Μέλη
  • Σύνολο μελών: 7,373
  • Latest: iguzovec
Stats
  • Σύνολο μηνυμάτων: 360,324
  • Σύνολο θεμάτων: 11,759
  • Online today: 590
  • Online ever: 1,080 (Ιουλίου 01, 2025, 10:00:42 ΜΜ)
Συνδεδεμένοι χρήστες

ΣΩΚΡΑΤΗΣ ΜΑΛΑΜΑΣ

Ξεκίνησε από isabella, Απριλίου 16, 2006, 05:21:28 ΜΜ

« προηγούμενο - επόμενο »

blue-roses

Ποντίκια στην αγορά        
 
Στην αγορά παγιδευμένοι ποντικοί
νύχτα στην Tσιμισκή, μες στον αέρα
γλιστράς δεξιά μου κρύα αναπνοή
πριν από χρόνια ζούσαμε 'δώ πέρα.

Σ' ένα δωμάτιο σκοτεινό σ' αναζητώ
τη μυρωδιά σου πιάνω με το σώμα
αν είν' ο κόσμος μου τρελός τί να σου πώ;
αν κάνω λάθος το ρυθμό σ' ακολουθώ.

Bουλιάζουμε σιγά
κι αυτός ο δρόμος δε μας πάει πουθενά
σ' αγγίζω στο βυθό κι αναρριγώ.
Ξαπλώνουμε βαριά
κι ο έρωτας μας κουβαλά
στα νύχια του μας παίρνει και μας σέρνει.

Πίσω απ' τις γρίλιες στέκει ο θυρωρός
και τη φτωχή ζωή του ανακατεύει
μας υποπτεύεται βουβά ο διπλανός·
ποιός ξέρει η κυρα-Bάσω τι μας σέρνει!

Mες στη γλυκιά φωνή της κρύβει μια θηλιά
και μες στα πόδια της φωτιά που αναστατώνει
τα βράδια κατεβαίνει αγκαλιά στο σατανά
και το πρωί στο ισόγειο καμαρώνει.

Xοντρή καρδιά μου, βουτηγμένη στο πιοτό
ποιός μάγκας σ' έχει φτύσει και μου γνέφεις
την έκανες μια 'μέρα από 'δώ
και νά 'σαι πάλι εδώ, πάλι εδώ...

Έλα κοντά και σώπα, μη μιλάς
τόσα χρονάκια ψάχνεις την αγάπη
μα τόση λάσπη που στην πλάτη κουβαλάς
τέτοια σου μάραναν ανόητη απάτη.

Kοίτα και γύρω σου -γάτοι του κερατά-
και πες μου πόσο αξίζει η κάθε μέρα
δεν επενδύεται η αγάπη φουκαρά
ψάξε καλύτερα, κάτι θα βρεις πιό πέρα.

Bουλιάζουμε σιγά
κι αυτός ο δρόμος δε μας πάει πουθενά,
σ' αγγίζω στο βυθό κι αναρριγώ
Ξαπλώνουμε βαριά
κι ο έρωτας μας κουβαλά
στα νύχια του μας παίρνει και μας σέρνει.

 

blue-roses

Πρόσωπα          
 
Στα μάτια σου ένα φως
άνοιξη στα βουνά
και η ψυχή σου ανθός
τραβάει στο πουθενά

Σύννεφα περνούν ήσυχα ζυγώνουν
μέσα στο ποτάμι μια ψιλή βροχή
Βράδια μες στο σπίτι στη σιωπή
μέσα στην πόλη μοναχή
μέσα στην πόλη

Στα μάτια σου ο Θεός
κοιτάζει ξεχασμένος
μες στο δωμάτιο γυρνάς
και ψάχνεις σαν χαμένος

blue-roses

Σκαλοπάτια        
 
Ανεβαίνω σκαλοπάτια, πέφτω και τσακίζομαι
για τα δυο γλυκά σου μάτια φως μου βασανίζομαι.

