κράτη, για την εξουσία και την εκμετάλλευση των φυσικών πόρων της γης.
Πάνω απ το κεφάλι του ο Ήλιος δεν έδυε ποτέ ,λες και ήθελε να του φωτίζει συνεχώς τα βήματα του, αλλά συνάμα και να μη του επιτρέπει να ξαποστάσει για να πάρει ένα υπνάκο.
Δεν ένοιωθε ούτε πείνα αλλά ούτε και δίψα σ εκείνο το μονοπάτι, παρα μόνο εγκεφαλική κούραση μέχρι η πνευματική τροφή να αφομοιωθεί για τα καλά  μέσα του.
Επιτέλους ,ξανά ένα καινούργιο μονοπάτι απλωνόταν μπροστά του,ένα σιδερένιο μονοπάτι αυτή τη φορά ,με καταγραμμένους στους τοίχους ολάκερες βιβλιοθήκες αλλά και μεγαλύτερες ανακαλύψεις από την προηγούμενη εποχή, αλλά και με πιο ανθρωποβόρους πολέμους απ το χθές.Το ζώο-άνθρωπος δεν έπαψε ποτέ  να ανήκει στα σαρκοφάγα και να διαθέτει τους πιο κοφτερούς κυνόδοντες πάνω στα κοντάρια και μεσα στα θηκάρια του.Λόγχες και ξίφη  από σίδερο που κομμάτιαζαν κόκκαλα, σάρκες αλλά και ψυχές συνάμα, σ ένα κόσμο που έμελλε να έχει την μεγαλύτερη διάρκεια απ τους προηγούμενους που γνώρισε και να φαντάζει ατέλειωτος.

marakos΄
συνεχίζεται

MARAKOS

(μέρος τρίτο)

Διάσπαρτες λαμπυρίζουσες  πιτσιλιές σαν νησίδες πάνω στη ψυχρή μεταλλική επιφάνεια του μονοπατιού, υποδήλωναν την Αναγέννηση στις τέχνες και τα γράμματα. Όμως στην πορεία προς τα μπρός ,οι τοίχοι άρχιζαν να ξερνούν ένα κόκκινο κολώδες υγρό που γρήγορα τούφερε ναυτία.Αίμα ζεστό και αχνιστό άρχιζε να στάζει ή να πετάγεται σαν πίδακας μεσα  απ τις μικρές και μεγάλες ρωγμές τους,βάφοντας κατακόκκινο το μονοπάτι Επαναστάσεις,αιματηρές ανατροπές και πολιτικές ανακατατάξεις ,μικροπόλεμοι και συνοριακές αψιμαχίες ,αλλά και μορφές ανθρωπιστικές ξεπρόβαλαν μέσα απ τον ορυμαγδό του μίσους και της αλληλοεξόντωσης και θετικά άλλαξαν την μοίρα των ταπεινών και καταφρονεμένων  που ζούσαν δίχως όνειρα.
Ξαφνικά τα χέρια  απορρόφησαν κι έστειλαν στο μυαλό καινούργιες εικόνες και παραστάσεις φρίκης από ένα μεγάλο πόλεμο που σάρωσε τον πλανήτη από άκρη σ άκρη ,μαζί με καινούργιες ανακαλύψεις που στην αρχή εξυπηρετούσαν τις πολεμικές μηχανές και στη συνέχεια γίνανε εφαλτήρια μιας ειρηνικής βιομηχανικής επανάστασης. Σιδερένια πουλιά που άφηναν ξεδιάντροπα  τα φονικά τους αυγά  να εκραγούν με κρότο στη γή,μεταλλάχθηκαν στη συνέχεια  σε μεταφορικά μέσα επικοινωνίας και προσέγγισης  ανάμεσα σ απομακρυσμένους λαούς.
Εμβόλια σωτήρια που έσωζαν ζωές και κατασκευές πιο ανθεκτικές σε σεισμούς ,φράγματα που συγκρατούσαν το νερό και παρείχαν ενέργεια ζωής κάνοντας τη νυχτα μέρα,καθώς και πολιτικά δικαιώματα στις μάζες που ζούσαν σ ένα συνεχή Μεσαίωνα, έδιναν πολλές φορές στο σιδερένιο μονοπάτι μια αμυδρή λάμψη φωτός απαλύνοντας το μουντό του χρώμα.
 Συνέχισε το γρήγορο βάδισμα του γεμίζοντας ταυτόχρονα  με νέες γνώσεις ,που άλλοτε τον τρόμαζαν, άλλοτε τον παραξένευαν και άλλοτε τον χαροποιούσαν.
Κοντοστάθηκε όμως κάποια στιγμή αποσβολωμένος καθώς τα χέρια του άρχιζαν να τρέμουνε  και δεν μπορούσαν να συνεχίσουν το ψηλάφισμα τους.Μορφές αποκρουστικές και εραλδικά σύμβολα φρίκης, ανηλεείς και εξοντωτικοί διωγμοί αμάχων,κρεματόρια.. .φρίκη !Ο δεύτερος μεγάλος πόλεμος,πολύ πιο ανελέητος και πιο σκληρός από τον προηγούμενο ,περνούσε μεσα από τους τοίχους στα χέρια και στη συνέχεια ταλάνιζε το νού. Ισχυρός πονοκέφαλος που τούφερε παραζάλη και έκανε τα βήματα του ασταθή,τον ανάγκασαν να σταματήσει για λίγο για να συνέλθει.
Όμως χέρια σκελετωμένα και σάρκες άλιωτες ξεπρόβαλαν απ τις ρωγμές, προσπαθώντας  να τον γραπώσουν για ν αφαιμάξουν σάρκα και πνεύμα μαζί. Ήταν οι αδικοχαμένοι που  δέχθηκαν θανατερά αέρια σε σφραγισμένους θάλαμους ,μαζί με τα παιδόπουλα τους. Ψυχές που βρήκαν στέγη μες τους τοίχους,κρυμένες σε κάθε κοιλότητα,ασφαλείς και ήσυχες αλλά και εκδικητικές συνάμα για τα ανείπωτα δεινά τους,με εξιλαστήρια  θύματα  τους απρόσεχτους διαβάτες του μονοπατιού της αναζήτησης. Έκλεισε τα μάτια κι αφέθηκε στη μοίρα του,καθώς  ένοιωθε να του σφίγγουνε το λαιμό μέχρι ασφυξίας.¨¨Εδώ τελείωνει η αναζήτησ稨μονολόγησε μορφάζοντας και σωριάστηκε πάνω στο ψυχρό μέταλλο, χωρίς την θέληση ν αντισταθεί και ν αγωνιστεί για τη ζωή του. Είχε κορεσθεί πια ο νους με τόσες πολλές εικόνες φρίκης που φορτίσθηκε, ώστε ν αποζητά  το θάνατο σαν  λύτρωση .

Marakos

συνεχίζεται

MARAKOS

(μέρος τέταρτο)

