Μέλη
  • Σύνολο μελών: 7,373
  • Latest: iguzovec
Stats
  • Σύνολο μηνυμάτων: 360,324
  • Σύνολο θεμάτων: 11,759
  • Online today: 553
  • Online ever: 1,061 (Οκτωβρίου 10, 2023, 08:28:42 ΠΜ)
Συνδεδεμένοι χρήστες
  • Users: 0
  • Guests: 530
  • Total: 530

ΑΛΚΥΟΝΗ ΠΑΠΑΔΑΚΗ

Ξεκίνησε από anagennisis, Απριλίου 05, 2006, 10:29:27 ΜΜ

« προηγούμενο - επόμενο »

anagennisis

Στον ίσκιο των πουλιών

Είναι κάτι νύχτες, που τ’ αστέρια κατεβαίνουν χαμηλά.
Που λιώνει το φεγγάρι και νοτίζει τη ψυχή σου.
Είναι κάτι νύχτες, που όλα σιγοτραγουδούν. Ακόμα και οι πέτρες.
Και τα ξερά κλαδιά.
Αυτές τις νύχτες προτιμά να σε θυμάται η μοναξιά σου.
Κι έρχεται ακάλεστη. Χωρίς να χτυπήσει ούτε καν την πόρτα, να ρωτήσει αν δέχεσαι επισκέψεις. Χωρίς να κρατά η αφιλότιμη, ούτ’ ένα λουλουδάκι. Ούτ’ ένα γλυκό λόγο,
μπας και σε ξεγελάσει.
Θρονιάζεται στην ψυχή σου κι ανάβει προκλητικά το τσιγαράκι της.
«Αυτάααα! Που είχαμε μείνει;»
Σου λεει μ’ όλο το θράσος της και σε κοιτά κατάματα.
Είν’ αυτές οι νύχτες, που τ’ άστρα κατεβαίνουν χαμηλά.
Που λιώνει το φεγγάρι. Που όλα σιγοτραγουδούν.
Είν’ αυτές οι νύχτες τελικά, που βλέπεις καθαρά, το χρώμα που έχουν τα μάτια της μοναξιάς.
Ίδιο ακριβώς, όπως οι στάχτες από τα όνειρα.

_________________

santorini

Να ονειρεύεσαι, μου έλεγε η μάνα μου που μ’ αγαπούσε και με ήξερε καλά.
Τα όνειρα, συνήθως, προδίδουν. Παραπλανούν. Καμιά φορά και σκοτώνουν.
   Όμως, δεν γίνεται να ζεις χωρίς να ονειρεύεσαι. Δεν έχει νόημα. Δεν έχει ουσία.
   Να ονειρεύεσαι!
   Κοίτα μόνο να’ χεις σταμπάρει καλά  την έξοδο κινδύνου από τα όνειρα σου. Τότε σώζεσαι.  
   Και ποια είναι η έξοδος κινδύνου; Τίποτα δεν είναι στη ζωή το παν!
 Έχει και παρακάτω...Έχει κι άλλο...προχώρα, λοιπόν, ξεκόλλα! Αυτή είναι η έξοδος κινδύνου!

Όταν ένας άνθρωπος έχει ενδώσει εντελώς στο πάθος του, είναι μάταιο να προσπαθείς να του αλλάξεις τακτική. Είναι όπως ακριβώς ο τζόγος. Όσο χάνεις, τόσο κολλάς. Έχει μια περίεργη γλύκα η αυτοκαταστροφή.
   Ανήκει στα σκληρά ναρκωτικά.
   Αν εθιστείς, μάλλον τελείωσες. Εκτός αν...αν πετύχεις στις καλές του το Θεό. Συμβαίνει.

Εγώ τα είχα βρει μια χαρά με τη ζωή. Γίναμε κολλητάρια και τα περνούσαμε περίφημα .
Πήγαινα ως εκεί που μ’ έπαιρνε. Για να χαίρομαι.
Κι αν είχα κέφι, προχωρούσα ως εκεί που δε μ’ έπαιρνε.
Για να μαθαίνω!
   
