Μέλη
  • Σύνολο μελών: 7,373
  • Latest: iguzovec
Stats
  • Σύνολο μηνυμάτων: 360,324
  • Σύνολο θεμάτων: 11,759
  • Online today: 191
  • Online ever: 1,061 (Οκτωβρίου 10, 2023, 08:28:42 ΠΜ)
Συνδεδεμένοι χρήστες
  • Users: 1
  • Guests: 266
  • Total: 267
  • Leon

ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΜΟΥ

Ξεκίνησε από sevenseas, Οκτωβρίου 30, 2007, 12:00:10 ΜΜ

« προηγούμενο - επόμενο »

sevenseas

Στην ζωή μας , κάποιες ιστορίες μας κάνουν εντύπωση . Ιστορίες δικές μας ή ιστορίες άλλων . Σε μερικές έχουμε παίξει ρόλο κι εμείς . Αυτές λοιπόν τις ιστορίες , καλούμαστε οι χρήστες του α33 να γράψουμε ,ώστε να δημιουργηθεί  ένα ανθολόγιο .Ιστορίες ,αναμνήσεις, αναπολήσεις , πράγματα που μας πληγώνουν ή μας δίνουν  χαρά  .Ιστορίες ΄σύντομες το πολύ 2 σελίδων. Δεν είναι ανάγκη να αποτελούν μνημεία λογοτεχνικά , αλλά να γράφονται με έμπνευση και ειλικρίνεια . Παραθέτω 3  ιστορίες . Οι δύο έχουν ήδη γραφτεί στο cafe  Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΓΥΦΤΟΥ , Η ΛΕΒΑΝΤΑ , η τρίτη Η ΚΑΘΕ ΕΛΕΝΗ είναι νέα .
Περιμένω τις δικές σας ιστορίες .

sevenseas

O ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΓΥΦΤΟΥ

πριν 3 χρονια περίπου , καποια,που δεν υπαρχει πλεον στην ζωή μου , θελοντας να τονισει , οτι δουλευει σε περιοχή, υποβαθμισμενη μου ειχε πει , οτι διπλα στο γρφείο της εταιρείας της υπήρχε ενα παραπηγμα στο οποιο ζουσε ενας γυΦτος με τα παιδια του
γυφτισσα δεν υπήρχε
πολλες Φημες κυκλοφορουσαν γι΄αυτήν
οτι τους ειχε εγκαταλειψει κι ειχε φυγει
οτι ηταν φυλακη για ναρκωτικα
και πολλες αλλες χωρις αποδειξεις και στοιχεια. Εξαλλου ποιος να ενδιαφεόταν ?
μια -δυο φορες που περιμενα να σχολασει από την δουλεια της αυτη που ελεγα παραπανω ειχα παρκαρει το αυτοκινητο μου εξω από το παραπηγμα.
περιεργος , από την φυση μου προσπαθουσα να δω μεσα, χωρις να με αντιληφοθουν , αλλα ματαια.
δεν εβλεπα τιποτε.
ρωτουσα συνεχεια γι΄αυτον
ειχα μια ανικητη περιεργεια για την ζωή του, για τα παιδια του.
το μονο που ειχα μαθει,ηταν ,οτι ειχε δειρει εναν σκυλο

οσο δεν μαθαινα, τοσο επλαθα με την φαντασία μου ισορίες γι΄αυτον

περιεργο δεν ειναι?
πολλες φορές ομως το μυαλο μας παιρνει περιεργες στροφές και μενει και φανταζεται και δημιουργει ιστορίες σχετικα με προσωπα και πραγματα, που δεν εχουν κανενα ενδιαφέρον για αλλους
ισως η επιμονη αναγνωση μου σε συγραφεις που υμνουν την αξαιρεση,το φανταστικό και το παραδοξο, οπως ο Ποε ή ο Στηβενσον, να με εχουν κανει ετσι.

σημερα το πρωι,πριν φυγω για το γραφείο, ακουσα στις ειδησεις ,οτι...
την νυχτα ενας αθιγγανος οδηγοντας το αυτοκινητο του στην παραλία, κι εχοντας ως συνεπιβατη, το 10χρονο αγορακι του, ξεφυγε από την πορεία του, επεσε στο καναλι του Δελτα Φαλήρου και στην συνεχεια στην θαλασσα. ο Γυφτος πνιγηκε, μα το αγορακι σώθηκε

το διστραμμένο μου μυαλο, πηγε κατ΄ευθείαν στον ΓΥΦΤΟ
δεν ξεκολησε στιγμη.
προσπαθησα να αλλαξω σκεψη
αδυνατο
μπηκα στο γραφείο, αρχισα να πινω καφε και να τηλεφωνώ.
οταν στο messanger καποια μου εγραψε
-πεθανε ο γυφτος !!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!
ο συγκεριμενος!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!

ναι ηταν αυτος

το μονο πραγματικό γεγονός
το μονο περιστατικο με αποδειξεις ήταν ο θανατος του !!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!

τι τα γραφω ολα αυτά?

πεθανε, αλλα δεν ηξερε, αλλα και να ηξερε, τι θα τον ενοιαζε, ποσες φορες ειχα συζητήσει γι΄αυτον.
ποσες ερωτήσεις, οι περισσοτερες ,χωρις απαντηση , ειχα κανει
ποσο ενδιαφερον ειχα δειξει
τι μυθους ειχα πλασει

sevenseas

ΛΕΒΑΝΤΑ

σημερα το πρωι , κατα την διακασια του πρωινου ξυρισματος διαπιστωσα, οτι τελειωναν οι κολώνιες μου.
το πλαστικο σωληνακι του βαπιζατερ στο μπουκαλι, μετα βιας και με εναν ενοχλητικό ρογχο ρουφουσε το ελαχιστο περιεχομενο .
αποφασισμενος να ανανεωσω τις κολωνιες μου , κατεβηκα στο κεντρο
ηπια τον καφε μου με εναν φιλο , που επεμενε να κρινει τα πολιτικα πραγματα και να με αποσυντονιζει
στην συνεχεια ανεβηκα στον κουρεα μου τον Ηλια, που αρχισε την καρρριερα του ως μπαρμπερης στον Καναδα .
τετοια ωρα ημουν ο πρωτος πελατης
ευτυχως ο κουρεας μου , λογω και της ωρας,δεν ειχε την ορεξη για την πολυλογια, που τον διακρινει
καθως ειχα νωχελικα και ραθυμα χωθει στην πολθρονα
καθως το ψαλιδι και το ξυραφι μου χαιδευαν τα μαλλια τοσο απαλα (ελαφρυ το χερι του Ηλια) και ενοιωθα τα ματια μου να ανταποκρινονται στα κελευσματα του Μορφεα (αραγε ο βασιλιας του υπνου δεν κοιμαται ποτε?) ενα πολλοστημοριο του βλεμματος μου επεσε σε ενα μπουκαλι διαφανες, παλιομοδοτικο , που περιειχε ενα γαλαζοπρασινο σχεδον διαφανες υγρο
fraicheur lavande
λεβαντα ντε
λεβαντα?
το μυαλο μου γυρισε πολλα χρονια πισω
πιτσιρικας με καταξανθα μαλλια και μια κορφη να πεταει, οπως και τωρα πεταει, αλλα ειναι γκριζα κι οχι ξανθια
σε μια γειτονια της Αθηνας στο Παγκρατι
ο Αρτεμης ο κουρεας
κι αυτη η ευωδια
η λεβαντα

τελειωσε το κουρεμα ο Ηλιας
κι αρχισε να παρινει τα πανω του
πριν με κρατήσει και να δεχθω τη ανεκδοτολογια του
πληρωσα κι εφυγα , προφασσζομενος ραντεβου στο γραφείο μου
κατεβηκα στην στοα, σε λιγα μετρα μπηκα σε ενα απο τα μεγαλυτερα καταστηματα καλλυντικων ( δεν λεω την φιρμα, παροτι οι ιδιοκτητες του ειναι φιλοι μου και με τιμουν με εκπτωση προσωπικου)

κατεβηκα στο τμημα ευρειας καταναλωσης
δεν σκεφτηκα καθολου
η baldesarini , η burberry's
εγιναν λεβαντα
μια σημαντη, αγνωστη γαλλικη λεβαντα
στο ταμειο πληρωσα 5.95 ευρω
ανεβηκα γρηγορα στο γραφειο μου
ανασηκωσα το μπλουζακι μου
ερριξα στα χερια μου λεβαντα
και χαιδεψα το στηθος μου

μια ευωδια απ τα παιδικα μου χρονια τυλιξε το γραφειο
κι ειδα μπροστα μου τον Γιωργακη μαθητη νηπιαγωγειου
τον Αρτεμη, που επιμενει να κουρευει στα 80 χρονια του
την παλια μου γειτονια
τον πατερα μυ μου και την μητερα μου νεους
τα παιδια της γειτονιας, που δια μαγειας τα θυμηθηκα,
την Φανη,
τον Αντωνη
τον Γιαννη
την Μαρια
και τον χωτμαοδρομο μπροστα από το διοροφο σπιτι (Ατρειδων 15)
την πλατεια, πανω στην οποια ειχα παμπολλες πτωσεις με το ποδηλατο μου, πριν γινω ποδηλατης πρωτης κλασεως

κι αυτα ολα με ενα φτωχο μπουκαλι αξιας 5.95 ευρω

sevenseas

Η ΚΑΘΕ ΕΛΕΝΗ
Θα  τα είχε φτάσει τα 53 . Αν όχι τόσο έμοιαζε στον καθρέφτη της . Μήπως και μεγαλύτερη?  Τα ψέματα είχαν τελειώσει . Σύνταξη και σπίτι . Κλεισμένη στους 4 τοίχους. Χωρίς να μπορεί να πάρει ανάσα. Τα φώτα όλα ανοιχτά κι ο ήλιος δεν είχε πέσει ακόμη, αλλά ένοιωθε, ότι ήταν βουτηγμένη στην σκοτεινιά. Σάββατο βράδυ , μόνη στο σπίτι . Η κόρη της δεν είχε γυρίσει ακόμη από τον απογευματινό της καφέ με την παρέα της, κι ο άντρας της με φίλους του  .Δεν μπορούσε να θυμηθεί πόσα βράδια , πόσες βδομάδες, πόσους μήνες, πόσα χρόνια έβλεπε την ίδια σκηνή. Μόνη , μόνη εντελώς μόνη. Έτσι ήταν πάντα.
 Μόνο την Δευτέρα το πρωί στην δουλειά της, αισθανόταν την ώρα του πρωινού καφέ, η του μεσημεριανού διαλείμματος κάπως αλλιώς. Είχε πλάσει με την φαντασία της όμορφα Σαββατοκύριακα με εκδρομές ,που τόσο αγαπούσε, με εξόδους νυκτερινές και γλέντια ,και τα διηγούταν στις συναδέλφους της .Έτσι περνούσε την ζωή της από τα 25 της . Κι έτσι με την φαντασία της διέλυε έστω για λίγο την μίζερη ζωή της . Νόμιζε, ότι η γέννηση της κόρης της θα έδινε κάποιο νόημα στην ζωή της.
 Ναι , Θυμήθηκε τα παιχνίδια μαζί της ,τις βόλτες με το καροτσάκι, το συγκροτημένο γέλιο της ,  κάποιες γιορτές .Μέχρι που η κόρη της έφτασε τα 15 . Η μικρή δεν συμμεριζόταν την μιζέρια της  ,δεν άντεχε την στενοχώρια του σπιτιού της .Σχολείο ,φροντιστήρια, παρέες, δεν έμενε σπίτι ποτέ . και τώρα που μεγάλωσε κι έπιασε δουλειά περίμενε να μαζέψει λίγα λεφτά να ξεφύγει, όχι για να μείνει μόνη της, αλλά να ξεφύγει  . Ονειρευόταν μια άλλη ζωή .Αυτό δεν ονειρευόταν κι αυτή  της στην ηλικία της?
 Έτσι κάθισε για λίγο ακόμη στον καθρέφτη . Εγωίστρια και περήφανη άφησε την ζωή της να κυλίσει χωρίς νόημα , χωρίς χαρά . Η μήπως κάποτε τα πράγματα ήταν αλλιώς ? Στην  μνήμη της δεν υπήρχε χώρος χαράς . Κι αν κάπου τρύπωνε την αποδίωχνε . Όχι. Έτσι έπρεπε . Μια επίπεδη ζωή. Αυτή διάλεξε κι είχε πείσει τον εαυτό της  ότι σωστά έπραξε . κι αν κάτι της είχε αλλάξει την ζωή της κάποτε  δεν ήταν αλήθεια . Ένα κακό όνειρο ήταν μόνο , που δε άξιζε να θυμάται .
Να όμως οι Δευτέρες στο γραφείο τελείωσαν . κι ο καθρέφτης δεν πίστευε τις ψεύτικες διηγήσεις. Έτσι είναι οι καθρέφτες, σκληροί ,παγωμένοι, χωρίς κατανόηση, χωρίς ακοή .
 Δεν έσβησε το φώς γύρισε την πλάτη στον καθρέφτη  για να φύγει. Κρατούσε στο χέρι την κολόνια της ,σε ένα βαρύ μπουκαλάκι,  όλο γωνίες . Το πρόσωπο της δεν είχε έκφραση . Με μια σβέλτα, απροσδιόριστη κίνηση γύρισε και πάλι προς τον καθρέπτη και τον είδε να γίνεται κομμάτια. Στο χέρι της δεν υπήρχε το μπουκαλάκι.