Αχ τι ειν' ο έρωτας γι' αυτόν που αγάπησε,
τιμόνι και σκαρί παλιό μια βάρκα μοναχή.
Ένα πικρό καφέ με κέρασε με ξόδεψε
βρήκε ανοιχτή τη πόρτα κι έφυγε πρωί.

Ψάχνω να 'βρω τη φωλιά της, ταξιδεύω στη ζωή
μα τα ίχνη απ' τα φτερά της με μπερδεύουν πιο πολύ.

Σ' ένα τραγούδι ακουμπάω τον πόνο μου,
πέρασε πια καιρός κι έφυγε σαν βροχή.
Θυμάμαι όμως τα φιλιά, τα λόγια της,
τα δυο της μαύρα μάτια μέσα στο κρασί.

 

blue-roses

Στα είπα όλα          
 
Πολλές φορές σου μίλησα
Με χρώματα στο στόμα
Στο είπα, όσα έμαθα
Τα έμαθα με το σώμα
Μισός ψυχή μισός κορμί
Κι η πείνα μου θηρίο
Μισή ζωή σπατάλησα
να ζήσουν και τα δύο

Όσα κομμάτια κι μπορέσεις να ενώσεις
Δεν θα σου φτάσουν μια στιγμή για να με νιώσεις
Στα είπα όλα - Φίλα με τώρα

Με αγαπούσε το νερό
Μα ο ουρανός με ζούσε
Κι όταν μετρούσα τι μπορώ
Η γη δεν με χωρούσε
Κυνήγησα τις ομορφιές
Μα μ' έκλεψε η λύπη
Οι αλήθειες μου]

blue-roses

Στάχτη          
 
Στάχτη στη βροχή
όσα νομίζαμε πως είναι η αλήθεια
κι αν ο καιρός κερνάει
σοφία κι αντοχή
Στάχτη στη βροχή
δεν πέρασε ούτε μέρα
από τον πρώτο έρωτα
από τον πρώτο αέρα

Τ' ασημένιο φεγγάρι
πού να κρύφτηκε
σύννεφα στο δρόμο του
Φεύγει μόνο του

Στάχτη στα μαλλιά
κι αν θες γύρισε πίσω
κι ας ξέρεις πως δεν έχει επιστροφή
Κοινά μυστικά
Πουλιά στο μπαλκόνι
Ν' αλλάξουμε όνειρο
Σε λίγο νυχτώνει

Τ' ασημένιο φεγγάρι
πού να κρύφτηκε
σύννεφα στο δρόμο του
Φεύγει μόνο του

 

blue-roses

Στέλλα        
 
Στην υγρή σου κοιλιά επωάζεις φωτιά που με κάνει ζητιάνο
πόρτα κλειστή κι ασημένιο κελλί, δε σε φτάνω
σ' αναπνέω γυμνός, σε θυμάμαι σκυφτός, κι απομένω μισός
σανίδι του κόσμου κρατά τη φυγή μου, σε θέλω δική μου

Στέλλα, το κλειδί που κρατάς φυλακή μ' έχει στείλει
Στέλλα, στα μπουκάλια της μπύρας με ψάχνουν οι φίλοι
Στέλλα, συγκρατήσου για λίγο αν είν' ώρα να φύγω θα φύγω.

Στη θολή σου σκιά απομένουν τα βράδια αδειανά
το κορμί σου που σφύζει φωτιά που μ' αγγίζει, παγίδα που τρίζει
σ' αναπνέω γυμνός, σε θυμάμαι σκυφτός, κι απομένω μισός
σε κοιτάζω βουβός σε χαϊδεύω τρελός κι απομένω φτωχός

Στέλλα, το κλειδί που κρατάς φυλακή μ' έχει στείλει
Στέλλα, στα μπουκάλια της μπύρας με ψάχνουν οι φίλοι
Στέλλα, συγκρατήσου για λίγο αν είν' ώρα να φύγω θα φύγω.

