Μέλη
  • Σύνολο μελών: 7,373
  • Latest: iguzovec
Stats
  • Σύνολο μηνυμάτων: 360,324
  • Σύνολο θεμάτων: 11,759
  • Online today: 229
  • Online ever: 1,061 (Οκτωβρίου 10, 2023, 08:28:42 ΠΜ)
Συνδεδεμένοι χρήστες
  • Users: 0
  • Guests: 246
  • Total: 246

Νικόλας Άσιμος..

Ξεκίνησε από Rakendytos, Μάρτιος 22, 2007, 11:07:01 ΠΜ

« προηγούμενο - επόμενο »

Rakendytos

Γεννήθηκε στην Θεσσαλονίκη το 1949 (20/8/49) από γονείς Κοζανίτες. Έζησε στην Κοζάνη μέχρι τα δεκαοχτώ του. Από μικρός έδειξε τον ανήσυχο χαρακτήρα του. Είχε μεγάλη αντίληψη. περιέργεια και ήταν πολύ φιλομαθής. Σαν μαθητής, του άρεσε να διαβάζει εξωσχολικά βιβλία και στο σχολείο ήταν από τους πρώτους μαθητές. Μελέτη ελάχιστη (κυρίως στο γυμνάσιο). “Από μικρός ήταν ζωηρός, αμφισβητούσε, έψαχνε τη ζωή”, θυμάται ο αδερφός του Δημήτρης Ασιμόπουλος.

Στο Δημοτικό κρατούσε τη σημαία. Στο γυμνάσιο δεν τα ήθελε καθόλου αυτά και καθησύχαζε τους γονείς του καθώς τον έβλεπαν να μην διαβάζει”. Εγώ τα ξέρω, δεν παν να χτυπιούνται, εγώ θα γράψω στα γραπτά”. Είχε πολύ μεγάλη σιγουριά για τον εαυτό του. Οι καθηγητές του ήταν διχασμένοι. Και τον συμπαθούσαν αλλά και δεν τον ανέχονταν, γιατί τους έμπαινε στα ρουθούνια (τους κριτικάριζε με τον τρόπο του.)

Έφηβος ασχολήθηκε με το σχολικό θέατρο (όπου θέατρο ο Νικόλας μέσα), με τον αθλητισμό, με το ποδόσφαιρο (τον είχαν ζητήσει στο σύλλογο της Κοζάνης αλλά δεν πήγε). Έγραφε στίχους. Δημιουργούσε ποιήματα με αφορμές διάφορες (σχολείο, κοινωνική ζωή, πόλη, έρωτας). Οι καθηγητές του γνωμάτευσαν ότι είχε πρόωρη ωριμότητα. Πολλές εκδηλώσεις του σχολείου του και εκτός γίνονταν με πρωτοβουλίες του.

Τα σχολικά βιβλία του τα διάβαζε ολόκληρα και δεν τα ξαναδιάβαζε (ή έριχνε καμιά ματιά). Τελειώνει το Λύκειο τότε Πρακτικό-Κλασσικό (θετικά μαθήματα- θεωρητικά μαθήματα). Ο Νικόλας τελείωσε Πρακτικό, μα επέλεξε θεωρητικές επιστήμες. Φροντιστήριο δεν πάτησε. Μαθαίνει (για τις τελικές εξετάσεις) τελευταία στιγμή τα Λατινικά, (τότε) μόνος του και μπαίνει στη Φιλοσοφική Θεσσαλονίκης, τμήμα Νεοεληνικό (1967). Ήθελε να πάει για δημοσιογραφία. Τελειόφοιτος ή απόφοιτος Λυκείου στελνει κάποιο γραπτό σε εφημερίδα της Θεσσαλονίκης χρησιμοποιώντας για πρώτη φορά το ψευδώνυμο “Άσιμος”. Το πραγματικό του επώνυμο ήταν Ασιμόπουλος. Όμως σιγά-σιγά σαν φοιτητής καθιερώνει το “Άσιμος” σαν επίσημο, η ταυτότητα του μένει κάποια στιγμή στην Ασφάλεια, δεν την αναζητεί. ώσπου γύρω στο ʽ86 εκδίδει ταυτότητα σαν “Νικόλας Άσιμος”.

Από το ξεκίνημα του σαν φοιτητής θέλησε να ξαναδημιουργήσει το Φοιτητικό θέατρο με δική του αίθουσα (θέατρο) στο πανεπιστήμιο (υπόγειο Φιλοσοφικής σχολής). Ανέβασαν 4-5 έργα: Αριστοφάνη, Μένανδρο, (το 1971, ο “Φοιτητικός Θίασος” ανέβασε τους “Επιτρέποντες” του Μενάνδρου), Μολιέρο στο στρατιωτικό θέατρο (τότε). Με το ξεκίνημα της φοιτητικής του “καριέρας” αγοράζει την πρώτη του κιθάρα. Έπαιζε στις ταβέρνες με τις παρέες του. Την κουβαλούσε πάντα μαζί του. Ήταν αυτοδίδακτος. Στη Θεσσαλονίκη δημιούργησε τρεις μπουάτ. Παράλληλα αρχίζουν οι πρώτες του εμφανίσεις στο αναψυκτήριο του Λευκού Πύργου και μετά στο “Apple”. Ερχόταν αντιμέτωπος με τις “αρχές”, τη Χούντα, γιατί δεν δέχονταν καμμιά λογοκρισία στα τραγούδια του και στα λεγόμενά του. Κυνηγήθηκε και χτυπήθηκε άγρια στα κρατητήρια της ασφάλειας.

Το ʽ73 πήρε την πραμάτεια του και κατέβηκε στην Αθήνα για ανεύρεση καλύτερης “τύχης”. Εκεί κατά πρώτον ασχολήθηκε με το θέατρο (στη Θεσσαλονίκη τελείωσε μια ιδιωτική σχολή Δραματικής Τέχνης). Συμμετείχε στο έργο “Τσιρκολάνοι” του Γιώργη Χριστοφιλάκη που ανέβηκε στο Θέατρο “Στοά”. Μετά απʼ αυτό αρχίζει την καλλιτεχνική του “καριέρα” στην Αθήνα. Συνεργάστηκε με επώνυμους και ανώνυμους τραγουδιστές: Λήδα, Σπύρος, Ζωγράφος, Τζαβέλλας, Ζουγανέλλης, Μπουλάς, Αδριανός, Τόλης κ.α. Εμφανίζεται στην Πλάκα. σε συνεργασία με τραγουδιστές, ηθοποιούς, συνθέτες, παρουσιάζοντας έναπρόγραμμα με μουσική, κείμενα, σκετς και ντοκουμέντα κόντρα στο κατεστημένο: “5η εποχή”, “11η εντολή”, “Χνάρι”, “Μουσικό Θέατρο Φτώχειας”, “Σούσουρο”. Το πρώτο αυθεντικό μουσικό καφενείο, συνεργατικός θίασος μουσικών. Πολλά και γνωστά ονόματα ανάμεσα στους τότε συνεργάτες του : Γκαιφύλιας (το 1973), Τραντάλης, Πανυπέρης, Φινίκης, Μουζακίτης, Σπυρόπουλος κ.α. Η συνεργασία όμως χάλαγε στο ξεκίνημά της, λόγω του ασυμβίβαστου χαρακτήρα του. Ίδρυσε μόνος του πολλές μπουάτ (Πλάκα, Εξάρχεια και αλλού). Με το σχήμα “Για ένα πολιτικό καφενείο” δίνει παραστάσεις στον πεζόδρομο της Μνησικλέους για “να συμβάλουμε έμπρακτα κι εμείς οι καλλιτέχνες στην ανατροπή των καταπιεστών του λαού μας”. Δημιούργησε την “Exarchia Square Band” και συμμετείχε σε συναυλίες, εκδηλώσεις κοινωνικοπολιτικές, μουσικοθεατρικά σχήματα, θέατρο του δρόμου (στη Βουκουρεστίου), διάφορα δρώμενα. Συνεργάστηκε κατά καιρούς με πολλά σχήματα και καλλιτέχνες. Τα τελευταία χρόνια ήταν αρκετά κοντά με την Κατερίνα Γώγου.