sevenseas

Νο Αρχείου 1086-απεσύρθη
Δυνατά χτύπησαν την πόρτα της καμπίνας του μάγειρα ο καπετάνιος, ο γραμματικός κι ένας λοστρόμος. Τίποτα . Ούτε φωνή ούτε ακρόαση. Ο καπετάνιος έκανε νόημα στον λοστρόμο. Χωρίς δεύτερη κουβέντα έβγαλε ο μικρός από την τσέπη του το πασπαρτού. Το εφεδρικό κλειδί της καμπίνας του μάγειρα δεν είχε βρεθεί . Άνοιξε με βία την ξεκλειδωμένη πια πόρτα. Ο γραμματικός μπήκε μέσα με όλη την σβελτάδα του μέσα σπρώχνοντας τους υπολοίπους. Γλυκοχάραζε στα ανοιχτά της Μοζαμβίκης όταν βρήκαν τον Νικόλα νεκρό στο κρεβάτι του . Γυμνό ,ανάσκελα ,ένα παλικάρι 22χρονο , δυο μέτρα ψηλό. Ένα παιδί από την Χίο , που ακολούθησε το επάγγελμα των συγχωριανών του . Ναυτικός .
Είχε σηκωθεί το πρωί παρ΄ όλο που αισθανόταν μια ακατανίκητη ζαλάδα και πονοκέφαλο . Είχε  ετοιμάσει το πρωινό ,νωρίς -  νωρίς να προλάβει η νυχτερινή βάρδια να χορτάσει πριν πάει για ξεκούραση.
Μετά , κανείς δεν είδε τον Νικόλα .
Κι όταν ο καπετάνιος κι ο γραμματικός στην γέφυρα ζήτησαν καφέ και κουλουράκια δεν υπήρχε κανείς στην κουζίνα . Τον έψαξαν παντού, ακόμη και στην καμπίνα του πρώτου μηχανικού πήγαν  και ρώτησαν την γυναίκα του , που την είχε πάρει μαζί του στο ταξίδι , όπως είχε κάνει και στο προηγούμενο . Κανείς δεν τον είχε δει
Ο γραμματικός μάζεψε τα πράγματα του νεκρού . τα ρούχα του, κάποια γράμματα στην μάνα του στην Χίο , μερικά χάπια για κάποιο αφροδίσιο νόσημα  και λίγα χρήματα .
Ο γραμματικός έγραψε στο ημερολόγιο.
Σήμερα ………….. του μηνός ……………… του έτους ………… βρέθηκε νεκρός στην καμπίνα του ο μάγειρας του πλοίου  Νικόλαος …………….. του …. και της ………………από άγνωστη αιτία . Στην καμπίνα του βρεθήκαν τα κάτωθι είδη …………………………….
Το πτώμα του Νικόλα το βάλανε σε 2 βαρέλια. Τα κόλλησαν  με οξυγόνο και το ιδιόμορφο αυτό νεκρικό κουβούκλιο το πόντισαν στην θάλασσα , δεμένο με μια χοντρή αλυσίδα από το κατάστρωμα .
Το πλοίο δεν σταμάτησε την πορεία του ,δεν γύρισε σε κάποιο κοντινό λιμάνι . Αυτές ήταν οι διαταγές της εταιρείας.
Έτσι πλοίο και νεκρός δεμένοι διέσχισαν τις θάλασσες μέχρι να φτάσουν στην Ινδία. Φόρτωσαν κι έπιασαν γραμμή για Πειραιά .
Ανακρίσεις, ιατροδικαστικές εκθέσεις ,δικαστήρια.
Καπετάνιος και γραμματικός κατηγορούμενοι για ανθρωποκτονία εξ αμελείας λόγω παραλείψεως , έλεγε το κατηγορητήριο .
Δηλαδή ότι ο καπετάνιος κι ο γραμματικός δεν σταμάτησαν το πλοίο για να στείλουν στο νοσοκομείο τον Νικόλα που παραπονιόταν για πονοκέφαλο κι έτσι έγιναν υπαίτιοι του θανάτου του .
Αιτία θανάτου : παθολογικά αίτια . Μάλλον κάποιο κρύωμα που είχε αρπάξει δύο μέρες πριν τον θάνατο του .
Έτσι ο νεαρός τότε δικηγόρος που τους υπερασπίστηκε , δεν δυσκολεύτηκε καθόλου να τους αθωώσει, με βάση τα ελάχιστα στοιχεία και τις διατάξεις του Ναυτικού Δικαίου .
Η μάνα του Νικόλα χήρα είχε χάσει πλέον και τα δυο της παιδιά στην θάλασσα .
Ούτε φώναξε, ούτε διαμαρτυρήθηκε  ούτε τα’ βαλε με την δικαιοσύνη στο Δικαστήριο που ακολούθησε .
Η γριά Χιώτισσα ήξερε την μοίρα των αντρών του νησιού της. .Ήξερε ότι καμιά δύναμη δεν μπορούσε να τα βάλει με την θάλασσα. Γνώριζε ………
Οι δικαστές κι ο εισαγγελέας με χαμηλές φωνές της εξέφρασαν την λύπη τους για τον χαμό του  Νικόλα .
Όμως
Κανείς δεν ασχολήθηκε με όσα κρύβει μια δικογραφία.
Κανείς δεν έδωσε σημασία σε όσα είχε καταθέσει  ένας μούτσος, που την προηγουμένη μέρα είχε δει τον Νικόλα να βγαίνει ημίγυμνος από την καμπίνα του μηχανικού , Κανείς δεν έψαξε να βρει από ποιο αφροδίσιο έπασχε ο Νικόλας και αν έπασχε από το ίδιο και η γυναίκα του μηχανικού. Αλλά το κυριότερο, τι έγινε το εφεδρικό κλειδί της καμπίνας του .
 Μετά από  πολλά χρόνια ο δικηγόρος του καπετάνιου και του γραμματικού όταν τακτοποιούσε το αρχείο του είδε έναν φάκελο       ( Σπ.Κ…………. κ.λ.π. -ανθρωποκτονία από αμέλεια ) .Νο 1086Τον άνοιξε και θυμήθηκε την υπόθεση
Θυμήθηκε τα κενά της δικογραφίας,
Τα είχε εντοπίσει, αλλά δεν τον ενδιέφεραν.
Ήξερε τον τρόπο που θα αθώωνε τους πελάτες του.
Είδε και το άνομα του μηχανικού.
Πήρε τις πληροφορίες του Ο.Τ.Ε.
Σχημάτισε τον αριθμό του τηλεφώνου του .
Κατάλαβε ότι ήταν αυτός που  σήκωσε το τηλέφωνο.
- ξέρω ποιος έφαγε τον Νικόλα !!!!!!!!
Τίποτε άλλο
Έκλεισε το τηλέφωνο,  την ώρα που άκουγε μια φωνή γεμάτη άγχος
– ποιος είναι?Ο φάκελος ξαναμπήκε στην θέση του  και δεν ξανάνοιξε
  Νο Αρχείου 1086 - απεσύρθη

sevenseas

Το χοντρό παιδί
(Πάσα ομοιότητα με πρόσωπα και καταστάσεις είναι συμπωματική. Μα εντελώς !!!!!!!!!!!!!!!!! )

…….Μετανάστης στην καρδούλα σου κι έπεσε πολλή δουλειά…..
Αυτό το τραγούδι μου θυμίζει πως αισθάνθηκα κάποιον Οκτώβρη μήνα στον σταθμό των τραίνων της Θεσσαλονίκης, όταν άρχιζε να σκοτεινιάζει στην πόλη κι ένα ψιλοβρόχι διαπερνούσε το αδύνατο (65 κιλά τότε) 18χρονο κορμί μου (ρε τι γράφω ο άνθρωπας )
Η αιτία ?
Ένα βεβαίης αυτού του ανώμαλου του Πλάτωνα ,που επέμενε τα τρικατάληκτα να τα μετατρέπει σε δικατάληκτα (το τομάρι)  και που στο εξεταστικό κέντρο που έδινα εισαγωγικές , η ηλιθία  το εκφώνησε βεβαιοίς .
Κι από φαβορί για Νομική Αθήνας βρέθηκα  στην Νομική Θεσσαλονίκης .
Βάλε και που άφηνα στην Αθήνα την Βαγγελιώ
Εμ η κυρία έδινε Αγγλική Φιλολογία. Έπρεπε να κάνεις αίτηση για να μην μπεις στην Αθήνα αυτήν την κωλοσχολή .
Σε καλό μου βγήκε, όμως γιατί η Βαγγελιώ με ξεπέρασε μετά από 2 χρόνια και παντρεύτηκε στα 22 της .
Δεν με έπαιρνε . Γαμπρός στα 22 μου ? Βρήκε άλλον μαμάκα .
Και μάλιστα μετά από πολλά χρόνια πήρα την εκδίκηση μου, γιατί η Βαγγελιώ χώρισε  πέρυσι . Aμεεεεεεεεεεεεεεεεεεεε. Όπως κι εγώ .
Που είμαστε?
Α στον σταθμό
Ρε και τα ταξί σ΄ αυτήν την πόλη έχουν άλλο χρώμα . φτουυυυυυ
Κατευθύνθηκα στην Όλγας . Μετρόπολιταν .
Τώχα βάλει αμετι μουχαμετι να γυρίσω Αθήνα . Γιατί να νοικιάσω σπίτι ?
Ξενοδοχείον  Metropolitan στην Όλγας ,
Μια χαρά .
Άιντε πρωινή γυμναστική στη ΧΑΝΘ. Όχι ακριβώς γυμναστική. Δίτερμα . Μετά μια μπουγάτσα κρέμα στην Βασιλίσσης Σοφίας και σοκολατούχο ΑΓΝΟ , μαθήματα, συνελεύσεις , κομματικές συνελεύσεις και κομματικές ταβέρνες , ραντεβού  και ότι προέκυπτε με Σαλονικιές μαθήτριες , που και καλά πήγαιναν φροντιστήριο (έτσι το έλεγαν τότε) . Καμμένη Γωνιά, χορτοφαγία στου Γκιγκιλίνη , Άνω Πόλη (στην ταβέρνα του Καφετζιδη) και τέλος σαλέπι στη Ναυαρίνου.
Πανεπιστήμιο είπαμε?
Ε, ναι κάπου χωνόταν κι αυτό στο ωράριο μου .
Φίλοι από Αθήνα, γνωστοί απλά, και Σαλονικιοί οι συμφοιτητές μου
Ένας λοιπόν έκανε εντύπωση. Έκανε μπαμ βρε παιδί μου .
Υπέρβαρος , ιδρωμένος χειμώνα καλοκαίρι, με λιγδωμένο μόνιμα μαλλί , χοντρό σβέρκο , και φάτσα βάτραχου πρώτος στα μαθήματα , κολλητός με τους καθηγητές ,  με την κοπελιά του, ίσως την μοναδική γυναίκα, που γνώρισε στην ζωή του  την οποία μοιραία παντρεύτηκε μετά. Ένας τύπος που στα 18 του ήταν πενηντάρης . Όπως τώρα . Ποτέ δεν τον έβλεπες να παίζει μπάλα, να βγαίνει έξω , να φλερτάρει , να αστειεύεται. Ασχολιόταν λίγο με τον συνδικαλισμό  με την ……………….. Ένωση Κέντρου και μετά με το ΚΟΔΗΣΟ (το ΠΑΣΟΚ κι ο Αντρέας του έπεφταν λίγοι κι εξτρεμιστές). Όταν μιλούσε στο αμφιθέατρο είχε την αίσθηση ότι μιλούσε στον καθρέφτη του και κάθε τόσο να έλεγε : φτου σου αγόρι μου είσαι μεγάλος.
Άκουγα που οι συμμαθητές του από το Γυμνάσιο τον φώναζαν ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟ !!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!
Ρώτησα λοιπόν ένα φίλο που έκανα εκεί , τον Σάκη.
-Γιατί τον λένε ετσι ?
-Ααααααααααααααααααααααααα
Είναι μεγάλη ψωνάρα
Κάθε μέρα γι΄ αυτόν είναι κι ένα βήμα για την ……………… πρωθυπουργία
.
Πέρασαν τα χρόνια , και πέρασαν πολλά
Και νάτος βρε Δηλώνει παρών !!!!!!!!!!!!!!!!!!
Ρε θα τρελαθούμε εντελώς σ΄ αυτόν τον τόπο?
Και τότε ανέκραξα
Αν βγει αυτός πρωθυπουργός θα γίνω Σουλιώτισσα
Θα ανεβώ στον 8ο όροφο , θα χορέψω τον χορό του Ζαλόγγου και θα πέσω στην Ομήρου .
Ένα φοβάμαι
Μήπως αυτοί οι αλήτες οι εργολάβοι έχουν κάνει ψεύτικο οδόστρωμα και δεν σκοτωθώ
Τα λαμόγια!!!!!!!!!!!!!!!!!.