Στη ζεστή σου φωλιά με τραβάς βιαστικά και με πνίγεις
στέκει ο χρόνος βουβός μας κοιτάει βιαστικός θες να φύγεις
με τη γλώσσα με παίρνεις βαθειά σου με σέρνεις και τρέμεις

Στέλλα, είν' αλλόκοτα εδώ κι από λάθος μπορεί να χαθώ
Είναι όμορφα εδώ κι από λάθος μπορεί να σωθώ
συγκρατήσου για λίγο, αν είν' ώρα να φύγω, θα φύγω.

 

blue-roses

Στην Αμερική          
 
Ο τόπος που μεγάλωσα κρυφό παράπονο έχει,
που η θάλασσα δε δέχτηκε το χώμα του να βρέχει.
Παρόλα αυτά του ωκεανού, ξέρω, το μαύρο κύμα
σε πάει ίσα στο βυθό σε πάει και στην Κίνα.
Α! και στην Αμερική, μαζί με τη Μαρίκα, το Δούσια τον Κωστή.
Ο τόπος που μεγάλωσα κρυφό παράπονο έχει,
που η θάλασσα δε δέχτηκε το χώμα του να βρέχει.
Παρόλα αυτά του ωκεανού, ξέρω, το μαύρο κύμα
σε πάει ίσα στο βυθό σε πάει και στην Κίνα.
Α! και στην Αμερική, μαζί με τη Μαρίκα, το Δούσια τον Κωστή.

Τους βλέπω μες τα μάτια μου μες το παλιό βαπόρι
σα στρείδια στο κατάστρωμα οι μετανάστες όλοι.
Βουβές γυναίκες, άλαλες που δύναμη αναβλύζουν,
παιδάκια που δε νιώθουνε το δρόμο που βαδίζουν.
Α! Τα χρόνια τα παλιά, βαριά φορτία φεύγαν για την Αμέρικα.

Του Κατσαρού ανεμίζουνε τα κατσαρά μαλλιά του,
καθώς κοιτάζει αντίθετα προς τη γενέτειρά του.
Του φέρνει ο άνεμος στ΄αυτιά τραγούδια αγαπημένα,
τα παιξε στην κιθάρα του, τα δωσε και σε μένα.
Α! και στην Αμερική, μαζί με τη Μαρίκα, το Δούσια τον Κωστή.

Και σαν το κουρελόβαρκο αδειάσει στο λιμάνι,
θα τους στοιβάξουν στη σειρά οι ξένοι πολισμάνοι.
Άλλοι θάχουν τον τρόπο τους και θα ευδοκιμήσουν
και άλλοι ως να πεθάνουνε τη δίψα δεν θα σβήσουν.
Α! στην Αμερική Ελλάδα σαν αγριόχορτο φύτρωσες και κει.
Τους βλέπω μες τα μάτια μου μες το παλιό βαπόρι
σα στρείδια στο κατάστρωμα οι μετανάστες όλοι.

 

blue-roses

Στην κοιλάδα των Τεμπών          
 
Μες την κοιλα - όπως τα λέω - μες την κοιλάδα των Τεμπών
Φόβος των μηχανοδηγών
Είναι ένας γέρο - όπως τα λέω - είναι ένας γέρο πλάτανος
μαγκούφης και παράφορος

Που πίνει από - όπως τα λέω - που πίνει απ' το θολό νερό
του ποταμού το ιερό
Πίνει κι απλω, όπως τα λέω, πίνει κι απλώνει ρίζωμα
βαθιά μέσα στα ανείπωτα

Κι όποτε παι - όπως τα λέω - κι όποτε παίρνει ανάποδες
γέρνει και πέφτει στις γραμμές
Πιάνει το τρε - όπως τα λέω - πιάνει το τρένο απο τ' αυτί
«Μην την περνάς τη Γευγελή»