Έγραφε πολλά τραγούδια που τα ηχογραφούσε σε κασέτες μόνος του (σε στούντιο φίλων του): η πρώτη του ήταν η “παράνομη κασέτα Νο 000001 - με το βαρέλι που για να βγει το σπάει” (συνολικά κυκλοφόρησε 8 διαφορετικές κασέτες). Τις κυκλοφορούσε(τις διακινούσε) ο ίδιος στα Προπύλαια, στο Πολυτεχνείο, στα Εξάρχεια, στο Μοναστηράκι, στο Λυκαβητό, στις διάφορες συναυλίες (έξω από το χώρο τέλεσής τους). Γύρω στο ʽ83 ανοίγει ένα μαγαζάκι στα Εξάρχεια, στην Καλλιδρομίου στο ύψος της Ζωοδόχου Πηγής (στον ίδιο χώρο σήμερα υπάρχει κάποιο cafe). Το ονομάζει “Χώρο προετοιμασίας”. Ήταν μαγαζί και σπίτι. Ήταν το πιθάρι του σύγχρονου Διογένη. Εκεί έγραφε, συνέθετε τα τραγούδια του, πουλούσε βιβλία, παιχνιδάκια για τα παιδιά, πρόχειρα κοσμήματα κατασκευής γνωστών του, κασέτες δικές του κυρίως, φωτιστικά, πήλινα, κάρτες παλιές και πολλά άλλα. Γύριζε με ένα ποδήλατο στο οποίο είχε δέσει ένα καφάσι για την μεταφορά της “δουλειάς” του και των ειδών του μαγαζιού του.

Από την “παράνομη” σχέση του με τη Λίλιαν Χαριτάκη γεννιέται το 1976 η κόρη του. Ήταν αντίθετος με τους θεσμούς της σημερινής κοινωνίας (γάμος, παιδεία, θητεία στο στρατό, εμπορικά κυκλώματα κ.λ.π.)

Το 1974 εκδίδει με τη ΛΥΡΑ - ZODIAC τον πρώτο του δίσκο 45 στροφών (Ρωμιός- Μηχανισμός).

Το 1983 κυκλοφορεί δίσκο 33 στροφών με την ΜΙΝΟΣ(“ΞΑΝΑΠΕΣ ΤΟ”).

Το 1980-81 γράφει ένα βιβλίο με τον τίτλο “ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΚΡΟΚΑΝΘΡΩΠΟΥΣ” και το κυκλοφόρησε σε ελάχιστα αντίτυπα (έκδοση “ανέκδοτο” απλή, πρόχειρη).

· Στρατιωτικό : 1978-79 Αρχίζει η διαδικασία για την επίτευξη του στόχου του “να μην υπηρετήσει”. Παίρνει οριστικά απολυτήριο- δεν ξέρω πότε- λόγω “ψυχο... συνδρόμου”. Απολυτήριο σχιζοειδούς ψυχώσεως: “Ψυχωσική συνδρομή σχιζοφρενικού τύπου” ή κατά το Νικόλα: “Σχιζοφρενοβλαβίωση”.

· 24/10/1977 Φυλακίζεται μαζί με 5 άλλους εκδότες-συγγραφείς. Αιτία: “εξέχουσες προσωπικότητες που επηρεάζουν” Σκοπιμότητα: εκλογές Νοέμβρη 1977

· 24/12/1977 Η αποφυλάκισή του.

Μια φορά νοσηλεύτηκε στο “ΔΑΦΝΙ” για ένα διάστημα λίγων ημερών, όπου οδηγήθηκε βίαια (ως συνήθως) ώσπου το 1987 οδηγήθηκε στις φυλακές του Κορυδαλλού με την κατηγορία του βιασμού γυναίκας (παλιάς φιλενάδας του). Από τότε αρχίζει ο ψυχολογικός κατήφορος του Άσιμου. Βγαίνει από τη φυλακή με χρηματική εγγύηση. Δε θα μπορέσει όμως να “χωνέψει” την κατηγορία αυτή. Η εκκρεμούσα δίκη μαζί με τα άλλα προβλήματα που ήταν πολλά, συσσωρεύτηκαν μέσα του, ξεπέρασε κάπου τον εαυτό του.

Έτσι στις 17 Μάρτη 1988 βρέθηκε κρεμασμένος σπίτι του. Ήταν η τελευταία του “Βόλτα”. Προηγουμένως είχε επανειλημμένα τηλεφωνήσει απεγνωσμένα σε φίλους...

Rakendytos

ΜΠΑΤΑΡΙΑ
Εκπορνεύεσαι κουρέλι στην μπορδελοκοινωνία
ξεπουλάς και την ψυχή σου για την υπεραφθονία
στην καρδιά σού βάλαν φρένα το μυαλό σου παίρνει βίσμα
για χιλιάδες σαν εσένα θα αρκέσει μια πρίζα.
Κι η πνευμονοκονίαση, κι η πνευμονοκονίαση
κι αυτή θα έχει πάψει
ρομποτανθρωπομήχανση και ξυπνοπνευματύπνωση
και χρυσωμένο χάπι.
Θα είσαι με μπαταρία
να εκτελείς εργασία
με σούπερ ενημέρωση, τροφή και διασκέδαση
θα πλέχεις σ'ευφορία.
Για κοιτάξτε με σακάτη
ένα έχω μόνο μάτι
μου ρουφήξατε το αίμα
μα ανυπόκριτο έχω βλέμμα.
Αποφασισμένος πάντα
στην προσωπικιά μου μπάντα
την ψυχή μου δεν πουλάω
και το δρόμο μου τραβάω.
Την πνευμονοκονίαση, την πνευμονοκονίαση
εγώ τη συζητάω
ρομποτανθρωπομήχανση και ξυπνοπνευματύπνωση
δεν θέλω να την φάω.
Ξερνάω τη μπαταρία
δεν εκτελώ εργασία
δεν θέλω ενημέρωση, τροφή και διασκέδαση
γουστάρω ελευθερία.
Ξερνάω τη μπαταρία
δεν εκτελώ εργασία
δεν θέλω ενημέρωση, κορσέ και διασκέδαση
γουστάρω ελευθερία.

ΤΟ ΠΑΠΑΚΙ
ΜΟΥΣΙΚΗ-ΣΤΙΧΟΙ:ΝΙΚΟΛΑΣ ΑΣΙΜΟΣ, ΕΡΜΗΝΕΙΑ: ΧΑΡΙΣ ΑΛΕΞΙΟΥ, ΔΙΣΚΟΣ: Ο ΞΑΝΑΠΕΣ
Έχω ένα παπάκι, να μου κάνει πα, να μου κάνει πάπαπα
κι ένα κουνελάκι που όλο μου κουνάει που όλο μου κουνάει
τα αυτιά
και δεν μου καίγεται καρφί, αν εσύ περνάς και δεν μου
ξαναμιλάς (δις)
Ίσως να ξανάρθεις όταν θα 'χω πια, όταν θα 'χω πια χαθεί
Κι ή θα με 'χουν θάψει, ή θα έχω μα ή θα έχω μαραθεί.
Κι ας μη σου καίγεται καρφί κι ας συνήθισες κι ας συνήθισες
κι εσύ [δις]

ΕΓΩ ΜΕ ΤΙΣ ΙΔΕΕΣ ΜΟΥ
Εγώ με τις ιδέες μου κι εσείς με τα λεφτά σας
νομίζω πως τα θέλετε μονά ζυγά δικά σας
δε θέλω την κουβέντα σας, ούτε τη γνωριμιά σας
Θα κτυπήσω εκεί που σας πονάει
κανένα δε θ' αφήσω εμένα να κερνάει
Θα με χρήσω ιππότη και τζεντάι
και άμα ξεμεθύσω σας λέω και γκουντ-μπάι
Και οι Θεοί σαν πείθονται
εάν υπάρχει ανάγκα
για πόλεμο δεν έκανα ποτέ εγώ τον μάγκα
και ούτε νεροπίστολο δεν έχω στην παράγκα
Θα τραβήξω τον δρόμο μου όπου πάει
κανένα δε θ' αφήσω εμένα να κερνάει
Θα κολλήσω κι όποιον με περιγελάει
χιλιάδες δυο αλήθειες ο πόνος μου γεννάει
Εγώ στα δίνω έτοιμα κι εσύ τα θες δικά σου
πληγούρα που σε έδερνε παρόλα τα λεφτά σου
και ούτε στο νυχάκι μου δεν φτάνει η αφεντιά σου
Δε σε παίρνει εμένα να κοιτάξεις
χωρίς καμμιά ουσία εσύ θα τα τινάξεις
Είσαι θύμα του νόμου και της τάξης
δεν ξέρεις καν το λόγο για να με υποτάξεις (δις)