¨¨αφήστε τον,είναι αποφλοιωμένος ¨¨ακούστηκε από το βάθος του μονοπατιού.Τα χέρια τότε χαλάρωσαν και έμειναν μετέωρα γύρω απ τον λαιμό του,σαν τις μαριονέτες που σαν αφήνονται λεύτερες από τους σπάγκους που τους δίνουν ζωή ,πέφτουνε σε αδράνεια και ακινησία. Ένοιωσε τότε τον αγέρα να ξαναμπαίνει στα πνεμόνια  κάτω από το εκτυφλωτικό φώς του Ηλιου που πάντα μεσουρανούσε χωρίς ν αφήνει σκιές  στο μονοπάτι.
Ομως ήτανε δώρο ζωής και καλοδεχούμενος εκείνες τις στιγμές μετά την ασφυξία που τούκλεινε την ανάσα.Ενα μακρόσυρτο μουρμουρητό σαν μοιρολόι  που όλο και δυνάμωνε ακούστηκε απ τα σπλάχνα των τοίχων.Ξαφνικά, ρυάκια από δάκρυα άρχισαν να κυλούν από τις εσοχές και τα ραγίσματα τους και τα χέρια ξανάρχισαν να κινούνται προς το μέρος του.Εκλεισε τα μάτια,περιμένοντας το μοιραίο μετά το ολιγόλεπτο διάλειμμα ζωής που του χάρισε μια φωνή χωρίς υλική υπόσταση.Ομως τα χέρια αυτή την φορά δεν ήτανε απειλητικά.Απεναντίας ,αφού ανασήκωσαν το πεσμένο σώμα και το στήριξαν ορθό ανάμεσα στους δυο τοίχους,άρχισαν να του χαϊδεύουν το κεφάλι.Ενοιωσε μέχρι τα μεδούλια του το μητρικό χάδι και τη θαλπωρή από δεκάδες ψυχές,που μόνο πόνους και  συμφορές γνώρισαν σ ένα κόσμο που διαχώριζε τους ανθρώπους σε ράτσες  μιαρές και ανάξιες  για επιβίωση και σε Άρειες ,επικυρίαρχες στο γαλάζιο πλανήτη.
Δεν πίστευε στα μάτια του μ αυτά που αντίκριζε και ένοιωθε και αφού στηρίχθηκε υποβοηθούμενος αλλά και  στις δικές του δυνάμεις, επιτάχυνε το βήμα του για να συναντήσει τον άγνωστο σωτήρα του,χωρίς ν αφήσει αυτή τη φορά τα χέρια του ν ακουμπήσουν στους τοίχους που προσπερνούσε..Δέν τον ένοιαζαν πια  καινούργιες γνώσεις,αλλά  μιά και μόνη απάντηση στο μοναδικό του ερώτημᨨτι σήμαινε..αποφλοιωμένος?¨¨  
Η απάντηση δεν άργησε να δοθεί,καθώς απ τα έγκατα της γής αναδύθηκε μια γνωστή του φιγούρα.Ηταν ο τυφλός που είχε συναντήσει στην αρχή της αναζήτησης του.
¨έκανες πολύ  σωστά που δεν συνέχισες ν απορροφάς γνώσεις¨του είπε χαμογελώντας καθώς τον ζύγωνε.Εκείνος απ το ξάφνιασμα και την έκπληξη ανάμικτη με φόβο,μόλις που μπόρεσε να ψελλίσει ξανά το ερώτημα του.Ο τυφλός τότε γυρίζοντας του την πλάτη ,του ζήτησε να τον ακολουθήσει εκεί που έδειχνε να τελειώνει  το σιδερένιο μονοπάτι.Εκεί που αμέτρητες ανθρώπινες φιγούρες αναζητούσαν πεισματικά καινούργιες γνώσεις πέρα απ την εποχή τους,πολλές φορές προσκρούοντας η μια στην άλλη.¨¨ δεν είναι τυφλοί φίλε μου, αλλά προπέτες  και υπερφίαλοι  και αναζητούν το χρυσό μονοπάτι που καταλήγει τάχα στο Ωμέγᨨ είπε ο γέροντας προβλέποντας τα ερωτήματα που σίγουρα θα έθετε ο προστατευόμενος του.¨¨Κι εσύ εκεί θα κατέληγες, αν δεν..¨¨ Ακατάληπτα τα λόγια του χωρίς ειρμό, στροβίλισαν για πολύ ώρα τον ήδη υπερφορτισμένο του εγκέφαλο του αναζητητή. Όμως βρήκε τη δύναμη να επιμείνει ξανά στο αναπάντητο ερώτημα του¨΄τι σημαίνει αποφλοιωμένος γέροντα?¨¨

Marakos
συνεχίζεται

MARAKOS

(μέρος πέμπτο)

¨Μα εκείνος ,που έχει χάσει την υλική του υπόσταση,τον φλοιό του δηλαδή¨¨του απάντησε  χαμογελώντας  και συνέχισε ...¨την εποχή που κτίσθηκε εκείνος ο τοίχος, ήσουν ήδη πεθαμένος προ πολλού φίλε μου,δηλαδή..ανύπαρκτος για την δική τους εποχή¨¨
¨΄δηλαδή  αυτές οι γνώσεις με τα δάκρυα και τα αίματα σ εκείνους τους τοίχους ανήκουν στο μέλλον,?¨¨Ο γέροντας  κάθησε για λίγο στη βάση του ενός απ τους δυο τοίχους αντικρυστά του, προτρέποντας  να τον μιμηθεί.¨΄Είσαι γέννημα και θρέμμα του 18ου αιώνα και έπρεπε να ψηλαφίσεις μόνο τις έως τότε γνώσεις.Όμως εσύ προχώρησες σε μελλοντικές ,ακατάληπτες και ακατάλληλες για την εποχή σου ¨¨
¨¨Δηλαδή πόσο προχώρησα σεβάσμιε ?¨¨ψιθύρισε με συστολή ο αναζητητής χαμηλώνοντας το κεφάλι.
Κοίταξε λοιπόν φίλε μου, εκείνοι οι τοίχοι που σε ταλαιπώρησαν,περιέχουνε γνώσεις του 20ου αιώνα , που για την εποχή σου δεν αποτελούν γνώσεις ,αλλά  προφητικά οράματα, ίσως και παραισθήσεις¨¨
Τότε ο αναζητητής κατάλαβε  πως είχε απορροφήσει στη βιασύνη του γνώσεις ..άγνωστες,που  αν αποτολμούσε να τις κοινοποιήσει στους σοφούς της εποχής του, στα σίγουρα θα τον χαρακτήριζαν από  ¨¨ευφάνταστ﨨,ως και ¨παράφρονᨨ .
¨το ότι ήσουνα ήδη νεκρός για την εποχή τους,αυτό σ έσωσε ¨΄συνέχισε ο γέροντας ατενίζοντας κατάματα και χωρίς φόβο τον ήλιο.¨¨και γιατί αυτό μ έσωσε γέροντα?¨¨ψέλλισε ο αναζητητής της γνώσης,απευθυνόμενος σ εκεινον που τουχε σώσει τη ζωή.¨¨γιατί το αποφλοιωμένο,δηλαδή εκείνο που δεν έχει πλέον υλικό φλοιό,δηλαδή το νεκρό .. δεν πεθαίνει φίλε μου¨¨του απάντησε και  στο κατόπιν αφέθηκε στον κόσμο των ονείρων,που μόνο ο ύπνος χαρίζει στους θνητούς
¨΄Επομένως στην πραγματικότητα δεν μου έσωσες την ζωή,αφού ήμουνα ήδη νεκρός στην εποχή τους ¨¨φώναξε  με οργή ο αναζητητής, ρίχνοντας ταυτόχρονα άγριες ματιές στο  γέρικο κορμί που ήδη αναπαυόταν απέναντι του.
Τότε ο γέροντας ανασηκώνοντας το κεφάλι , του απάντησε  σχεδόν ωρυόμενος ¨¨Κινδύνευες όμως να χάσεις τα λογικά σου ανθρωπάκο ,καθώς οι γνώσεις που απορρόφησες απ το μέλλον ,θα ερμηνευόντουσαν σαν  παραμύθια απ τους ανθρώπους της εποχής σου,όταν θάβρισκες το μονοπάτι της επιστροφής ,γιατί στην εποχή σου είσαι ακόμα ζωντανός !.¨¨
Πάλι ακατάληπτα τα λόγια του,που όμως κάπου βαθιά μέσα του ένοιωσε πως ίσως να τον είχε παρεξηγήσει.¨¨μα αφού ήμουνα νεκρός την εποχή εκείνη του μέλλοντος ,γιατί κινδύνευα να χάσω τα  λογικά μου σεβάσμιε?¨¨
Ο γέροντας τότε ανασηκώθηκε και με δυσκολία και ακούμπησε ξανά την πλάτη του στον τοίχο  τονίζωντας με έμφαση την κάθε του λέξη.¨¨το πνεύμα παραμένει ζωντανό σε όλες τις εποχές, ενώ η ύλη ανήκει μόνο στη δική της και  σ αυτήν μόνο φθείρεται και πεθαίνει.Στην ουσία λοιπόν,το πνεύμα σου και μονάχα αυτό διέσωσα εκείνη την ώρα αυθαδέστατε  αναζητητή της γνώσης ¨¨
ο αναζητητής τότε ένοιωσε ντροπή για τα προσβλητικά του λόγια  και αφού ζήτησε ταπεινά συγνώμη απ τον σωτήρα του,αποτόλμησε παρακλητικά να του ζητήσει μια μεγάλη χάρη
¨¨Σε ικετέυω γέροντα,θα ήθελες να μου δείξεις το χρυσό μονοπάτι έστω και φευγαλέα,απλά να το αποτυπώσω στα μάτια για λίγο?¨¨
¨΄ώστε αναιδή μου αποφλοιωμένε,θέλεις τόσο πολύ να ρίξεις μια ματιά στη  χρυσή εποχή που συνεχίζεται μετά τη σιδερένια?
Ναί,ναί απάντησε ο αναζητητής της γνώσης και έσπευσε με δάκρυα στα μάτια  να του φιλήσει το χέρι
Ο γέροντας τότε σηκώθηκε ορθός χωρίς καμιά βοήθεια παρα με μόνο στήριγμα  το μπαστούνι του και του ζήτησε να τον ακολουθήσει ,αλλά χωρίς ν αγγίζει τους τοίχους που θα  συναντούσαν.
¨¨Εμένα μόνο θα ακουμπάς και μέσα από μένα θα μπορείς να δείς αυτό που αναζητούσες μια ζωή,διαφορετικά αν ψηλαφίσεις τους τοίχους,θα χάσεις το φώς σου για πάντα,όπως εγώ¨¨
Αυτα ήτανε και τα στερνά λόγια του γέροντα πριν ξεκινήσουν για την μεγαλύτερη και δυσκολότερη πορεία ,την αναζήτηση του χρυσού μονοπατιού της γνώσης.  