7~

sevenseas

21 χρονων στην Θεσ/νικη

sevenseas

21 χρονων στην Θεσ/νικη

sevenseas

[size=24][/size]ΛΑΘΟΣ 19 ΧΡΟΝΩΝ

sevenseas

ΓΕΙΑ ΝΑ ‘ΧΟΥΜΕ ΝΑ ΠΙΝΟΥΜΕ ΡΕ ΜΑΓΚΕΣ

Τον θυμάμαι πολύ καλά . δεν πέρασαν πολλά χρόνια από τότε που άφησε το γήινο ουίσκυ και σοροπιάζεται στον παράδεισο με ουριά τρώγοντας άφθονο ρύζι .
Αν το ουίσκυ ήταν θάλασσα, τότε δεν θα βρίσκαμε παραλία να κολυμπήσουμε ,θα τώχε πιεί όλο ο Βαγγέλης.
Ο Βαγγέλης
Συμβολαιογράφος
Καρικατούρα δηλαδή συμβολαιογράφου
Ξερακιανός, ψηλός ευθυτενής , δεν τον είχε κάμψει η πιόκα .
Πάντα με ένα καμηλό σακάκι που κρεμόταν πάνω του λες κι ο Βαγγέλης ήταν κρεμάστρα .
Τα χέρια του μόνο και τα πόδια του μετά το ποτό είχαν ανεξάρτητη κίνηση  . Το κάθε άκρο κινείτο με δικιά του διάθεση και φιλοσοφία , χωρίς κεντρικό έλεγχο
Ο Βαγγέλης από γενιά νομικών επιφανών. Ο μπάρμπας του Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου με είχε βαφτίσει κι εμένα , όπως και κάποιες εκατοντάδες άλλα παιδιά .
Ο Βαγγέλης,
Στο μπαρ  όποια συζήτηση κι αν άνοιγες είχε άποψη,  Άποψη που στηριζόταν σε βαθειά γνώση Άσχετα α έπινε από τις 8 το πρωί μέχρι της 10 το βράδυ .
Από μουσική, θέατρο, κινηματογράφο. Πολιτική ,ιστορία . Ήξερε τα πάντα .
Αλλά και άριστος νομικός .
Ο Βαγγέλης είχε βγάλει παρατσούκλια σε όλους .
Ο Τακ Μπάροου , ας πούμε ήταν ο Τάκης ο Μπαρούφας , γιατί έλεγε όλο μπαρούφες πραγματικά .
Ο Κυρ Περ  , ο Κυριάκος ο Περούκας, γιατί είχε πλούσια σγουρά μαλλιά σαν περούκα
Κλπ
Εμένα μου είχε δώσει το πιο ανώδυνο παρατσούκλι Τζωρτζ Κωτς (σντμ ονόματος κι επιθέτου) ..

Ο Βαγγέλης, που λέτε ,είχε φτιάξει έναν κώδικα μπαρικής συμπεριφοράς , που τον  είχε επιβάλλει εν τοις πράγμασι σε  όλα τα μπαρ που επισκεπτόταν .
Galaxy . au revoir , intime . Λώρας  .
Ας πούμε απαγόρευε το αντικέρασμα .
Έπινε πάντα όρθιος . Ναι 14 ώρες κάθε μέρα στο μπαρ όρθιος, δε τον είχε δει πότε να κάθεται .
Δεν επέτρεπε να του μετακινούν το ποτήρι του ούτε χιλιοστό από την μπάρα .
Δεν δεχόταν να μιλάει κανείς για θάνατο
Αν άκουγε για θανατικό έκανε βόλτες πάνω κάτω νευριασμένος και έφτυνε τον κόρφο του τετράκις .
Αν δεν πίστευε μια χαριτωμένη ιστορία που του έλεγαν απαντούσε
-Se nοn e vero e ben trovato
Κι όταν τσούγκριζε ο το ποτήρι του , πάντα έλεγε
-Γειά νάχουμε να πίνουμε ρε μάγκες
Ο Βαγγέλης δεν  ζει  πια. Έφυγε πριν λίγα χρόνια . .
Έφυγαν κι άλλοι γεροί πότες της γενιάς του
Ο Μπαρούφας , ο Μπιλλ Ντάου, ο Μπαμπ Τουρκ ,ο Γιώργος ο Νευρικούλης (Γιώργος Καραβασίλης) , ο καλλίτερος ίσως Έλληνας σύγχρονος ποιητής , ο Γιωργος ο Μπερτώλης , ο Γιώργος ο Πλιάτσικας , ο Πάνος ο Γεραμάνης  ο μεγαλύτερος γνώστης του λαϊκού τραγουδιού , ο Τάκης ο Τσικός (τουρκιστής) , ο Γιώργος ο Τσιτσόπουλος , ο ηθοποιός, που μας ειχε κάνει να κυλιστούμε στο πάτωμα με το  ρε σε τι παλιοκοινωνία ζούμε , μην τολμήσει κάποιος να τον πάρει από πίσω αμέσως αδελφή θα τον βγάλουν.
Σώθηκε έτσι η παγκόσμια παραγωγή ουίσκυ .
Ε ,  νάχουμε να πίνουμε κι εμείς
-Γιάννη, ένα ποτό στον Βαγγέλη
-Teachers σε σωλήνα, με 4 παγάκια και νερό
-Γεια σου ρε μάγκα, γεια νάχουμε να πίνουμε ρεεεεεεεεεεεεεεεεεε

sevenseas

ΤΟ ΚΟΚΚΟΡΑΚΙ ΚΙΚΙΡΙΚΙΚΙ ΘΑ ΣΕ ΞΥΠΝΑΕΙ ΚΑΘΕ ΠΡΩΙ

Δεν σας έχει τύχει κάποια στιγμή στην ζωή σας να σας πέφτει η μια ατυχία πάνω στην άλλη? Και κάθε προσπάθεια που κάνετε να αλλάξετε την ειμαρμένη να αποδεικνύεται άλλη μια αποτυχία?
Λες και συνωμοτούν ακόμη κι αντικείμενα άψυχα εναντίον σας. Να μπαίνει μέσα τους ψυχή και να συμπεριφέρνονται με συναισθήματα, όπως οργή , εκδικητικότητα κλπ ?.
Όσο για τα μηχανήματα. Είναι βέβαιο πλέον ότι  αυτά έχουν ψυχή και μπορούν να σας χαλάσουν όλα τα σχέδια. Λάθος .Να συμπεριφερθούν , παρά την συνήθη πορεία των πραγμάτων , ήθελα να πω  ..πόσες φορές μας αρνούνται πεισματικά τις υπηρεσίες τους ………ξαναπροσπαθούμε . Τίποτε. Παρατάμε τις προσπάθειες μας. Ε !! Έχει ή δεν έχει ψυχή!! Δεν αντιδρά στην βούληση μας , που εκφράζεται με ένα απλό πάτημα κουμπιού?
Τότε λοιπόν  αναρωτιόμαστε πως πατήσαμε το κουμπί. Μήπως το πάτημα εξέφραζε κάποια επιθετικότητα ?   .Μπας κι αντέδρασε στην επιτακτικότατα της διαταγής έτσι από εγωισμό?. Ίσως η ραθυμία τους , την οποία δικαιούται στο κάτω - κάτω κάποιες φορές. Ας πούμε πόσες φορές βαριόμαστε να κάνουμε ένα τοστ , ενώ πεινάμε ? Έχει κι η τοστιέρα  λοιπόν δικαίωμα στην τεμπελιά .
Ξυπνώντας προχθές κατά τις 9 μετά από ένα άγριο ξενύχτι με μπόλικο ποτό, αφού στην μπάρα είχα μια πολύωρη  φιλοσοφική συζήτηση με μια τω όντι πολύ όμορφη  φοιτήτρια της φιλολογίας , της οποίας συζήτησης έδωσα επικεφαλίδα πόσες μπαρούφες μπορείς να πεις για να πηδήξεις μια πιτσιρίκα , καταλήγοντας στο συμπέρασμα , ότι ο χρόνος του πηδήματος είναι πολύ μικρότερος της συζήτησης που προηγείται  μια αναλογία 1 προς 5 περίπου ,είχα μια φοβερή διάθεση για γαλλικό καφέ.
Με κινήσεις νωχελικές, λίγο άτσαλες, πήρα από το ντουλάπι της κουζίνας το βαζάκι με τον καφέ.
Το άνοιξα, μάλλον προσπάθησα να το ανοίξω? Είχε κολλήσει. Ξέρετε τι είναι ένας φόνος? Μια στιγμιαία απώλειας του ελέγχου της δύναμης μας . Έτσι τράβηξα ξαφνικά και με δύναμη το καπάκι. Το βάζο ταρακουνήθηκε , έλαβε μια σχεδόν οριζόντια θέση κι ο καφές χύθηκε στο πάσο. Δεν είχα τόσα κέφια για να εκνευρισθώ . Κοίταξα μέσα  και είδα , ότι υπήρξε καφές ,τόσος  ώστε έφθανε για δυο κούπες . Με προσεκτικές κινήσεις έβαλα 4 γερές κουταλιές καφέ στο φίλτρο τα καφετιέρας . άνοιξα το δοχείο του νερού κι έριξα 8 ποτήρια νερό  βρύσης. Τα 2 χύθηκαν έξω. Είχα αρχίσει να εκνευρίζομαι με την μπουνταλοσύνη μου, που ήταν απόρροια του αλκοόλ. Είχε διακλαδωθεί παντού στο σώμα μου το χθεσινό βραδυνό ουίσκυ. Έτσι  πάτησα το κουμπί λειτουργίας της καφετιέρας, ή δεν το πάτησα? Πήγα στο μπάνιο να ρίξω λίγο νερό στο πρόσωπο μου .επέστρεψα στην κουζίνα κι άναψα ένα τσιγάρο περιμένοντας να γίνει ο καφές. Κάποια στiγμή συνειδητοποίησα, ότι δεν ακουγόταν το γαργαρητό της καφετιέρας. Την κοίταξα δεν λειτουργούσε. Σηκώθηκα τσαντισμένος πλέον και πάτησα το κουμπί της. Τίποτε. Το κόκκινο λαμπάκι που πρόδιδε την λειτουργία της δεν άναβε. Έριξα μια ματιά στο καλώδιο. Ήταν στην θέση του . Παρ΄ όλα αυτά το έβγαλα από τον πρίζα και το ξανάβαλα. Πάλι κουμπί. Nada .   ο εκνευρισμός μου είχε φτάσει στο ζενίθ. Αφού παρέσυρα μια καρέκλα στην κουζίνα .ντύθηκα βιαστικά κι έφυγα .Εκείνη την μέρα τίποτε δεν μου πήγε καλά . Τσακώθηκα με τους συνεργάτες μου . Η φοιτήτρια που γνώρισα την προηγούμενη νύχτα ,όταν της τηλεφώνησα, μου πέταξε ένα ξερό  δεν βλέπω τον λόγο να μιλάμε Γιώργο . Γύρισα σπίτι κατά τις 8 ξεθεωμένος. Ανοίγοντας την πόρτα , μου ήρθε μια δυνατή μυρωδιά καφέ. Το κόκκινο λαμπάκι ανοιχτό. Ο καφές χόχλαζε…………………………………

sevenseas

[size=18]Un autre corps[/size]

Στην Έλενα , που δεν ακούει στο Έλενα ……………… Στις ευτυχισμένες στιγμές που περάσαμε μαζί
______________________________________________________