               Η βαρκάρισσα της χίμαιρας

Bijoux

Να το θεωρήσω σύμπτωση ;
στην υπογραφή μου έχω Αλκυόνη Παπαδάκη

Που βρίσκομαι ρωτάς;
Σε μια έρημο και περιφέρομαι άσκοπα
Σε λίγο θα νυκτώσει και θα φοβάμαι
Μου λείπει η σιγουριά της πάχνης στο τζάμι του δωματίου μου
Μου λείπει το κόκκινο σάλι μου
Οι πικροδάφνες στους μεγάλους δρόμους
Οι μενεξέδες στα παρτέρια των πάρκων
Μου λείπει η φλυαρία της ξεγνοιαστιάς μου
Ο ζεστός καφές παρέα με το φίλο μου
Τα σοκολατάκια στην παλιά φουντανιέρα στης μάνας μου
Η μαρμελάδα από βατόμουρα
Μου λείπει η τζανεριά στην άκρη του ακάλυπτου

anagennisis

Να ονειρεύεσαι, μου έλεγε η μάνα μου που μ’ αγαπούσε και με ήξερε καλά.
Τα όνειρα, συνήθως, προδίδουν. Παραπλανούν. Καμιά φορά και σκοτώνουν.
Όμως, δεν γίνεται να ζεις χωρίς να ονειρεύεσαι. Δεν έχει νόημα. Δεν έχει ουσία.
Να ονειρεύεσαι!
Κοίτα μόνο να’ χεις σταμπάρει καλά  την έξοδο κινδύνου από τα όνειρα σου. Τότε σώζεσαι.  
Και ποια είναι η έξοδος κινδύνου; Τίποτα δεν είναι στη ζωή το παν!
 Έχει και παρακάτω...Έχει κι άλλο...προχώρα, λοιπόν, ξεκόλλα! Αυτή είναι η έξοδος κινδύνου!

Όταν ένας άνθρωπος έχει ενδώσει εντελώς στο πάθος του, είναι μάταιο να προσπαθείς να του αλλάξεις τακτική. Είναι όπως ακριβώς ο τζόγος. Όσο χάνεις, τόσο κολλάς. Έχει μια περίεργη γλύκα η αυτοκαταστροφή.
Ανήκει στα σκληρά ναρκωτικά.
Αν εθιστείς, μάλλον τελείωσες. Εκτός αν...αν πετύχεις στις καλές του το Θεό. Συμβαίνει.
Εγώ τα είχα βρει μια χαρά με τη ζωή. Γίναμε κολλητάρια και τα περνούσαμε περίφημα .
Πήγαινα ως εκεί που μ’ έπαιρνε. Για να χαίρομαι.
Κι αν είχα κέφι, προχωρούσα ως εκεί που δε μ’ έπαιρνε.
Για να μαθαίνω!
   
            Η βαρκάρισσα της χίμαιρας
 

[

anagennisis

Χασαμε πολλα, γιατι δε μαθαμε ποτε να στηνουμε στην ψυχη μας αναχωματα.
Χασαμε, γιατι δεν φορεσαμε στολες παραλλαγης.
Μα περισσοτερα χασαμε, γιατι μπερδεψαμε την αγαπη με την ανοχη...

Υπαρχει κι ο βουρδουλας, στην αναγκη ματακια μου. Δεν ειναι κακο. Το καμε κι ο Ναζωραιος. Και δε σου λεω να χτυπας τον αλλο στα μουτρα. Χτυπα εστω κατω, στο χωμα. Χτυπα να σηκωσεις λιγη σκονη. Χτυπα για να δειξεις μια φορα πως εισαι κι εσυ εκει!