ΑΜΑ ΣΕ ΛΕΓΑΝ ΒΑΣΩ
Άμα σε λέγαν Βάσω, θα ήταν μια χαρά
κι αν ήμουν ο Πικάσσο, θα σε ζωγράφιζα
Αν ήμουνα η Τζέην και ήσουν ο Ταρζάν
απ' το (Ελαλαμέην?) θα 'ρχόσουν στο Σουδάν
Άμα σε λέγαν κι αν ήσουν κι αν ήμουν
και σίτζι μίτζι χο τζί ριά (?)
Αν ήσουν Μαγγελάνος και ήμουνα νησί
αν ήμουν Ινδιάνος και ήσουνα στενή
Αν ήμουν ο Γαλάκος και ήσουν ο Μπουπλής
θα σού 'κανα μια τρίπλα και άιντε να με βρεις
Πάρε παρέα και κούνια ωραία
να είχες και κεραία
Εάν ο κόσμος είναι εύγευστη σούπα
το μεζεδάκι είμαι εγώ
μέσα, το μυστικό μου θα το μάθω ίσως
εάν και όταν φαγωθώ
Αν ήμουνα αρλούμπα κι εσύ παραμυθάς
να σού 'κανα μια τούμπα κι εσύ να μου γελάς
Αν ήμουνα θεούλης και ήσουν ο Χριστός
θα ήμουνα πατέρας κι εσύ θα ήσουν γιος
Άμα και άμα και θα και άμα
και να το θάμα (?)
Σαν περπατάς σ' αυτούς τους δρόμους να προσέχεις
να μην πατήσεις την σκιά σου
εκτός εάν και τούτη δεν την βλέπεις
οπότε πας και στην δουλειά σου
Αν ήμουνα τραγούδι κι εσύ ο στιχουργός
θα χόρευε τ' αρκούδι και ο δημιουργός
Αν ήσουνα ο Βούδδας κι εγώ οροσειρά
θα είχα την Νιρβάνα πιασμένη απ' την ουρά!

ΒΑΡΕΘΗΚΑ
Βαρέθηκα τη μίζερη μου φύση
κανένας πια δεν λέει να ξεκουνήσει
κανένας πια δεν λέει να ξεκουνήσει,
αναμφιβόλως, δεν με χωράει ο τόπος ρε παιδιά
Βαρέθηκα τα ίδια και τα ίδια
τα δάκρυα να κάνω μπιχλιμπίδια
τα λόγια μοναχά μας απομείναν κι οι θεωρίες
στην πράξη μας χαλάνε οι θεσμοί
Βαρέθηκα να λέω πως θ' αλλάξει
το σύστημα μας έχει επιτάξει
απόκληρα απομείναμε πουλάκια κυνηγημένα
με ξεπουπουλιασμένα τα φτερά
Απόκληρα απομείναμε πουλάκια
με ξεπουπουλιασμένα τα φτερά
Βαρέθηκα κι αυτό το μονοπάτι
ακόμα και σαν βρω κάνα κομμάτι
πως είναι δυνατό να μαστουριάζεις, εξήγησέ μου
άμα σου περιφράξαν την καρδιά
λαρα λαλα λαα λα
λαλα λα........
Για πες μου πως μπορείς και μαστουριάζεις
άμα σου περιφράξαν την καρδιά
Συνέχεια μου έρχεσαι από πίσω
δεν έχω πια το σάλιο να σε φτύσω
πως γίνεται στον ένα παλαβιάρη, εξήγησέ μου
κουτόχορτο χιλιάδες να βοσκάν
Πώς γίνεται στον κάθε παλαβιάρη
κουτόχορτο χιλιάδες να βοσκάν
λαρα λαλα λαα λα
λαλα λα......

Rakendytos

Η κηδεία του Νικόλα, έγινε το απόγευμα της Παρασκευής 18 Μαρτίου 1988 στο νεκροταφείο της Καλλιθέας στη Νέα Σμύρνη, παρουσία 200 περίπου ατόμων, σε μια εξαιρετικά φορτισμένη ατμόσφαιρα:

 - "Παιδιά να μην αφήσουμε να τον πάρουν τον Νικόλα τα 'κοράκια'..."

- "Δεν ήξερα, αγόρι μου, ότι είχες τόσους φίλους..."

- "Θα μας λείψεις, αλλά να είσαι σίγουρος ότι η ευαισθησία και η ανθρωπιά

    δε θα λείψει..."

- "Λέγανε ότι ήσουν απροσάρμοστος, μα εμείς ξέραμε ότι ήσουν ευαίσθητος..."

- "Νικόλα, γεια σου, σ' αγαπάμε..."

Τα έξοδα της κηδείας ανάλαβε ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου, φροντίζοντας λίγο καιρό αργότερα να τοποθετηθεί μία μαρμάρινη επιτύμβια στήλη αναγράφοντας τους στίχους του "Μπαγάσα".

Εντύπωση προκαλεί η ενασχόληση των μέσων ενημέρωσης με την αυτοκτονία, ενώ οι περισσότεροι δημοσιογράφοι ως αντικειμενικοί (όπως πάντα) κριτές κι επικριτές στολίζουν τα άρθρα τους με αρκετές  ανακρίβειες, λάθη και καταδίκες.


Το Φεβρουάριο του 1989 κυκλοφορεί ο πρώτος μεταθανάτιος δίσκος του Νικόλα, "Το Φανάρι του Διογένη", με τη συμμετοχή της Σωτηρίας Λεονάρδου. Ο δίσκος είναι βασισμένος στην "Παράνομη Κασέτα Νο 000008 - Στο Φανάρι του Διογένη" και τα τραγούδια κυκλοφορούν με καινούργια μείξη. Την επιμέλεια είχαν οι Δημήτρης Τραντάλης και Θύμιος Παπαδόπουλος, ενώ για την κυκλοφορία του δίσκου μεσολάβησε ο Β. Παπακωνσταντίνου παραμένοντας διακριτικά σε απόσταση. Παρόλη την αγάπη και τη συνολική δουλειά που συνοδεύει την κυκλοφορία αυτού του δίσκου, η αλήθεια είναι ότι έγιναν σοβαρές αλλοιώσεις σε μερικά από τα τραγούδια.
Στις 25 Ιουλίου 1989, καθορίστηκαν τα μεταθανάτια πνευματικά δικαιώματα από το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών, ορίζοντας ως κληρονόμους τους γονείς του, Λάζαρο και Μαρία Ασημόπουλου (50%) και την κόρη του Λίλιαν Χαριτάκη-Άσιμου (50%).

       Στα 1989, ο κρατικός ραδιοφωνικός σταθμός της Γερμανίας "WDR", αφιερώνει στα πλαίσια του προγράμματος "Οι Αιρετικοί του Κόσμου", μία τρίωρη εκπομπή για τον Άσιμο.

        Τα λείψανα του Άσιμου μεταφέρονται τελικά στη γενέτειρά του Κοζάνη το 1992 και φυλάσσονται έκτοτε στο οστεοφυλάκιο του κοιμητηρίου της πόλης.

Επίσης στην Κοζάνη έχει μεταφερθεί και εντοιχιστεί σε μία γωνιά μέσα στο κοιμητήριο και η επιτύμβια πλάκα με τους στίχους του "Μπαγάσα".  