Μένα μου το, όπως τα λέω, μένα μου το 'πε ο Πηνειός
το μυστικό ο φλύαρος
Πως ήταν α - όπως τα λέω - πως ήταν άνθρωπος παλιά
κι είχε παιδιά στην ξενιτιά

 

blue-roses

Στις αγορές        
 
Σε ξέρει η νύχτα πια καλά
σε έχουνε μάθει κι οι βροχές
όλου του κόσμου τα πρωινά
στη ρεματιά οι εποχές

Σε χαιρετούν στις αγορές
τα ξωτικά στις ερημιές,
στην εθνική στα καφενεία,
τα πρωινά λεωφορεία

Παίξε τραγούδα μας φωτογραφίες
οινόφιλες φιλοσοφίες
πες μας για οράματα για την περσόνα
και για την όμορφη γκαρσόνα

Για άναψε μας μια φωτιά
μες το βοριά μες στο χιονιά
άντε και το κρασί γραδάρει
μάινα η ψυχή μας να σαλπάρει

Γέμισε τον ουρανό με φως
ως το ταβάνι ο καπνός
όλου του κόσμου οι μερακλήδες
και του μυαλού όλοι οι νταήδες

 

blue-roses

Συνήθεια δίχτυ          
 
Ήρθε χαρά στον ύπνο πως έκλεισα έναν κύκλο
αυτόν που με βασάνιζε σα φυλακή στον ξύπνιο

Bρήκα αετό στο δρόμο μου και φίδι βιαστικό
ξέχασα την καρδιά μου κι έχασα την κυρά μου

Aγάπη που με μπέρδεψες σε μια συνήθεια - δίχτυ
κρατάω την κλωστή κι αρχίζω απ' την αρχή

Kι αν έχασα το δρόμο μου σαν ξέμπαρκο καράβι
φυσάει αέρας στα πανιά φεύγει κι αυτό το βράδι

Όνειρο ήταν μάτια μου μα μού 'μεινε ο καημός
Tαξίδι μου στον ίσκιο δρόμο να κάνεις ίσιο.

 

blue-roses

Τα διόδια        
 
Στον κόσμο που γεννήθηκα τα βρήκα όλα γραμμένα
πάνω σε βλέφαρα κλειστά σε χείλη σφραγισμένα
γυναίκα τρυγεί την ζωή με βυσσινιά πορφύρα
δεν έχει ο μόνος πέρασμα ήλιο δεν έχ' η μοίρα

Πόσες φωτιές στα πέλαγα πόσοι ξενιτεμένοι
ήταν για τα διόδια κι όχι για την Ελένη
στης λησμονιάς το μαγαζί μάτια κεριά σβησμένα
άμα δε λιώσουμε μαζί πως θες να γίνουμ' ένα;

Στον κόσμο που γεννήθηκα δε χάραξα πορεία
τσιγάρο μ' ανεμόχαρτο στρίβω στα πρακτορεία
να δω τον ήλιο ανάστροφα και τ' άστρα ζαλισμένα
να σταματήσω τη στιγμή με τα φτερά ανοιγμένα

Πόσες φωτιές στα πέλαγα πόσοι ξενιτεμένοι
ήταν για τα διόδια κι όχι για την Ελένη
στης λησμονιάς το μαγαζί μάτια κεριά σβησμένα
άμα δε λιώσουμε μαζί πως θες να γίνουμ' ένα;
πως θες να γίνουμ' ένα;


 

blue-roses

Τα πάγια        
 
Τα βράδια είναι ατέλειωτοι αιώνες μαζεμένοι
μέσα στον ύπνο το βαθύ πολυταξιδεμένοι
άλλοι γυρνάνε με το νου και άλλοι στα εμπόδια
άλλοι ψηλά αρμενίζουνε έχουν φτερά στα πόδια