...οταν δεν θελεις να αντικρυσεις εκεινο που φοβασαι, να γυριζεις αλλου τα ματια σου. Ενω νιωθεις φανερα τον ισκιο του πισω του, εσυ πλησιαζεις στο ανοιχτο παραθυρο, χαριεντιζεσαι και αναφωνεις]

anagennisis

Το χρώμα του φεγγαριού

- Τι χρώμα έχει η λύπη;
Ρώτησε το αστέρι την κερασιά
και παραπάτησε στο ξέφτι

κάποιου σύννεφου που περνούσε
βιαστικά. Δεν άκουσες; Σε ρώτησα,
τι χρώμα έχει η λύπη;
- Έχει το χρώμα που παίρνει η θάλασσα την ώρα που γέρνει ο ήλιος
στη αγκαλιά της. Ένα βαθύ άγριο μπλε.
- Τι χρώμα έχουν τα όνειρα;
- Τα όνειρα; Τα όνειρα έχουν το χρώμα του δειλινού.
Τί χρώμα έχει η χαρά;
- Το χρώμα του μεσημεριού αστεράκι μου.
- Και η μοναξιά;
- Η μοναξιά έχει χρώμα μενεξελί.
- Τι όμορφα που είναι τα χρώματα! Θα σου χαρίσω ένα ουράνιο τόξο, να το ρίχνεις επάνω σου όταν κρυώνεις.
- Το αστέρι έκλεισε τα μάτια του και ακούμπησε στο φράκτη. Έμεινε κάμποσο εκεί και ξεκουράστηκε.
- Και η αγάπη; Ξέχασα να σε ρωτήσω, τι χρώμα έχει η αγάπη;
- ...Το χρώμα που έχουν τα μάτια του Θεού, απάντησε το δέντρο.
- Τι χρώμα έχει ο έρωτας;
- Ο έρωτας έχει το χρώμα του φεγγαριού, όταν είναι πανσέληνος.
- Έτσι ε; Ο έρωτας έχει το χρώμα του φεγγαριού, είπε το αστέρι ...
Κοίταξε μακριά στο κενό ... Και δάκρυσε ...

  «Είναι τόσο σπάνιες οι ευτυχισμένες στιγμές; ρώτησε κείνο το βράδυ
         τ’ αστέρι. Το δέντρο μόλις είχε κλείσει τα βλέφαρά του να ξεκουραστεί.
Κούνησε τα κλαδιά του κι αποκρίθηκε λίγο νυσταγμένα.
       - Όχι… Όχι. Δεν είναι τόσο σπάνιες.
        Μόνο που … Να οι άνθρωποι κυνηγούν αυτές τις στιγμές με το
        μυαλό τους. Κι αυτό είναι, πώς να στο πω, υπόθεση καρδιάς.
- Πες μου κάποιες ευτυχισμένες στιγμές.
- Άσε με τώρα, νυστάζω.
- Πες μου, επέμενε το αστέρι. Πες μου μερικές.
- Ένα παξιμαδάκι κανέλας στα ζαρωμένα χέρια της γιαγιάς. Ένα ζευγάρι αθλητικά παπούτσια κάτω από το κρεβάτι του Φώτη. Ένα κοχύλι στα όνειρα της Αγγελικής… Ένα φιογκάκι στο χρώμα του φεγγαριού…
Καληνύχτα. Νυστάζω πολύ απόψε.
- Πες μου ακόμα μια ευτυχισμένη στιγμή και ύστερα θα σ’ αφήσω να κοιμηθείς.
- Σ’ αγαπώ, πολύ!
- Καληνύχτα! Είπε τ’ αστέρι τρισευτυχισμένο κι έδωσε μια βουτιά και πιάστηκε από το ματόκλαδο του φεγγαριού…».

anagennisis

Ζω ...
Δε φοβάσαι που θα πεθάνεις;
- Σήμερα πάντως ζω! Σου σφίγγω τα χέρια, σε κοιτάζω στα μάτια. Μην αφήνεις ποτέ σου το σήμερα να μαραίνεται. Μην αφήνεις τη ζωή να χάνεται σαν την άμμο μέσα απ τα δάκτυλά σου. Ζήσε. Κατάλαβες; Ζήσε! Μη βάζεις το σήμερα ενέχυρο σ' αυτό που εννοούνε μερικοί μουχλιασμένο Αύριο. Το Σήμερα είναι δικό σου, φίλε. Αγάπησέ το!