Άντε πάμε. Αφού το θέλεις τόσο.
Τα μάτια της έλαμψαν από χαρά. Έκανε σαν μικρό παιδί.
Λοιπόν τόσο πολύ το ήθελε ..
Να πω την αλήθεια τους βαρέθηκα , όλο τα ίδια και τα ίδια .
Πάλι θα τσακωθούμε γιατί ο Μανώλης θέλει μαγαζιά με τοπικό  νησιώτικο χαρακτήρα από τα παλιά, που θα αποκαλούσα μαύρη μιζέρια. Κάτι γεροντάκια μόνο εκεί να θυμοσοφούν και να ακούνε παλιά λαϊκά από ένα ξεχαρβαλωμένο τζουκ μποξ .
Τα βράδια πάλι τσακωμός γιατί το μπαρ που ήθελα να πιω του φάνταζε πολύ νεωτεριστικό κι ακριβό.
Ο Μήτσος μάλλον έπαιρνε το μέρος του Μανώλη, αλλά με τρόπο πιο ήπιο
Ε μια φορά ένα καλοκαίρι χωρίς  αυτούς .Xωρίς να διαφωνούμε αν στην 18η Μπρυμαίρ του Βοναπάρτη ο Μαρξ στην παράγραφο 3 της σελίδας 28 είχε μετά την λέξη αστική τελεία ,άνω κόμμα ή τελεία. Ο τέλειος πολιτικός αυνανισμός .
Αν την σνομπάρω την Σύρο είναι γιατί  η λέξη και μόνο Νεώριο , μου θύμιζε ταρσανά του Περάματος γεμάτο πίσσες και πριονίδια.
Αλλά πώς να αντισταθώ σ΄ αυτό το μελαχρινό κεφαλάκι με τα ολόμαυρα ματάκια που με κοίταζαν σχεδόν λυπημένα ?
Κάποια φίλη της θα ήταν εκεί με το αγόρι της. Είχε πάει και την προηγούμενη χρονιά και της είχε πει τα καλλίτερα για το νησί. . Παραλίες, νυχτερινή ζωή, όμορφα μαγαζιά. Ωραίος κόσμος. Ότι ήθελε δηλαδή ένα κορίτσι της ηλικίας της για καλοκαιρινές διακοπές.
Είχα γυρίσει όλες τις Κυκλάδες από 18 χρονών . εκτός…….. Εκτός από τον Σύρο. Είχα περάσει με πλοίο πολλές φορές το λιμάνι της. Το τελωνείο δεξιά μου . Μπροστά η Ερμουπόλη και στην κορυφή των δύο λόφων  από μια Μητρόπολη . Αριστερά η καθολική και δεξιά η ορθόδοξη.
Πιο αριστερά όμως με το έμπα του πλοίου στο λιμάνι , αυτό που με απόδιωχνε Το Νεώριο. Ένα τέρας μεταλλικό με δυο τεράστιες δεξαμενές . Γερανοί και γέφυρες.  Και απέναντι πάντα το ίδιο πλοίο αραγμένο . Ολυμπιακός………. Κάποιο από τα πλοία του Γουλανδρή .
Και τώρα το άλλο Σάββατο  εγώ και η Έλενα θα κατέβαιναμε στην προκυμαία του λιμανιού, που τόσες φορές το είχα δει αλλά δεν το είχα πατήσει. Θα μας περίμενε η φίλη της με τον δικό της , επαγγελματία μπασκετμπωλλίστα σε μια μικρή ομάδα. Δεν τούς είχα συναντήσει ποτέ. Απλά η Έλενα μου ειχε μιλήσει για την  συμμαθήτρια της από το λύκειο, τότε που κάνανε  καθημερινά παρέα .
Αυτό ήταν με φόβιζε κάπως.
Όταν οι δυο τους  θα συζητούσαν λίγο μετά την άφιξη μας και τα χαρούμενα καλωσορίσματα και τις ευγενικές φιλοφρονήσεις.
Όταν το βλέμμα της φίλης της έπεφτε επάνω μου .
Όταν θα της έλεγε, μα αυτός θα μπορούσε να είναι πατέρας σου.
Όταν το βράδυ η φίλη της και ο δικός της , μόνοι τους στο δωμάτιο  θα σχολίαζαν μα τι του βρήκε?
Κι εγώ να παίζω σε ξένο γήπεδο, χωρίς φιλάθλους και με εχθρικό διαιτητή .
Σε νησί που δεν ήξερα .
Με παρέα ,παιδιά κατά 25 χρόνια νεώτερα μου , που αν κρίνω από τις ασχολίες τους , δεν  είχαν καμιά σχέση με μένα.
Αλλά το ότι θα ήμουν με την Έλενα ήταν κάτι που δεν με εμπόδιζε να βρεθώ ακόμη και στην Παταγωνία, χωρίς οδηγό και  βαρεία ρούχα !!!!!!!!!!!!!!!!!!!!
Η Σύρος , δυό  ώρες από την Αθήνα , θα με φόβιζε?




Η Έλενα ..
24 χρονών ……πριν τέσσαρες μήνες στην σαββατιάτικη καθιερωμένη μου τσάρκα στα βιβλιοπωλεία έπεσε μπροστά μου ..
Σε ένα βιβλιοπωλεία, από αυτά που λέμε μοδάτα , που  τα απέφευγα
΄Ελα όμως που η περιέργεια μου, αλλά και  …. Θα το πω , η κρυφή μου ελπίδα να συναντήσω την γυναίκα….. των ονείρων μου. Με έκανε να τα επισκέπτομαι μερικές φορές .. Μικρή ,όμορφη. Με φιλολογικά ενδιαφέροντα,  φανατική της  nouvelle vague  ..αθώα κι άκρως ερωτική ταυτόχρονα. Γοητευμένη από τα γκρίζα μου μαλλιά και τις άπειρες γνώσεις μου σε λογοτεχνία , τέχνη , πολιτική και ιστορία .από τις παρέες μου και την μποέμικη ζωή μου.
Η Έλενα? Καμιά  σχέση.
 Καθώς έμπαινα στο βιβλιοπωλείο με αγέρωχο ύφος, που φώναζε εγώ δεν έρχομαι σε τέτοια βιβλιοπωλεία, αλλά τι να κάνω? παρατήρησα στο βάθος δεξιά μια ψηλή, αδύνατη μαύρη φιγούρα. Μαύρο παντελόνι ,  μαύρο ζιβάγκο, μαύρο μπουφάν, μαύρα μαλλιά μέχρι της ώμους. Διέκρινα  το ολόλευκο προφίλ της  και μια αγωνία που πρόδιδε το ανασηκωμένο φρύδι της. .  Έψαχνε και δεν εύρισκε. Προχώρησα δήθεν αδιάφορα . Νέες αφίξεις τα ράφια δεξιά μου. Ξένη λογοτεχνία, Έλληνες πεζογράφοι , ενώ στον μεσαίο πάγκο ,περνούσα τα μπέστ σέλλερς , ταξιδιωτική λογοτεχνία , παιδικά βιβλία .
.Μα τι έψαχνε ? Εκεί στο βάθος θυμάμαι είχα βρει την Οθωμανική Αυτοκρατορία του Κιτσίκη.  Αυτή που μου επιβεβαίωσε κάποιες θολές απόψεις μου και που είχε γίνει αφορμή για πολλούς καυγάδες μεταξύ φίλων μου.
Καθώς πλησίαζα το βλέμμα της στράφηκε σε μένα και μόνο . Το βιβλιοπωλείο ήταν εξάλλου άδειο. Αυτό που εντυπωσίαζε και πάντα με εντυπωσιάζει σε μια γυναίκα είναι τα μάτια της . Ήταν κατάμαυρα και μεγάλα . Αλλά όχι αυτό. Ήταν μάτια μυωπικά. Μάτια που κοιτάζουν κάπως λυπημένα και κάπως θολά .Οι μύωπες  δεν προσλαμβάνουν μόνο θολές εικόνες, αλλά θολώνουν και το σημείο που πέφτει η μάτια τους. Κάτασπρη επιδερμίδα, δυο χείλια λεπτά που περιέγραφαν ένα στόμα λίγο μεγαλύτερο από την σωστή αναλογία με το πρόσωπο της , που ήταν οβάλ  και πάνω από τα χείλια της η λεπτή μύτη της,.
Αποφάσισε να μιλήσει  
                                             
                                              -ο-

 
Με συγχωρείτε μήπως ξέρετε που θα βρω το ζωδιακό κύκλο της …. ……. Και πέταξε το όνομα μιας διάσημης τηλεοπτικής αστρολόγου.
Τι να πω? Απογοητεύτηκα?  Έπεσα από τα σύννεφα?
Όχι , παρόλα αυτά μου άρεσε  . Ίσως λίγο το αθώο της βλέμμα της, το όμορφο πρόσωπο  της, μα πιότερο το  το ελαφρύ λίκνισμα του κορμιού της όταν αποφάσισε να μου μιλήσει.
Χωρίς να το θέλω, ή μάλλον το ήθελα  αλλά επιτηδευμένα  της πέταξα ένα μελιστάλαχτο και λίγο ειρωνικά
Σας ενδιαφέρει η αστρολογια?
Την πείραξε. Αυτό ήθελα .
Αυτή ήταν η αρχή και μην σας απασχολεί η συνέχεια
Μετά από μια βδομάδα είμαστε ζευγάρι .
Τακτική στο σπίτι μου ακόμη και νύχτες .
Η Έλενα απόφοιτος κάποιου κολλεγίου από αυτά που έχουν κατακλύσει κέντρο της Αθήνας. Υπεύθυνη κάποιου τμήματος μιας διαφημιστικής εταιρείας. Με αγωνία για την ζωή της, το μέλλον της . Κάτι λίγα δηλαδή που σε μένα εύρισκε πειστικές απαντήσεις, τις οποίες έδινα σιγά σιγά για να μην τελειώσει το παραμύθι και να τη έχω όσο πιο πολύ μαζί μου. Σεχραζάντ η δασκάλα μου. .

                                             -ο-

Πως περνάει ο καιρός, όταν περιμένεις να πας διακοπές?
Πολύ αργά.
Αργείς να τελειώσεις την καθημερινή σου δουλειά. Και μετά την δουλειά μέχρι να πέσεις για ύπνο  και πάλι η κάθε ώρα μοιάζει να είναι δίωρο ή τρίωρο.
Και  τώρα , μετά από μεγάλη προσμονή, να .
Το θορυβώδες χτύπημα από την πτώση της μπουκαπόρτας του πλοίου στην προβλήτα δίνει το σήμα να κατεβούμε.
Ερμουπόλη .
Ένα δυνατός ζεστός  αέρας με χτύπησε όταν βγήκα από το καράβι. .
Τότε η Έλενα χάθηκε από δίπλα μου. Σχεδόν πέταξε το τεράστιο σακ βουαγιάζ της και χύθηκε σε μια γυναικεία αγκαλιά .
Η φίλη της .
.Δίπλα τους ένα ψηλός αθλητικός  τύπος, καμιά 30αρια χρονών  της χαμογελούσε συγκροτημένα .
Ωπα  αρχίσανε τα όργανα , είπα από μέσα μου. Ευτυχώς η Έλενα την ίδια στιγμή με την ίδια χαρά , στράφηκε σε μένα κι έκανε τις δέουσες συστάσεις. Η φίλη της δεν ξαφνιάστηκε.. Θα της είχε μιλήσει για μένα φαντάστηκα. . Θα της είχε πει την αλήθεια. Ξέρετε ,  κάποιες γυναίκες όταν περιγράφουν σε φίλες και γνωστές το νέο τους αμόρε υπερβάλλουν σε χαρακτηρισμούς. Ο δικός τους πρέπει να είναι ο καλλίτερος. Άμα όμως ακούσεις κάτι σαν είναι γλυκός και με αγαπάει ας πούμε  , καταλαβαίνεις, ότι η απελπισία τους, που δεν μπορούν να βρουν έναν της προκοπής είναι η δική σου ελπίδα.!!!!!!!!!!! .
Μπήκαμε στο αυτοκίνητο του Ιγνάτιου , του μπασκεμπωλλίστα και κινήσαμε για τα κατάλυμα μας. , 8   χιλιόμετρα έξω από την Ερμουπόλη, την οποία δεν πρόλαβα να δω και να σχολιάσω.
Περάσαμε μια μικρή στρογγυλή πλατεία κι αρχίσαμε να ανεβαίνουμε μια ανηφόρα όλο στροφές.  . Σε λίγο τα σπίτια αραιώσαν πολύ μέχρι που χάθηκαν. Στα αριστερά μου παρατήρησα ένα μισογκρεμισμένο κόκκινο σπίτι. Η Αλίκη  η φίλη της γύρισε σε μένα .
 
-το σπίτι που έμενε ο Καραγάτσης,  όταν ερχόταν τα καλοκαιρία στην Σύρο. Αυτό περιγράφει στην Μεγάλη Χιμαιρα.
Ε ,  ήμουν βέβαιος πλέον, ότι η Έλενα  είχε κάνει πολλές συζητήσεις για μένα με την  Αλίκη .
Συνεχίσαμε να ανεβαίνουμε. Βρεθήκαμε σε ένα πλάτωμα . Δεξιά μας στο απέναντι ύψωμα παρατήρησα  δυο τεράστιες κολώνες, πρέπει να υπέρβαιναν τα 40 μέτρα ύψος σκέφτηκα , δυο ανεμογεννήτριες με τα φτερά τους να κινούνται αργά , αλλά με σιγουριά.
Αρχίσαμε να κατεβαίνουμε
Σ΄ αυτήν την πλευρά υπήρχε βλάστηση έστω και χαμηλή  όχι η ξεραΐλα που είχαμε βρει στο ανέβασμα . .
Μετά από 2-3 στροφές  είδαμε χαμηλά μα παραλία  . Σχεδόν τέλειο ημικύκλιο. Σε πέντε λεπτά φτάσαμε στο κατάλυμα μας.
Ένα νησιωτικής αρχιτεκτονικής νεόδμητο κτίσμα
Ταβέρνα –καφετέρια στο ισόγειο και στον πρώτο όροφο μια βεράντα, από την οποία έμπαινες στα στενόχωρα, αλλά πεντακάθαρα άσπρα δωμάτια. Ο εξοπλισμός τους λιτός.
Η θάλασσα δεν απείχε πάνω από 20 μέτρα .