Marakos

συνεχίζεται

MARAKOS

(μέρος έκτο)

Οι δυό άντρες συνέχισαν την διαδρομή τους για  πολλές  ώρες σ ένα μονοπάτι με ποικιλόχρωμα μπαλώματα, μέχρι που δυό δυνατές λάμψεις τους υποχρέωσαν να σταματήσουν .Ένα καυτό κύμα αέρα καψάλισε τα πρόσωπα τους και η μυρωδιά καμένης σάρκας τους έφερε αναγούλες και ασφυξία στα ρουθούνια τους.¨¨μη σκιάζεσαι αναζητητή,διασχίζουμε την ατομική εποχή¨¨ψέλλισε ο γέροντας φανερά συγκινημένος .Οι τοίχοι είχανε ζαρώσει , καθώς  μοναδικές  παραστάσεις φρίκης και βογγητά από χιλιάδες  αθώες ψυχές  τους στοίχειωναν . ¨¨πλήρωσαν κι εκείνοι την έρευνα και την αναζήτηση της γνώσης κάποιων που δεν είχανε φραγμούς και συναισθήματᨨσυνέχισε ο  τυφλός  χτυπώντας με μανία με το μπαστούνι του τους τοίχους,λές και προσπαθούσε να τους εξορκίσει και να τους αποδιώξει ακόμα κι απ τις μνήμες.
¨¨Πόσο πόνο μπορούν να προκαλέσουν  οι λίγοι όταν κακοδιαχειρίζονται τα θεία δώρα της φύσης σε βάρος των πολλών¨¨μονολόγησε ο αναζητητής
καθώς άφηναν ξοπίσω  τους ¨αποφλοιωμένους¨ εκείνης της εποχής.Ο γέροντας συμφώνησε κουνώντας άκεφα το κεφάλι του και τον συμβούλεψε να επιταχύνει το βήμα του,καθώς είχανε ακόμα πολύ δρόμο μπροστά τους.
Κάποια στιγμή το μονοπάτι έσβησε αχνά κάτω απ τα πόδια τους και οι τοίχοι αριστερά και δεξιά τους  μίκρυναν τόσο, που τελικά έγιναν ένα μ αυτό και στη συνέχεια εξαφανίστηκαν μαζί του.¨μην ανησυχείς φίλε μου,βαδίζουμε στο σωστό δρόμο.¨¨συνέχισε ο γέροντας,υπενθυμίζοντας στον προστατευόμενο του  να μη σταματήσει ούτε στιγμή να τον ακουμπά στους ώμους.Και πάλι εκείνες οι μορφές μπροστά τους, που χωρισμένες σε αγέλες αναζητούσαν το χρυσό μονοπάτι και πολλές φορές ερχόντουσαν ακόμα και σε σύγκρουση μεταξύ τους.¨¨είναι θεόμουρλοι,δεν ξέρουνε τι αναζητούν και τι επιδιώκουνε ,μη τους δίνεις σημασία,μόνο για την υστεροφημία τους νοιάζοντα騨.
Πέρασαν ώρες ατέλειωτες σ εκείνη την διαδρομή που δεν φαινόταν να έχει κατάληξη,ενώ ο ήλιος  δεν τους άφηνε  ούτε στιγμή  μονάχους.
Μια απέραντη αμμουδερή θάλασσα απλώνονταν πλέον  μπροστά τους χωρίς αρχή και τέλος.Ουτε μονοπάτια,ούτε και τοίχοι πουθενά που να σε προδιέθεταν για κάτι το ελπιδοφόρο.
Ο αναζητητής κάποια στιγμή έχασε την εμπιστοσύνη του στο ένστικτο του τυφλού  καθώς άρχισαν αργά-αργά να βυθίζονται  σε κινούμενη άμμο.
¨θα χαθούμε γέροντα,βυθιζόμαστ娨φώναξε απελπισμένα αποσπώντας τα χέρια του απ τους ώμους του οδηγού του, στην προσπάθεια του να πιαστεί από κάπου.¨μην αφήνεις τα χέρια σου από πάνω μου ούτε στιγμή άμυαλε,είμαστε στο σωστό δρόμ﨨είπε εκείνος καθώς η άμμος είχε φθάσει μέχρι τα ρουθούνια τους.

Marakos

συνεχίζεται

MARAKOS

μέρος έβδομο

¨Αυτό στα σίγουρα είναι το τέλος μας ¨ψέλλισε με τρόμο στ αυτί του γέροντα. Όμως εκείνος ατάραχος δεν του απάντησε καν, παρα μόνο είχε σταυρώσει τα χέρια στο στήθος περιμένοντας το τέλος. Ξαφνικά ένοιωσαν τα κορμιά τους να πέφτουν στο κενό,ενώ η κινούμενη άμμος έκλεινε σαν τον φακό της φωτογραφικής μηχανής πάνω απ τα κεφάλια τους, λες και ήτανε  πασπαλισμένη μ ένα λεπτό στρώμα άμμου,ώστε   ν αποτρέπει τους τυχοδιώκτες και τους ανάξιους αναζητητές της γνώσης.Προσγειώθηκαν σχεδόν ταυτόχρονα  πάνω σ ένα μικρό λοφίσκο από ψιλή άμμο,που στα σίγουρα θα έπαιζε το ρόλο της ανάσχεσης στις πτώσεις.Κατόπιν έριξαν μια βιαστική ματιά γύρω τους,ο αναζητητής με τα φυσικά του μάτια και ο τυφλός γέροντας με τη βοήθεια του μπαστουνιού του, κατευθύνοντας το προς όλες τις κατευθύνσεις.
¨είμαστε στο σωστό δρόμο φίλε μου,υπομονή¨είπε χαμογελαστά και υπενθύμισε στον προστατευόμενο του να  ακουμπήσει ξανά τα χέρια του στους ώμους του.Κατόπιν ξεκίνησαν μια καινούργια πορεία σ εκείνο το σκοτεινό τούνελ που δεν φαινότανε να έχει αρχή ούτε τέλος.Κανένα σημείο που να φωτίζει το χώρο εκτός από ένα αμυδρό φώς στο βάθος.Ενας φάρος ελπίδας για τους δυό άντρες,πιότερο σημαντικός κι από ένα φλασκί με  δροσερό νερό,πιο ηδονικός ακόμα κι από το κούρσεμα της γυναικείας σάρκας.
Όμως μουγκρητά και κραυγές απόγνωσης απ τους τοίχους και το ταβάνι τους αναστάτωσαν και επιβράδυναν τα βήματα τους.
¨Είμαστε προς το τέλος του 21αιώνα αναζητητή και έγιναν μεγάλες ανακατατάξεις αλλά και μετακινήσεις πληθυσμών λόγω ξηρασίας.¨¨ επεξήγησε ο τυφλός οδηγός,χαμηλώνοντας το κεφάλι.¨ Eίναι φρικτό να πεινά και να διψά κάποιος¨είπε μισοτρέμοντας ο αναζητητής .¨¨Αυτό είχε σαν  επακόλουθο τις μετακινήσεις πληθυσμών προς το βορά, εκεί που ακόμα θα μπορούσαν να ξεδιψάσουν και να γιομίσουν τα στομάχια τους,αλλά..¨συμπλήρωσε ο γέροντας με μισόσβυστη φωνή.
Κατόπιν,σταμάτησε για λίγο τη ροή του λόγου του καθώς τα μάτια του είχαν πλημμυρίσει από δάκρυα.Ητανε η πρώτη φορά που ο αναζητητής τον έβλεπε να κλαίει γοερά και να κρύβει το πρόσωπο του με τα χέρια του. Προσπάθησε  με το μαντήλι του να του σφουγγίσει τα δάκρυα αλλά εκείνος το απόδιωξε αποφεύγοντας να  στρέψει το κεφάλι του προς το μέρος του.Κατόπιν συνέχισε βιαστικά  να περπατάει μπροστά ,φροντίζοντας όμως να μη κρατάει αποστάσεις από τον ακόλουθο του, ώστε να μη χάσουν τα χέρια του την επαφή με τους ώμους του.
¨΄μπορώ να σε ρωτήσω κάτι γέροντᨨείπε καθώς προσπερνούσαν εικόνες φρικτές που έκοβαν την ανάσα.¨Διαισθάνομαι την ερώτηση σου φίλε μου¨¨απάντησε  εκείνος  επιβραδύνοντας για λίγο πρίν φθάσουν κοντά σ εκείνο το φως.¨Θρηνούσα το τέλος της δικής μου εποχής αναζητητή¨και άρχισε χαϊδεύοντας  τους τοίχους  να τους μιλά λες και προσπαθούσε να τους κατευνάσει.¨Όταν φθάσαμε σ εκείνη τη χώρα του βορρά μας περίμεναν με στρωμένα ναρκοπέδια ,καταλαβαίνεις..ΜΑΣ ΕΞΟΝΤΩΣΑΝ !¨¨Αρχισε ξανά να κλαίει και να ζητά συγνώμη από τους τοίχους που ήδη πάλλονταν με ένα έντονο κόκκινο φως που καταύγαζε το χώρο γύρω τους.¨Είναι  οι ψυχές εκείνων που δεν ξεδίψασαν ούτε χόρτασαν ¨¨Κατόπιν στρέφοντας τα άδεια μάτια του προς τους τοίχους και το ταβάνι έβγαλε μια γοερή κραυγή που ο αντίλαλος της επαναλήφθηκε πολλές φορές.¨¨συγχωρέστε με αδέλφια που επέζησᨨ