anagennisis

Συγχωρώ!
- Δίνε το χέρι σου στον άλλο χωρίς να κρίνεις. Κάνε του λίγο χώρο μέσα σου να ξαποστάσει. Να πιεί μια γουλιά νερό. Σ' αυτό τον κόσμο, παλικάρι, όλοι έχουμε μερίδιο σε όλα. Μερίδιο στη χαρά, στα λάθη στην απόγνωση. Κι εσύ, θα 'ρθουν φορές που θα τα κάνεις θάλασσα στη ζωή σου. Ε! Δε θα σημάνει ποτέ γι' αυτό το τέλος του κόσμου! Εγώ είμαι γέρος, κι ακόμα κάποιες φορές τα κάνω θάλασσα. Δε βγαίνει με συνταγές η ζωή. Aντε στην υγειά σου!

anagennisis

Ποιός είναι ο δυνατός;
- Ποιός είναι ο δυνατός; Ρώτησε ξαφνικά το δέντρο.
- Αυτός που περπατά μέσα στη νύχτα μόνος του. Κι όμως, φοβάται τόσο το σκοτάδι. Αυτός που περιμένει στην πλαγιά τους λύκους. Κι ας τρέμει σαν το λαγό ακούγοντας τα ουρλιαχτά τους. Αυτός που γλιστράει, που γονατίζει, που γεμίζει λάσπες. Που χώνεται στο θολό ποτάμι ως το λαιμό. Και μια στιγμή, μέσα στο χαλασμό, απλώνει τα παγωμένα χέρια του, κόβει κίτρινες μαργαρίτες και στολίζει τα μαλλιά του. Αυτός είναι ο δυνατός.
Ένα κουκούλι έπεσε κείνη την ώρα στο χώμα κι έσπασε. Μια πολύχρωμη πεταλούδα πήδηξε από μέσα. Ξεδίπλωσε τα φτερά της και πέταξε γύρω από τις μυρτιές. Ύστερα κοντοστάθηκε, κοίταξε μια στιγμή στα μάτια το Θεό, και ψιθύρισε]
* To χρώμα του φεγγαριού*

anagennisis


- Πες μου ένα χαρούμενο τραγούδι για την ζωή, είπε το δέντρο στ' αστέρι του.
- Το τραγούδι που λέει η καγκελόπορτα, όταν ανοίγει και μπαίνει κάποιος που αγαπάς.
- Δείξε μου ένα ακριβό στολίδι.
- Τα καράβια και τους Ινδιάνους με τα βέλη και τα πολύχρωμα φτερά, που είναι ζωγραφισμένα στους άσπρους τοίχους μιας καμαρούλας.
- Όμορφη βραδιά απόψε. Κου, πως τραγουδάει το τριζόνι!
Σε λίγο θα βγει ο Αυγερινός. Σε λίγο θα ξημερώσει. Κοίτα που ξεχάστηκε μια ξελογιασμένη καρδερίνα. Και ξαγρυπνά. Κοιτάζει το φεγγάρι. Και ονειρεύεται...
-   Σε λίγο θα ξημερώσει... Κοίτα που ξεχάστηκαν κάποιοι ξελογιασμένοι άνθρωποι. Και ξαγρυπνούν. Κοιτάζουν το φεγγάρι. Κι ονειρεύονται... Ονειρεύονται και ελπίζουν...

– Πες μου ένα χαρούμενο τραγούδι για την ζωή, είπε το δέντρο στ' αστέρι του.
– Το τραγούδι που λέει η καγκελόπορτα, όταν ανοίγει και μπαίνει κάποιος που αγαπάς.
– Δείξε μου ένα ακριβό στολίδι.
– Τα καράβια και τους Ινδιάνους με τα βέλη και τα πολύχρωμα φτερά, που είναι ζωγραφισμένα στους άσπρους τοίχους μιας καμαρούλας.
– Όμορφη βραδιά απόψε. Άκου, πως τραγουδάει το τριζόνι!
Σε λίγο θα βγει ο Αυγερινός. Σε λίγο θα ξημερώσει. Κοίτα που ξεχάστηκε μια ξελογιασμένη καρδερίνα. Και ξαγρυπνά. Κοιτάζει το φεγγάρι. Και ονειρεύεται…
– Σε λίγο θα ξημερώσει… Κοίτα που ξεχάστηκαν κάποιοι ξελογιασμένοι άνθρωποι. Και ξαγρυπνούν. Κοιτάζουν το φεγγάρι. Κι ονειρεύονται… Ονειρεύονται και ελπίζουν…