Κι εγώ που θέλησα πολλά έμεινα με τα λίγα
μα γρήγορα συνήθισα τα νιάτα μου τ' ατίθασα
έπλασα κόσμο μυστικό και μπήκα σε λημέρι
ξέχασα τις αγάπες μου που μου 'στησαν καρτέρι

Να 'σαι μονάχος σου θα πει να είσαι αντρειωμένος
να μη σε πιάνει πανικός ούτε κι ο ίδιος ο Θεός
αλλιώς στα πάγια κολλάς σέρνεσαι βρίζεις και πονάς
αγάπες σε κυκλώνουνε και στο μαντρί σε χώνουνε

Κι εγώ που θέλησα πολλά έμεινα με τα λίγα
μα γρήγορα συνήθισα τα νιάτα μου τ' ατίθασα
έπλασα κόσμο μυστικό και μπήκα σε λημέρι
ξέχασα τις αγάπες μου που μου 'στησαν καρτέρι

 

blue-roses

Τα παιδιά μες στην πλατεία          
 
Πιάνω να ζωγραφίσω
τα παιδιά μες στην πλατεία
σα να 'ταν όπως πρώτα
κι όπως θά 'θελα

Mα όλα αλλάζουν
και το χέρι μου αρπάζουν
αλλάξανε τα χρώματα
τα λόγια και τα στόματα.
Tα μάτια μείναν ίδια
στα φώτα στα παιχνίδια.

Kάνω να ζωγραφίσω το φεγγάρι που γυρίζει
ζεστό και σκονισμένο από ταξίδι μακρινό
τα μάτια μου θολώνουν, κι ο αέρας π' αρμενίζει
μου λέει τραγούδι ξένο, τραγούδι αλλοπαρμένο.

Aμα δεν είναι όπως τα θες
δεν έχεις λόγους κι αφορμές,
δεν κάνεις βήμα.
Oσα κοστίζουν μια δραχμή
γι' άλλους κοστίζουν μια ζωή.
Δεν είναι κρίμα; Δεν είναι κρίμα;

Kάνω ν' αποφασίσω σκαλοπάτι να πατήσω
θολές και σκονισμένες μνήμες μου ζωντανές.
θεριά μου διψασμένα με κορμιά παραδεισένια
το δρόμο σας κοιτάζω ξυπνάω κι ανατριχιάζω.

Aμα δεν είναι όπως τα θες
δεν έχεις λόγους κι αφορμές,
δεν κάνεις βήμα.
Oσα κοστίζουν μια δραχμή
γι' άλλους κοστίζουν μια ζωή.
Δεν είναι κρίμα; Δεν είναι κρίμα;

 

blue-roses

Τα παξιμάδια        
 
Βαρκάρη του Αχέροντα
Σ΄ έχουν ξεδιαλεγμένο
Να ΄χεις μολύβι στην καρδιά
Στα μάτια νυχτερίδες
Κι όσους ρωτάν για συγγενείς
Να λες πως δεν τους είδες

Ήρθα κι εγώ ένα πρωινό
Που χαν τα χόρτα πάχνη
Μήτε στη βάρκα σου να μπω
Ούτε για να ρωτήσω
Στην όχθη μόνο να σταθώ
Και να σου τραγουδήσω

Φοράει ο μέρμηγκας γυαλιά
Κι οι πέτρες έχουν γένια
Έχεις κι εσύ κακόμοιρε
Κουπιά σε μαύρα χάλια
Που μόλις πέσουν στο νερό
Λιώνουν σαν παξιμάδια

 

blue-roses

Ταξίδι        
 
Ξύπνησε μες στα στήθια μου
ένα ζεστό αεράκι
κι είπα να πάρω τα βουνά
μ' έπιασε το μεράκι.

Aνέβηκα στον Όλυμπο
και κοίταξα μακριά]

542 Επισκέπτες, 1 Χρήστης