Marakos

συνεχίζεται

MARAKOS

μέρος όγδοο


Μετά από ένα μικρό διάλειμμα, συνέχισαν την διαδρομή τους σ ένα  ολόφωτο πια περιβάλλον ,καθώς αμέτρητες  παιχνιδιάρες πυγολαμπίδες  φρόντιζαν να μην αφήνουν την παραμικρή σκιά στο διάβα τους.Ξαφνικά μπροστά τους, μια τεράστια γρανιτένια αίθουσα με σταλαγμίτες και σταλακτίτες τους έκανε ν ανακόψουν για λίγο την πορεία τους.Μια αιθέρια μουσική ακουγότανε  από τους σμιλευμένους από τον χρόνο τοίχους ,που καλοίσκιωτες μορφές σχηματοποιημένες από τη φύση πάνω τους, προϊδέαζαν  για κάτι το αισιόδοξο και ελπιδοφόρο. Σβόλοι χρυσού  και αμέτρητοι σωροί από διαμάντια στα πόδια τους,έκαναν την πορεία τους δύσκολη και κοπιαστική, προκειμένου να τους παρακάμψουν.
Ξαφνικά ο γέροντας έβγαλε μια κραυγή χαράς ,καθώς στο βάθος του μονοπατιού αχνοφαίνονταν τα πρώτα δείγματα της εποχής που αναζητούσαν.
¨Φτάσαμε αναζητητή,φτάσαμε !¨είπε και  γονάτισε μ ευλάβεια στο δάπεδο, μπροστά στην μεγαλειώδη σκηνή που ξανοιγότανε μπροστά τους.
Όμως ο αναζητητής δεν έβλεπε το παραμικρό ,παρα μόνο το ίδιο μοτίβο με τις πυγολαμπίδες .¨¨βάλε τα χέρια σου στους ώμους μου για να δεις¨¨ ψιθύρισε ο τυφλός οδηγός του, ακούγοντας τον να  μουρμουρίζει παραπονεμένα. Η εικόνα που αντίκρισε καθώς τα χέρια του ακουμπούσαν ξανά στους ώμους του οδηγού του,δεν μπορούσε να περιγραφεί με λόγια.Μια τεράστια κυψέλη και πολύχρωμες φτερωτές οντότητες που πετούσαν ακατάπαυστα αφήνοντας ένα
ελαφρύ βουητό ,τους έκανε να νοιώσουν μια πρωτόγνωρη χαρά. Ήδη οι τοίχοι  αριστερά και δεξιά τους άρχισαν να χαμηλώνουν , μέχρι που ενσωματώθηκαν με το μονοπάτι και τελικά χάθηκαν μαζί του απ τα μάτια τους.΄΄είναι σαν θεατρικό σκηνικό΄΄μονολόγησε ο αναζητητής απολαμβάνοντας το μοναδικό θέαμα που τους είχε καθηλώσει.΄΄ Καιρός να πλησιάσουμε πιο κοντά,σίγουρα θα έχουν πολλά να μας πούνε΄΄ψέλλισε ο γέροντας και στηρίζοντας το κορμί του πάνω στο μπαστούνι του ,έγνεψε στον αναζητητή να τον ακολουθήσει στο καινούργιο μονοπάτι που ξανοιγότανε μπροστά τους.΄΄Και μη ξεχνάς τα χέρια σου,πάντα πάνω στους ώμους μου΄΄ πρόσθεσε. Καθώς  όμως απολάμβαναν το θέαμα, μια φτερωτή οντότητα αποχωρίστηκε από τις άλλες και μ ένα γοργό πέταγμα βρέθηκε μπροστά τους.΄΄ ποιοί είσαστε και τι ζητάτε εδώ πέρα?¨¨είπε μιλώντας με αυστηρό τόνο στη φωνή, καλώντας συγχρόνως και τις άλλες να συγκεντρωθούν γύρω της.΄΄ Είμαστε αναζητητές  της γνώσης΄΄ ψέλλισε ο τυφλός γέροντας κάνοντας μια βαθιά υπόκλιση μπροστά της.¨¨και τί τις χρειαζόσαστε τις γνώσεις του απώτατου μέλλοντος, αφού φροντίσατε να καταστρέψετε το παρόν σας ?΄΄είπε εκείνη κοιτάζοντας τον καχύποπτα.
΄΄Ήλπιζα. πως ίσως στο μέλλον να είχαμε μια καλύτερη εξέλιξη και συνέχεια, χωρίς τα ίδια λάθη του παρελθόντος¨¨είπε εκείνος φανερά απογοητευμένος σκεπάζοντας  το πρόσωπο με τις παλάμες του.
Το κλάμα του αν και βουβό ,δεν άφησε αδιάφορες τις φτερωτές οντότητες που έσπευσαν να  ρωτήσουνε τον αναζητητή που βρισκότανε  ξοπίσω του.
΄΄Γιατί τρέχει υγρό από τα μάτια του?΄΄ Εκείνος φανερά ταραγμένος, προσπάθησε να εξηγήσει την διαδικασία της εκροής δακρύων όσο πιο απλά και κατανοητά μπορούσε .
΄΄ Είναι θέμα λειτουργίας  των δακρυϊκών αδένων, που ενεργοποιούνται ιδιαίτερα έντονα όταν συναισθηματικά υποφέρει κάποιος΄΄,είπε σχεδόν τραυλίζοντας.
Η  εξήγηση του όμως δεν  ικανοποίησε την οντότητα που τους πρωτοπροσέγγισε ,που έσπευσε στη συνέχεια να εξετάσει από κοντά τα μάτια του τυφλού ανοίγοντας του με προσοχή τις βλεφαρίδες.
¨¨Ελάτε να δείτε κάτι το καταπληκτικό ,.. δεν υπάρχει Ίριδα αλλά ούτε και κόρη!¨¨ είπε απευθυνόμενη στις άλλες οντότητες που την πλαισίωναν.
Κατόπιν αρπάζοντας τον τυφλό γέροντα μπροστά από τα έκπληκτα μάτια του αναζητητή ,πέταξαν  όλες μαζί προς εκείνη την πολύβουη κυψέλη που έσφυζε από κίνηση και ζωή.