Ναι ,  επί τέλους θα ξεκουραζόμουν.
Ήταν και η Έλενα
Με κολάκευε να είμαι διακοπές με μια όμορφη κατά πολύ νεότερη μου κοπέλα .  Λαχταρούσα να βρεθούμε στο κρεβάτι και να γεύομαι το κορμί της ώρες ατελείωτες , χωρίς το άγχος της δουλειάς και των άλλων ασχολιών μου .. .
Έξι  χρόνια  μόνος μου, χωρίς έναν έρωτα, μιαν αγάπη ,  έναν ενθουσιασμό με είχαν βγάλει από την αίσθηση της συντροφιάς μιας γυναίκας.
Σε 4 μέρες  η Αλίκη  και ο Ιγνάτιος έφυγαν .Ανταλλάξαμε τις γνωστές υποσχέσεις να βρεθούμε στην Αθήνα να βγούμε , που εμένα τουλάχιστον δεν μου έκαναν αίσθηση , αντίθετα με τον ενθουσιασμό της Έλενας , που είχα καταλάβει , ότι είχε σκοπό να περιφέρει  ανά τις παρέες της ως λάφυρο προς επίδειξη ..
Το κορμιά μας είχαν πάρει μέσα σε αυτό το τετραήμερο ένα ελαφρύ μαύρο χρώμα.  Μου άρεσε να βλέπω το βράδυ την Έλενα γυμνή μπροστά μου στο σκοτεινό δωμάτιο  και να διακρίνω την άσπρη επιδερμίδα της στο στήθος της και άλλα σημεία , που το μαγιό της εμπόδιζε τον ήλιο να τους αλλάξει χρώμα. Τόνιζε το φύλο της και γινόταν ακαταμάχητη.
Πέρασαν άλλες δυο μέρες . Κολύμπι, έρωτας και φαγητό στην ταβέρνα στο ισόγειο τω δωματίων. Το όλο συγκρότημα  , μα ποια λέξη ναι διαλέξω εκτός  από συγκρότημα, την είχε ένα Συριανός , ο Γιώργος μαζί με την γυναίκα του που είχε γνωρίσει τα χρόνια , που έμενε Αθήνα. Λίγο μεγαλύτερος από μένα , ενθουσιώδης και περιποιητικός. Εμάς μας φερόταν ιδιαίτερα . Κολακευτικά σχεδόν . Σαν νιόπαντρους π ου τους δίνουν έξτρα σουίτα στα καλά ξενοδοχεία.. Όταν έβρισκε χρόνο καθόταν στο τραπέζι μας και μιλούσαμε για την  Σύρα, τις δυσκολίες της δουλειάς του ..
 
Ευκαιρία ήθελα κι εγώ να μάθω για την Σύρα.
Είχαν περάσει έξι μέρες και δεν είχαμε ξεκολλήσει ούτε μέτρο από την όμορφη παραλία . Το βράδια πέφταμε ξεθεωμένοι στο κρεβάτι, κι ούτε κουβέντα για εξόδους.
Μου μίλησε για την καταπίεση των ορθοδόξων νεόφερτων  πλουσίων, που έστησαν τον προπερασμένο αιώνα τις βιομηχανίες τους στο νησί ,  πάνω στους ντόπιους παλιούς καθολικούς κατοίκους. Στα κτίσματα του Τσίλλερ ,στις άλλες παραλίες και μας πρότεινε μάλιστα να μας ξεναγήσει σε κάποια μέρη .
Τότε στο μυαλό μου ήλθε η εικόνα εντός ερειπωμένου παλιού κτιρίου, που είχε πάρει το μάτι μου  στο βάθος αριστερά, έξω από την Ερμούπολη, όταν το καράβι , που μας έφερνε έμπαινε στο λιμάνι ..
-Α , . λες τα Λαζαρέτα
-Λαζαρέτα?
Οι λίγες γνώσεις μου στα ιταλικά, μου έδιναν την θολή εντύπωση, ότι σήμαινε φυλακή , κρατητήριο, κάτι τέτοιο
Αμέσως και χωρίς να ρωτήσω ο Γιώργος είπε .
-Ήταν τον 18ο αιώνα λοιμοκαθαρτήριο. Μετά φυλακές και ίσως ένα διάστημα χρησίμευσε σαν τρελλοκομείο.
-και χώρος υποδοχής των αριστερών  , που στην συνέχεια τους πήγαιναν στην Γυάρο . Συμπλήρωσε ο πατέρας του ο κυρ  Γιάννης, που καθόταν πιο πέρα, παρέα με γέρους συριανούς και άκουγε την κουβέντα μας .
 

                                               -ο-


Την επόμενη  μέρα η Έλενα ξύπνησε με πόνο στην πλάτη. Τόσες ώρες στον ήλιο είχε πάθει δυο εκτεταμένα  εγκαύματα . Ανησύχησα. Αυτή γέλασε, ήλθε κοντά μου, με αγκάλισε ελαφρά και μου έδωσε ένα απαλό, αλλά τόσο γλυκό φιλί στα χείλια.
Μην φοβάσαι , δεν θα με χάσεις. Θα ζήσω. Με κάνεις τόσο ευτυχισμένη. Με τα λεπτά της δάχτυλα, μου χάιδεψε το στήθος.
Το είχε καταλάβει , σχεδόν , από την αρχή, ότι σκλαβώνομαι σε όποια γυναίκα μου χαϊδέψει ελαφρά το στήθος. Αυτή την απλή , στοργική κίνηση, πάντα την θεωρούσα υπέρτατη εκδήλωση αγάπης.
Κατεβήκαμε για πρωινό. Το άγγιγμα και  μόνο του t-shirt στην πλάτη της   την  ενοχλούσε αφάνταστα. Το έδειχνε το πρόσωπο της, ότι πονούσε .
-Ούτε συζήτηση για μπάνιο σήμερα της είπα. Ευκαιρία να κατέβουμε στην Ερμούπολη να την δούμε κιόλας .Να βρούμε φαρμακείο να μας δώσουν κάτι για την πλάτη σου.
Το δέχτηκε
Σηκώθηκε να ανεβεί στο δωμάτιο να ετοιμαστεί για να φύγουμε .
Σε 20 λεπτά θα περνούσε το λεωφορείο για Ερμούπολη. . κι άλλα 20 λεπτά δρόμος ..
Καθώς απομακρύνθηκε την χάζεψα
Το ολόμαυρα της μαλλιά γυάλιζαν και ανασηκωνόντουσαν απαλά από το ελαφρύ πρωινό αεράκι . Το κορμί της τέλειο. Ένα απλό άσπρο t-shit χωρίς σχέδια επάνω του , κι ένα ξεβαμμένο  τζην . Το περπάτημα της ήταν σχεδόν αντρικό. Κανένα κούνημα, ένα ανεπαίσθητο  λίκνισμα μόνο.  Αυτή η απλότητα στο βάδισμα ήταν τόσο θηλυκή.  Και να μην την ήξερα, αν περπατούσε δίπλα μου αμέσως θα γύριζα να την κοιτάξω  
..Κατέβηκε  στο τσακ ενώ o οδηγός του λεωφορείου με έναν περίτεχνο σάλτο  κάθισε στην θέση του και γύρισε το κλειδί στην μίζα. Τρέξαμε κι οι δυο περνώντας μπροστά από το λεωφορείο για να μας δει ο οδηγός. Έτσι δεν έκλεισε την πόρτα . Τον καλημερίσαμε  αγχωμένοι και προχωρήσαμε  
στις πίσω θέσεις . . Ήταν μισοάδειο.. Μια παρέα  Γερμανών, μια γιαγιά  
με τα δυο εγγονάκια της  και 3 κοπέλες ,που κατέβαιναν στην Ερμούπολη για ψώνια
Τώρα κοίταζα έξω την διαδρομή προς Ερμούπολη και που δεν είχε προσέξει την μέρα του ερχομού μας . Η Έλενα είχε κολλήσει το προσωπάκι της στο παράθυρο κι εγώ το πρόσωπο μου στο μάγουλο της. Πόσο δροσερό ήταν  !!! .  Αισθανόταν μια γλύκα, μιαν ηδονή στο ακούμπισμα του.
Συναντήσαμε πρώτα μια εκκλησία στο τέλος του χωριού που πρόδιδε από τον ρυθμό της , ότι ήταν καθολική.  Πουρνάρια , ανηφόρα , λίγες συκιές  και στενοί δρόμοι που έφευγαν από τον κεντρικό δρόμο κάνοντας τοξότες διαδρομές  ,κλεισμένες με ξερολιθιές . Μετά από 2-3 χιλιόμετρα στο δεξί μας χέρι είδαμε ένα ορθόδοξο μοναστήρι.. Αγία Βάρβαρα μας είπε η γιαγιά που καθόταν ένα κάθισμα μπροστά μας κι απέναντι .
 Μετά από λίγο αγγίξαμε την κορυφή του λόφου που ανεβαίναμε. Ασυναίσθητα έψαξα με το βλέμμα μου τις ανεμογεννήτριες που είδα την πρώτη μέρα.  Εκεί ,  στην θέση τους . και λίγο πιο κει  μια πινακίδα προς ΑΓΙΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ –  ΑΛΗΘΙΝΗ    . η Αληθινή του Μάρκου., του Βαμβακάρη στην Φραγκοσυρινή  !!!!! .
Στην κορυφή του λόφου η ματιά μας προχώρησε στο βάθος. Όλα ήταν πεντακάθαρα με την ελεημοσύνη του μικρού βοριά που φυσούσε από το πρωί.
Τήνος , Δήλες,  Πάρος.
Τις Κυκλάδες τις ήξερα απέξω κι ανακατωτά .
Περάσαμε πάλι  από σπίτι του Καραγάτση. Λίγα μέτρα πριν την στροφή του Πισκοπειού . Και τέλος φτάσαμε κάνοντας ένα σωρό στροφές ,  στο λιμάνι , στο τέρμα των λεωφορείων .
Αγκαλιασμένοι, όπως αγκαλιάζονται όλα τα ζευγάρια στις διακοπές  προχωρήσαμε όπου προχωρούσε κι ο άλλος κόσμος.
 Κάτι θα ήξεραν .
Στρίψαμε αριστερά σε έναν κεντρικό δρόμο. Στο βάθος μπροστά μας το δικαστικό μέγαρο . Οικείο  από τις πολλές φωτογραφίες που είχα δει.
Έργο Τσίλλερ
Στο φαρμακείο της γωνιάς πήραμε κάποιες αλοιφές για την Έλενα Η φαρμακοποιός ήξερε τι θα μας δώσει. Είχε πείρα σ΄ αυτά. .Καθώς προχωρούσαμε προς το μέγαρο  η περιέργεια μου με έκανε να μην φτάσω κεί   Απαλά έσπρωξα την Έλενα σε ένα στενάκι δεξιά .
Θύμιζε Ιταλία.
Σπίτια  τριώροφα κατά το πλείστον ,  σε απόσταση 5 μέτρων το ένα απέναντι από το άλλο σχημάτιζαν έναν στενό δρόμο .Στα ισόγεια τους μαγαζιά. Τα περισσότερα με ρούχα . Μικρά μαγαζάκια, αλλά γουστόζικα . Η Έλενα  χάζευε. Σταμάτησε σε μια βιτρίνα και μου έδειξε ένα πορτοκαλί παρεό.  Της άρεσε. Μπήκα μόνος μου μέσα, χωρίς να βγάλω κουβέντα , το αγόρασα. Ύστερα βγήκα και της το τύλιξα γύρω στην μέση της. Όχι δεν έκανε σαν τρελή.   Με πήρε από το χέρι ., με τράβηξε προς τα μέρος της και κόλλησε τα χείλια της στα δικά μου, όπως της αρέσει όταν κάνουμε έρωτα. Διέκρινα ένα δάκρυ να κυλάει στο  λευκό μάγουλο. Ήταν υπέροχη . Με έκανε , ακόμη μια φορά, με μια απλή κίνηση ,ευτυχισμένο. .
 .Αφού κοντοστάθηκα για λίγο της έπιασα τα χέρι , την έφερα πιο κοντά μου και συνεχίσαμε τον δρόμο μας
Μου τράβηξε την προσοχή .
Μια στενή βιτρίνα σε ένα γωνιακό μαγαζί.  Μέσα έπιπλα παλιά ανακατεμένα. Το ένα πάνω στο άλλο. Γυαλικά  περασμένων αιώνων , μικροέπιπλα και ντουλάπες,  σκρίνια, τραπεζαρίες. Απορούσα πως χωρούσαν σε ένα τόσο μικρό μαγαζί. Μας υποδέχθηκε ένας εξηντάρης ευγενικός συριανός, όπως κατάλαβα από την προφορά του , κοντός με ψαρά  γκρίζα μαλλιά , αδύνατος με νεανικό περπάτημα και κινήσεις  . Στο μικρό του γραφειάκι είχε τοποθετήσει 6-7 φωτογραφίες της Βουγιουκλάκη. Θαυμαστής της . .
Δεν μιλούσε, όταν επεξεργαζόμαστε το εμπόρευμα του . Μας παρακολουθούσε  διακριτικά  . ‘Ολη η αρχοντιά του της Σύρου στο μαγαζί αυτό. Αντικείμενα που ανέδιδαν πλούτο ,αρχοντιά και καλό γούστο. Όλα , μα όλα κατασκευασμένα στην Γαλλία και στην Ιταλία, όπως μας είπε ο Ράφος ( εκ του Ραφαήλ ) ο αντικαίρ , ο λάτρης της Βουγιουκλάκη.
Σε μια γωνιά του μαγαζιού ήταν στοιβαγμένα παλιά βιβλία και περιοδικά  , που τράβηξαν την  προσοχή μου . Ανασήκωσα μερικά . Εξώφυλλα φθαρμένα και οι πρώτες σελίδες σχεδόν σκισμένες. Δεν έδωσα σημασία. Μόνο ένα περιοδικό.  συριανό  περί γραμμάτων και τεχνών,. Τεύχος 25 Μάιος 1962 . Ήταν σε καλή κατάσταση  Αναφορές στον Σουρή και τον Ροΐδη, που μεγάλους συριανούς και μερικά άρθρα λογοτεχνικά, λαογραφικά  και………………….. ο κλέπτης των Λαζαρέτων , υπό Γεωργίου Πρίντεζη , φιλολόγου, σελίς 23 .
Ο Ράφος με έγδαρε κανονικά.
Αλλά και μένα η περιέργεια μου πάντα ήθελε αρκετά για να χορτάσει .
Έπλαθα πάντα μύθους με τον νου. Και έψαχνα σαν μανιακός., όταν κάτι μου καρφωνόταν στο κεφάλι . Να βρω στοιχεία,  αποδείξεις, τεκμήρια .
Βγήκαμε από το μαγαζί.   Η Έλενα ζήτησε καφέ πριν προλάβω να  το πω εγώ πρώτος. Πήραμε άλλο ένα στενό προς την παραλία.  Βγήκαμε σε ένα σχεδόν  γωνιακό καφέ . λίγα μέτρα από τον δρόμο του  λιμανιού  Απέναντι  από το τελωνείο του Τσιλλερ.  Καθίσαμε στις ελάχιστες πολυθρόνες του και περιμέναμε.  Σε λίγα λεπτά εμφανίστηκε ένας τύπος γύρω στα 55 με μαλλιά μέχρι την πλάτη φοβερά αδύνατος, μαυρισμένος με ένα σκισμένο τζην , γυμνός από την μέση και πάνω να πάρει παραγγελία .
Ο Γιάννης  ψιθύρισα
Με κοίταξε
Γιώργο εσύ εισαι?
Ο Γιάννης , ο χίπης της Ίου, που δούλευε από δω κι από κει  σε μαγαζιά της πλάκας εκεί, δεν υπήρχαν και καλλίτερα ,  για ένα πιάτο φαί .
Ο Γιάννης που γινόμαστε ντίρλα κάθε βράδυ ακούγοντας Stones  , Hendrix . Doors
Ο Γιάννης , μαγαζάτορας τώρα
Με καφέ στην παραλία
Κι εγώ ένας σεβαστός πενηντάρης ,
Τα είπαμε .
 