       Το 1992, κυκλοφορεί ο δεύτερος μεταθανάτιος δίσκος του Νικόλα, "Στο Φαλημέντο του Κόσμου - Γιουσουρούμ", αυτή τη φορά με τη συμμετοχή του Β. Παπακωνσταντίνου. Την παραγωγή ανέλαβε ο Γιώργος Ψωμόπουλος και την ενορχήστρωση ο  Χριστόφορος Κροκίδης. Αποτέλεσμα, τα τραγούδια να έχουν μεν φρεσκάδα αλλά να απέχουν από το πνεύμα που χαρακτηρίζει τον Νικόλα Άσιμο.

       Στα 1997, ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου στον δίσκο "Πες μου ένα ψέμα ν' αποκοιμηθώ", ερμηνεύει 5 τραγούδια του Νικόλα.

Από τις εκδόσεις "Σιγαρέτα" κυκλοφορεί στα 1999 το βιβλίο του Δημήτρη Μπαγέρη "Ο διάσημος Νικόλας Άσιμος". Είναι μια μικρή έκδοση που περιέχει βασικά κάποιο αρχειακό υλικό για τον Άσιμο και σκέψεις του συγγραφέα.

       Αρχές του 2000 κυκλοφορεί από τις εκδόσεις "Νέα Σύνορα - Λιβάνη", ο βιογραφικός θησαυρός: "Γιώργου Ι. Αλλαμανή "Δίχως Καβάτζα Καμιά - Βίος και Πολιτεία του Νικόλα Άσιμου".

Το βιβλίο αυτό αποτελεί την καλύτερη βιογραφία Έλληνα καλλιτέχνη που κυκλοφόρησε ποτέ.

       Τέλος τον Απρίλιο του 2000 κυκλοφορεί και "επίσημα" πλέον, σε μια καλαίσθητη έκδοση σχετικά

κοντά στο πρωτότυπο (με ατυχή στιγμή το εξώφυλλο), από τις εκδόσεις "Βιβλιοπέλαγος",

το βιβλίο του Νικόλα Άσιμου "Αναζητώντας Κροκανθρώπους", σε επιμέλεια Μιχαήλ Πρωτοψάλτη.

 

 "Δεν υπάρχει σύμπαν

 Υπάρχουν μόνο στιγμές

Συμπαντικές στιγμές

Αν φτάσεις στην ακινησία

Μπορείς παντού να ταξιδέψεις..."

Rakendytos

Συνέντευξη 11-5-1987 στην Ελευθεροτυπία

στο Γιώργο Βιδάλη 10 μήνες πριν φύγει.

    “Είμαι πληνθέτης. Όπου οι άλλοι τοποθετούν συν και λέγονται συνθέτες, εγώ τοποθετώ πλην”.

    Νικόλας Άσιμος, 38 χρονών. Γράφει τραγούδια (μουσική και στίχους), τα τραγουδάει σχεδόν όλα ο ίδιος και τα εκδίδει σε δική του παραγωγή σε κασέτες. Πρόσφατη “αυτοπαραγωγή” του η κασέτα “Στο Φανάρι του Διογένη”, όπου τραγουδά κι η Σωτηρία Λεονάρδου, η πρωταγωνίστρια του “Ρεμπέτικου” του Κ. Φέρρη. Επίσης πέντε τραγούδια του ακούγονται στον καινούργιο δίσκο του Βασίλη Παπακωνσταντίνου “Χαιρετίσματα”.

    Οργίλος (“Ο βιασμός μου είναι η βία της απάθειάς σας”) και τρυφερός (“Αξίζει να ζουν σαν παιδιά εκείνοι που έχουν καρδιά”), φιλόσοφος (“Κάθε στιγμή είναι τελευταία. Χρειάζεται να κάνει το καλύτερο: να είσαι άψογος και ταπεινός”) και φιλότρελος (“Με κατηγόρησαν ότι είμαι γρήγορος. Αν ήμουν πιο αργός θα τα είχα καταφέρει”) ο Νικόλας Άσιμος είναι - όπως λέει ο ίδιος - αυτοεξόριστος. Διαφορετικός.

    “Όταν άκουσα τον Παπαδόπουλο να λέει “θα πατάξωμεν την αναρχία” αποφάσισα να γίνω η αναρχία που δεν πατάσσεται ποτέ. Γιατί η αναρχία είναι η αρχή του τέλους και το τέλος της αρχής, και δεν είναι ουτοπία”.

    Συλλέκτης έκτοτε…άγριου ξύλου, χουντικού (φοιτητής ων, με τις καταλήψεις στα υπόγεια της Φιλοσοφικής Σχολής της Θεσσαλονίκης) και μεταπολιτευτικού (επέτειος Πολυτεχνείου, δικτατορίας κ.α.), επισκέπτης μερικές φορές ευαγών ψυχιατρικών ιδρυμάτων, ο αυτοδίδακτος Άσιμος (έμαθε μουσική μόνος του παίζοντας για ένα διάστημα μέρα νύχτα κιθάρα) πρωτοεμφανίστηκε το ’71 σ’ ένα μπαρ στο Λευκό Πύργο. Τραγούδια τολμηρά, αντικομφορμιστικά (“Ο παπάς”, “Οι τιράντες”, “Αχ Μαρία” κ.α.) τα οποία θα συνεχίσει να λέει και να γράφει, όπως αργότερα στην Πλάκα, στην “Πέμπτη Εποχή” με το Θανάση Γκαϊφύλια και τον Πάνο Τζαβέλα.

    Ερέθισμα αυτής της συζήτησης για μας, ήταν το άκουσμα για πρώτη φορά των τραγουδιών του, των καινούριων αλλά και παλιότερων. Ένας ποικιλόμορφος μουσικός ήχος (μπαλάντες, ροκ, λαϊκά, κ.α.) κι ένας πικρός σαρκαστικός στίχος, που βάλλει εναντίον του κατεστημένου. Υπάρχει ακόμη στον στίχο του μια απελπισμένη γενναιότητα, ένας πληγωμένος ή ανεκπλήρωτος έρωτας. (“Είναι πανάκριβο στο λέω ν’ αγαπάς”, “Παραδόξως αγαπάω εμένα όπως εσένα”, “Δεν θέλω καρδιά μου να κλαις”, το παλιό τρυφερό “Παπάκι” που τραγούδησε η Χάρις Αλεξίου κ.α.).

    Τον Άσιμο, που ζει μόνος του σαν σύγχρονος Διογένης σ’ ένα πιθάρι-δωμάτιο 2Χ3, τον συναντήσαμε στο μαγαζί που έχει φτιάξει τα τελευταία χρόνια μπροστά από το “σπίτι” του (βιβλία, αφίσες, παιχνίδια), στην οδό Καλλιδρομίου, στα Εξάρχεια. Δυο μέρες πριν μας είχε φέρει στην εφημερίδα τη μουσική πραμάτεια του, κρατώντας επίσης μαζί του μια απόχη με τον πλανήτη (μια υδρόγειο σφαίρα) που προσπαθεί από καιρό…να σώσει.

    Χειμαρρώδης, αχαλιναγώγητος στη συζήτηση, με λογοπαίγνια, χιουμοριστικούς αφορισμούς και εκλάμψεις, τα βάζει με όλους και με όλα. Μη τον πάρετε στα σοβαρά αλλά ούτε και στα αστεία. Αφουγκραστείτε τον. Κι αν φαίνεται ανεξέλεγκτος στην κουβέντα, την οποία άνοιξε μόνος του πριν καν ακούσει το πρώτο ερώτημα.

 

Να διαλύσω το έθνος

 

    Αναλαμβάνω την ευθύνη να μου κάνει μήνυση όλος ο ελληνικός λαός, αν υπάρχει.

    Γιατί;

    Έχω σκοπό να διαλύσω το έθνος, μπας κι αποκτήσει συνείδηση.

    Γιατί βγάζεις τα τραγούδια σου σε κασέτες σαν αυτοπαραγωγός; Δεν τα βρίσκεις με τις εταιρίες;

    Με στήνουν, με κοροϊδεύουν. Όλοι κοιτάνε να φάνε το ζουμί από μένα. Γι’ αυτό όλα, ακόμα κι ο μοναδικός δίσκος που έχω βγάλει με σήμα το βουβάλι, δική μου παραγωγή είναι. Τον έδωσα για εκμετάλλευση στο υποκατάστημά μου στη “Μίνως”.