*Το χρωμα του φεγγαριου*

anagennisis

"ΣΑΝ ΧΕΙΜΩΝΙΑΤΙΚΗ ΛΙΑΚΑΔΑ"
Σκέφτηκε κανείς πόσο σημαντικό, πόσο μοναδικό γίνεται ένα κουρελάκι, ένα τριμμένο πατάκι, όταν το τυλίξει κάποιος με την αγάπη του; Πόσο πολύτιμο γίνεται ένα τσίγκινο κουτάκι με σπόρους πιπεριού, όταν το τοποθετήσουν στο ράφι, κάποια δάχτυλα που ονειρεύονται;


Είναι κάτι μπόρες. "Μα τι μπόρες Χριστούλη μου." Αρχίζουν με ψιλή βροχούλα και καταλήγουν σε καταιγίδα. Σε θεομηνία. Και βέβαια, κάποτε περνούν. Πάντα ο ήλιος ξαναβγαίνει. Χαρά σ' αυτούς που τα καταφέρνουν να στέκονται μετά στο παραθύρι τους και να χαμογελούν. Η ζωή έτσι κι αλλιώς συνεχίζεται. Δε σταμάτησε ποτέ να μετρήσει βρεγμένους και πνιγμένους.


Είναι κάτι άνθρωποι, που οι μέρες τους έρχονται και φεύγουν, χωρίς ν' αφήσουν πίσω τους ένα σημάδι. Μια μυρωδιά. Έναν ήχο. Είναι κάτι άνθρωποι σαν τα έπιπλα που τα σκεπάζουν οι νοικοκυραίοι μ' άσπρα σεντόνια, λίγο πριν εγκαταλείψουν το σπιτικό. Ψέματα;


Είναι μερικοί άνθρωποι που δεν μπόρεσαν ποτέ να διαβάσουν το μυστικό σημείωμα που άφησε μέσα τους ο Θεός. Δεν είχαν το απαιτούμενο φως για να το διαβάσουν. Και τ' άφησαν διπλωμένο να κιτρινίζει σ' ένα κρυφό συρταράκι της ψυχής τους. Είναι μερικοί άνθρωποι που όταν πέσει στα χέρια τους η χαρά δεν ξέρουν, πως τους ανήκει. Και σαστίζουν. Τη φέρνουν από δω, τη γυρνάνε από κει, ώσπου τη θάβουν, όπως κάνουν με τα κόκαλα τα σκυλιά. Είναι μερικοί άνθρωποι που πίστεψαν αλήθεια, πως ο Θεός αγαπάει τους μουτρωμένους. Χαρά σ' αυτούς που γέμισαν την ψυχή τους και διάβασαν τραγουδιστά το μυστικό τους σημειωματάκι. Αν το 'σκισαν μετά, αν το 'καψαν, το έκαναν μόνο και μόνο για το κέφι τους. Για να κλείσουν μάτι στο Θεό. Χαρά σ' αυτούς που πιάστηκαν στο δόλωμα της ζωής και σπαρτάρισαν μέσα στα δίχτυα της. Αν τα τρύπησαν μια στιγμή και ξαναβγήκαν στο πέλαγος, το 'καναν μόνο και μόνο για να 'χουν τη χαρά να ξαναπιαστούν...