Marakos

συνεχίζεται

MARAKOS

μέρος ένατο

Έμεινε τότε μονάχος  μέσα σ ένα αδιαπέραστο σκοτάδι που ξαφνικά κάλυψε τα πάντα,λές και κάποιος να τράβηξε χαιρέκακα μπροστά του μια κουρτίνα από πηχτή πίσσα ,κρύβοντας του ακόμα και την πιο  αμυδρή αχτίδα φωτός.΄΄Είμαι χαμένος στο πουθενά¨΄μονολόγησε ξεσπώντας σε λυγμούς και  πάνω στην απελπισία του άπλωσε μηχανικά τα χέρια του ,μήπως και ακουμπούσαν σε κάποιο τοίχο, ώστε να τροφοδοτηθεί με  εικόνες από τον περιβάλλοντα χώρο.Όμως αυτά δεν συνάντησαν το παραμικρό δείγμα υλικής υπόστασης παρα μόνο το απόλυτο κενό.
Απογοητευμένος τότε ,κάθισε στο δάπεδο σε στάση λωτού,προσπαθώντας μέσω του διαλογισμού να ισορροπήσει τις σκόρπιες σκέψεις που είχανε κατακλύσει το νου του.΄΄κάτι θα υπάρχει εκεί έξω εκτός απ το τίποτα΄΄ μονολόγησε προσπαθώντας να διατηρήσει την ψυχραιμία του.΄΄Φυσικά και υπάρχει αναζητητή της γνώσης ΄΄ άκουσε να του ψιθυρίζει μια φωνή στ αυτί.Τότε  πανικός και φόβος τον κατακυρίευσαν και διπλώθηκε  στα δύο σαν την στρουθοκάμηλο που χώνει το κεφάλι της στην άμμο, νομίζοντας πως έτσι δεν θα γίνει αντιληπτή η παρουσία της. Και η φωνή συνέχισε ΄΄υπάρχει λίγο πιο μπροστά  ένας μίτος. Δεν έχεις παρα να σκύψεις και να τον πάρεις στα χέρια σου¨¨Δεν χρειαζότανε δεύτερη κουβέντα  και  μ ένα σάλτο  που θα το ζήλευαν ακόμα και καταξιωμένοι αθλητές, στήθηκε ξανά στα πόδια του. Κατόπιν άρχισε ξανά να πεζοπορεί  έχοντας σε υπερένταση τις αισθήσεις ,φροντίζοντας  ν ανιχνεύει το κάθε εκατοστό στο διάβα του.Δέν άργησε να συναντήσει ένα μικρό εμπόδιο,που όμως απρόσεχτα το κλώτσησε πιο μπροστά του. Έπεσε τότε στα τέσσερα και άρχισε να το αναζητά μέσα στο σκοτάδι με  αγωνία και τον ιδρώτα να τρέχει από το μετωπό του.Τελικά τα χέρια του γαντζώθηκαν πάνω του,όπως του ναυαγού απ τα σχοινιά της βάρκας διάσωσης.Ητανε ένα είδος κουβαριού που η άκρη του χανότανε στο άγνωστο . Όταν άρχισε να το ακολουθεί μαζεύοντας το, εκείνο φωτίστηκε μέχρι κει που έφθανε το μάτι ,σαν τροχιοδεικτικό που καθοδηγεί την βολή του όπλου.Προφανώς ήταν μια κατασκευή από εξελιγμένης μορφής οπτικές ίνες, άγνωστες για την εποχή του αναζητητή αλλά και για μεταγενέστερες.
Η άκρη του δεν άργησε να τον οδηγήσει μπροστά σε μια τεράστια αίθουσα-Μουσείο,με  εκθέματα από εποχές πολύ μεταγενέστερες από την αποφράδα της μεγάλης ξηρασίας του 21ου αιώνα.Εν τεράστιο σκάφος σε σχήμα πούρου με μήκος πάνω από διακόσια μέτρα ,κάλυπτε το μεγαλύτερο μέρος του χώρου.
Αριστερά και δεξιά του εικόνες σε φωτισμένα σταντ ,από την ναυπήγηση του ,έως και το πολύχρονο ταξίδι του στο διάστημα.
Φθορές στο κάτω μέρος του και ξεκολημένα πλακίδια από πυρίτιο,φανέρωναν τις δοκιμασίες σ εκεινη την απέλπισμένη αναζήτηση του πληρώματος για μια νέα Γή.Τ όνομα του σκαλισμένο στα Ελληνικά  κι απ τις δυο πλευρές,φανέρωνε την αναζήτηση και την ελπίδα για  μια καινούργια Ιθάκη στα πέρατα του σύμπαντος.΄΄ΟΔΥΣΣΕΙΑ΄΄
΄΄είναι ξεπερασμένο μοντέλο αναζητητή,αλλά τότε έκανε άριστα τη δουλειά του΄΄ ψιθύρισε ξανά η φωνή στ αυτί του, προτρέποντας τον να περιηγηθεί
τα αναρίθμητα στάντ που πλαισίωναν το σκάφος.
Εκείνος τότε υπακούοντας και χωρίς να χάνει χρόνο,κατευθύνθηκε  μπροστά στα σταντ που απεικόνιζαν σε κίνηση και σχεδόν ζωντανά την αναχώρηση της αποστολής, αλλά και τα σφραγισμένα κιβώτια με τα εκατομμύρια είδη της χλωρίδας και πανίδας που σε σπόρους,ιστούς αλλά και σε dna είχανε  συλλέξει και ταξινομήσει οι εκατοντάδες επίλεκτοι επιστήμονες-επιβάτες που το επάνδρωναν.
΄΄Επτά Ιουνίου  2289 περιοχή Ανταρκτικής΄΄, έγραφε η φωτοβόλα επιγραφή που τρισδιάστατα έβγαινε έξω απ την οθόνη και αιωρείτο λίγα εκατοστά απ τα μάτια του. Κατόπιν ένα  ψυχογραφικό ρομπότ  έσπευδε να λύσει κάθε απορία του  νου, προτού καν καταλήξει στα χείλη με την μορφή του λόγου.
΄΄Θεέ μου,δεν εξαλείφθηκε το ανθρώπινο είδος αλλά ούτε και τα πλάσματα της Γής΄΄ φώναξε μ ενθουσιασμό ο αναζητητής και στη συνέχεια σωριάστηκε εξαντλημένος στο δάπεδο,με τα μάτια στραμμένα στην  οροφή που άρχισε  να διαστέλλεται  έχοντας σαν  φόντο τα αστέρια
΄΄και βέβαια δεν χάθηκε αναζητητή΄΄ ακούστηκε ξανά στ αυτί του ΄΄χάνεται μόνο η μάχη που δεν αποτολμήσαμε να δώσουμε ΄΄

Marakos

συνεχίζεται

MARAKOS

επεισ 10

Το ψυχογραφικό ρομπότ  ,΄΄διαβάζοντας΄΄ τις επιθυμίες του αναζητητή ,σάρωσε με μια έντονη δέσμη  από γαλάζιο φως τον έναστρο ουρανό που ΄΄κρεμόταν ΄΄ κατάφωτος σαν πολυέλαιος από πάνω τους, μεγεθύνοντας τον  τόσο ,ώστε να διακρίνονται κάποια μικρά φωτεινά στίγματα που είχαν πάνω τους ζωή.
Οι μεγεθύνσεις διαδέχονταν η μία την άλλη ,σύμφωνα  με τις σκέψεις και τις επιθυμίες του αναζητητή,ώσπου τεράστιες ολόφωτες πυραμίδες με χιλιάδες φωτισμένα φινιστρίνια φάνηκαν ολοκάθαρα να περιστρέφονται  γύρω απ τον άξονα τους. Μικρά και ευέλικτα διαστημικά σκάφη που ίσως έπαιζαν το ρόλο συνδετικού κρίκου ανάμεσα στις πυραμίδες ,σαν ένα είδος συγκοινωνίας κινούνταν αδιάκοπα και με ασύλληπτες ταχύτητες ,χωρίς ν αφήνουν το παραμικρό ίχνος ξοπίσω τους.Το Ρομπότ ΄΄διαβάζοντας΄΄την επιθυμία του αναζητητή, ζουμάρισε σε κάποια απ τα ονόματα που στην κάθε πυραμίδα έδινε το στίγμα αλλά και την εθνότητα εκείνων που την κουμαντάριζαν.΄΄Αρίσταρχος΄΄,΄΄Εντισον΄΄,΄΄Τέσλα΄΄,΄΄Μαρκόνι΄,΄΄Αινστάιν΄΄Άρθουρ Κλάρκ΄΄Καρντάσεφ,Φον Μπράουν και πολλά  άλλα, χαραγμένα  στη γλώσσα καταγωγής τους ,αλλά και των επιβατών τους. Γοητευμένος  ανασηκώθηκε στις μύτες των ποδιών σηκώνοντας ταυτόχρονα  τα χέρια ψηλά,λες και μπορούσε να τις ακουμπήσει. ΄΄Ας μπούμε μέσα σε μια απ αυτές΄΄ ψέλλισε η ψυχή του τόσο έντονα, που το ρομπότ δεν πρόκανε καν να επεξεργαστεί την επιθυμία και ν απαντήσει .
΄΄Από δώ και πέρα, θα σε ξεναγώ εγώ ΄΄ ψιθύρισε  η γνώριμη φωνή στ αυτί του. Δεν αιφνιδιάστηκε όμως όπως την πρώτη φορά που την άκουσε. Απεναντίας του είχε λείψει για αρκετό διάστημα και την προτιμούσε από εκείνο το ψυχρό μηχάνημα που προλάβαινε κάθε του σκέψη χωρίς να του δίνει την ευκαιρία ν αρθρώνει λέξη. ΄΄Είναι γεμάτο ανθρώπους και φτερωτά πλάσματα,σαν εκείνα που απήγαγαν τον τυφλό οδηγό μου΄΄είπε φανερά  θυμωμένος.
΄΄Μη βιάζεσαι χωρίς να ξέρεις,τα ξωτικά ζούσαν μια ζωή παρέα με τους ανθρώπους.΄΄Η απρόσμενη απάντηση της φωνής τον έκανε να αιφνιδιαστεί και στην κυριολεξία να τα χάσει.΄΄Ξωτικά?..μα ανήκουνε στο χώρο της φαντασίας απ ότι ξέρω΄΄.Ενα γνώριμο γέλιο τότε ακούστηκε πίσω του και γυρίζοντας το κεφάλι αντίκρυσε..εκείνον.Τον τυφλό γέροντα οδηγό του που  τον είχανε αρπάξει  ΄΄τα ξωτικά΄΄ μπροστά απ τα μάτια του.Ητανε ολόιδιος όπως τον είχε δει για τελευταία φορά ,αλλά χωρίς να κρατάει το μπαστούνι του.΄΄δεν το χρειάζομαι πια αναζητητή΄΄είπε πλησιάζοντας το πρόσωπο του κοντά στο δικό του.
΄΄όπως αντιλαμβάνεσαι ,.βλέπω πια΄΄είπε ανοίγοντας με τα δάχτυλα του τα βλέφαρα. Δυό  καταγάλανα μάτια  πρόβαλαν χαμογελαστά ,σαν δυο φωτιές που θέριεψαν ξανά μετα το τρεμόσβησμα τους.Αγκάλιασε ο ένας τον άλλο και ξέσπασαν σε λυγμούς.Περίμενε τόσα πολλά να του πει απ την περιπέτεια του ,αλλά και την ξαφνική νεκρανάσταση των ματιών του,που αδημονούσε να τον ακούσει να τ αφηγείται.
Αφού ηρέμησαν ,ο γέροντας του ζήτησε να τον ακολουθήσει σ ένα φωτεινό θάλαμο στην καρδιά της πυραμίδας.
Εδώ όπως βλέπεις,υπάρχουν όλα τα ανταλλακτικά για το ανθρώπινο σώμα,ακόμα και εγκέφαλοι κάθε μεγέθους και χωρητικότητας.Εδώ με φέρανε οι οντότητες και μου μεταμόσχευσαν τα μάτια΄΄είπε και τραβώντας τον απ το χέρι ,τον έσυρε στην κυριολεξία μαζί του,για να δει με τα ίδια του τα μάτια,όλα εκείνα που ούτε η φαντασία θα μπορούσε να γεννήσει.
΄΄Απίστευτο στ αλήθεια΄΄, ψέλλισε ο αναζητητής θωρώντας δεκάδες σώματα ξαπλωμένα στα πλαισιωμένα με κάθε λογής ειδικά μηχανήματα κρεβάτια και γύρω τους φτερωτές οντότητες αλλά και ανθρώπινα πλάσματα να καταπιάνονται με την αντικατάσταση ζωτικών οργάνων τους.΄΄Οι φτερωτές οντότητες έδωσαν  πολλά στους ανθρώπους με την κοινή τους πορεία στον χρόνο ,αλλά σε διαφορετική διάσταση΄΄.Επεξήγησε ο γέροντας.Τα λόγια του έβγαιναν αργά-αργά καθώς τον ξεναγούσε  στον ολόφωτο χώρο της  επιστημονικής γνώσης  του απώτατου μέλλοντος,που για τους ανθρώπους που ήταν ξαπλωμένοι στα κρεβάτια, οδηγούσε στο δικό τους ελπιδοφόρο μονοπάτι. Το μονοπάτι της προσωπικής τους αναγέννησης .