    Μπορεί να μην έχω μία αλλά έχω μέγιστη σοφία και στο εξής εγώ θα κυβερνώ το χρήμα. Γιατί εγώ ξέρω που θα το δώσω κι έχω σκοπό στο πρόγραμμά μου να ξαναφτιάξω τις αρχαίες μου τριήρεις και να βάλω κωπηλάτες τα πρεζάκια κι όλους τους ψυχοφαρμακωμένους. Τους δε ψυχίατρους θα τους πετάξω στη θάλασσα σαν σαβούρα.

    Είσαι περιθωριακός; Αισθάνεσαι λίγο Διογένης, όπως αυτός της κασέτας σου;

    Κατ’ αρχήν δεν υπάρχει περιθώριο. Το ‘χει φάει ο…πράσινος πετροφάγος, που θα φάει και το γιο μου το Διονύση, που εκμεταλλεύεται το περιθώριο. Ό,τι λέω το ‘χω κάνει. Έχω γίνει ο ίδιος ο Διογένης. Όχι μονάχα στα λόγια μα στην πράξη και στο είναι. Κι ο Μέγας Αλέξανδρος υπήρξε μπούφος! Θα τον είχα κι αυτόν κωπηλάτη στις αρχαίες μου τριήρεις, αν μπορούσε να λύσει το Γόρδιο Δεσμό με την ψυχή του κι όχι με το σπαθί του. Ένα από τα αρχαία μου ονόματα είναι Πέπλος, Μυστήριος και Γρίφος. Είμαι ο Γόρδιος Δεσμός σας. Πολεμήστε να με λύσετε, αλλά με την ψυχή σας και την καρδιά σας κι όχι με το σπαθί σας.

Να μιλήσουμε για ταυτότητα των τρ…

    Ταυτότητα τώρα έχω βγάλει, τώρα έγινα Έλλην υπήκοος. Μου την είχαν πάρει. Την βλέπεις; Άνευ θρησκεύματος (τη δείχνει). Αυτό που πιστεύω είναι το αρχαίο δωδεκάθεο των Ελλήνων.

    Τι αμφισβητείς, τι ψάχνεις μέσα από τα τραγούδια σου;

    Γυρεύω “ανυπότακτες ματιές”, όπως λέω σ’ ένα απ’ αυτά.

    Ακούγονται στο ραδιόφωνο ή στην τηλεόραση;

    Πολεμάω μ’ έναν άνθρωπο που είναι μεγάλος μου εχθρός, τον άνθρωπο που ελέγχει τα δίκτυα. Αλλά όταν τον βρήκα στο δρόμο, κατάλαβα ότι είναι γεννημένος μπούφος κι όχι μπούφος μέσα στον μπούφο όπως είμαι εγώ. Είναι ένας απλός δημόσιος υπάλληλος κι όταν τον ρώτησα γιατί μ’ απαγορεύεις και του μίλαγα για τον άνθρωπο που ελέγχει τα δίκτυα αυτός κατάλαβε λάθος και νόμιζε ότι εννοούσα το τερματοφύλακα της Εθνικής, που έφαγε γκολ εκείνη τη στιγμή…Δεν αφήνουν τραγούδια μου στο ραδιόφωνο όπως το “Καταρρέω”, ο “Σάλιαγκας” ή το “Βενσερέμος” που λέει ο Παπακωνσταντίνου.

    Υπάρχουν διάφορα είδη μουσικής στα τραγούδια σου. Πως τα συνδυάζεις όλα αυτά;

    Όλες οι μουσικές είναι ένα κι ένας καλλιτέχνης όταν είναι τίμιος και καθαρός έχει δικαίωμα να περνάει μ’ οποιαδήποτε μουσική θέλει - αν μπορεί και να τη φτιάξει - μηνύματα στον κόσμο. Απλώς δεν έχω τα μέσα να τα κάνω όπως θέλω.

    Έχεις τόσα όργανα, τόσους μουσικούς σ’ αυτά. Τους πληρώνεις ή έρχονται αφιλοκερδώς;

    Τους έχω πληρώσει και με το παραπάνω εκτός από δύο τρεις που είναι εντάξει παιδιά, έρχονται αφιλοκερδώς, όπως π.χ. ο Θύμιος Παπαδόπουλος. Μια τέτοια παραγωγή σε λεφτά, άσε τον κόπο και την υπερεργασία, την πληρώνω δέκα φορές παραπάνω από οποιαδήποτε εταιρία. Δεν εξαπάτησα κανένα, ό,τι έχω πει το έχω κάνει.

Επιβιώνεις με τη μουσική; Πως τη βγάζεις;

    Με εκατομμύρια χαμαλίκια από άλλες δουλειές. Μέχρι φούσκες για τα πιτσιρίκια πουλάω.

    Στους στίχους σου υπάρχει σαρκασμός αλλά και τρυφερότητα. Πέρα από την εξουσία υπάρχει κι ο έρωτας. Πως συνδυάζεται στην ψυχοσύνθεσή σου;

    Δεν βρέθηκε ποτέ καμιά γυναίκα να μ’ αγαπήσει κι ούτε να μου κάνει καμιά δουλειά.

    Τι δουλειά;

    Ένα αυγό τηγανητό, ας πούμε. Μ’ έχουν εκβιάσει όλες μέχρι θανάτου. Γιατί όλες είναι σκλάβες γεννημένες, προτιμάνε τα χαρέμια. Γι’ αυτό παν απ’ τη μια με τους παπάδες και την άλλη με τους δερβισάδες. Είναι πουλημένες, ειδικά οι φεμινίστριες.

    Γιατί ειδικά οι φεμινίστριες;

    Όταν πήγα το ’81 να κάνω κατάληψη στο Άγιον Όρος είχα μαζί μου 15 φεμινίστριες. Αυτές πήγαν με τους καλόγερους και μένα κόντεψαν να με σκοτώσουν.

    Σ’ ενοχλεί ότι είσαι άγνωστος στο ευρύ κοινό;…Άσημος εμπορικά;

    Είμαι ο πιο εμπορικός απ’ όλους. Αν υπάρχει μια συνωμοσία γύρω μου, είναι γιατί φοβούνται τη δύναμή μου. Όλοι είναι βολεμένοι και με νομίζουν ίδιο μ’ αυτούς, μπας και τους φάω τη θέση. Η συνέντευξη που δίνω δεν απευθύνεται σε κομπλεξικούς. Δεν θα φάω τη θέση κανενός. Τον πλανήτη προσπαθώ να ελευθερώσω. Να διαλύσω όλες τις πολεμικές βιομηχανίες, να γκρεμίσω τα τρελάδικα και να κάνω τις εκκλησίες μαγειρεία.

Εκτός από κριτική κάνεις και αυτοκριτική;

    Πάντα αυτοσαρκάζομαι. Όταν με λέω μπούφο, πατάτα, σκόρδο και κρεμμύδι. Όταν με λέω γυναίκα, αλλά ποτέ γυναικωτό. Τον εαυτό μου τον έχω αυτοκρίνει όσο κανένας άλλος.

    Σε τι πιστεύεις;

    Στη γενεσιουργό αιτία που τη θυμήθηκε κι εκείνος ο Παρμενίδης που είχε πει: “Εν το παν”. Όλα τα γενεαλογικά δέντρα Εβραίων, Πόντιων, Θιβετιανών, Ινδών, όλες οι θρησκείες, ανατολικές και δυτικές, βόρειες και νότιες, που βασίζονται όμως σε γενεαλογικά δέντρα και σε φοβερή αλληλεγγύη, προσπαθούσαν να βρουν τον έναν, τον ελευθερωτή. Είτε Χριστός λεγόταν, είτε Βέγγος. Αλλά είμαι πιο αρχαίος απ’ αυτούς, γιατί ξέρω ότι το σύμπαν είναι μια τελεία, η οποία γίνεται γραμμή. Γι’ αυτό μια τελεία να τελειώνει, μία γραμμή τα ξαναρχίζει. Η γενεσιουργός αιτία δεν είναι καν η Εύα, ούτε ο Αδάμ. Γιατί υπήρξαν κότες κι όχι ελευθερωτές.