Είναι να μη σε πάρει η κατηφόρα. Αυτές οι άτιμες οι υποχωρήσεις, ξεκινούν πάντοτε με μικρά δισταχτικά βηματάκια. Στην αρχή του ξινοφαίνεται. Α! "Όλα κι όλα, λες. Αρκετά. Από Δευτέρα, καρφώνομαι εδώ στη θέση μου, σαν βράχος. Σιγά το βράχο." Αυτοί που σ' έχουν πάρει φαλάγγι και οσμίστηκαν την αδυναμία σου δεν πρόκειται να σ' αφήσουν, αν δε σου βγάλουν το βρακί. Και τα σενάρια που πλάθεις φίλε, πως και καλά, κάποτε θα καταλάβουν το μεγαλείο σου και το ιδεολογικό περιεχόμενο των υποχωρήσεών σου, ξέχνα τα. Σιγά μη σε στήσουν σε βάθρο. Είδες ποτέ κανένα ξεβράκωτο πάνω σε βάθρο; Και τι κάνεις λοιπόν αφού τα 'χεις κάνει θάλασσα; Μια λύση είναι να πας για ψάρεμα.

anagennisis

"ΣΚΙΣΜΕΝΟ ΨΑΘΑΚΙ"
•Ένα μικρό ψαροκάικο είναι η ζωή μου. Ένα μικρό φθαρμένο ψαροκάικο που έχει σμαραγδιά φεγγάρια στο κατάρτι του κι έναν ξεσκούφωτο ήλιο αληταρά για τιμονιέρη. Ένα ψαροκάικο, δίχως ρότα. Που πάμε καπετάνιο; Με ρωτάει ο τιμονιέρης και μου κλείνει το μάτι." Όπου παν' τα κύματα. Λεω επίσημα, εγώ. Και τα σμαραγδιά φεγγάρια που είναι στο κατάρτι, σκάνει σαν ρόδια στην κουβέρτα. Κι ο ξεσκούφωτος ήλιος ο αληταράς, παρατάει το τιμόνι του και χορεύει. Κι η νύχτα γεμίζει χιλιάδες ήλιους αληταράδες. Κι η ψυχή μου γεμίζει νύχτες πολύχρωμες. Γεμίζει σμαραγδιά φεγγάρια και θαλασσινά πουλιά. Που να χωρέσουν μέσα μου όλ' αυτά; Που να στριμωχτούν, π' ανάθεμά τα...
•   Βαρέθηκα ν' ανάβω φωτιές για να ζεσταθούν οι άλλοι και στο τέλος να ξεπαγιάζω εγώ. Να μοιράζομαι την καρέκλα μου με τον κάθε κουρασμένο και στο τέλος να στρογγυλοκάθεται αυτός κι εγώ να κουλουριάζομαι στο πάτωμα. Κουράστηκε η ράχη μου να κουβαλά πληρωμένους. Βαρέθηκα να φτιάχνομαι με τα λάθη μου. Να φυτεύω βολβούς πάνω σε σωρούς από σκατά. Να βγάζω αθώους τους ενόχους και να κάθομαι για πάρτη τους στο σκαμνί. Να μουλιάζω στη βροχή γιατί άνοιξα την ομπρέλα μου να μπουν από κάτω δυο τρεις μουρόχαβλοι που μου φάνηκαν κρυουλιάρηδες. Κι όμως... Όσες φορές είπα, "από Δευτέρα πάρ' το απόφαση αλλάζεις" γέλασε κάθε πικραμένος. Δε βαριέσαι. Το κακό είναι πως όλ' αυτά γίνονται, επειδή στο βάθος είμαι δειλή. Τα κάνω για να πιστέψω έστω και για λίγο, πως είμαι κι εγώ εδώ. Πως παίζω κι εγώ σ' αυτό το ντέρμπυ. Πάντως, όπως και να 'χει το ζήτημα, ένα πράμα ξέρω καλά. Πως γουστάρω πολύ. Γουστάρω τη φάση και περισσότερο την αντίφαση. Γουστάρω την τρέλα μου και περισσότερο την τρέλα των άλλων. Γουστάρω τ' αγόρια που έχουν κορδέλες στα μαλλιά και στα μάτια ένα ματσάκι μενεξέδες. Γουστάρω τα κορίτσια που τραγουδούν στις ακρογιαλιές μ' ένα θαλασσοπούλι ανάμεσα στα φρύδια. Μπορεί να είμαι μια δειλή, μια φευγάτη, μια επικίνδυνη, αλλά χαίρομαι αφάνταστα που κάποιος μ' έσπειρε σ' αυτή τη γη.
•   Μια ζωή θυμάμαι τον εαυτό μου να φτιάχνει στέκια και καταφύγια για την ψυχή μου. Και εκεί που είναι όλα έτοιμα κι έχω αρχίσει να βολεύομαι, εκεί που είναι τα πάντα τακτοποιημένα και κάθομαι λίγο να ξεκουραστώ και να κάμω τσιγαράκι, μπαίνει ο διάολος μέσα μου και μου την ανάβει. Τι 'ναι τούτα δω τα σκιάχτρα, μου λέει. Δεν είναι για σένα η λούφα κορίτσι μου. Πάλι πλαστογραφίες κάνεις; Και βροντάω τότε ένα ασιχτίρ και τα κάνω όλα κεραμιδαριό. Ύστερα κάθομαι σταυροπόδι και γλείφω τις πληγές μου, σαν το σκυλί. Δεν πειράζει, λέω. Πάμε γι' άλλα.