Marakos

συνεχίζεται

NoName

Βρισκόμενος στο μονοπάτι της αδημονίας για το 11ο

MARAKOS

επεισ.11

΄΄Υπάρχει  κάτι πέραν του απώτατου μέλλοντος αγαπητέ μου οδηγέ? ΄΄ ρώτησε φανερά προβληματισμένος ο αναζητητής κοιτάζοντας τον γέροντα κατ ευθείαν στα μάτια.
΄΄Φυσικά και υπάρχει,γιατί το ΄΄απώτατο΄΄ ουδέποτε παραμένει στάσιμο  ,αλλά συνεχώς ανανεώνεται και επεκτείνεται χωρίς  τελειωμό και κατάληξη ΄΄ και συνέχισε δείχνοντας του πάνω στο θόλο που προβάλλονταν τα αστέρια. ΄΄Εκεί έξω, υπάρχει και  θα εξακολουθήσει να υπάρχει άσβεστη και για πάντα η σπίθα της  ζωής,.΄΄.
 Όμως  ερωτήματα  σχετικά  με τις φτερωτές οντότητες  εξακολουθούσαν να τριβελίζουν το νου του αναζητητή, δηλαδή για ΄΄τα ξωτικά΄΄ και τη διαχρονική σχέση και επικοινωνία τους με τους ανθρώπους.
Ο γέροντας τότε μαντεύοντας  τις σκέψεις του ,τον παρότρυνε να επιβιβαστούν σ ένα μικρό διαπλανητικό όχημα που εκείνες τις στιγμές  αποβίβαζε κόσμο πάνω σε μια εσωτερική ράμπα της πυραμίδας. Όταν οι επιβάτες του αποβιβάστηκαν , καινούργιοι έσπευσαν  να επιβιβαστούν και μαζί μ αυτούς κι εκεινοι.
΄΄Μη φοβάσαι,θα μας αποβιβάσει εκεί που θα λάβεις τις απαντήσεις στα ερωτήματα σου ,ψέλλισε  ο γέροντας καθησυχάζοντας τον αναζητητή που έσπευσε βιαστικά να καθίσει πλάι του.
Το όχημα ήτανε ειδικά διαμορφωμένο, για να κάνει διαδρομές ανάμεσα στις πυραμίδες και στα ΄΄μποστάνια΄΄ δηλαδή στους  κήπους,που μέσα σε  τεράστιες  διαφανείς ΄΄φούσκες΄΄ που αιωρούνταν στο διάστημα,τροφοδοτούσαν με φρέσκα φρούτα ,λαχανικά και καρπούς δέντρων τους κατοίκους των πυραμίδων.
Όταν πλησίασαν ένα ΄΄μποστάνι΄΄,άνοιξε ένα μικρό τμήμα στην οροφή της ΄΄φούσκας ΄΄ του ,που τους επέτρεψε να  προσγειωθούν σ ένα ενδιάμεσο επίπεδο,ανάμεσα στο διάστημα και στους χώρους καλλιέργειας,περιμένοντας να αποκτήσουν την πίεση που επικρατούσε στο εσωτερικό της ΄΄φούσκας΄΄.
Κατόπιν το άνοιγμα έκλεισε πάνω απ το κεφάλι τους και στη συνέχεια μια  καταπακτή άνοιξε  εκεί που είχε  προκαθοριστεί ν ακουμπήσει το σκάφος τους.
Τότε το μικρό σκάφος αφέθηκε σε μια προγραμματισμένη ελεύθερη πτώση και στη συνέχεια  φουλάροντας τους φωτοωστήρες του, ανυψώθηκε  πάνω από καταπράσινες κοιλάδες και ποτάμια ,που μέσα από αρδευτικά κανάλια αναλάμβαναν το ρόλο του ποτίσματος των χωραφιών αλλά και των δέντρων. ΄΄κοίταξε εκείνους εκεί κάτω που μιλούν με τα φυτά΄΄ είπε  ζητώντας από το ψυχογραφικό ρομπότ που πιλοτάριζε το σκάφος να αιωρηθεί κάπου κοντά τους. Οι άνθρωποι όμως που είχαν αναλάβει το έργο της τόνωσης των φυτών ,μόλις τους αντιλήφτηκαν ,τους  έκαναν νόημα να μη προσεγγίσουν περισσότερο.
΄΄Προσπαθούν να τονώσουνς ένα εξασθενημένο φυτό ,ώστε ν αντισταθεί στο μαρασμό του ΄΄ επεξήγησε ο γέροντας στον εμβρόντητο συνοδό του΄΄.Μα πως μπορούνε με τα λόγια και τη σκέψη να αλλάξουν καταστάσεις μη αναστρέψιμες ?ρώτησε εκείνος, μην αφήνοντας ούτε στιγμή απ τα μάτια του την πρωτόγνωρη εικόνα που αντίκριζαν .Ο γέροντας τότε χαμογέλασε λέγοντας του,΄΄μα με την δύναμη της αγάπης ,την πειθώ και την αναγνώριση της αξίας που έχει το κάθε φυτό για την διατροφή τους.Απλό  δεν είναι φίλε μου?΄΄
Κάποια στιγμή  πέταξε κοντά τους ένα σμήνος από ΄΄ξωτικά΄΄,που στη συνέχεια προσγειώθηκαν δίπλα στους ανθρώπους που πάσχιζαν να τονώσουν το φυτό ,ώστε ν αντισταθεί στο θάνατο.΄΄Ελπίζω να τα καταφέρουνε ΄΄ψέλλισε ο γέροντας ενώνοντας τις παλάμες των χεριών του .΄΄Αν θέλεις προσευχήσου κι εσύ μαζί  μου΄΄ είπε με δάκρυα στα μάτια στρέφοντας το κεφάλι του προς τον αναζητητή που καθότανε δίπλα του. .΄΄Μα είμαι άθεος γέροντα και δεν πιστεύω σε τίποτα΄΄ απάντησε εκείνος ,αποφεύγοντας το βλέμμα του.
΄΄ Ε τότε προσευχήσου στο ..τίποτα άνθρωπε μου ,αφού έτσι κι αλλιώς από το τίποτα γεννήθηκε το πάν  ΄΄ είπε και άρχισε να σιγοψιθυρίζει τα λόγια της προσευχής του.
Η προτροπή του γέροντα ,έβαλε σε σκέψεις τον αναζητητή ,που θυμήθηκε ότι  στις πιο δύσκολες στιγμές του και χωρίς να το θέλει ,είχε επικαλεσθεί το Θείο.΄΄Ας είναι, μήπως άλλωστε κάνοντας μια προσευχή  ,θα υπήρχε ο κίνδυνος ν αποκηρύξω τη  μηδενιστική θεωρία που ασπάστηκα  σαν φοιτητής?΄΄μονολόγησε  ενώνοντας και τις δικές του παλάμες.