    Υπάρχουν κάποιοι σημαντικοί άνθρωποι που σε επηρέασαν;

    Προσπάθησα να καταλάβω τον Ηράκλειτο, τον Διογένη, τον Παρμενίδη, τον Οιδίποδα, τον Διγενή Ακρίτα.

    Κι ο πατέρας του αναρχισμού ο Μπακούνιν;

    Μπακούνιν, Μαρξ, Λένιν είναι μούμιες, όπως όλοι οι αρχαίοι Αιγύπτιοι Φαραώ.

    Αυτά που ονειρεύεσαι τα έχεις ποτέ βιώσει;

    Έχω γίνει γήπεδο και παίξανε όλοι στο κορμί μου και στο είναι όλα τα παιχνίδια των αιώνων, αλλά η πνοή μου θα γενεί το ηφαίστειο της βροχής. Κι έχω μια τελευταία επιθυμία. Γιατί ένα πολέμαρχος πάντα την έχει: Αν με σκοτώσει κάποιος, γιατί δεν πρόκειται να σκοτωθώ μονάχος, ούτε ν’ αυτοκτονήσω, όπως προσπάθησαν μερικοί να με δηλητηριάσουν πληρώνοντας τους απατεώνες γιατρούς τους, θέλω να με ξεχάσετε όλοι. Κι ούτε ποτέ ν’ αναφέρετε το όνομά μου, γιατί δεν θέλω καμία στρέβλωση και καμία δολοφονία στο όνομά μου.

    Νιώθεις ριγμένος, ξένος με τους συνανθρώπους σου;

    Σε εκατό μαγαζιά έχω δουλέψει και δεν έχω πάρει φράγκο. Έχω τρέξει σε εκδηλώσεις για τον κάθε κυνηγημένο κι αδικημένο και δεν έχω ακούσει καλή κουβέντα. Τώρα ο εαυτός μου αγωνίζεται να θεραπεύσει τις τελευταίες του πληγές που έχουν μείνει.

    Πάντως, εξακολουθώ να λέω ή η κοινωνία θα προσαρμοστεί σε μένα ή εγώ σ’ αυτήν!

Rakendytos

Αποσπασμα από το βιβλίο του Άσιμου

“Αναζητώντας Κροκανθρώπους” 1981
 
“Ονομάζομαι Νικόλας Άσιμος

Ουχί Νίκος ουδέ Νικόλαος

Νικόλας και το “Άσιμος” με γιώτα

Ουχί Ασίμος. ουδεμίαν σχέσιν έχω με τον Ισαάκ Ασίμωφ.

Τώρα θα μου πεις, γιατί το “Άσιμος” με γιώτα.

Γιατί όταν λέμε “ο τάδε είναι άσημος τραγουδιστής…” η λέξη “άσημος” παίζει το ρόλο επιθετικού προσδιορισμού στη λέξη “τραγουδιστής” και γράφεται με ήτα.

Ενώ το “Άσιμος” είναι όνομα ή καλύτερα επώνυμο και ουχί ο επιθετικός

προσδιορισμός του εαυτού μου.”

 

“Τα ζώα μπορεί να φωνάζουνε και να μπλακώνονται στις μπουνιές.

Ποτέ όμως δεν χρησιμοποιούν τη σπιουνιά, τους μπάτσους, ή άλλα συγγενή ζώα

για να λύσουν τις προσωπικές τους διαφορές, πράγμα που συνηθίζεται στην κοινωνία

των ανθρώπων, που δεν είναι δυστυχώς ζώα.

Η κοινωνία των ανδρών είναι σιχαμερή.

Η κοινωνία των γυναικών το ίδιο.

Ζήτω η κοινωνία των παιδιών και των ζώων όχι όλων.

Αυτών που δεν έχουν αποχτήσει ακόμη ανθρώπινες συνήθειες.”

 

“Θα μπορούσα νάχα πράξει αλλοιώς και να μην υπήρχε το χαμαλίκι. Αλλά το ξέρω

τότε δε θα μπορούσα τίποτα να κάνω.  Γιατί δε θάμουνα εγώ.

Γιατί θα ήμουν σαν εσάς τους κάλπικους φονιάδες.

Γιατί θα ήμουν σαν εσάς τους φοιτητές, τους κώλους και τους χέστες.

Γιατί θα ήμουνα και γω σαν τους αριστερούς, σαν τους “αναρχικούς” και τα πρεζόνια.

Γιατί θα ρούφαγα ακόμα από τη μαμά και το μπαμπά.

Γιατί θα ρούφαγα τους γύρω.

Γιατί στα λόγια θα ‘μουνα ο πρώτος του χωριού ο γκράντεπαναστάτης.

Γιατί θα ήμουν σαν και σένα πούστη.

Γιατί θα ήμουν σαν και σένα φεμινίστρια κουφάλα.

Γιατί θα τάθελα όλα και γω δικά μου.

Γιατί θα μ’ ενδιέφερε να μη μου πέσει η μύτη.

Γιατί θα φόραγα και γω το προσωπείο.

Γιατί θε νάχα τόνα πόδι εδώ και τάλλο απ’ την άλλη.

Γιατί στο πρώτο ζόρι θάχα να καταφύγω σ’ αυτούς που μούναι ξένοι και δικοί.

Γιατί θα ήμουν κόσμος, κόσμος μες στον κοσμάκη.

Γιατί δε θάμουνα εγώ.

Το προτιμώ το χαμαλίκι.”

 

“Δεν έδωσα σε άλλον

τα κλειδιά

ούτε του σπιτιού μου

ούτε της καρδιάς μου

Αρνήθηκες να τα πάρεις

Φοβήθηκες μήπως

σου ξεκλειδώσω

τη δική σου

καρδιά.”

blue-roses

Δε θέλω καρδιά μου να κλαις        
 
Δε θέλω καρδιά μου να κλαις για όσα περάσαμε χθες,
χαλάσανε τόσα πολλά μα βρες μονοπάτι ξανά,
δεν ξέρει ο κόσμος να ζει, κατέβα να πάμε πεζοί,
εκεί που καθένας ζητά να βρει τη μιλιά του ξανά.

Τον πόλεμο μισώ κι απ' τη ζωή αποζητώ,
να μη μου μείνει μόνο το παράπονο
κι ας ήταν μια φορά να μ' είχες πάρει αγκαλιά,
το ξέρω σου ζητώ πάρα πολλά.

Δε θέλω καρδιά μου να κλαις για όσα περάσαμε χτες,
δανείσου κι εσύ μια φορά και βρες μονοπάτι ξανά
κι αν χάνεις αυτό που σε ζει δεν έφταιξες μόνον εσύ,
αξίζει να ζουν σαν παιδιά εκείνοι που έχουν καρδιά.

Τον πόλεμο ζητώ για μια ζωή που δεν τη ζω,
να μην μου μείνει μόνο το παράπονο
κι ας ήταν μια φορά να δεις μικρέ μου φουκαρά,
πως μαλακώνω σαν δε μου μιλάς σκληρά.

Τον πόλεμο μισώ κι απ' τη ζωή αποζητώ,
να μη μου μείνει μόνο το παράπονο
κι ας ήταν μια φορά να μ' είχες πάρει αγκαλιά,
το ξέρω σου ζητώ πάρα πολλά.

 

blue-roses

Δε μου 'χει μείνει φωνή        
 
1. Δε μου 'χει μείνει φωνή, δε μου 'χει μείνει λαλιά
Και μου χρειάζεται καινούργια καρδιά.

Δε μου 'χει μείνει παλμός και κάπου χάνει ο ρυθμός
Στην καθημερινή μιζέρια αραχτός.

2. Καλοκαιράκι γλυκό σε βαποράκι να μπω
Για ταξιδάκι παραθεριστικό.

Να γίνω έτσι κι εγώ φρικιό καλοκαιρινό
Να μοιάζω φρούτο εποχιακό.

3. Σε κυνηγάω ζωή και δε θα κάνω στροφή
Ποθώ την έκρηξή σου την πρωταρχική.