Η Έλενα μας κοίταζε πότε με απορία, πότε με θαυμασμό .όταν άκουγε τις τρέλες μας και τις περιπέτειες μας.
Πέρασε ώρα , ήπιαμε και δεύτερο καφέ και φάγαμε  κάτι πρόχειρο που μας ετοίμασε ο Γιάννης με δύο κρύες μπύρες.
Όσο ο Γιάννης ετοίμαζε τις παραγγελίες εγώ έριχνα κλεφτές ματιές στο άρθρο για τα Λαζαρέτα, υπό Ιωάννου Πρίντεζη , φιλολόγου βεβαίως..
Ένα κτίριο που έχτισε Γερμανός αρχιτέκτονας γύρω στο 1860, τότε που χτίστηκε η Ερμουπόλη από Χιώτες και Κασίους εφοπλιστές.  Βρήκαν καταφύγιο στην Σύρο κυνηγημένοι από τους Τούρκους .και βρήκαν χώρο αρκετό  να την κτίσουν κάτω από το κάστρο της Άνω Σύρου
Λοιμώδεις ασθένειες, σύφιλη .βλενόρροια, συνηθισμένα νοσήματα των ναυτικών της εποχής εκείνης  έβρισκαν ελπίδες για ίαση, αλλά και απομόνωση εκεί.
Μετά την εγκατάλειψη του γύρω στο 1940 .ερήμωσε  , η στέγη έπεσε  και δεν φτάνει μόνο αυτό. Κάθε πρωί οι  φύλακας , που είχαν βάλει ,  παρατηρούσε ,ότι έλειπαν κάποια τούβλα ή κάποια μάρμαρα από το κτίσμα . Αλλά παρόλα τα χρόνια που πέρασαν και την συνεχή δράση του αόρατου κλέφτη  δεν είχε απογυμνωθεί. . Λες και φύτρωναν νέα τούβλα και μάρμαρα στην θέση των κλεμμένων .
Η Έλενα είχε γείρει στον ώμο μου ράθυμα. Τα μαλλιά της μοσχοβολούσαν . πέρασα το χέρι μου στον ώμο της και το κράτησα όσο πιο απαλά μπορούσα, σχεδόν στον αέρα. Φοβόμουν μην βαρύνω αυτό αιθέριο πλάσμα .
-Πάμε μια βόλτα?
Η ώρα είχε φτάσει 4 το απόγευμα .
Αμέσως άρπαξα την ευκαιρία
-Θέλεις να πάμε μέχρι τα Λαζαρέττα?
-Τα ποια?
Της εξήγησα ότι βρισκόντουσαν από την άλλη μεριά της παραλίας, και της είπα εν συντομία την ιστορία , που διάβασα στο περιοδικό του Ράφου .
Ρώτησα τον Γιάννη πως θα πάμε ..Μας καθοδήγησε ,  μας  φίλησε με ενθουσιασμό και ξεκινήσαμε.
Πήραμε τον δρόμο για το Ηρώο .κι  από κει τον δρόμο για το Μάννα , όπως μας είπε ένας περαστικός, που μας αποθάρρυνε, λόγω αποστάσεως. . Περάσαμε  κι από το Νεώριο .
Στα αριστερά  μας απλωνόταν το λιμάνι της Ερμουπόλης, οι δυο λόφοι με τις εκκλησίες στην κρυφή τους. Σε λίγο φτάσαμε σε ένα γκρεμισμένο πέτρινο εργοστάσιο.. Μετά βίας διέκρινα τον τίτλο ΧΑΡΤΟΠΟΙΙΑ ΛΑΔΟΠΟΥΛΟΥ . Όταν η Σύρος έγινε η πρώτη βιομηχανική πόλη  στην ελεύθερη Ελλάδα, πολλές άλλες μονάδες απ΄ όλη την χώρα εγκαταστάθηκαν εδώ. Η πρόσβαση των προϊόντων τους από θάλασσα ήταν πιο εύκολη, απ΄ ότι στο μικρό λιμάνι του Πειραιά τότε. Μόνο ο τοίχος του εργοστασίου αυτού προς τον δρόμο ορθωνόταν ακόμη. Και μέσα από τα τοξοειδή παράθυρα είχα την ευκαιρία να καδράρω την Ερμούπολη .
 
Συνεχίσαμε. Βλέπαμε τα Λαζαρέτα , αλλά δεν τα φτάναμε. Κατά τις εξι αξιωθήκαμε να τα δούμε από κοντά .
 Το γλυκό κοκκινάδι του απογευματινού δύοντος ηλίου, έδινε ένα ξεχωριστό χρώμα στα άσπρα σπίτια του νησιού. Όμως τόνιζε περισσότερο νομίζω το  κόκκινο τούβλο του κτίσματος ,που έστεκε μπροστά μας.
Αν και είχαμε περπατήσει αρκετά , το βουβό ευσπλαχνικό αεράκι  μας κρατούσε σε μια ευεξία ευεργετική. .
Η Δήλος  το αρχαίο κέντρο  ,απείχε μόνο λίγα μίλια.
Λες?
Πολλοί μιλούσαν για τον αέρα που δίνει μια ξέχωρη  ζωντάνια στα νησιά που βρίσκονται γύρω από τις Δήλες .
Το αισθανόμουν κι εγώ τώρα. αλλά κι η Έλενα , που  δεν είχε συνηθίσει σε τέτοιες πεζοπορίες  
Τα Λαζαρέτα
Ένα κτίριο εγκαταλελειμμένο . τεράστιο σε επιφάνεια . Κόκκινο τούβλο και παραστάδες μαρμάρινοι.
Μπροστά στο κτίριο μια προβλήτα χτισμένη με πέτρες λαξευμένες. Με κατωφέρεια σα κι αυτές που έχουν στους ταρσανάδες για να σέρνουν τα μικρά σκάφη έξω για επισκευή ή για να καθελκύουν τα νιόχτιστα σκαριά.


                                                        -ο-

Καθίσαμε αγκαλιασμένοι σε μια μαρμάρινη πλάκα  και βλέπαμε προς το πέλαγος.
Το μικρό νησάκι στο έμπα του λιμανιού. Τις δυο εκκλησιές , που είχαν πάρει ένα κόκκινο – ροζ χρώμα , που δεν περιγράφεται και που μόνο ο ήλιος στο βασίλεμα του ξέρει να χρωματίζει. . Ένα ιστιοφόρο που έμπαινε εκείνη την στιγμή στο λιμάνι συμπλήρωνε την σκηνή.
Περάσαμε μια ώρα χωρίς να μιλάμε . Αγκαλιασμένοι. Να παρατηρούμε την ζωντανή πόλη , χωρίς τους θορύβους της. Μετρούσα την ανάσα της, τους χτύπους  της καρδιάς της στην αγκαλιά μου. Ένοιωθα ότι ένοιωθε κι εκείνη .
Η ώρα είχε φτάσει εφτάμιση . Έσφιξα λίγο περισσότερο το χέρι μου στον ώμο της Έλενας .Με κοίταξε στα μάτια.
-Πάμε?
Σηκώθηκε πρώτη
Ανασηκώθηκα κι εγώ. Μάζεψα τα τσιγάρα μου και το κινητό μου . Έριξα μια τελευταία ματιά στο κτίριο , πόσο τόσο  δέος μου προκαλούσε, τώρα που είχε αρχίσει να σκοτεινιάζει. Ελλιπές, χωρίς στέγη έδινε μια αίσθηση επιβλητική και τρομακτική συνάμα .. Πόσος ανθρώπινος πόνος έχει ποτίσει τους τοίχους του , τα θεμέλια του ?
Προσπαθούσα να συλλάβω κάποιες  λεπτομέρειες του.
Άκουσα τότε την Έλενα να μου λέει κοφτά
-Γιώργο κάποιος είναι μέσα.
Γύρισα και την κοίταξα . Μια ανατριχίλα την είχε διαπεράσει.
Μου έδειξε επίμονα προς το ακραίο δεξιό παράθυρο.
Ήταν τόσο μεγάλο που μπορούσες να δεις με άνεση κάθε κίνηση μέσα.
Πρόσεξα  τότε μια λευκή σκιά, που χάθηκε με γρηγοράδα .
Κάποιος ή κάποια με λευκό πουκάμισο ίσως.
Φώναξα δυνατά εεεεεεεεεεεεεεεεεεεεεεεεεεεεεεεεεεε
Μα όχι για να με ακούσει , αλλά για να ξορκίσω τον μικρό μου φόβο.
Μιάμιση ώρα που είμαστε εκεί δεν είχαμε ακούσει κάποιον ήχο, δεν είχαμε δει κανέναν  να πλησιάζει . και όπως είχα παρατηρήσει ο μόνος δρόμος που μπορούσε κάποιος να μπει στο κτίριο περνούσε από μπροστά μας.
Κάναμε ησυχία .
 