marakos

συνεχίζεται

MARAKOS

επεισ 12

΄Παρακαλώ Κύριοι ,μπορώ να τύχω της προσοχής σας?΄΄. Νεκρική σιγή έπεσε στο αμφιθέατρο του Πανεπιστημίου της Ζυρίχης,όπου πολλοί Πρυτάνεις και καθηγητές από όλες σχεδόν τις Πανεπιστημιακές Σχολές της Ευρώπης είχαν συγκεντρωθεί, για  να παρακολουθήσουν το πιο σημαντικό επιστημονικό πείραμα που είχε γίνει ποτέ μέχρι τότε στην ιστορία της ανθρωπότητας.Την ύπνωση και την κατευθυνόμενη εξωσωματική εμπειρία ενός επίλεκτου μέλους τους, που εθελοντικά δέχθηκε να ΄΄ταξιδέψει΄΄ στο μέλλον. Το πείραμα διηύθυνε ο Πρύτανης της βιολογίας δόκτωρ Χάινριχ Ζέπελιν. ΄΄Απ όσα  ακούσατε έως τώρα από τα χείλη του λέκτορα στη φυσική  Αμαντέους Ζιρόφσκυ,θα  συμπεράνατε ασφαλώς πως ο αγαπητός μας συνάδελφος και εθελοντής στο πείραμα, μάλλον στο μονοπάτι της αναζήτησης του φανταστικού πορεύθηκε, παρά στις ατραπούς της γνώσης΄΄Κάποιοι  όμως απο τους παριστάμενους δεν συμμερίστηκαν την άποψη του Πρύτανη ,αλλά και δεν μπορούσαν  να πάρουν τον λόγο προτού ο υπνωτιστής  επαναφέρει τον αναζητητή με ασφάλεια στην πραγματικότητα.
Η εντολή δόθηκε και ο υπνωτιστής ξεκίνησε τη διαδικασία της επαναφοράς. Όμως παρά τις επιτακτικές του εντολές ,το υποκείμενο όχι μόνο δεν  ανταποκρινόταν ,αλλά άρχισε να μιλά ακατάπαυστα,λές και είχε κάποιον υποβολέα μέσα του. ΄΄Θέλω να πετάξω,θέλω να μη γυρίσω πίσω,θέλω να ζήσω αιώνια εκεί πάνω΄΄μονολογούσε για πολύ ώρα.Ξαφνικά ένα δυνατό γάβγισμα έξω απ την κλειστή πόρτα του αμφιθέατρου,έδωσε την ιδέα στον υπνωτιστή.΄΄αφήστε το σκυλί του να μπει μέσα,ίσως τον αφυπνίσει΄ψέλλισε  παρακλητικά απευθυνόμενος στον Πρύτανη.΄΄Τότε η μεγάλη δρύινη πόρτα άνοιξε και ο πιστός σύντροφος του αναζητητή όρμησε γαυγίζοντας χαρούμενα προς το κρεβάτι που ήταν ξαπλωμένο το αφεντικό του.
Άρχισε να του γλύφει το πρόσωπο και χωρίς διακοπές  να τον καλεί με τα γαυγίσματα του να ξυπνήσει. Αυτό ήταν!Τα μάτια του κοιμωμένου άνοιξαν και στη συνέχεια στράφηκαν προς  τον πιστό του σύντροφο που έκανε σαν τρελός απ τη χαρά του.΄΄Ερμή,είναι η ώρα να σε βγάλω βόλτα΄΄ είπε και σιγά σιγά ανακάθισε στο κρεβάτι, αναζητώντας στη συνέχεια την άκρη απ το λουρί του.Κατόπιν, μη δίνοντας την παραμικρή σημασία στους ακροατές του αμφιθέατρου που παρακολουθούσαν έκπληκτοι τα δρώμενα, κατευθύνθηκε υποβασταζόμενος από τον υπνωτιστή προς την έξοδο.Ο καθαρός αγέρας γέμισε τα πνεμόνια του και σιγά σιγά άρχισε να συνέρχεται,ενώ πίσω του οι οργισμένες κραυγές των Πανεπιστημιακών τον καλούσαν  να επιστρέψει στην αίθουσα.΄΄ Παραμυθατζή γύρνα πίσω!΄΄
Οι δρόμοι έσφυζαν από ζωή και οι άμαξες με τα μεγαλόσωμα πολωνέζικα άλογα φορτωμένες με μεγάλες μεταλλικές καρδάρες γιομάτες γάλα , αλλά και κεφάλια τυριά ,κατευθύνονταν προς την αγορά της πόλης.
Κύριοι με ημίψηλα , αγκαζέ με καλοντυμένες κυρίες και μπροστά τους ένα τσούρμο παιδιά ντυμένα ναυτάκια απολάμβαναν τα γλειφιτζούρια τους. Πολλοί τον αναγνώρισαν και  βγάζοντας το καπέλο τους τον χαιρέτησαν.΄΄καλημέρα σας  κύριε λέκτορα΄΄. Εκείνος όμως βυθισμένος στις σκέψεις του, δεν τους ανταπέδιδε το χαιρετισμό  ,παρα μόνο συνέχισε να περπατά προς τον αγαπημένο του προορισμό ,την λεωφόρο Κλαραστράσσε.Ηθελε πάνω απ όλα να νιφτεί και να  κάνει ένα ζεστό μπάνιο.Ο πιστός του σύντροφος πάντα προπορευόμενος του άνοιγε το δρόμο ,λες και ήθελε να φτάσουν όσο το δυνατό πιο σύντομα στο κοινό τους κατάλυμα, την σοφίτα τους.
Κοίταξε βιαστικά το ρολόι του και ανατρίχιασε ,καθώς διαπίστωσε πως είχε περάσει μόνο μια ώρα  σ εκείνο το ατέλειωτο ταξίδι ,που τον είχε για τα καλά πονοκεφαλιάσει.
΄΄ Επιτέλους φτάσαμε ΄΄ ψέλλισε ανακουφισμένος και έσπευσε να ξεκλειδώσει την πόρτα που οδηγούσε στην στριφτή ξύλινη σκάλα που κατέληγε στον παράδεισο τους.

Marakos

συνεχίζεται

MARAKOS

επεισ 13

Άνοιξε την πόρτα του μικρού δώματος , ρίχνοντας μια φευγαλέα ματιά στο μικρό ξύλινο τραπέζι που ήταν κατάφορτο από βιβλία, σκόρπιες σημειώσεις και φτερά χήνας για το μελανοδοχείο του. Παρα πέρα, ένα σιδερένιο κρεβάτι και στη βάση του το απαραίτητο ΄΄δοχείο νυκτός΄΄.Ακριβώς δίπλα του ένα ξεφτισμένο απ το χρόνο κομοδίνο κι απάνω του ένα μεγάλο κηροπήγιο με υποδοχές για τρία κεριά .Στον απέναντι τοίχο μια ξύλινη ντουλάπα άκρως απαραίτητη για το ρουχισμό του και στα σπλάχνα της, ένα ημίψηλο, μια ρεντιγκότα ,τιράντες, δυο πανταλόνια ,γκέτες ,κασκόλ κι ένα γούνινο παλτό που ¨¨σκούπιζ娨 το πάτωμα. Σ ένα ευρύχωρο συρτάρι στη βάση της ΄΄αναπαυόντουσαν΄΄, ένα ζευγάρι καλογυαλισμένα παπούτσια και χοντρές κάλτσες για τον βαρύ χειμώνα σ εκείνα τα μέρη.Στην άκρη του δωματίου ,ένα μεγάλο μαγκάλι ,μια στάμνα καθώς και παγοπέδιλα όταν οι δρόμοι γινόντουσαν ολισθηροί απο τον παγετό, ολοκλήρωναν το ντεκόρ όλου του χώρου.
Αυτή ήτανε όλη κι όλη η περιουσία του. Πράγματα πολύ λίγα και λιτά για ένα νεαρό λέκτορα που γεννήθηκε κοντά στα τέλη του 18ου αιώνα και που ο μισθός του στο πανεπιστήμιο ίσα που του διασφάλιζε μια σχετικά αξιοπρεπή διαβίωση.
Η νοικοκυρά στο ισόγειο, τον επισκεπτόταν όχι μόνο για να εισπράξει το νοίκι αλλά και για τις άλλες ανάγκες ενός εργένη. Αναλάμβανε το πλύσιμο και σιδέρωμα των ρούχων του, καθώς και τη μεταφορά νερού από την βρύση της γειτονιάς ,αλλά και το γέμισμα της βαρέλας που βρισκότανε μέσα σ ένα μικρό παράπηγμα στον κήπο που φιλοξενούσε ένα υποτυπώδες τζάκι και μια χύτρα να κρέμεται πάνω απο στοιβαγμένα ξύλα ,έτοιμα για το άναμμα φωτιάς τις ημέρες που είχε σειρά να κάνει το λουτρό του. Όλες αυτές οι παροχές περιλαμβανόντουσαν στο νοίκι, χωρίς άλλη επιβάρυνση.
Ήθελε να ξαπλώσει για λίγο και να αδειάσει το μυαλό του από κάθε σκέψη και έγνοια. Όμως πάνω απ όλα ήθελε να ρίξει λίγο νερό στο πρόσωπο του.
Άνοιξε μια μικρή πόρτα που οδηγούσε σ ένα στενό διάδρομο και μπήκε σ ένα μικρό χώρο που είχε κρεμασμένο στον τοίχο ένα μισοσπασμένο καθρέφτη ,μια λεκάνη πάνω σ ένα τραπεζάκι που βρισκότανε το σαπούνι και το ξυράφι του , καθώς και μια στάμνα νερό για να νίβει τα χέρια και το πρόσωπο του..
Ξαφνικά,ουρανομήκει ς ζητωκραυγές στον δρόμο ,τον έκαναν να τρέξει προς το μικρό φεγγίτη της σοφίτας κι από κει ψηλά να παρακολουθήσει το παραλήρημα ενός λαού που είχε ξεχυθεί στη λεωφόρο γιορτάζοντας μια καινούργια μέρα για τη χώρα. Την απελευθέρωση της απ τους μισητούς Γάλλους.΄΄Νικήθηκε ο τύραννος ακουγότανε από παντού και σημαίες του πρώην κατακτητή ήδη ριχνόντουσαν στην πυρρά. Μόλις πριν λίγες ώρες είχε φθάσει η είδηση της ήττας του Βοναπάρτη στο Βατερλώ,από Πρώσσους ιππείς που ανάλαβαν και το έργο να εκδιώξουν μαζί με τους ντόπιους αντιστασιακούς τη μικρή φρουρά των κατακτητών απ την πόλη .Η είδηση αυτή όμως δεν τον χαροποίησε, γιατί είχε γαλουχηθεί με το πνεύμα του Καρτεσιανισμού που είχε ρίζες στη Γαλλική επανάσταση ,ελπίζοντας στη συνέχεια και ολοκλήρωση του απ τον Ναπολέοντα. Έκλεισε με πάταγο το φεγγίτη και γύρισε ξέπνοος στο κρεβάτι του. Ο πονοκέφαλος άρχισε ξανά να του τριβελίζει το νού. Δέν είχε τη δύναμη ούτε να να πλύνει το πρόσωπο του.Το μόνο που επιθυμούσε εκείνες τις στιγμές ήτανε αν ήταν δυνατόν να φύγει μακριά,,να εξαφανιστεί από τούτο τον κόσμο που μόνο με πόνο ,αίμα και υποκρισία ήτανε πλασμένος. Είχε απ όλους προδοθεί και περισσότερο από τον ίδιο τον εαυτό του. Το μονοπάτι της γνώσης ,του στοίχειωνε ακόμα το νού, χωρίς διέξοδο και ελπίδα…