Μα όλα γύρω ταμπά, μπαχά και θανατερά
Με καθηλώνουνε καμιά φορά.

 

blue-roses

Δεν αποκαρδιώθηκα        
 
Δεν αποκαρδιώθηκα
Στις κακουχίες γυμνώθηκα
Και στο κορμί μου σας χώρεσα
Τα κρίματά σας συγχώρεσα.

Ένα καράβι σας φτιάχνω 'γω
Να 'ναι απ' αθάνατο νερό
Να πολεμήσεις για να το βρεις
Ύπνο δικαίου μην κοιμηθείς.

Χωροφυλάκοι και οι γιατροί
Θα σκουντουφλάνε στη διαδρομή
Μόνο οι ανθρώποι οι πιο απλοί
Κι όσα απ' τα ζώα έχουν φωνή.

Τα μονοπάτια είναι πολλά
Μα είναι λίγα τα αυτά που 'χουν καρδιά
Εγώ πηδάω κι απ' το γκρεμνό
Τα κάγκελά μου τα καταργώ.

 

blue-roses

 Δεν πα να μας χτυπάν        
 
Δεν πα να μας χτυπάν με όλμους και κανόνια
Δεν πα να μας χαλάν τα πιο όμορφά μας χρόνια
Κι αυτοί που μας μιλούν πως θέλουν το καλό μας
Ποτέ τους δεν ακούν το δίκιο το δικό μας

Δεν είναι αυτή ζωή κι από τ' αφεντικά μας
Δεν είναι ανθρώπινα τα μεροκάματά μας
Αυτοί καλοπερνούν και 'μεις αγωνιάμε
Αν θά 'χουμε δουλειά για να 'χουμε να φάμε

Το δίκιο μας εμπρός να βγάλουμε στους δρόμους
Μπουρλότο και φωτιά σε κράτος κι αστυνόμους
Τον ξέρουμε καλά της γης μας τον αφέντη
Μας έμαθε πολλά το αίμα του Νοέμβρη

Δε πα να μας χτυπάν με όλμους και κανόνια
Δεν πα να μας χαλάν τα πιο όμορφά μας χρόνια
Θα βάλουμε μπροστά τη μαύρη και την κόκκινη σημαία
Για μας, για μια ζωή πιο λεύτερη πιο νέα

"Πάνω στα ματωμένα πουκάμισα των σκοτωμένων
Εμείς καθόμασταν τα βράδια
Και ζωγραφίζαμε σκηνές απ' την αυριανή ευτυχία του κόσμου."

Έτσι γεννήθηκαν οι σημαίες μας.

Θα βάλουμε μπροστά τη μαύρη και την κόκκινη σημαία
Μ' αγώνα η λευτεριά μας είναι αναγκαία.

 

blue-roses

Μην καρτεράτε        
 
Μην καρτεράτε άλλο πια, σπάστε της πείνας τα δεσμά
Να βγάλουμε απ' τη πέτσα μας και το λουρί απ' το σβέρκο μας
Ως πότε θα πεινάμε και θα τους προσκυνάμε;

Κι όσοι μας λεν, σιγά-σιγά, των μπουρζουάδων η ουρά
Γοργά κι αυτοί βολεύονται, με τους αστούς μπερδεύονται
Μας γιόμισαν πομόνια (;) τα μπλε τους πανταλόνια.

Τόσα χρονάκια φοβερά δεν τους αλλάξαν τα μυαλά
Μας τραγουδάνε κι άσματα για της βουλής τα πλάσματα
Να φύγει ο Αβέρωφ και να 'ρθει ο Αγγέλωφ.

Εργάτες σκλάβοι και παιδιά, νάτην, ξυπνά κι η αγροτιά
Της γης οι προλετάριοι μαζί μας ξεσηκώνονται
Μονάχοι μας ραγιάδες, ωσάν κι εμάς χιλιάδες.

Μην καρτεράτε άλλο πια, σπάστε της πείνας τα δεσμά
Να βγάλουμε απ' την πέτσα μας και το λουρί απ' το σβέρκο μας
Το δίκιο είναι δικό μας.

Αυτό αλήθεια, ήταν το πρώτο μας ξύπνημα
Αυτή η πρώτη σπίθα που καίει τις καρδιές
Αυτά τα πρώτα μας τραγούδια που μας ενώνουν στον αγώνα.
Αυτοί οι πρώτοι μας νεκροί
Κι αυτοί που χάραξαν το δρόμο από παλιά.
Για όλα αυτά η νίκη είναι δικιά μας.

Όλο και πιο πολύ φουντώνουν οι γραμμές μας
Γινόμαστε ποτάμια, ωκεανοί που σφίζουνε από ζωή κι ελπίδα
Αυτά τα πρώτα μας χαμόγελα μιας γης ευτυχισμένης
Αυτά τα πρώτα σκιρτήματα της λευτεριάς
Για μας, για τις γενιές που θα ‘ρθουνε πιο ζωντάνες
Και πιο σπινθηροβόλες μεγαλωμένες στον αγώνα μας.
Για το σοσιαλισμό.
Για την κατάργηση της εκμεταλλεύτριας τάξης των μπουρζουάδων
Για το ξεπάστρεμα του ερυθρού γραφειοκράτη
Και των μηχανισμών της κρατικής επιβολής.

Καρδιά μου, μη βαρυγκωμάς.
Ακόμα κι αν χαθούμε, τα παιδιά μας θα καταργήσουν τις τάξεις
Και θα συνεχίσουν τον αγώνα μας
Θα καταργήσουνε τα σύνορα, πολέμους και πατρίδες
Ώσπου να μη φυτρώνουνε ποτέ στη γης αγκάθια
Και δηλητηριώδη φίδια και ρωγμές, που να πίνουνε το αίμα των θνητών
Και που κι αυτά, ουχί από θεόν αλλά από θνητόν σπορά τραφήκαν.

Για την πλέρια ευτυχία της ανθρώπινης ανάγκης
Όπου δεν θα είναι δυνατόν ο ένας να εκμεταλλεύεται τον άλλο
Όπου δεν θα είναι δυνατόν ο ένας ν' αποφασίζει κι άλλοι να εκτελούν.

Για την πλέρια ευτυχία της ανθρώπινης ανάγκης
Όπου είναι τ' όνειρο η ζωή.
Θέλεις το λες κομμουνισμό, δεν θέλεις, αναρχία.
Όλοι μαζί, όλοι μαζί μας στον αγώνα
Το δικό μας, το δικό σας, τον κοινό μας τον αγώνα.
Όλοι μαζί για να γευτούμε κάθε στιγμή της έκρηξης.

Μην καρτεράμε άλλο πια

blue-roses

Ο άτριχος πίθηκος        
 
Το 'χα τρακάρει και το 'χα αγαπήσει
ήσουν παιδούλα κι όλο ζωντανή
μα ποια σου χάρις και ποιος θα σε γνωρίσει
δε φτάνει να 'σαι μοναχά παιδί.
Και στα ντουβάρια ακόμα κι αν μιλάω
την αορτή μου βγάζω στο κλαρί.

Ατριχέ μου πίθηκε, αχανής, είν' η μπαμπεσιά σου,
ηρωίνωσες το LSD απ' την ΄΄αγνοιά σου
κι απ' τη δειλία σου που είναι δικαστής.
Εμείς έχουμε ιστορία, πολεμήσαμε στην Τροία
και 'συ μου 'γινες πρεζόνι και σε πήρε το βαγόνι.
Που πας ξυπόλητη μωρή στ' αγκάθια.

Βρες τη δύναμή σου κι έλα
έΛεγχο θέλει κι η τρέλλα
εγώ έχω καθαρίσει
και αυτό ίσως βοηθήσει.

Στης απουσίας σου λιώνω την ουσία
αναστενάρισά μου μη χαθείς
στο πάντρεμα με την ανυπαρξία
δε φτάνει να 'σαι μόνο χασικλής.

Και μια στιγμή να σπάσεις τα ντουβάρια
τη δύναμή σου κράτα σταθερή
άτριχέ μου πίθηκε, η αυγή,
δείχνει τα τσιμέντα
μένει η ύπαρξή σου ορφανή
μένει κι η πατέντα
που σου επέβαλε να μείνεις αριθμός.