Δεν ακούστηκε τίποτε
Και ξάφνου  ένα σκίρτημα στην αρχή και ένας  δυνατός θόρυβος. Σαν να έπεφτε κάποιο τμήμα του κτιρίου .
Κοίταξα πάλι την πρόσοψη
Δεν είδα τίποτε .
Η Έλενα , κατάλαβα , είχε αρχίσει να φοβάται .Δεν το έδειχνε, αλλά ήμουν βέβαιος από  τον τρόπο που πρόφερε τις ελάχιστες λέξεις, που μπορούσε να αρθρώσει.
Πήραμε τρομαγμένοι  το στενό μονοπάτι  που οδηγούσε στον κεντρικό ασφαλτοστρωμένο δρόμο. Θα περπατούσαμε λίγο μέχρι να βρούμε ένα ταξί να μας πάει στην Ερμούπολη. Σήμερα το βράδυ είχα όρεξη να πιω. Ο Γιάννης μου είχε πει για ένα μπαρ στην πλατεία του Δικαστικού Μεγάρου . Δεξιά όπως το κοιτάμε ,  με καλή μπάρα . Εκεί  , μου είπε ,  πάνε πολλοί ντόπιοι.  Δεν θα νοιώθεις σαν τουρίστας.. Πήραμε λοιπόν το μονοπατάκι , το μοναδικό και προσανατολισμένοι από τα φώτα τα πόλης προχωρήσαμε. Το μονοπάτι έκανε μια απότομη στροφή αριστερά, που δεν την είχα παρατηρήσει όταν ερχόμαστε. Περίεργο , σκέφτηκα . Η Έλενα με έπιασε σφιχτά από  το μπράτσο. Την ένοιωθα το  να τρέμει. Προφανώς κρύωνε με ένα t shirt μόνο. Η ………….?
Προχωρήσαμε αρκετά . Παρατηρήσαμε , ότι η απόσταση μας φαινόταν πολύ μεγαλύτερη τώρα στην επιστροφή μας . Άλλη μια αριστερή στροφή στο μονοπάτι . Τότε άρχισα να πιστεύω ότι υπήρχε κ άλλο μονοπάτι  , κι όχι μόνο ένα όπως πίστευα στην αρχή.
Κοίταξα γύρω μου να δω που κάναμε το λάθος. Ήμουν βέβαιος ότι κάτι κάναμε στραβό. Η βλάστηση ήταν πολύ ψηλή στο σημείο αυτό. Όταν ερχόμαστε μόνο χαμηλοί θάμνοι υπήρχαν που δεν μας εμπόδιζαν την όψη του κτιρίου . Τώρα και τα φώτα της πόλης είχαν χαθεί .
Πάντα από 18 χρονών το πρώτο πράγμα  που παίρνω μαζί μου όταν πηγαίνω σε νησί των Κυκλάδων  είναι ένας μικρός φακός
Καθώς είχε σκοτεινιάσει αρκετά , τον άναψα . Έριξα το φως του περιμετρικά.  Τον γύρισα μπροστά  και   είδα το μονοπάτι να τελειώνει και μέσα στην βλάστηση .στο τέλος του μονοπατιού μια  άσπρη πέτρα, κάτι σαν μνημείο .
Πλησίασα  κι έριξα το φως . του φακού  Η Έλενα τώρα με είχε αγκαλιάσει ολόκληρο. Κρεμόταν πάνω μου .
Μάρκος  Ρούσσος 1849-1871, ναυτικός , .Απεβίωσεν εν  Ερμουπόλει εν τω θεραπευτηρείω τούτω  , καταληφθείς υπό αγνώστου ασθενείας .    
Ανατρίχιασα .
Πάμε πίσω από τον δρόμο , που ήλθαμε με παρακάλεσε  η Έλενα . Με τον φακό σφιγμένο στο χέρι  σχεδόν  τρέχοντας γυρίσαμε προς τα πίσω  Δεν καταλαβαίναμε που πηγαίναμε . Χωρίς να το νοιώσουμε όμως βρεθήκαμε στον κεντρικό δρόμο. Σε λίγα μέτρα είδαμε να περνά ένα ταξί. Ανακουφισμένοι το σταματήσαμε
-Ερμουπολη
 
Ο οδηγός μας κοίταξε από τον καθρέφτη με περιέργεια
Κατάλαβε την απορία μου .
-Πάθατε κατι?
-Απλά χάσαμε το μονοπάτι από τα Λαζαρέτα προς τον δρόμο του είπα
. Γέλασε με την ψυχή του. Ήταν βέβαιο, ότι δεν με πίστεψε ..
-Καλά χαθήκατε σε ένα και μοναδικό μονοπάτι με άπλετη ορατότητα?  Απάντησε σχεδόν κοροϊδευτικά
Ναι  ,πετάχτηκε η Έλενα  , και βρήκαμε μπροστά μας .....
Της  έσφιξα δυνατά το μπράτσο
Κατάλαβε , ότι δεν έπρεπε να συνεχίσει.
Δεν το σχολάσαμε αυτό , ούτε αργότερα όταν βρεθήκαμε μόνοι μας. Παρέμενε ένα κρυφό μυστικό, που ίσως κανείς δεν θα πίστευε ούτε ίσως και μείς οι ίδιοι.
.Καθώς  πηγαίναμε προς την πλατεία για να βρούμε το μπαρ σταμάτησα σε ένα βιβλιοπωλείο πολύ προσεγμένο . .
Στην βιτρίνα του είχε βιβλία και συγγράμματα για την Σύρο . και βέβαια τα βιβλία των μεγάλων Συριανών  Σουρή,  Ροΐδη,  Μάνου Ελευθερίου . αλλα και το τελευταίο τεύχος του περιοδικού που είχα βρει στου Ράφου. Ταυχος 355 Αυγουστος , τρέχον έτος . Παρακάλεσα την Έλενα να περιμένει λίγο.  Χωρίς κάν  να το ξεφυλλίσω το πήρα μαζί μου .. Φτάσαμε στην πλατεία .. Δεν χρειαζόταν πολύς κόπος να βρούμε το μπαρ . Καθίσαμε στην μπάρα κατά το συνήθειο μου
. Τι malt εχεις ? είπα στον μπάρμαν .
 Μόλις έβρεξα τα χείλη μου με λίγες σταγόνες  oban αισθάνθηκα πως άρχισα να ηρεμώ . Η Έλενα  κατάλαβα , ότι με παρατηρούσε χωρίς να μιλάει. Πέρασε το χέρι  στην μέση μου και μου ψιθύρισε στο αυτί μου . Σε αγαπάω .
Με συγκίνησε . Ήξερε πότε είχα ανάγκη να μου το λέει. Το ήξερε πάντα.

 

                                                 -ο-

Κατά τις 9 το πρωί , ένοιωσα, ότι ο ήλιος είχε ανεβεί αρκετά για μένα . Σηκώθηκα με μια σβέλτα κίνηση.
Η Έλενα κοιμόταν μπρούμυτα , όπως πάντα ,  με το κεφάλι της γυρισμένο προς την πλευρά μου. Ολόγυμνη. Το σεντόνι κάλυπτε μόνο τα πόδια της . Πόσο γλυκειά  ήταν. Η ανάσα της τόσο ήρεμη  και ψυθιριστή .Σαν άγγελος..
Ντύθηκα με αργές και προσεκτικές κινήσεις μην την ξυπνήσω . Πήρα το περιοδικό που αγόρασα χτες βράδυ και κατέβηκα για πρωινό.
Τα αφεντικά έλειπαν .
Παράγγειλα στο αλβανόπουλο ,  τον Γκεντς ,  τον σερβιτόρο έναν εσπρέσσο και ένα κρουασάν . Η καφετέρια ήταν άδεια . Ήπια με την μία τον καφέ  μου  και παρήγγειλα αμέσως δεύτερο. Άναψα τσιγάρο . Μου φάνηκε πικρό. Χτες βράδυ ήπια πολύ και κάπνισα περισσότερο ..
Έπιασα  το περιοδικό στα χέρια μου και το ξεφύλλισα.
Περιείχε παρουσίαση ενός νέου ,μυθιστορήματος  του Μάνου Ελευθερίου για έναν θίασο , που είχε επισκεφθεί την Σύρο.  Μερικές κριτικές βιβλίων νέων συριανών συγγραφέων  και ένα οδοιπορικό μάλλον, ή όχι?  Που υπέγραφε κάποιος με το ψευδώνυμο «οδοιπόρος σε μια περίεργη ιστορία» .
Άρχισα να το διαβάζω
« Άντε πάμε. Αφού το θέλεις τόσο.
Τα μάτια της έλαμψαν από χαρά. Έκανε σαν μικρό παιδί.
Λοιπόν τόσο πολύ το ήθελε ..
Να πω την αλήθεια τους βαρέθηκα , όλο τα ίδια και τα ίδια………. »

sevenseas

Ξύπνησε με έναν βαρύ πονοκέφαλο. Έβγαλε το χέρι έξω από την κουβέρτα. Κρύο ,  πολύ κρύο σκέφτηκε , κι έπιασε το ρολόι πάνω στο ξεχαρβαλιασμένο κομοδίνο
Στο άγγιγμα και μόνο του χεριού του έτριξε ολόκληρο
Κάποια στιγμή έπιασε το ρολόι .
Επτά και δέκα .
Έπρεπε να σηκωθεί .
 Δεν είχε κανένα λόγο , αλλά εδώ και 50 χρόνια σηκωνόταν από το κρεβάτι κατά τις επτά .
Αφού επεξεργάσθηκε λίγο στο μυαλό του τα χθεσινοβραδινά
αποφάσισε να σηκωθεί.
Πέταξε την κουβέρτα από πάνω του και ε έναν σάλτο σηκώθηκε
Τρέχοντας προς το μπάνιο ακούμπησε το χέρι του στο καλοριφέρ απέναντι από το κρεβάτι του. Ήταν κρύο . Έβρισε από μέσα του την ιδιοκτήτρια του σπιτιού. Σε λίγη ώρα έπινε ον καφέ του, ελληνικό χωρίς  ζάχαρη.
 Άκου ελληνικό?Ρε το συνήθισα να τον λέω κι εγώ έτσι. Τούρκικος ρεεεεε,, μονολόγησε.
Τράβηξε μια ηχηρή ρουφηξιά κι άναψε τσιγαρο
Χθες βράδυ . την είδε μετά από ολόκληρα 9 χρόνια .
Ήταν βέβαιος , ότι την είδε . Κάπως μακριά του ,αλλά αυτή ήταν. Τα μαλλιά της ήταν ολόιδια φτιαγμένα, όπως τότε . Περιποιημένα , όπως πάντα. Ούτε τρίχα δεν ξέφευγε , Η κορμοστασιά της , που δεν την ξεχνούσε και την αισθανόταν ανάμεσα σε χιλιάδες άλλες . Ήταν με μια φίλη της στα μαγαζιά και χάζευαν τις βιτρίνες, χασκογελώντας. Αυτός ήταν στο απέναντι πεζοδρόμιο και περίμενε έναν φίλο του να πάνε για ένα ποτό και να συζητήσουν για μια δουλειά.
Είχε καρφώσει το βλέμμα του επάνω της. Κι αυτή λες και το καταλάβαινε και παρέμενε με την φίλη της στην ίδια βιτρίνα  για κάμποσο. Και γέλαγε. Σαν να τον είχε δει και αν το κανε επίτηδες. Σαν τα του φερόταν κοροϊδευτικά . Μήπως διέκρινε την σιλουέττα του που καθρεφτιζόταν στην βιτρίνα ? Μήπως ήξερε, ότι στεκόταν απέναντι?  Από το μυαλό του πέρασαν δυο σκέψεις. Να φύγει για να μην νομίσει ότι παρέμενε γι΄ αυτήν τόση ώρα εκεί. Να την πλησιάσει και να της πει μια καλησπέρα .
Προτίμησε το πρώτο. Προχώρησε προς την πλατεία. Κι έτσι  την έχασε.
Ταράχτηκε. Είχε τόσα χρόνια να την δει. Αλλά τόσα χρόνια να της μιλήσει. Αισθάνθηκε ένα φούντωμα μέσα του. Οργή? Που δεν μπόρεσε αυτά που ήθελε να της πει ? Να την βρίσει, να την ταπεινώσει , για τα τόσα ψέματα ,που του είχε πει ? Αλλά τότε είχε προτιμήσει  απλά να χαθεί.
Με δυσκολία διέκρινε τον φίλο του στο σημείο του ραντεβού ,να έχει φτάσει . Προχώρησε με γοργό βήμα , χωρίς να κοιτάει αλλού. Δεν ήθελε να της δώσει την χαρά να νομίζει ότι  την ψάχνει.
Συναντηθήκαν με τον φίλο του και προχώρησαν και πάλι προς την πλατεία , στο μπαρ που θα πήγαιναν.
Δεν μιλούσε, ήταν αναστατωμένος. Τον κατάλαβε κι ο φίλος του
 Τίποτε δεν έχω ,  απλά κουρασμένος, του είπε .
Περίμεναν να περάσουν το φανάρι απέναντι.
Όταν ένοιωσε  να του σφίγγει απαλά ένα χέρι το μπράτσο γύρισε, ξέροντας, ή μάλλον ελπίζοντας.
Ναι αυτή ήταν .
Προσπάθησε να συλλαβίσει μια καλησπέρα, ένα τι κάνεις. Δεν τα κατάφερε. Ένας κόμπος στον λαιμό του τον έπνιγε.
Κι αυτή ?
Κι αυτή έμεινε αμίλητη
Διέκρινε τα μάτια της να βουρκώνουν.
 Κι έτσι χώρισαν ,όταν άναψε το φανάρι.
Έτσι έπρεπε

sevenseas

people are strange
1o κεφαλαιο

----------------------------------

Δεν σας έχει τύχει κάποια στιγμή στην ζωή σας να σας πέφτει η μια ατυχία πάνω στην άλλη? Και κάθε προσπάθεια που κάνετε να αλλάξετε την ειμαρμένη να αποδεικνύεται άλλη μια αποτυχία?