Marakos

Συνεχί ζεται

* Καρτεσιανισμός=κίνημα του Διαφωτισμού με προοδευτικές ιδέες και ορθολογιστική σκέψη,σχετικα με τη Θρησκεία και τα δικαιώματα των πολιτών

MARAKOS

επεισ 14

Είχε πια για τα καλά νυχτώσει ,όταν σε κατάσταση μεταξύ ύπνου κι εγρήγορσης , άκουσε τον πιστό του Ερμή που ήτανε ξαπλωμένος έξω απ την πόρτα, να τον ξεσηκώνει με τα γαβγίσματα του.
΄΄Χέρ Αμαντέους..τρέξτεεεε΄΄ ακούστηκε η ταραγμένη φωνή της νοικοκυράς απ τον κήπο .Εκτός απ την πουκαμίσα του εκείνη τη στιγμή ,δεν φορούσε τίποτα άλλο, ούτε καν το μακρύ του σώβρακο.΄΄Ένα λεπτό φράου Χέλγκα,να φορέσω κάτι και κατεβαίνω΄΄ απάντησε βαρυγκωμώντας. Κατόπιν άρχισε ν αναζητά ψηλαφιστά μέσα στο συρτάρι του κομοδίνου του το σπαρματσέτο ,προκειμένου ν ανάψει τα κεριά στο κηροπήγιο .Τελικά τα κατάφερε να φωτίσει τον χώρο και να ντυθεί όπως,όπως.Στη συνέχεια άρχισε να κατεβαίνει βιαστικά τη στριφτή σκάλα ,έχοντας μπροστάρη τον τετράποδο φίλο του, που δεν σταμάτησε στιγμή να γαυγίζει. Έφτασε στην είσοδο τρέχοντας ,χωρίς να δώσει σημασία στο ότι δεν φορούσε κάλτσες αλλά ούτε και παπούτσια.
Η νοικοκυρά του στεκόταν μπροστά στη μισάνοιχτη σιδερένια πόρτα του κήπου κρατώντας ένα μεγάλο φανάρι κι απ έξω τρείς φιγούρες με αγχωμένα τα πρόσωπα να τον καρτερούν. Ήτανε δυο πολιτοφύλακες ζωσμένοι στ άρματα και ανάμεσα τους ένα πολύ γνωστό του πρόσωπο..ο υπνωτιστής.΄΄Σας αναζητούσαμε εδώ και ώρες στην πόλη Λέκτορα,πρέπει να μας ακολουθήσετε΄΄ ψέλλισε με την στριγκιά του φωνή ,δίνοντας ταυτόχρονα την εντολή στους ένοπλους που τον συνόδευαν, να τον επιβιβάσουν έστω και με τη βία στην άμαξα που περίμενε ξοπίσω τους.Δεν έφερε την παραμικρή αντίσταση,νομίζοντας πως είχε έλθει η ώρα να λογοδοτήσει αλλά ίσως ακόμα και να πληρώσει με τη ζωή του για τις πολιτικές σκέψεις και ιδέες του γύρω απ τον Διαφωτισμό
Καλπάζοντας σαν τρελοί στους άδειους δρόμους της πόλης,δεν άργησαν να φθάσουν στη μεγάλη μαρμάρινη σκάλα που οδηγούσε στην είσοδο του Πανεπιστημίου. Απ έξω μια διμοιρία πολιτοφύλακες ,φρόντιζε να μη παρεισφρήσει κανείς περαστικός στα ενδότερα και αντιληφθεί την απίστευτη και εξωπραγματική κατάσταση που είχε στοιχειώσει το χώρο.
΄΄Επι τέλους,τον βρήκατε΄΄ φώναξε ανακουφισμένος ο επικεφαλής τους ,φροντίζοντας μαζί με δύο άλλους ν ανοίξουν διάπλατα την μεγάλη δρύινη πόρτα.
Αφού διαβήκανε τρέχοντας το περίτεχνα διακοσμημένο χωλ με τα αρχαϊκά αγάλματα, κατευθύνθηκαν προς τον χώρο που στεγαζόταν το αμφιθέατρο.Τα ξύλινα σκαλοπάτια του ήταν γεμάτα από ακίνητες ανθρώπινες φιγούρες σε διάφορες στάσεις, λες και κάποιο μαγικό χέρι να είχε παγώσει το χρόνο.Ήσαν έξι σχεδόν ώρες σ αυτή την κατάσταση, εκτός από τον υπνωτιστή που τη στιγμή του φαινομένου ,υποβάσταζε τον Λέκτορα και πειραματόζωο να εγκαταλείψει το κτίριο.
Δεν ήτανε γνωστή η διεύθυνση του όταν τον αναζήτησαν, καθώς όλοι όσοι τον γνώριζαν στο Πανεπιστήμιο ήτανε αδύνατον να κινηθούν ή να ψελλίσουν το παραμικρό. Έτσι χρονοτρίβησαν αναζητώντας τον απο σπίτι σε σπίτι, μέσα σε μια αναμπουμπούλα από χαρούμενες εκδηλώσεις και πορείες του λαού στους δρόμους της πόλης.
Ο Ερμής που είχε ακολουθήσει την άμαξα ,δεν έπαψε ούτε στιγμή να γαβγίζει ανήσυχος πίσω απ την μεγάλη δρύινη πόρτα της εισόδου, που έκλεισε ερμητικά μπροστά του.Τότε ο υπνωτιστής με την συγκατάθεση του Λέκτορα ,έδωσε την εντολή σ ένα πολιτοφύλακα που τον συνόδευε ,ν απομακρύνει το τετράποδο απ την είσοδο, ώστε να μην ακούγονται τα γαβγίσματα του. ΄΄Ας μη χάνουμε καιρό Λέκτορα ,η τύχη τους βρίσκεται στα χέρια σου πιά ΄΄είπε με δάκρυα στα μάτια και ζήτησε απ τον Αμαντέους να ξαπλώσει αναπαυτικά στο κρεβάτι .Στη συνέχεια μ ένα μικρό εκκρεμές ,άρχισε απ την αρχή την διαδικασία της ύπνωσης.Τα μάτια του αναζητητή γλάρωσαν και σύντομα αφέθηκε στο γνώριμο του ταξίδι στο μονοπάτι της αναζήτησης της γνώσης. Όμως οι φιγούρες δεν κινήθηκαν, ούτε καν ένας βλεφαρισμός των ματιών στα παγωμένα πρόσωπα,έδειχνε ότι κάτι άλλαξε.
΄΄Περίγραψε μου τον χώρο που βρισκόσουνα πριν να σε αφυπνίσω ΄΄ ψιθύρισε ο υπνωτιστής στ αυτί του υποκειμένου του, φροντίζοντας ταυτόχρονα να ελέγχει το σφυγμό του.
΄΄ Είμαι μαζί μ εκείνους, είναι όλα γαλήνια κι ειρηνικά ... ΄΄ ψέλλισε εκείνος χαμογελώντας .
Marakos

συνεχίζεται

372 Επισκέπτες, 0 Χρήστες