isabella

Είναι κάτι νύχτες, που τα αστέρια κατεβαίνουνε χαμηλά.

Που λιώνει το φεγγάρι και νοτίζει την ψυχή σου.

Είναι κάτι νύχτες, που όλα σιγοτραγουδούν.

Ακόμα κι οι πέτρες.

Και τα ξερά κλαδιά.

Αυτές τις νύχτες προτιμά να σε θυμάται η μοναξιά σου.

Κι έρχεται ακάλεστη.

Χωρίς να χτυπήσει ούτε καν την πόρτα,να ρωτήσει αν δέχεσαι επισκέψεις.

Χωρίς να κρατά η αφιλότιμη, ούτ' ένα λουλουδάκι.

Ούτ' ένα γλυκό, μπας και σε ξεγελάσει.

Θρονιάζεται στην ψυχή σου κι ανάβει προκλητικά το τσιγαράκι της.

"Αυτάααα! Πού είχαμε μείνει;"

Σου λέει μ' όλο το θράσος της και σε κοιτά κατάματα.

Είν' αυτές οι νύχτες, που τ' άστρα κατεβαίνουν χαμηλά.

Που λιώνει το φεγγάρι.

Που όλα σιγοτραγουδούν.

Είν' αυτές οι νύχτες τελικά, που βλέπεις καθαρά,
το χρώμα που έχουν τα μάτια της μοναξιάς.

Ίδιο ακριβώς, όπως οι στάχτες από τα όνειρα.

anagennisis

Θυμάμαι νύχτα ήταν και τότε
ο αέρας κοιμόταν βαθιά
στα όνειρά του η αναπνοή σου
με την αυγή παράβγαινε
ποια θ΄ανασάνει πρώτη.
Εκεί σε συνάντησα κι εγώ
στο φώς της νύχτας
στη σιωπή του ανεμου
ένα βράδυ που το φεγγάρι
   χαμογελούσε στ΄αστέρια        
 