Έτσι κι εγώ είχα μια τέτοια εμπειρία κάποτε , την οποία δεν μπόρεσα ποτέ να εξηγήσω. Να αιτιολογήσω. .Απλά τώρα σαν ανάμνηση την χαίρομαι να την θυμάμαι.
Όταν όμως την έζησα ρ πράγματα ήταν τραγικά
Ο φόβος .Τι φοβος? Το δέος με είχε κυριεύσει.
Να, πως βλέπαμε όλοι μας μικροί στον ύπνο μας μάγισσες, ξωτικά την Μάρμω, την Γοργώ κι άλλα τέρατα να μας κυνηγάνε κι εμάς τα πόδια μας να είναι καρφωμένα στην γή και να μην μπορούμε να κινηθούμε ούτε ένα βήμα.. Αλλά κι ούτε η λέξη βοήθεια να μπορεί να βγει από το στόμα μας..
Λοιπόν έζησα την απόλυτη άρνηση της  των συναισθημάτων , των αισθήσεων να υποταχθούν σε αυτό που ονομάζουμε κοινή λογική  να εκτελέσουν έστω μια απλή πρόσκληση μου να συνεργασθούν μαζί μου.
Και μην φανταστείτε τίποτε πολύπλοκες καταστάσεις .


Όλα ξεκίνησαν ένα χειμωνιάτικο κυριακάτικο πρωινό.
Ξύπνησα με καλή διάθεση ,λόγω και της καταπληκτικής λιακάδας που τρύπωσε στο δωμάτιο μου .
Η φίλη μου η Μαργκό με είχε καλέσει να φάμε στο σπίτι της , λίγα χιλιόμετρα έξω απ΄ την Αθήνα. Ένα σπίτι που περισσότερο θύμιζε αγροτόσπιτο  χτισμένο στην άκρη μιας μικρής έκτασης ελαιοπερίβολου . Η Μαργκό είχε φυτέψει ελιές διαφόρων ειδών στο χτήμα αυτό , που δεν πρέπει να ήταν μεγαλύτερο των 4 στρεμμάτων .
Η ώρα είχε πάει 10 κι ακόμη βρισκόμουν στο κρεβάτι μου . Για να προλάβω έπρεπε να σηκωθώ αμέσως και θα προσπαθήσω να νικήσω την ραθυμία μου , αν ήθελα να βρεθώ στο αγρόκτημα κατά τις μια.
Αποφάσισα λοιπόν να κάνω τα απαραίτητα , χωρίς να μπω στον πειρασμό να ανοίξω ραδιόφωνο ή τηλεόραση  ,ή να συνεχίσω τις ελάχιστες σελίδες , που μου απέμεναν από το μυθιστόρημα του Ασίμωφ « Ακομη κι οι Θεοι» .
 Κατά τις 11 ήμουν έτοιμος, ξυρισμένος ντυμένος φρέσκος .κι έβγαινα από την πόρτα της παλιάς πολυκατοικίας που μένω. Περίμενα το τραμ . Η φωτεινή ένδειξη έγραφε προς Σύνταγμα 10 λεπτά. Τι να κάνω ? περίμενα. Λοιπόν παρατήρησα το εξής , που καιρό με προβλημάτιζε. Στην πινακίδα του τραμ ο χρόνος δεν αντιστοιχεί στην πραγματικότητα. Τι θέλω να πω? Το λεπτό δεν είναι ίσο με ένα λεπτό .Ανάλογα με το πόσο υπολογίζεται η άφιξη του συρμού ,το κέντρο ελέγχου ή όπως αλλιώς μπορεί να λέγεται αλλάζει τα λεπτά αναμονής στον πίνακα .
Με το ρολόι στο χέρι παρατηρούσα την αναντιστοιχία . Μέχρι που έφτασε ο συρμός . Μπήκα, κατά την συνήθεια μου στις τελευταίες θέσεις  . Αισθανόμουν όμορφα . Με περίμενε μια όμορφη Κυριακή.
 Η Μαργκό , μια  ευγενική ψυχή θα έκανε τα πάντα για να περάσω όμορφα. Θα είχε μαγειρέψει ότι φανταζόταν ή ήξερε , ότι μου αρέσει .και μετά …………… Και μετά καφές και συζήτηση στην βεράντα. Η συζητήσεις μου με την Μαργκό ήταν απόλαυση . Δεν συμφωνούσαμε στα περισσότερα, αλλά ξέραμε ,ότι οι κουβέντα μας θα μας γλύκαινε τον νου και την σκέψη. Θα μας πήγαινε πιο μακριά σε σοκάκια και στενωπούς, που κατά μόνας φοβόμαστε να διαβούμε. Τις συζητήσεις μας κοινωνικοπολιτικοοικομικολογοατεχινικοθετριγοκινηματογραφικού περιεχομένου  της αποκαλούσαμε πνευματικό αυνανισμό . Οπότε αποκτούσε και νόημα η πρόσκληση : πάρε με τηλέφωνο, ή πέρνα από το σπίτι να πούμε καμιά μαλάκια .
Με τις σκέψεις μου αυτές ο χρόνος μηδενίστηκε κι έτσι έφτασα Σύνταγμα , κατά τις 11:20 . Ο ήλιος ακόμη έλαμπε . Με ζέσταινε στο έπακρο  . Είχα φορέσει ένα ζεστό μπουφάν , ίσως λίγο υπερβολικό για αυτή την ηλιόλουστη μέρα.
Κατηφόρησα προς την Φιλελλήνων για να αγοράσω μια κυριακάτικη εφημερίδα. Τέτοια ώρα είναι δύσκολο να βρεις το κυριακάτικο ΒΗΜΑ. Έχει εξαντληθεί .Ευτυχώς βρήκα το τελευταίο κρεμασμένο στην τέντα του περιπτέρου.
Κατά την συνήθεια μου, πέταξα το οικονομικό ένθετο, τις διαφημίσεις και ξεχώρισα τα ΒΙΒΛΙΑ και τις ΝΕΕΣ ΕΠΟΧΕΣ . Πήρα ανά χείρας την εφημερίδα και βρέθηκα στον σταθμό του μετρό του Συντάγματος, Σύνταγμα-Σταθμός Λαρίσης και μετά προαστιακός .  Πάντα οι σταθμοί με αγχώνουν, Θέλω να βρίσκομαι πολύ πριν την αναχώρηση και να έχω εντοπίσει τον συρμό, την έξοδο ή το λεωφορείο που ταξιδεύω από την αρχή. Πράγματι ο προαστιακός θα έφευγε σε μισή ώρα.
Ένα δεύτερος καφές και λίγη εφημερίδα ήταν στο πρόγραμμα, αφού πρώτα ρώτησα 3 φορές για να διασταυρώσω και να επιβεβαιώσω από ποια γραμμή θα ξεκινούσε
 Έβγαλα το εισιτήριο μου και κατευθύνθηκα προς  το café του σταθμού.  Πήρα τον καφέ μου και έψαξα με το βλέμμα μου ένα άδειο τραπέζι . Πουθενά .
Όλα ήταν καταλειμμένα από επιβάτες. Ξανακοίταξα . Μια Ξανθιά κοπελιά γύρω στα 25 .Μόνη της σε ένα τραπέζι και απέναντι της ένα άδειο κάθισμα . Προχώρησα γρήγορα μην χάσω την θέση . Της ζήτησα την άδεια να καθίσω και με ένα αχνό χαμόγελο μου επέτρεψε.
 Άνοιξα το ένθετο ΒΙΒΛΙΑ . ο υπεύθυνος του ένθετου στην πρώτη σελίδα έγραφε για ένα βιβλίο που πρόσφατα διάβασε και του έκανε εντύπωση η γλαφυρότητα των περιγραφών και τα δυνατά συναισθήματα που περίγραφε με ένα τρόπο, ίσως όχι τόσο δόκιμο , αλλά που σε έκανε να νοιώθεις μέρος της ιστορίας , που διηγείτο .
 Ο Νίκος συμφοιτητής μου , πάντα απόμακρος, από τους άλλους, λες αι το μυαλό του ταξίδευε Τον θυμάμαι να φορά ένα σπασμένο σκελετό μυωπικών γυαλιών, Κοκάλινα και  παραλληλόγραμμα, πολύ στενά .Ακολούθησε αυτό που την ενδιέφερε την παρουσίαση και κριτικών βιβλίων . Ένοιωσα να τον ζηλεύω , όταν σκεφτόμουν όλα αυτά . Λοιπόν όπως είπα . χωρίς να κολακεύει έδειχνε έναν συγκροτημένο ενθουσιασμό για το βιβλίο που λέγαμε. Ανέφερε το όνομα της συγγραφέως .που πρώτη φορά  άκουγα. Ανασήκωσα λίγο το κεφάλι μου και με τρόπο κοίταξα την ομοτράπεζη μου  . Κατάλαβα, ότι αποτράβηξε το βλέμμα της από πάνω μου . Όλο αυτό το διάσημα που διάβαζα, περίπου 4 λεπτά  ένοιωθα το βλέμμα της. Δεν την κοίταξα. Άφησα να περάσει ένα 10λπετο, να σηκωθώ και να την ευχαριστήσω . Έτσι θα έβλεπα το πρόσωπο της και μετά να  πάω προς τις γραμμές για να την παρατηρήσω καλλίτερα ολόκληρη.
Σηκώθηκα . Σήκωσε το βλέμμα της κι αυτή.
-σας ευχαριστώ για την φιλοξενία,
Της είπα αργά , αργά με όση γλυκάδα μπορεί  να διαθέτει η φωνή μου .
Μου χαμογέλασε με ένα ανασήκωμα των χειλιών της κι ένα λαμπερό βλέμμα , που γινόταν πιο έντονο στα μυωπικά της μάτια .. Απομακρύνθηκα , αφού πρώτα σκόνταψα στις αποσκευές , που είχε τοποθετήσει απρόσεκτα στο δάπεδο ο ταξιδιώτης του διπλανού τραπεζιού. Ένοιωσα να με κοιτάζει και να γελάει. Κι έτσι δεν τόλμησα να γυρίσω το βλέμμα μου και να την κοιτάξω.

sevenseas

Βγήκα έξω και περίμενα την άφιξη του συρμού μου. Από ανασφάλεια έβγαλα από τη τσέπη του μπουφάν μου το εισιτήριο και τσεκάρισα και πάλι την ώρα, την κατεύθυνση και τον αριθμό της θέσης μου . Ο σταθμός είχε λίγο κόσμο. Οι περισσότεροι ήταν φοιτητές και στρατιώτες, που επέστρεφαν μετά από το Σαββατοκύριακο στις πόλεις, που  υπηρετούσαν και σπούδαζαν . Αυτή που να πήγαινε άραγε?
Φοιτήτρια μάλλον. Μάλλον Θεσσαλονίκη . Αθηναία. Ή το αντίστροφο ? Θεσσαλονικιά που φοιτούσε Αθήνα ?
Αν μου μιλούσε θα καταλάβαινα από την προφορά της . Αλλά δεν μου μίλησε , μου χαμογέλασε μόνο , και το χαμόγελο δεν προδίδει καταγωγή. Αυτά σκεφτόμουν, όταν την είδα να βγαίνει με ένα μικρό σακ βοουαγιαζ  στην πλατφόρμα .  Κοίταξε δεξιά αριστερά , προφανώς για να δει αν ερχόταν κάποιο τραίνο . Έπεσε το βλέμμα της σε μένα και μου χαμογέλασε με συμπάθεια . Τότε μπόρεσα να την παρατηρήσω , αφού βρισκόταν λίγα μέτρα μακριά από μένα . Ούτε πολύ κοντά για να προδοθώ, ούτε τόσο μακριά για να μην μπορώ να διακρίνω κάποιες λεπτομέρειες.  . Φορούσε ένα σκούρο τζιν και κομψά μαύρα αρβυλάκια. Μια λευκή ελαφριά μπλούζα  μέχρι το λαιμό κι ένα καστόρινο σακάκι ελαφρά φθαρμένο στους αγκώνες.  Ξανθά μαλλιά, λευκή επιδερμίδα. Σκούρα καφέ μάτια . Το βλέμμα της πρόδιδε ελαφριά μυωπία  .Το πρόσωπο της ήταν  τετράγωνο , μικρή μύτη , χείλη λεπτά , άβαλτα. Το κεφάλι της στηριζόταν σε έναν μακρύ θεσπέσιο λαιμό. Το κορμί της ευθυτενές και λεπτό. Δεν θα ήταν πιο ψηλή από 1,65 και γενικά έδινε την εντύπωση μιας ντελικάτης ,εύθραυστης  κοπέλας . Όμως κάτι ελεγε και το έλεγε έντονα , ότι αυτή η κοπέλα είχε μεγάλο ενδιαφέρον σαν άνθρωπος. Οι κινήσεις της? Διακριτικές και σίγουρες?  Η ματιά της που έπεφτε με σιγουριά σε ότι έψαχνε? Τα λευκά και λεπτά δάχτυλα της που κρατούσαν με μια κομψότητα το σακ βουαγιαζ της?
Όλα μαζί .

266 Επισκέπτες, 1 Χρήστης