Εμείς έχουμε ιστορία πολεμήσαμε στην Τροία
και 'συ μου γινες πρεζόνι
κούφια η ώρα που μας ζώνει
ανυπερθέτωσαν αι δυσκολίαι...

 

Απ'τα αγαπημένα μου

blue-roses

 Όλοι δηλώνετε ιδιότητα        
 
Όλοι δηλώνετε ιδιότητα,
καταναλώνετε ποσότητα,
και μου στερείτε τον ήλιο.
Κι εγώ δεν έχω καν ταυτότητα
κι αν είμαι μια μηδαμηνότητα,
φτιάχνω δικό μου βασίλειο.

Αν μου ξηγιόσουνα αλάνικα,
τραγούδια μεξικάνικα,
θα σου ‘φτιαχνα πολλά.
Και ξεπερνώ τη Λολομπρίτζιτα,
σαν το ‘ριξα στη βίζιτα,
αντικανονικά.

Δεν χαμπαριάζετε ρε μόμολα,
όταν σας έδινα τα πόμολα,
να διαλύστε τον τοίχο.
Κολλήσατε στο μποτιλιάρισμα
κι ας σας το 'χα κάνει χάρισμα,
να ξεπεράστε τον φρίκο.

Κι αν η ζωή σου θέλει βλήματα,
τελειώσανε τα θύματα
και πάλι απ' την αρχή.
Θε να σε φτιάξω εγώ αθάνατη,
παράτα τη και γάμα τη,
τη σχετική ζωή.

Ρε μη μου πια τους κύκλους τάραττε,
σιγά το χάρτη τρισκατάρατε
και μια πορδή μου θα φτάσει.
Και σαν ο πεντεφρής σου σε πονεί,
Θε να του βάλω λουκουμόσκονη,
να λουκουμιάσει η πλάση.

Εσύ ξεφούσκωνες τα λάστιχα,
σε γράψαν στα κατάστιχα,
των τεντυμποϊστών.
Κι εγώ έχω γίνει γομολάστιχα,
που σβήνει τα τετράστιχα,
ανθρώπων και θεσμών.

 

blue-roses

Πάλι στην ξεφτίλα        
 
Πάλι στην ξεφτίλα
Κι είχες μια σκασίλα
Αποδοχή χωρίς υποταγή
Γι' αυτό δεν κλαίω ούτε γελώ
Μα από τον κόσμο ασφυκτιώ
Λέω να φτιάξουμε παράνομο σταθμό
Να διαδώσουμε σ' αυτούς
Τους γκαντεμιάρικους καιρούς
Να μη σκοτώνουνε τους διαφορετικούς.

Πέφτεις στη μαρμίτα
Αιωνίως πίτα
Κοντολογίς ωσάν τον Οβελίξ
Μιας κι έχεις μέσα σου φωτιά
Να μη σ' αγγίζει η φθορά
Και να μπορείς ν' αναταράζεις τα νερά
Γι' αυτό στο δρόμο της ζωής
Τράβα σαν άλλος Μωϋσής
Αλλά χωρίς να σε ακουλουθεί κανείς.

Μια ζωή εντάξει
Κι είμαι σαν αμάξι
Όποιος μπορεί το χρησιμοποιεί
Γι' αυτό δεν κλαίω ούτε γελώ
Και από τον κόσμο ασφυκτιώ
Να αγνοήσετε τον άνθρωπο αυτό
Μα διαδώσατε σ' αυτούς
Τους γκαντεμιάρικους καιρούς
Να μη σκοτώνουνε τους διαφορετικούς.

 

blue-roses

Πουτσόμουνο - SONATA AMANES - Μουνακόπουτσα        
 
Θλιβερής μνημοκληρονομιάς των ερώτων μας ο μαμωνάς
Αναπαραγωγή της ψευτιάς, ξεχασμένη η αλήθεια για μας.
Το ξέρω σας αρέσει η βιδωμένη σχέση
Ο εαυτός σου φρίκη στον άλλον να ανήκει.

1. Φαλλοκράτης δεν ήμουνα 'γω
Κι ας μου μίλαγες πάντα γι' αυτό.
Φεμινίστρια ήσουνα σύ
Επαναστατημένη γυνή.

Ενοχές μου φορτώνεις συχνά
Για των αρσενικών τα σκατά
Δεν ανέχτηκες μία φορά
Να σου θίξουνε τα θηλυκά.

Θα φύγω και με χάνεις
Να ιδούμε τι θα κάνεις
Θα φύγεις θα με χέσεις
Αυτά γεννούν οι σχέσεις.

Όχι δε θα μαλώσω πια
Το προτιμώ χωρίς δεσμό.

2. Θλιβερό και γομάρι με λες
Και τα πάντα δικά σου τα θες
Κι όλο ξύνεις και ξύνω πληγές
Κι όσο φταίω κι εσύ τόσο φταις.

Ανασφάλεια νιώθεις εσύ
Παρομοίως κυρά μου κι εγώ
Κι αν εσένα σε βλέπουν μουνί
Και εμένα με βλέπουν φρικιό.

Πανάθεμά σε φύση
Γεννήσαμε κορίτσι
Κι εσύ σαν τη μαμά σου
Το θες ομοίωμά σου.

Γιατί σώνει και καλά τη φαλλοκρατία
Να την αντιστρέψουμε σε αιδοιοκρατία.
Δεν χρειάζεται τόσο πια το μένος
Καταργείστε τα τους ρόλους και το γένος.

3. Όταν μ' έσερναν για το στρατό
Μου 'πες πρόβλημα είν' ανδρικό
Κι επιτέλους κατάλαβα 'γω
Το μοντέρνο σας φεμινισμό.

Μου ζητάς σιγουριά στ' αγαθά
Σύ και 'γω κι αισθημάτων σκλαβιά
Και Κατίνα σε είπων μαθές
Κι απ' το σπίτι με πέταξες δες.

Και σύ με είχες είπει
Βρωμιάρη και αλήτη
Σαν πιάνεις τη μουρμούρα
Βουτάω την κουμπούρα.

Όχι δε θα μαλώσω πια
Το προτιμώ χωρίς δεσμό.

4. Κι αν μ' έχουν κόψει φέτες
Δεν φταίνε αι γυναίκες
Πολλά τους δίνω δίκια
Κι ας κάνουν καριολίκια

Οι άντρες τις πηδάνε
Και δούλες τις κρατάνε.
Μα όχι να πληρώνω
Την πούτσα μου και μόνο.

Γιατί σώνει και καλά την πουτσοκρατία
Να την αντιστρέψουμε σε μουνοκρατορία
Δεν χρειάζεται τόσο πια το μένος
Καταργείστε τα τους ρόλους και το γένος
Κι αν ο έρωτας ελεύθερα κυλάει
Δεν χρειάζεται κανείς να κυβερνάει.

Παρ' όλα αυτά αρέσει η βιδωμένη σχέση.

 

blue-roses

Στην πιο σκληρή σου φάμπρικα        
 
Στην πιο σκληρή σου φάμπρικα με πέταξες ζωή,
Εγώ που σ' ερωτεύτηκα απ' όλους πιο πολύ.
Τόσα τσαλαπατήματα κι όλα αυτά μαζί
Μπορούσαν να ξεκάνουνε κι αυτόν τον Ηρακλή
Και ποιος δεν κιότεψε.

Αυτά που αρνηθήκαμε χτυπήσαν πάλι εμάς
Όντα φτωχά κι αδύναμα στο μπλοκ της αγοράς
Στα εικονογραφήματα της ολικής φθοράς
Ίσως να ζει μια ίνα μας που δεν παρατηράς
Κι όλοι τους κιότεψαν.

Δεν έχει πλέον πέρασμα γι' αυτούς που αγαπάν
Πά' στου κορμιού το γέρασμα κι αυτοί τα παρατάν
Θυμίζουν απορρίμματα π' όλοι τους τα πετάν
Τα καραβάκια-θύματα που πνίγηκαν και παν
Μα αυτοί δεν κιότεψαν.

 

246 Επισκέπτες, 0 Χρήστες