αφήνω... τη νύχτα να με παρασύρει στα δικά της ...
Αφήνω τα δικά μου παράμερα και παραδίνομαι...
Ανήμπορη εγώ, ανήμπορη κι η νύχτα να μ αντέξει..
Προσπαθεί να με χωρέσει στο άπειρό της..
Ψυχή χωρίς σύνορα , καρδιά χωρίς ρυθμό,
πού να με χωρέσει το άπειρο ...πώς ;
Τα δικά σου, Νύχτα , ψάχνω να μάθω..
τα δικά μου τα ξέρω , τα κατέχω,
άλλες γραμμές ορίζοντα να βρω..
Άλλους δρόμους και μονοπάτια
για τους προορισμούς μου.. Εκεί ψηλά...
Πάνω από μένα , δίπλα σε σένα ,
εκεί που ενώνεται το δικό σου άπειρο
με τον δικό μου μικρό ορίζοντα ψυχής
Νύχτα είσαι όμορφη , δε λέω...
Μα άντε σύρε να ξεκουραστείς στην αγκαλιά του φεγγαριού σου.
Πίσω από σκέψεις μελαγχολικές και ψυχές κουρασμένες που τριγύρναγαν στ αστερια σου αδιάκοπα ...
Μέρα λέγομαι εγώ, με ξέρεις , με συναντάς καθημερινά στο διάβα της επιστροφής σου...έχω κι εγώ να φέρω τα δικά μου.. Όλη νύχτα έπλεκα κουλουριασμένη σε μια γωνιά τούτο το σταχύ πρωινό που κρατώ στην αγκαλιά μου... Κι έχω δουλειά ακόμα να κάμω...Έχω και μεσημέρι και δείλι να τους φτιάξω.. Και σήμερα λέω να τους προσφέρω και δυο χαμόγελα , ελπιδοφόρες σκέψεις , ένα μάτσο έρωτα -κι όποιος πρόλαβε πήρε - .... έχω και μερικές αισθήσεις πρωτόγνωρες , γλυκά μυστικά νεράιδων και ήλιο να τους προσφέρω ...Ήλιο να ζεστάνει κάθε κουρασμένη ψυχή της νύχτας σου.. Έχω και καθάρια βροχή γι αυτές τις μελαγχολικές σκέψεις ..Να τους ξεπλύνει τη θλίψη τους ..
Φύγε λοιπόν και μη σκιάζεσαι για τα υπάρχοντά σου ...Τ αφήνεις σε καλά χέρια ...Τα αφήνεις σε μια Καλή Μέρα!!!
Κοιτάζεις τα μάτια μου ,Σου χαμογελούν
Τα χείλη μου σχηματίζουν Όμορφες εικόνες
Το βλέμμα σου γνώριμο, γνώριμα κενό
Τα χείλη σου μια λεπτή γραμμή, γνώριμα ασάλευτη
Απορείς , το βλέπω
Ναι, ακόμα μπορώ , κι απορώ
Μπορώ ακόμα να δημιουργώ το ωραίο
Και ταυτόχρονα να σε κοιτάζω κατάματα .
Ακόμα και μετά
Από όλα αυτά και άλλα τόσα
Το πινέλο μου δουλεύει θαυμάσια
"μάθε τέχνη κι άστη νε, κι αν πεινάσεις.. "
Εσύ όμως τι κοιτάζεις;
Έτσι κι αλλιώς ποτέ δεν είδες
Έτσι κι αλλιώς ποτέ
Δεν εκτίμησες τη τέχνη της ψυχής μου
Εγώ σου χάριζα τα έργα μου
Κι εσύ τα κρεμαγες στο σαλόνι σου
Εγώ ζωγράφιζα για τη μαύρη ψυχή σου
Κι εσύ με κάρβουνο μουτζούρωνες το σύμπαν μου.
Κι έβαζα τόσα χρώματα-θυμάμαι-
Μέχρι και τον ουρανό έβαψα κόκκινο για χάρη σου
Τη θάλασσα ζωγράφισα μενεξεδί,
Τ΄ άστρα στο χρώμα της φωτιάς μου.
Κι εσύ ακόμα κοιτάζεις, δε χρειάζεται ,μη κουράζεσαι
Όσο το σαλόνι σου είναι γεμάτο από έργα ψυχής
το βλέμμα σου θα παραμένει άδειο,
Άδεια και τα βήματά σου στο κενό σου σε οδηγούν

Bijoux

Πολύ απομακρύνθηκα, που να με πάρει ο διάβολος. Πολύ!
Πέρασα στην απέναντι όχθη κι όλα νομίζω τώρα ότι γίνονται αλλού.
Κατάντησα τελικά αυτό που ποτέ δεν ήθελα.
Το αρνητικό του εαυτού μου.
Λέρωσε και το βλέμμα μου
Και το χειρότερο...Ξέχασα πια το pin της
αθωώτητας μου


Α.Π.

530 Επισκέπτες, 0 Χρήστες